Τα νησιά της Μεγάλης Πρέσπας - Η Σάσων - Οι αγώνες για απελευθέρωση της Θράκης και πώς παραχωρήσαμε Ανατολική Θράκη και Τρίγωνο του Κάραγατς στους Τούρκους «χωρίς ντουφεκιά» - Τα χωριά της Μακεδονίας που δόθηκαν στην Αλβανία το 1924
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1910 με τους Βαλκανικούς Πολέμους και τη συμμετοχή της στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ η Ελλάδα αύξησε κατά πολύ την έκτασή
της. Το χρονικό διάστημα όμως, μεταξύ 1912 και 1925, η χώρα μας
«χάρισε» σε γειτονικά κράτη εδάφη που της ανήκαν, τα περισσότερα χωρίς
καμία πίεση. Όλα αυτά τα έχουμε αναφέρει κατά καιρούς σε άρθρα μας, όμως
σκεφτήκαμε να τα παραθέσουμε ενιαία προσθέτοντας και μερικά στοιχεία
ακόμα.
Τα νησιά της Μεγάλης Πρέσπας που παραχώρησε η Ελλάδα σε Σερβία και Αλβανία (1912 – 1913)
Στο λεύκωμα «ΛΙΜΝΩΝ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ» του Γιώργου Φατούρου, εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ 2006 διαβάζουμε: «Στη λίμνη (Μεγάλη Πρέσπα) υπάρχουν δύο νησίδες: η μεγαλύτερη, του Αγίου Πέτρου (Γραδ) και η μικρότερη του Αγίου Παύλου (Μάλι Γραδ). Πρόκειται για δύο έρημες και ακατοίκητες νησίδες, που φέρουν όμως κατάλοιπα μεσαιωνικών μνημείων. Έως το 1912 – 1913 ανήκαν στην Ελλάδα, οπότε ο Άγιος Πέτρος δωρήθηκε στον βασιλιά της Σερβίας Πέτρο και ο Άγιος Παύλος περιήλθε στους Αλβανούς». Τα ίδια στοιχεία υπάρχουν στο σάιτ του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ενώ περιέχονται και στην εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ – ΛΑΡΟΥΣ – ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ. Σήμερα, η Σερβία δεν έχει στην κατοχή της τμήμα της Μεγάλης Πρέσπας. Μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας τμήμα της λίμνης ανήκει στη, λεγόμενη, «Βόρεια Μακεδονία». Το νησί του Αγίου Πέτρου λέγεται σήμερα Golem Grad («Μεγάλο Οχυρό» στα σλαβικά), ενώ είναι γνωστό και ως Snake Island («Φιδονήσι»). Έχει έκταση 200 στρέμματα και το 2008 «άνοιξε» στους τουρίστες.
Το νησί Maligrad (Νησί του Αγίου Πέτρου) που δώσαμε στην Αλβανία έχει έκταση 50 στρέμματα, πολλά σπήλαια αρκετά δέντρα και αμμουδιές. Σε αυτό υπάρχει η περίφημη εκκλησία της Παρθένου Μαρίας που χτίστηκε από τον Σέρβο ευγενή Kesar Novak το 1369. Στην εκκλησία υπάρχουν νωπογραφίες (φρέσκο) της οικογένειας του Novak με την Ελληνίδα σύζυγό του Kalia (Κάλια). Υπάρχουν επίσης ελληνικές επιγραφές και αφιερώσεις. Όταν γράψαμε το σχετικό άρθρο (15/02/2017) δεχτήκαμε ένα τηλεφώνημα από κάποιον πολύ καλό φίλο. Μας ενημέρωσε, ότι στο Υπουργείο Εξωτερικών διάβασαν το άρθρο και αναστατώθηκαν. Μάλλον αγνοούσαν όσα αναφέραμε και τα οποία δεν είναι δικές μας ανακαλύψεις, αλλά είχαν γραφτεί πολλά χρόνια πριν και έψαχναν να βρουν τις Συνθήκες με τις οποίες παραχωρήθηκαν τα νησιά. Δεν γνωρίζουμε αν τις βρήκαν. Εμείς πάντως δεν δεχτήκαμε καμία κλήση από το ΥΠΕΞ, ούτε έγινε κάποιο τηλεφώνημα στο protothema.gr για περισσότερες λεπτομέρειες. Πιθανότατα, τα νησιά δόθηκαν στις γειτονικές χώρες από τον βασιλιά Γεώργιο Α’ στο πλαίσιο της πρακτικής που ακολουθούσαν οι μονάρχες της εποχής, αλλά και παλαιότερα. Βέβαια, τα νησιά δεν αποτελούσαν ιδιοκτησία του και, με όποιον τρόπο κι αν δόθηκαν, πρόκειται για εγκληματικό λάθος…
Σάσων: με έναν νόμο και δύο άρθρα στην Αλβανία – Ο Βενιζέλος καταλαβαίνει το λάθος του το 1929, αλλά ήταν πλέον πολύ αργά…
Μια πραγματικά πονεμένη ιστορία είναι η παραχώρηση της νήσου Σάσωνος, που βρίσκεται στον Κόλπο της Αυλώνας, αλλά με βάση ακλόνητα ιστορικά στοιχεία και τη Συνθήκη με την οποία δόθηκαν τα Επτάνησα στην Ελλάδα από τη Μεγάλη Βρετανία το 1864 ανήκει στα Διαπόντια Νησιά (Οθωνοί, Μαθράκι, Ερείκουσα ή Ερεικούσα κ.ά.). Το αν απέχει αρκετά από τα υπόλοιπα ή αν βρίσκεται πολύ κοντά στην Αλβανία, μας είναι αδιάφορο. Την ίδια ώρα που ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωνε τη Βόρεια Ήπειρο, ο Ελευθέριος Βενιζέλος δεχόταν αφόρητες πιέσεις, να σταματήσει η προέλασή του και να παραχωρηθεί η Σάσων, το «κλειδί της Αδριατικής» στην Αλβανία. Οι πιέσεις αυτές προέρχονταν από την Ιταλία, που έβλεπε ότι η Ελλάδα με την απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου και την κατοχή της Σάσωνος, στην οποία για 50 σχεδόν χρόνια το ελληνικό κράτος δεν είχε ασκήσει ουσιαστική κυριαρχία, όχι μόνο θα γινόταν μια υπολογίσιμη δύναμη στα Βαλκάνια, στα οποία είχε πάντα επεκτατικές βλέψεις, αλλά θα αποκτούσε και τον έλεγχο της Αδριατικής. Δυστυχώς, ο Ελευθέριος Βενιζέλος υποχώρησε και στις 5 Μαΐου 1914 έφερε στη Βουλή για ψήφιση νομοσχέδιο με δύο άρθρα. Με αυτό η Σάσων δινόταν στην Αλβανία. Ας δούμε το νομοσχέδιο όνειδος:
5η Μαΐου 1914.
Άρθρον 1ο: Επιτρέπεται εις την Κυβέρνησιν η εις την Αλβανικήν επικράτειαν παραχώρησις της νησίδας Σάσωνος, ανηκούσης του Ελληνικού Βασιλείου δυνάμει του 2ου άρθρου της περί παραχωρήσεως των Ιονίων Νήσων Συνθήκης του Λονδίνου της 17/29 Μαρτίου 1864.
Άρθρον 2ο: Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από της εις την εφημερίδα της Κυβερνήσεως δημοσιεύσεως αυτού
Τα νησιά της Μεγάλης Πρέσπας που παραχώρησε η Ελλάδα σε Σερβία και Αλβανία (1912 – 1913)
Στο λεύκωμα «ΛΙΜΝΩΝ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ» του Γιώργου Φατούρου, εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ 2006 διαβάζουμε: «Στη λίμνη (Μεγάλη Πρέσπα) υπάρχουν δύο νησίδες: η μεγαλύτερη, του Αγίου Πέτρου (Γραδ) και η μικρότερη του Αγίου Παύλου (Μάλι Γραδ). Πρόκειται για δύο έρημες και ακατοίκητες νησίδες, που φέρουν όμως κατάλοιπα μεσαιωνικών μνημείων. Έως το 1912 – 1913 ανήκαν στην Ελλάδα, οπότε ο Άγιος Πέτρος δωρήθηκε στον βασιλιά της Σερβίας Πέτρο και ο Άγιος Παύλος περιήλθε στους Αλβανούς». Τα ίδια στοιχεία υπάρχουν στο σάιτ του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ενώ περιέχονται και στην εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ – ΛΑΡΟΥΣ – ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ. Σήμερα, η Σερβία δεν έχει στην κατοχή της τμήμα της Μεγάλης Πρέσπας. Μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας τμήμα της λίμνης ανήκει στη, λεγόμενη, «Βόρεια Μακεδονία». Το νησί του Αγίου Πέτρου λέγεται σήμερα Golem Grad («Μεγάλο Οχυρό» στα σλαβικά), ενώ είναι γνωστό και ως Snake Island («Φιδονήσι»). Έχει έκταση 200 στρέμματα και το 2008 «άνοιξε» στους τουρίστες.
Το νησί Maligrad (Νησί του Αγίου Πέτρου) που δώσαμε στην Αλβανία έχει έκταση 50 στρέμματα, πολλά σπήλαια αρκετά δέντρα και αμμουδιές. Σε αυτό υπάρχει η περίφημη εκκλησία της Παρθένου Μαρίας που χτίστηκε από τον Σέρβο ευγενή Kesar Novak το 1369. Στην εκκλησία υπάρχουν νωπογραφίες (φρέσκο) της οικογένειας του Novak με την Ελληνίδα σύζυγό του Kalia (Κάλια). Υπάρχουν επίσης ελληνικές επιγραφές και αφιερώσεις. Όταν γράψαμε το σχετικό άρθρο (15/02/2017) δεχτήκαμε ένα τηλεφώνημα από κάποιον πολύ καλό φίλο. Μας ενημέρωσε, ότι στο Υπουργείο Εξωτερικών διάβασαν το άρθρο και αναστατώθηκαν. Μάλλον αγνοούσαν όσα αναφέραμε και τα οποία δεν είναι δικές μας ανακαλύψεις, αλλά είχαν γραφτεί πολλά χρόνια πριν και έψαχναν να βρουν τις Συνθήκες με τις οποίες παραχωρήθηκαν τα νησιά. Δεν γνωρίζουμε αν τις βρήκαν. Εμείς πάντως δεν δεχτήκαμε καμία κλήση από το ΥΠΕΞ, ούτε έγινε κάποιο τηλεφώνημα στο protothema.gr για περισσότερες λεπτομέρειες. Πιθανότατα, τα νησιά δόθηκαν στις γειτονικές χώρες από τον βασιλιά Γεώργιο Α’ στο πλαίσιο της πρακτικής που ακολουθούσαν οι μονάρχες της εποχής, αλλά και παλαιότερα. Βέβαια, τα νησιά δεν αποτελούσαν ιδιοκτησία του και, με όποιον τρόπο κι αν δόθηκαν, πρόκειται για εγκληματικό λάθος…
Σάσων: με έναν νόμο και δύο άρθρα στην Αλβανία – Ο Βενιζέλος καταλαβαίνει το λάθος του το 1929, αλλά ήταν πλέον πολύ αργά…
Μια πραγματικά πονεμένη ιστορία είναι η παραχώρηση της νήσου Σάσωνος, που βρίσκεται στον Κόλπο της Αυλώνας, αλλά με βάση ακλόνητα ιστορικά στοιχεία και τη Συνθήκη με την οποία δόθηκαν τα Επτάνησα στην Ελλάδα από τη Μεγάλη Βρετανία το 1864 ανήκει στα Διαπόντια Νησιά (Οθωνοί, Μαθράκι, Ερείκουσα ή Ερεικούσα κ.ά.). Το αν απέχει αρκετά από τα υπόλοιπα ή αν βρίσκεται πολύ κοντά στην Αλβανία, μας είναι αδιάφορο. Την ίδια ώρα που ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωνε τη Βόρεια Ήπειρο, ο Ελευθέριος Βενιζέλος δεχόταν αφόρητες πιέσεις, να σταματήσει η προέλασή του και να παραχωρηθεί η Σάσων, το «κλειδί της Αδριατικής» στην Αλβανία. Οι πιέσεις αυτές προέρχονταν από την Ιταλία, που έβλεπε ότι η Ελλάδα με την απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου και την κατοχή της Σάσωνος, στην οποία για 50 σχεδόν χρόνια το ελληνικό κράτος δεν είχε ασκήσει ουσιαστική κυριαρχία, όχι μόνο θα γινόταν μια υπολογίσιμη δύναμη στα Βαλκάνια, στα οποία είχε πάντα επεκτατικές βλέψεις, αλλά θα αποκτούσε και τον έλεγχο της Αδριατικής. Δυστυχώς, ο Ελευθέριος Βενιζέλος υποχώρησε και στις 5 Μαΐου 1914 έφερε στη Βουλή για ψήφιση νομοσχέδιο με δύο άρθρα. Με αυτό η Σάσων δινόταν στην Αλβανία. Ας δούμε το νομοσχέδιο όνειδος:
5η Μαΐου 1914.
Άρθρον 1ο: Επιτρέπεται εις την Κυβέρνησιν η εις την Αλβανικήν επικράτειαν παραχώρησις της νησίδας Σάσωνος, ανηκούσης του Ελληνικού Βασιλείου δυνάμει του 2ου άρθρου της περί παραχωρήσεως των Ιονίων Νήσων Συνθήκης του Λονδίνου της 17/29 Μαρτίου 1864.
Άρθρον 2ο: Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από της εις την εφημερίδα της Κυβερνήσεως δημοσιεύσεως αυτού
Εν Αθήναις την 5η Μαΐου 1914
Το Υπουργικόν Συμβούλιον
Ο Πρόεδρος Ελευθέριος Βενιζέλος. Τα μέλη: Γ. Στρέιτ, Α. Διομήδης, Κ. Ρακτιβάν, Κ. Δεμερτζής, Εμμ. Ρέπουλης, Α. Μιχαλακόπουλος, Γ. Τσιριμώκος
Το νομοσχέδιο αυτό ψηφίστηκε στις 9/5/1914, κυρώθηκε με τον υπ’ αριθ. 279, νόμο την 5/6/1914, την 7/6/1914 δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθμ. 151 ΦΕΚ και στις 10/6/1914 κοινοποιήθηκε στις πρεσβείες των Μεγάλων Δυνάμεων. Στις 2 Ιουλίου 1914 αποχώρησαν από τη Σάσωνα 25 Έλληνες στρατιώτες με τον Επιλοχία που ήταν επικεφαλής τους και 8 Έλληνες ναύτες με τον επικεφαλής τους υποκελευστή, χωρίς να παραδώσουν το νησί στους Αλβανούς. Στη Σάσωνα παρέμειναν 25 οικογένειες βλαχόφωνων Ελλήνων βοσκών, οι οποίες κλαίγοντας, κατά την αποχώρηση των Ελλήνων στρατιωτών φιλούσαν την ελληνική σημαία και εκλιπαρούσαν τους στρατιώτες και τους ναύτες να μην τους εγκαταλείψουν… Δυστυχώς, οι άτυχοι αυτοί βλαχόφωνοι Έλληνες δολοφονήθηκαν άγρια από άτακτα στίφη Αλβανών στις 16/7/1914, όταν και το νησί πέρασε σε αλβανική διοίκηση. Η στρατηγική σημασία της Σάσωνος φάνηκε τα επόμενα χρόνια. Ο Βενιζέλος μετάνιωσε για την παραχώρηση της Σάσωνος και της Βορείου Ηπείρου και το 1929 ζήτησε από τις Μεγάλες Δυνάμεις να δοθούν στην Ελλάδα, κάτι που φυσικά δεν έγινε. Όσο για το τεχνητό αλβανικό κράτος, ας δούμε τι έγραφε ο τότε μόνιμος Βρετανός Υφυπουργός Εξωτερικών σερ Άρθουρ Νίκολσον, προς τον Υπουργό του, σερ Τσαρλς Χάρντινγκ: «Είναι αλήθεια ότι συμφωνήσαμε για την ίδρυση αλβανικού κράτους, αλλά δεν φρονώ ότι αυτό το, κατά τινα τρόπο τεχνητό δημιούργημα θα έχει μακρόν βίο. Η Αλβανία ουδέποτε υπήρξε έθνος και υπάρχουν πολλές διαιρέσεις και ανταγωνιστικά στοιχεία εκεί δια να δυνηθεί τιε να ελπίζει ότι θα ιδρυθεί ένα σταθερό κράτος». (Σπυρίδων Μαρκεζίνης, «Πολιτική Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας»).
Οι Αλβανοί διαδίδουν στους επισκέπτες του νησιού ότι έδωσαν σκληρούς αγώνες για να κατακτήσουν τη Σάσωνα. Φυσικά, η Σάσων, όπως και τα υπόλοιπα αλβανικά εδάφη καθορίστηκαν από τις Μεγάλες Δυνάμεις πάνω σε χάρτες και οι Αλβανοί δεν πολέμησαν ποτέ για την ανεξαρτησία τους…
Μόλις σήμερα διαβάσαμε ότι οι Αλβανοί "δωροδοκούν" τον Ντόναλντ Τραμπ δίνοντας άδεια στον γαμπρό του Τζάρεντ Κούσνερ να "χτίσει πεντάστερα" στη Σάσωνα(EpirusPost).
Πηγή: Β. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, «ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ, η συνεχιζόμενη εθνική τραγωδία».
Ανατολική Θράκη- Τρίγωνο του Κάραγατς
Ένα άλλο θέμα το οποίο μας έχει απασχολήσει πολύ είναι η παράδοση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία με την Ανακωχή των Μουδανιών (1922), χωρίς να πέσει ούτε μια ντουφεκιά. Ας δούμε σήμερα και πώς απελευθερώθηκε η Θράκη από τον Ελληνικ΄ο Στρατό. Οι πολεμικές επιχειρήσεις του Α’ Π.Π. τελείωσαν (1918) με τη σύναψη τριών διαδοχικών ανακωχών: με τη Βουλγαρία στη Θεσσαλονίκη (17/30 Σεπτεμβρίου), την Τουρκία (17/30 Οκτωβρίου) πάνω σε αγγλικό πολεμικό πλοίο στον Μούδρο της Λήμνου και με την Γερμανία (11/24 Νοεμβρίου) σε ένα βαγόνι του σιδηροδρομικού σταθμού της Ρετόντ. Ο Α’ Π.Π. έληξε με την υπογραφή των εξής Συνθηκών Ειρήνης: α) Συνθήκη των Βερσαλιών (16/6/1919) μεταξύ Συμμάχων και Γερμανίας, β) Συνθήκες του Σεν Ζερμέν (Αγίου Γερμανού, στις 10/9/1919) γ) Συνθήκη του Τριανόν (ανάκτορο των Βερσαλιών, στις 06/6/1920), οι οποίες και οι δύο αφορούσαν την Αυστροουγγαρία δ) Συνθήκη του Νεϊγί (Νοέμβριος 1919) που αφορούσε τη Βουλγαρία και ε) τη Συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) που αφορούσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία (Τουρκία).
Η Δυτική Θράκη, που βρισκόταν υπό βουλγαρική κυριαρχία, με τη Συνθήκη του Νεϊγί (14/27 Νοεμβρίου 1919) πέρασε στην κατοχή «των κυριότερων Συμμάχων και συνασπισμένων δυνάμεων». Στις 4 Οκτωβρίου 1919, η 9η Μεραρχία, με επικεφαλής τον Υποστράτηγο Γ. Λεοναρδόπουλο κατέλαβε την Ξάνθη. Η 9η Μεραρχία απαρτιζόταν από Ηπειρώτες στρατιώτες, οι οποίοι είχαν την επιθυμία να συμμετέχουν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις, καθώς δεν είχαν προλάβει να πολεμήσουν στο Μακεδονικό Μέτωπο (ΓΕΣ, «Επιχειρήσεις εις Θράκην», σελ. 14). Τα συμμαχικά στρατεύματα, υπό τον Στρατηγό Charpy κατέλαβαν την υπόλοιπη Θράκη ως το Κάραγατς (Ορεστιάδα).
Σημαντικό ρόλο στην τελική απόδοση στην Ελλάδα της Δυτικής Θράκης έπαιξε ο Χαρίσιος Βαμβακάς (1872-1952), καταγόμενος από την Κοζάνη, ο οποίος ασκούσε το δικηγορικό επάγγελμα στην Κωνσταντινούπολη και ήταν Βουλευτής Σερβίων και Κοζάνης στην Οθωμανική Βουλή (1909-1912). Η Δυτική Θράκη αποδόθηκε στην Ελλάδα με τη Συνθήκη των Σεβρών και τα σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας καθορίστηκαν με τη συνθήκη της Λωζάνης (1923). Σε απογραφή που έγινε από τη γαλλική διοίκηση τον Απρίλιο του 1920, ο πληθυσμός της Δυτικής Θράκης ήταν 204.690 κάτοικοι, από τους οποίους 74.750 ήταν Τούρκοι, 54.092 Βούλγαροι (20.000 από τους οποίους ήταν κρατικοί υπάλληλοι και 6.000 έποικοι, κυρίως στην περιοχή της Κομοτηνής), 56.114 Έλληνες και 11.048 Πομάκοι. Οι Βούλγαροι υπερτερούσαν των Ελλήνων στις επαρχίες Σουφλίου (10.998 έναντι 7.435 και 2.770 Τούρκων), Αλεξανδρούπολης (11.453, έναντι 3355 Ελλήνων και 642 Τούρκων) και Κομοτηνής (14.794, έναντι 4.773 Ελλήνων, 39.601 Τούρκων και 2341 Πομάκων). Οι Έλληνες υπερτερούσαν των Βουλγάρων στο Κάραγατς (15.045, έναντι 10.210 Βουλγάρων και 5 Τούρκων), Διδυμοτείχου (18.856 έναντι 4.956 και 1.274 Τούρκων) και Ξάνθης (6.650 Έλληνες, 1.591 Βούλγαροι, 30.438 Τούρκοι και 9.507 Πομάκοι).
Τον Δεκέμβριο του 1920, μετά την απελευθέρωση της Δυτικής Θράκης, ο πληθυσμός της ανερχόταν σε 218.612 κατοίκους, από τους οποίους οι 22.800, σύμφωνα με εμπιστευτικές πληροφορίες, ήταν βουλγαρόφωνοι. Στη Διάσκεψη του Σαν Ρέμο (5/18 Απριλίου 1920) αποφασίστηκε να αποσυρθούν οι συμμαχικές δυνάμεις και να αντικατασταθούν από ελληνικές.
Οι αποφάσεις της διάσκεψης του Σαν Ρέμο επισημοποιήθηκαν με τη Συνθήκη των Σεβρών. Η Ελλάδα θα επεκτεινόταν σε όλη τη Δυτική και Ανατολική Θράκη, εκτός της Κωνσταντινούπολης, στην Ίμβρο και την Τένεδο, σε όλο το σαντζάκι της Σμύρνης και σε μερικούς καζάδες του σαντζακίου της Μαγνησίας. Στις 30.4/13.5.1920, Ο Βενιζέλος με τηλεγράφημά του γνωστοποιούσε τις συμμαχικές αποφάσεις και τόνισε ότι τα ελληνικά στρατεύματα έπρεπε να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη, ιδιαίτερα στον μουσουλμανικό πληθυσμό, να διατηρήσουν όλους τους Μουσουλμάνους υπαλλήλους και τα δημοτικά συμβούλια που είχαν διορίσει οι Γάλλοι, ακόμα και τους Βουλγάρους, αν ήταν διατεθειμένοι να συνεργαστούν ειλικρινά.
Στις 14 Μαΐου 1920, η 9η Μεραρχία υπό τον Λεοναρδόπουλο μετακινήθηκε στο Κάραγατς- Κουλελί Μπουργκάς (Πύθιο). Η Μεραρχία Σερρών υπό τον Υποστράτηγο Π. Ζυμβρακάκη και μη μεραρχιακά τμήματα μετακινήθηκαν πεζοπορώντας, κατέλαβαν τις διαβάσεις προς τη Βουλγαρία και συγκεντρώθηκαν στην Κομοτηνή, ενώ η Μεραρχία Ξάνθης, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Κωνσταντίνος Μαζαράκης- Αινιάν αποβιβάστηκε στο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη). Η απελευθέρωση της Θράκης ολοκληρώθηκε σε δύο μέρες. Ο βασιλιάς Αλέξανδρος την επισκέφθηκε και το όνομά του δόθηκε στο Δεδέαγατς, την Αλεξανδρούπολη, η οποία για ένα μικρό χρονικό διάστημα είχε μετονομαστεί σε Νεάπολη. Ο Γάλλος Στρατηγός ντ’ Εσπερέ ζήτησε να μετέχει ειδικά στα ελληνικά στρατεύματα ο Κ. Μαζαράκης- Αινιάν, που ήταν ιδιαίτερα συμπαθής ανάμεσα στους Πομάκους και τους Μουσουλμάνους.
Ο Βαμβακάς διατήρησε την υφιστάμενη πολιτική διοίκηση. Στο Κάραγατς, το Σουφλί και τις Σέρρες εγκατέστησε 1.100 οικογένειες Ποντίων από τον Καύκασο: «…πρόκειται περί πληθυσμών γεωργικών εχόντων και ισχυρόν πατριωτικόν ενθουσιασμόν και φιλοπονίαν ου την τυχούσαν», αναφέρει σε έκθεσή του.
Με την απελευθέρωση της Δυτικής Θράκης, παλιννόστησαν και οι εκτοπισμένοι από τους Βουλγάρους Έλληνες. Αυτοί ήταν, σύμφωνα με στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου 242.969 άτομα. Έτσι αποκαταστάθηκε η εθνολογική σύνθεση του Κάραγατς, του Σουφλίου και του Διδυμοτείχου.
Για το πώς τα ελληνικά στρατεύματα απελευθέρωσαν την Ανατολική Θράκη έχουμε γράψει εκτενές άρθρο στις 6/9/2022. Περιληπτικά, αναφέρουμε ότι ο Τζαφέρ Ταγιάρ, Συνταγματάρχης, Διοικητής του Α’ Τουρκικού Σώματος, εμφορούμενος από τις ίδιες ιδέες με τον Κεμάλ στασίασε κατά του Σουλτάνου τον Απρίλιο του 1920 για να μην δοθεί στην Ελλάδα η Θράκη (Δυτική και Ανατολική). Στις 12 Ιουνίου ο Ταγιάρ κήρυξε την αυτονομία της Ανατολικής Θράκης, έχοντας συμπαραστάτες Οθωμανούς, Βούλγαρους και Εβραίους. Οι Έλληνες και οι Αρμένιοι αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στο κίνημα του Ταγιάρ και γι’ αυτό τους επιβλήθηκαν φόροι.
Φυσικά, η Ελλάδα δεν έμεινε άπραγη. Στις 04/7/1920 εκδόθηκε η σχετική διαταγή επιχειρήσεων της Στρατιάς Θράκης με σκοπό τη συντριβή και αιχμαλωσία των περί το Ουζούν Κιοπρού (Μακρά Γέφυρα) οργανώσεων και την κατάληψη της Αδριανούπολης και της υπόλοιπης Ανατολικής Θράκης. Στις 7 Ιουλίου 1920 η Μεραρχία Σμύρνης κατέλαβε την Ηράκλεια, το Σουλτάνκιοϊ και τη Ραιδεστό. Τα μεσάνυχτα της 9ης προς 10η Ιουλίου η Μεραρχία Ξάνθης πέρασε τον Έβρο. Την επομένη, επιτροπή των κατοίκων της Αδριανούπολης ζήτησε την παράδοση της πόλης στα ελληνικά στρατεύματα. Στις 12 Ιουλίου ευζωνικά τμήματα της Μεραρχίας Σμύρνης μπήκαν στην Αδριανούπολη. Στις 13 Ιουλίου 1920, στις 11 π.μ. ο βασιλιάς Αλέξανδρος, ο Διοικητής της Στρατιάς, ο Αρμοστής Ανατολικής Θράκης και το προσωπικό της Αρμοστείας εισήλθαν πανηγυρικά στην Αδριανούπολη, η οποία μετά το 1354 γινόταν ξανά ελληνική!
Τα ελληνικά στρατεύματα καταδίωξαν τον Ταγιάρ. Μία ίλη της Ταξιαρχίας Ιππικού συνέλαβε το επιτελείο του, βόρεια του Μπαμπά Εσκί, στις 11 Ιουλίου 1920. Ο Ταγιάρ, που όπως αποκαλύφθηκε στη συνέχεια, είχε επαφές με την Υψηλή Πύλη και τον Κεμάλ κατευθύνθηκε προς τα βουλγαρικά σύνορα. Στο Μποστανλί έπεσε από το άλογό του και συνελήφθη από Έλληνες χωρικούς ως ύποπτος στις 14 Ιουλίου. Αναγνωρίστηκε από Οθωμανό, παραδόθηκε στο απόσπασμα του Ανθυπολοχαγού Σόλωνα Γκίκα και στάλθηκε στην Αθήνα. Η σύλληψή του έγινε θέμα και στον διεθνή Τύπο, που τον παρομοίασε με τον Σαρλό (Τσάρλι Τσάπλιν)! Ο Κεμάλ τον θεώρησε αποκλειστικά υπεύθυνο για τη συντριβή του. Όπως γράφει ο Νικόλαος Π. Σοϊλεντάκης, ο Κεμάλ: «Εξέφρασε δε, την γενική αρχή, ότι οι διοικητές πρέπει να σκέφτονται εν καιρώ πολέμου ένα πράγμα: ότι το έθνος περιμένει από αυτούς να εκτελέσουν το καθήκον τους προς την πατρίδα, με φωτιά, με λόγχη και με θάνατο και ότι τα στρατιωτικά καθήκοντα δεν μπορούν να εκτελεσθούν με επιπόλαια λόγια, με πολιτική ή με σκόπιμες διαδόσεις που προέρχονται από τον εχθρό».
Ο βασιλιάς Αλέξανδρος επισκέφθηκε επίσης τη Ραιδεστό, την Αλεξανδρούπολη, το Διδυμότειχο, την Κομοτηνή και τις Σαράντα Εκκλησιές. Πρώτος Ύπατος Αρμοστής διετέλεσε ο διπλωμάτης Αντώνιος Σαχτούρης (1866-1954). Στις πρώτες βουλευτικές εκλογές στη Θράκη (01/11/1920), επί 52 βουλευτικών εδρών εκλέχθηκαν 30 Έλληνες Χριστιανοί βουλευτές, 20 Μουσουλμάνοι, 1 Αρμένιος και 1 Εβραίος. Η ενιαία Θράκη διαιρέθηκε σε έξι νομούς: α) Αδριανουπόλεως, β) Καλλιπόλεως, γ) Ραιδεστού, δ) Σαράντα Εκκλησιών, ε) Έβρου, στ) Ροδόπης και 22 υποδιοικήσεις.
Δυστυχώς, όλα αυτά που κατακτήθηκαν με αίμα και θυσίες παραδόθηκαν αμαχητί στην Τουρκία. Μετά την κατάληψη της Σμύρνης, ο Κεμάλ ανακοίνωσε στον Άγγλο πρόξενο στην πόλη Λαμπ, ότι θεωρούσε πως η Τουρκία βρισκόταν σε πόλεμο με τη Βρετανική Αυτοκρατορία και ότι μόνο η παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης θα αποσοβούσε τη σύγκρουση μεταξύ συμμαχικών στρατευμάτων και τουρκικού στρατού στην ουδέτερη ζώνη των Στενών των Δαρδανελίων. Οι απεσταλμένοι του Κεμάλ στη Ρώμη πήραν με το μέρος τους τους Ιταλούς: «Συμφέρει στην Ιταλία να επανέλθει η Θράκη και τα Στενά στην Τουρκία, για να μην εξαπλωθεί άλλος (η Ελλάδα) στην Ανατολική Μεσόγειο», είπε χαρακτηριστικά ο Φεχτή Μπέης. Οι Ιταλοί και οι Γάλλοι πρότειναν στους Βρετανούς να μετατοπιστούν δυτικότερα τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Οι Βρετανοί δεν δέχτηκαν και στις 2/15 Σεπτεμβρίου 1922 αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν ενόπλως οποιαδήποτε απόπειρα παραβίασης των Στενών από τον κεμαλικό στρατό.
Ο Κεμάλ μπλόφαρε, γνωρίζοντας τις διαφωνίες μεταξύ των Συμμάχων. Ο στρατός του δεν μπορούσε να πολεμήσει και αν τολμούσε να κάνει κάτι τέτοιο θα πάθαινε πανωλεθρία. Γαλλία και Ιταλία απέσυραν τις δυνάμεις τους από την ασιατική ακτή και τις μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι η Μ. Βρετανία έμεινε μόνη της και ο Υπουργός Εξωτερικών της λόρδος Κόρζον σε μια θυελλώδη συνάντηση με τον Γάλλο Πρόεδρο Πουανκαρέ, όπου ανταλλάχθηκαν βαριά υβριστικά επίθετα, για το πώς οι Τούρκοι εθνικιστές έφτασαν από τα βάθη της Ανατολίας στην Κωνσταντινούπολη, αναγκάστηκε να δεχθεί τις απόψεις Γάλλων και των Ιταλών. Να σημειώσουμε εδώ, ότι αυτός που επέβαλε την άποψη να παραχωρηθεί στην Τουρκία Ανατολική Θράκη, για να μην γίνει πόλεμος των Συμμάχων με τα κεμαλικά στρατεύματα ήταν ο Γάλλος Πουανκαρέ… Οι τρεις «Μεγάλοι» σε κοινή τους ανακοίνωση στις 10/23 Σεπτεμβρίου 1922 καλούσαν την Τουρκία σε διαπραγματεύσεις ειρήνης, με αντάλλαγμα την Ανατολική Θράκη.
Τα μεσάνυχτα της 27ης προς 28η Σεπτεμβρίου (11 Οκτωβρίου με το νέο ημερολόγιο) υπογράφτηκε η Ανακωχή των Μουδανιών. Η Ελλάδα υποχρεωνόταν να εκκενώσει την Ανατολική Θράκη εντός 15 ημερών και μέσα σε 30 ημέρες να παραδώσει την πολιτική εξουσία της στην περιοχή στην Τουρκία. Οι Έλληνες αντιπρόσωποι στα Μουδανιά βρέθηκαν προ τετελεσμένων. Η Επαναστατική Επιτροπή δέχθηκε τελικά όσα συμφωνήθηκαν στα Μουδανιά. Ακολούθησε και η εκχώρηση του Tριγώνου του Kάραγατς, καθώς η χώρα μας αδυνατούσε να πληρώσει πολεμικές αποζημιώσεις στην Τουρκία. Οι κάτοικοι του Κάραγατς ίδρυσαν την Ορεστιάδα.
Και όμως, ο Kεμάλ μπλόφαρε και εκβίαζε. Στρατεύματά του παραβίασαν την ουδέτερη ζώνη της Χερσονήσου της Νικομήδειας στη μικρασιατική ακτή της Κωνσταντινούπολης κινούμενα προς τον Βόσπορο. Ο Έλληνας Αρχιστράτηγος, ο Μεσολογγίτης Κωνσταντίνος Νίδερ (1865-1943) ζήτησε επειγόντως να παραβιάσει την ουδέτερη ζώνη από την Ανατολική Θράκη και να κινηθεί προς τα Τσατάλτζα, λίγο έξω από την Κωνσταντινούπολη και τον Βόσπορο. Δυστυχώς, η κυβέρνηση, για να μην φανεί ανυπάκουη η Ελλάδα, δεν του επέτρεψε κάτι τέτοιο. Ο Τσόρτσιλ χαρακτήρισε το σχέδιο του Ελληνικού Επιτελείου αριστοτεχνικό, αν και εμπνευσμένο από την απελπισία και πρόσθεσε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι οι Έλληνες ήταν εις θέση να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη. Και μόνη η απειλή της επιχειρήσεως κατετάραξε τους Τούρκους».
Τι θα γινόταν αν οι Σύμμαχοι δεν δέχονταν τον εκβιασμό του Κεμάλ; Το Γ’ Σώμα Στρατού της Ελλάδας ήταν ανέπαφο και είχε ενισχυθεί. Το ηθικό των στρατιωτών του όμως ήταν χαμηλό. Αντίθετα, τα κεμαλικά στρατεύματα είχαν μεν υψηλό ηθικό, αλλά για να καταλάβουν τη Θράκη έπρεπε: να νικήσουν τα αγγλικά στρατεύματα στα Δαρδανέλια και την Κωνσταντινούπολη, να περάσουν στη Θράκη, ενώ ο ελληνικός στόλος βρισκόταν στην Προποντίδα και να νικήσουν τον Ελληνικό Στρατό, προκειμένου να καταλάβουν την Ανατολική Θράκη. Και όλα αυτά, σε λίγες εβδομάδες, πριν έρθει ο χειμώνας και προλάβει στο μεταξύ να αναδιοργανωθεί ο Ελληνικός Στρατός, κάτι που όντως έγινε μέχρι το τέλος του 1922. Όπως γράφει εύστοχα ο Αλέξανδρος Μαζαράκης- Αινιάν: «…με τα ανωτέρω δεδομένα μπορούσε η Ελλάς να κωλυσιεργήσει ως προς την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης και να οργάνωνε τον εκεί Στρατό της…».
Πηγή: Νικόλαος Σοϊλεντάκης, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ», Εκδόσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ,2004.
Τα 14 χωριά της Μακεδονίας που δώσαμε στην Αλβανία το 1924
Τα ελληνοαλβανικά σύνορα χαράχτηκαν με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας στις 17/12/1913. Στις 9/11/1921, η Πρεσβευτική Διάσκεψη αποφάσισε την οριστική ενσωμάτωση της Β. Ηπείρου στην Αλβανία. Η απόφαση υπογράφτηκε από τους αντιπροσώπους των κυβερνήσεων Μ. Βρετανίας, Ιταλίας, Γαλλίας και Ιαπωνίας, οι οποίοι «αναγνώρισαν ένα συρφετό ληστών, δολοφόνων και παντοειδών κακούργων» (έτσι τους αποκαλούσε μέχρι το τέλος της Διάσκεψης ο Γάλλος αντιπρόσωπος), ως «συντεταγμένον, κυρίαρχον και ανεξάρτητον κράτος», με βάση το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας(17/12/1913).
Με την απόφαση της ίδιας Πρεσβευτικής Διάσκεψης, αποφασίστηκε η σύσταση διασυμμαχικής τετραμελούς επιτροπής για τη διαχάραξη των νοτίων και νοτιοανατολικών αλβανικών συνόρων.
Η επιτροπή αυτή, είχε επικεφαλής τον Ιταλό στρατηγό Tellini (Τελίνι). Η δολοφονία του Τελίνι και της ακολουθίας του από αγνώστους κοντά στην Κακαβιά στις 27/8/1923 (σχετικό άρθρο στο protothema.gr στις 28/8/2016), είχε σαν αποτέλεσμα να διακοπούν οι εργασίες της.
Στα τέλη Μαρτίου 1924, η επιτροπή τελικά ολοκλήρωσε τις εργασίες της και υπέβαλε το πόρισμά της στην Πρεσβευτική Διάσκεψη, η οποία, μετά από πιέσεις της Ιταλίας, στις 19/4/1924, ανακοίνωσε στον Έλληνα πρεσβευτή στο Παρίσι, ότι η Ελλάδα έπρεπε να δώσει στην Αλβανία, εκτός της Βορείου Ηπείρου, και πρόσθετο ελληνικό έδαφος κοντά στις Πρέσπες!
Τα εδάφη, που με υπόδειξη της Ιταλίας δόθηκαν στην Αλβανία βρίσκονταν στην περιοχή Φλώρινας- Καστοριάς. 14 χωριά, που από το 1912 βρίσκονταν υπό ελληνική διοίκηση, δόθηκαν στην Αλβανία. Τα χωριά αυτά, με αμιγή μουσουλμανικό πληθυσμό, παραχωρήθηκαν στη γειτονική χώρα για «διόρθωση» των συνόρων και είναι τα εξής: Άνω Γκορίτσα, Βερνίκι, Γκλομποτσάνη, Ζαγραδέτσι, Ζαρόσκα, Καπέστιτσο, Κάτω Γκορίτσα, Λέσκα, Πούστετς, Ρακίτσα, Σούλεν, Σούετς, Τέρστενικ και Τσέριε.
Η οριστική επιδίκαση της Βορείου Ηπείρου στην Αλβανία επικυρώθηκε στις 27/11/1925 με το δεύτερο Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας που υπογράφηκε από τους: Στρατηγό Pietr Cazzera (Ιταλός), Συνταγματάρχη I.A. Ordioni (Γάλλος), Αντισυνταγματάρχη F. Giles (Βρετανός) και τον Έλληνα Αντισυνταγματάρχη Χρήστο Αβραμίδη.
Το 1929, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, πρωθυπουργός τότε, ζήτησε μέσω του Ανδρέα Μιχαλακόπουλου, Υπουργού Εξωτερικών τότε, και τα χωριά αυτά πίσω, αλλά εισέπραξε αρνητική απάντηση από τους Συμμάχους. Προκλητικότερος όλων, ο Γάλλος ο Υπουργός Εξωτερικών και πρωθυπουργός μετέπειτα Aristide Briand, τιμημένος με Νόμπελ Ειρήνης το 1926…
Το Υπουργικόν Συμβούλιον
Ο Πρόεδρος Ελευθέριος Βενιζέλος. Τα μέλη: Γ. Στρέιτ, Α. Διομήδης, Κ. Ρακτιβάν, Κ. Δεμερτζής, Εμμ. Ρέπουλης, Α. Μιχαλακόπουλος, Γ. Τσιριμώκος
Το νομοσχέδιο αυτό ψηφίστηκε στις 9/5/1914, κυρώθηκε με τον υπ’ αριθ. 279, νόμο την 5/6/1914, την 7/6/1914 δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθμ. 151 ΦΕΚ και στις 10/6/1914 κοινοποιήθηκε στις πρεσβείες των Μεγάλων Δυνάμεων. Στις 2 Ιουλίου 1914 αποχώρησαν από τη Σάσωνα 25 Έλληνες στρατιώτες με τον Επιλοχία που ήταν επικεφαλής τους και 8 Έλληνες ναύτες με τον επικεφαλής τους υποκελευστή, χωρίς να παραδώσουν το νησί στους Αλβανούς. Στη Σάσωνα παρέμειναν 25 οικογένειες βλαχόφωνων Ελλήνων βοσκών, οι οποίες κλαίγοντας, κατά την αποχώρηση των Ελλήνων στρατιωτών φιλούσαν την ελληνική σημαία και εκλιπαρούσαν τους στρατιώτες και τους ναύτες να μην τους εγκαταλείψουν… Δυστυχώς, οι άτυχοι αυτοί βλαχόφωνοι Έλληνες δολοφονήθηκαν άγρια από άτακτα στίφη Αλβανών στις 16/7/1914, όταν και το νησί πέρασε σε αλβανική διοίκηση. Η στρατηγική σημασία της Σάσωνος φάνηκε τα επόμενα χρόνια. Ο Βενιζέλος μετάνιωσε για την παραχώρηση της Σάσωνος και της Βορείου Ηπείρου και το 1929 ζήτησε από τις Μεγάλες Δυνάμεις να δοθούν στην Ελλάδα, κάτι που φυσικά δεν έγινε. Όσο για το τεχνητό αλβανικό κράτος, ας δούμε τι έγραφε ο τότε μόνιμος Βρετανός Υφυπουργός Εξωτερικών σερ Άρθουρ Νίκολσον, προς τον Υπουργό του, σερ Τσαρλς Χάρντινγκ: «Είναι αλήθεια ότι συμφωνήσαμε για την ίδρυση αλβανικού κράτους, αλλά δεν φρονώ ότι αυτό το, κατά τινα τρόπο τεχνητό δημιούργημα θα έχει μακρόν βίο. Η Αλβανία ουδέποτε υπήρξε έθνος και υπάρχουν πολλές διαιρέσεις και ανταγωνιστικά στοιχεία εκεί δια να δυνηθεί τιε να ελπίζει ότι θα ιδρυθεί ένα σταθερό κράτος». (Σπυρίδων Μαρκεζίνης, «Πολιτική Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας»).
Οι Αλβανοί διαδίδουν στους επισκέπτες του νησιού ότι έδωσαν σκληρούς αγώνες για να κατακτήσουν τη Σάσωνα. Φυσικά, η Σάσων, όπως και τα υπόλοιπα αλβανικά εδάφη καθορίστηκαν από τις Μεγάλες Δυνάμεις πάνω σε χάρτες και οι Αλβανοί δεν πολέμησαν ποτέ για την ανεξαρτησία τους…
Μόλις σήμερα διαβάσαμε ότι οι Αλβανοί "δωροδοκούν" τον Ντόναλντ Τραμπ δίνοντας άδεια στον γαμπρό του Τζάρεντ Κούσνερ να "χτίσει πεντάστερα" στη Σάσωνα(EpirusPost).
Πηγή: Β. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, «ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ, η συνεχιζόμενη εθνική τραγωδία».
Ανατολική Θράκη- Τρίγωνο του Κάραγατς
Ένα άλλο θέμα το οποίο μας έχει απασχολήσει πολύ είναι η παράδοση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία με την Ανακωχή των Μουδανιών (1922), χωρίς να πέσει ούτε μια ντουφεκιά. Ας δούμε σήμερα και πώς απελευθερώθηκε η Θράκη από τον Ελληνικ΄ο Στρατό. Οι πολεμικές επιχειρήσεις του Α’ Π.Π. τελείωσαν (1918) με τη σύναψη τριών διαδοχικών ανακωχών: με τη Βουλγαρία στη Θεσσαλονίκη (17/30 Σεπτεμβρίου), την Τουρκία (17/30 Οκτωβρίου) πάνω σε αγγλικό πολεμικό πλοίο στον Μούδρο της Λήμνου και με την Γερμανία (11/24 Νοεμβρίου) σε ένα βαγόνι του σιδηροδρομικού σταθμού της Ρετόντ. Ο Α’ Π.Π. έληξε με την υπογραφή των εξής Συνθηκών Ειρήνης: α) Συνθήκη των Βερσαλιών (16/6/1919) μεταξύ Συμμάχων και Γερμανίας, β) Συνθήκες του Σεν Ζερμέν (Αγίου Γερμανού, στις 10/9/1919) γ) Συνθήκη του Τριανόν (ανάκτορο των Βερσαλιών, στις 06/6/1920), οι οποίες και οι δύο αφορούσαν την Αυστροουγγαρία δ) Συνθήκη του Νεϊγί (Νοέμβριος 1919) που αφορούσε τη Βουλγαρία και ε) τη Συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) που αφορούσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία (Τουρκία).
Η Δυτική Θράκη, που βρισκόταν υπό βουλγαρική κυριαρχία, με τη Συνθήκη του Νεϊγί (14/27 Νοεμβρίου 1919) πέρασε στην κατοχή «των κυριότερων Συμμάχων και συνασπισμένων δυνάμεων». Στις 4 Οκτωβρίου 1919, η 9η Μεραρχία, με επικεφαλής τον Υποστράτηγο Γ. Λεοναρδόπουλο κατέλαβε την Ξάνθη. Η 9η Μεραρχία απαρτιζόταν από Ηπειρώτες στρατιώτες, οι οποίοι είχαν την επιθυμία να συμμετέχουν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις, καθώς δεν είχαν προλάβει να πολεμήσουν στο Μακεδονικό Μέτωπο (ΓΕΣ, «Επιχειρήσεις εις Θράκην», σελ. 14). Τα συμμαχικά στρατεύματα, υπό τον Στρατηγό Charpy κατέλαβαν την υπόλοιπη Θράκη ως το Κάραγατς (Ορεστιάδα).
Σημαντικό ρόλο στην τελική απόδοση στην Ελλάδα της Δυτικής Θράκης έπαιξε ο Χαρίσιος Βαμβακάς (1872-1952), καταγόμενος από την Κοζάνη, ο οποίος ασκούσε το δικηγορικό επάγγελμα στην Κωνσταντινούπολη και ήταν Βουλευτής Σερβίων και Κοζάνης στην Οθωμανική Βουλή (1909-1912). Η Δυτική Θράκη αποδόθηκε στην Ελλάδα με τη Συνθήκη των Σεβρών και τα σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας καθορίστηκαν με τη συνθήκη της Λωζάνης (1923). Σε απογραφή που έγινε από τη γαλλική διοίκηση τον Απρίλιο του 1920, ο πληθυσμός της Δυτικής Θράκης ήταν 204.690 κάτοικοι, από τους οποίους 74.750 ήταν Τούρκοι, 54.092 Βούλγαροι (20.000 από τους οποίους ήταν κρατικοί υπάλληλοι και 6.000 έποικοι, κυρίως στην περιοχή της Κομοτηνής), 56.114 Έλληνες και 11.048 Πομάκοι. Οι Βούλγαροι υπερτερούσαν των Ελλήνων στις επαρχίες Σουφλίου (10.998 έναντι 7.435 και 2.770 Τούρκων), Αλεξανδρούπολης (11.453, έναντι 3355 Ελλήνων και 642 Τούρκων) και Κομοτηνής (14.794, έναντι 4.773 Ελλήνων, 39.601 Τούρκων και 2341 Πομάκων). Οι Έλληνες υπερτερούσαν των Βουλγάρων στο Κάραγατς (15.045, έναντι 10.210 Βουλγάρων και 5 Τούρκων), Διδυμοτείχου (18.856 έναντι 4.956 και 1.274 Τούρκων) και Ξάνθης (6.650 Έλληνες, 1.591 Βούλγαροι, 30.438 Τούρκοι και 9.507 Πομάκοι).
Τον Δεκέμβριο του 1920, μετά την απελευθέρωση της Δυτικής Θράκης, ο πληθυσμός της ανερχόταν σε 218.612 κατοίκους, από τους οποίους οι 22.800, σύμφωνα με εμπιστευτικές πληροφορίες, ήταν βουλγαρόφωνοι. Στη Διάσκεψη του Σαν Ρέμο (5/18 Απριλίου 1920) αποφασίστηκε να αποσυρθούν οι συμμαχικές δυνάμεις και να αντικατασταθούν από ελληνικές.
Οι αποφάσεις της διάσκεψης του Σαν Ρέμο επισημοποιήθηκαν με τη Συνθήκη των Σεβρών. Η Ελλάδα θα επεκτεινόταν σε όλη τη Δυτική και Ανατολική Θράκη, εκτός της Κωνσταντινούπολης, στην Ίμβρο και την Τένεδο, σε όλο το σαντζάκι της Σμύρνης και σε μερικούς καζάδες του σαντζακίου της Μαγνησίας. Στις 30.4/13.5.1920, Ο Βενιζέλος με τηλεγράφημά του γνωστοποιούσε τις συμμαχικές αποφάσεις και τόνισε ότι τα ελληνικά στρατεύματα έπρεπε να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη, ιδιαίτερα στον μουσουλμανικό πληθυσμό, να διατηρήσουν όλους τους Μουσουλμάνους υπαλλήλους και τα δημοτικά συμβούλια που είχαν διορίσει οι Γάλλοι, ακόμα και τους Βουλγάρους, αν ήταν διατεθειμένοι να συνεργαστούν ειλικρινά.
Στις 14 Μαΐου 1920, η 9η Μεραρχία υπό τον Λεοναρδόπουλο μετακινήθηκε στο Κάραγατς- Κουλελί Μπουργκάς (Πύθιο). Η Μεραρχία Σερρών υπό τον Υποστράτηγο Π. Ζυμβρακάκη και μη μεραρχιακά τμήματα μετακινήθηκαν πεζοπορώντας, κατέλαβαν τις διαβάσεις προς τη Βουλγαρία και συγκεντρώθηκαν στην Κομοτηνή, ενώ η Μεραρχία Ξάνθης, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Κωνσταντίνος Μαζαράκης- Αινιάν αποβιβάστηκε στο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη). Η απελευθέρωση της Θράκης ολοκληρώθηκε σε δύο μέρες. Ο βασιλιάς Αλέξανδρος την επισκέφθηκε και το όνομά του δόθηκε στο Δεδέαγατς, την Αλεξανδρούπολη, η οποία για ένα μικρό χρονικό διάστημα είχε μετονομαστεί σε Νεάπολη. Ο Γάλλος Στρατηγός ντ’ Εσπερέ ζήτησε να μετέχει ειδικά στα ελληνικά στρατεύματα ο Κ. Μαζαράκης- Αινιάν, που ήταν ιδιαίτερα συμπαθής ανάμεσα στους Πομάκους και τους Μουσουλμάνους.
Ο Βαμβακάς διατήρησε την υφιστάμενη πολιτική διοίκηση. Στο Κάραγατς, το Σουφλί και τις Σέρρες εγκατέστησε 1.100 οικογένειες Ποντίων από τον Καύκασο: «…πρόκειται περί πληθυσμών γεωργικών εχόντων και ισχυρόν πατριωτικόν ενθουσιασμόν και φιλοπονίαν ου την τυχούσαν», αναφέρει σε έκθεσή του.
Με την απελευθέρωση της Δυτικής Θράκης, παλιννόστησαν και οι εκτοπισμένοι από τους Βουλγάρους Έλληνες. Αυτοί ήταν, σύμφωνα με στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου 242.969 άτομα. Έτσι αποκαταστάθηκε η εθνολογική σύνθεση του Κάραγατς, του Σουφλίου και του Διδυμοτείχου.
Για το πώς τα ελληνικά στρατεύματα απελευθέρωσαν την Ανατολική Θράκη έχουμε γράψει εκτενές άρθρο στις 6/9/2022. Περιληπτικά, αναφέρουμε ότι ο Τζαφέρ Ταγιάρ, Συνταγματάρχης, Διοικητής του Α’ Τουρκικού Σώματος, εμφορούμενος από τις ίδιες ιδέες με τον Κεμάλ στασίασε κατά του Σουλτάνου τον Απρίλιο του 1920 για να μην δοθεί στην Ελλάδα η Θράκη (Δυτική και Ανατολική). Στις 12 Ιουνίου ο Ταγιάρ κήρυξε την αυτονομία της Ανατολικής Θράκης, έχοντας συμπαραστάτες Οθωμανούς, Βούλγαρους και Εβραίους. Οι Έλληνες και οι Αρμένιοι αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στο κίνημα του Ταγιάρ και γι’ αυτό τους επιβλήθηκαν φόροι.
Φυσικά, η Ελλάδα δεν έμεινε άπραγη. Στις 04/7/1920 εκδόθηκε η σχετική διαταγή επιχειρήσεων της Στρατιάς Θράκης με σκοπό τη συντριβή και αιχμαλωσία των περί το Ουζούν Κιοπρού (Μακρά Γέφυρα) οργανώσεων και την κατάληψη της Αδριανούπολης και της υπόλοιπης Ανατολικής Θράκης. Στις 7 Ιουλίου 1920 η Μεραρχία Σμύρνης κατέλαβε την Ηράκλεια, το Σουλτάνκιοϊ και τη Ραιδεστό. Τα μεσάνυχτα της 9ης προς 10η Ιουλίου η Μεραρχία Ξάνθης πέρασε τον Έβρο. Την επομένη, επιτροπή των κατοίκων της Αδριανούπολης ζήτησε την παράδοση της πόλης στα ελληνικά στρατεύματα. Στις 12 Ιουλίου ευζωνικά τμήματα της Μεραρχίας Σμύρνης μπήκαν στην Αδριανούπολη. Στις 13 Ιουλίου 1920, στις 11 π.μ. ο βασιλιάς Αλέξανδρος, ο Διοικητής της Στρατιάς, ο Αρμοστής Ανατολικής Θράκης και το προσωπικό της Αρμοστείας εισήλθαν πανηγυρικά στην Αδριανούπολη, η οποία μετά το 1354 γινόταν ξανά ελληνική!
Τα ελληνικά στρατεύματα καταδίωξαν τον Ταγιάρ. Μία ίλη της Ταξιαρχίας Ιππικού συνέλαβε το επιτελείο του, βόρεια του Μπαμπά Εσκί, στις 11 Ιουλίου 1920. Ο Ταγιάρ, που όπως αποκαλύφθηκε στη συνέχεια, είχε επαφές με την Υψηλή Πύλη και τον Κεμάλ κατευθύνθηκε προς τα βουλγαρικά σύνορα. Στο Μποστανλί έπεσε από το άλογό του και συνελήφθη από Έλληνες χωρικούς ως ύποπτος στις 14 Ιουλίου. Αναγνωρίστηκε από Οθωμανό, παραδόθηκε στο απόσπασμα του Ανθυπολοχαγού Σόλωνα Γκίκα και στάλθηκε στην Αθήνα. Η σύλληψή του έγινε θέμα και στον διεθνή Τύπο, που τον παρομοίασε με τον Σαρλό (Τσάρλι Τσάπλιν)! Ο Κεμάλ τον θεώρησε αποκλειστικά υπεύθυνο για τη συντριβή του. Όπως γράφει ο Νικόλαος Π. Σοϊλεντάκης, ο Κεμάλ: «Εξέφρασε δε, την γενική αρχή, ότι οι διοικητές πρέπει να σκέφτονται εν καιρώ πολέμου ένα πράγμα: ότι το έθνος περιμένει από αυτούς να εκτελέσουν το καθήκον τους προς την πατρίδα, με φωτιά, με λόγχη και με θάνατο και ότι τα στρατιωτικά καθήκοντα δεν μπορούν να εκτελεσθούν με επιπόλαια λόγια, με πολιτική ή με σκόπιμες διαδόσεις που προέρχονται από τον εχθρό».
Ο βασιλιάς Αλέξανδρος επισκέφθηκε επίσης τη Ραιδεστό, την Αλεξανδρούπολη, το Διδυμότειχο, την Κομοτηνή και τις Σαράντα Εκκλησιές. Πρώτος Ύπατος Αρμοστής διετέλεσε ο διπλωμάτης Αντώνιος Σαχτούρης (1866-1954). Στις πρώτες βουλευτικές εκλογές στη Θράκη (01/11/1920), επί 52 βουλευτικών εδρών εκλέχθηκαν 30 Έλληνες Χριστιανοί βουλευτές, 20 Μουσουλμάνοι, 1 Αρμένιος και 1 Εβραίος. Η ενιαία Θράκη διαιρέθηκε σε έξι νομούς: α) Αδριανουπόλεως, β) Καλλιπόλεως, γ) Ραιδεστού, δ) Σαράντα Εκκλησιών, ε) Έβρου, στ) Ροδόπης και 22 υποδιοικήσεις.
Δυστυχώς, όλα αυτά που κατακτήθηκαν με αίμα και θυσίες παραδόθηκαν αμαχητί στην Τουρκία. Μετά την κατάληψη της Σμύρνης, ο Κεμάλ ανακοίνωσε στον Άγγλο πρόξενο στην πόλη Λαμπ, ότι θεωρούσε πως η Τουρκία βρισκόταν σε πόλεμο με τη Βρετανική Αυτοκρατορία και ότι μόνο η παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης θα αποσοβούσε τη σύγκρουση μεταξύ συμμαχικών στρατευμάτων και τουρκικού στρατού στην ουδέτερη ζώνη των Στενών των Δαρδανελίων. Οι απεσταλμένοι του Κεμάλ στη Ρώμη πήραν με το μέρος τους τους Ιταλούς: «Συμφέρει στην Ιταλία να επανέλθει η Θράκη και τα Στενά στην Τουρκία, για να μην εξαπλωθεί άλλος (η Ελλάδα) στην Ανατολική Μεσόγειο», είπε χαρακτηριστικά ο Φεχτή Μπέης. Οι Ιταλοί και οι Γάλλοι πρότειναν στους Βρετανούς να μετατοπιστούν δυτικότερα τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Οι Βρετανοί δεν δέχτηκαν και στις 2/15 Σεπτεμβρίου 1922 αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν ενόπλως οποιαδήποτε απόπειρα παραβίασης των Στενών από τον κεμαλικό στρατό.
Ο Κεμάλ μπλόφαρε, γνωρίζοντας τις διαφωνίες μεταξύ των Συμμάχων. Ο στρατός του δεν μπορούσε να πολεμήσει και αν τολμούσε να κάνει κάτι τέτοιο θα πάθαινε πανωλεθρία. Γαλλία και Ιταλία απέσυραν τις δυνάμεις τους από την ασιατική ακτή και τις μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι η Μ. Βρετανία έμεινε μόνη της και ο Υπουργός Εξωτερικών της λόρδος Κόρζον σε μια θυελλώδη συνάντηση με τον Γάλλο Πρόεδρο Πουανκαρέ, όπου ανταλλάχθηκαν βαριά υβριστικά επίθετα, για το πώς οι Τούρκοι εθνικιστές έφτασαν από τα βάθη της Ανατολίας στην Κωνσταντινούπολη, αναγκάστηκε να δεχθεί τις απόψεις Γάλλων και των Ιταλών. Να σημειώσουμε εδώ, ότι αυτός που επέβαλε την άποψη να παραχωρηθεί στην Τουρκία Ανατολική Θράκη, για να μην γίνει πόλεμος των Συμμάχων με τα κεμαλικά στρατεύματα ήταν ο Γάλλος Πουανκαρέ… Οι τρεις «Μεγάλοι» σε κοινή τους ανακοίνωση στις 10/23 Σεπτεμβρίου 1922 καλούσαν την Τουρκία σε διαπραγματεύσεις ειρήνης, με αντάλλαγμα την Ανατολική Θράκη.
Τα μεσάνυχτα της 27ης προς 28η Σεπτεμβρίου (11 Οκτωβρίου με το νέο ημερολόγιο) υπογράφτηκε η Ανακωχή των Μουδανιών. Η Ελλάδα υποχρεωνόταν να εκκενώσει την Ανατολική Θράκη εντός 15 ημερών και μέσα σε 30 ημέρες να παραδώσει την πολιτική εξουσία της στην περιοχή στην Τουρκία. Οι Έλληνες αντιπρόσωποι στα Μουδανιά βρέθηκαν προ τετελεσμένων. Η Επαναστατική Επιτροπή δέχθηκε τελικά όσα συμφωνήθηκαν στα Μουδανιά. Ακολούθησε και η εκχώρηση του Tριγώνου του Kάραγατς, καθώς η χώρα μας αδυνατούσε να πληρώσει πολεμικές αποζημιώσεις στην Τουρκία. Οι κάτοικοι του Κάραγατς ίδρυσαν την Ορεστιάδα.
Και όμως, ο Kεμάλ μπλόφαρε και εκβίαζε. Στρατεύματά του παραβίασαν την ουδέτερη ζώνη της Χερσονήσου της Νικομήδειας στη μικρασιατική ακτή της Κωνσταντινούπολης κινούμενα προς τον Βόσπορο. Ο Έλληνας Αρχιστράτηγος, ο Μεσολογγίτης Κωνσταντίνος Νίδερ (1865-1943) ζήτησε επειγόντως να παραβιάσει την ουδέτερη ζώνη από την Ανατολική Θράκη και να κινηθεί προς τα Τσατάλτζα, λίγο έξω από την Κωνσταντινούπολη και τον Βόσπορο. Δυστυχώς, η κυβέρνηση, για να μην φανεί ανυπάκουη η Ελλάδα, δεν του επέτρεψε κάτι τέτοιο. Ο Τσόρτσιλ χαρακτήρισε το σχέδιο του Ελληνικού Επιτελείου αριστοτεχνικό, αν και εμπνευσμένο από την απελπισία και πρόσθεσε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι οι Έλληνες ήταν εις θέση να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη. Και μόνη η απειλή της επιχειρήσεως κατετάραξε τους Τούρκους».
Τι θα γινόταν αν οι Σύμμαχοι δεν δέχονταν τον εκβιασμό του Κεμάλ; Το Γ’ Σώμα Στρατού της Ελλάδας ήταν ανέπαφο και είχε ενισχυθεί. Το ηθικό των στρατιωτών του όμως ήταν χαμηλό. Αντίθετα, τα κεμαλικά στρατεύματα είχαν μεν υψηλό ηθικό, αλλά για να καταλάβουν τη Θράκη έπρεπε: να νικήσουν τα αγγλικά στρατεύματα στα Δαρδανέλια και την Κωνσταντινούπολη, να περάσουν στη Θράκη, ενώ ο ελληνικός στόλος βρισκόταν στην Προποντίδα και να νικήσουν τον Ελληνικό Στρατό, προκειμένου να καταλάβουν την Ανατολική Θράκη. Και όλα αυτά, σε λίγες εβδομάδες, πριν έρθει ο χειμώνας και προλάβει στο μεταξύ να αναδιοργανωθεί ο Ελληνικός Στρατός, κάτι που όντως έγινε μέχρι το τέλος του 1922. Όπως γράφει εύστοχα ο Αλέξανδρος Μαζαράκης- Αινιάν: «…με τα ανωτέρω δεδομένα μπορούσε η Ελλάς να κωλυσιεργήσει ως προς την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης και να οργάνωνε τον εκεί Στρατό της…».
Πηγή: Νικόλαος Σοϊλεντάκης, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ», Εκδόσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ,2004.
Τα 14 χωριά της Μακεδονίας που δώσαμε στην Αλβανία το 1924
Τα ελληνοαλβανικά σύνορα χαράχτηκαν με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας στις 17/12/1913. Στις 9/11/1921, η Πρεσβευτική Διάσκεψη αποφάσισε την οριστική ενσωμάτωση της Β. Ηπείρου στην Αλβανία. Η απόφαση υπογράφτηκε από τους αντιπροσώπους των κυβερνήσεων Μ. Βρετανίας, Ιταλίας, Γαλλίας και Ιαπωνίας, οι οποίοι «αναγνώρισαν ένα συρφετό ληστών, δολοφόνων και παντοειδών κακούργων» (έτσι τους αποκαλούσε μέχρι το τέλος της Διάσκεψης ο Γάλλος αντιπρόσωπος), ως «συντεταγμένον, κυρίαρχον και ανεξάρτητον κράτος», με βάση το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας(17/12/1913).
Με την απόφαση της ίδιας Πρεσβευτικής Διάσκεψης, αποφασίστηκε η σύσταση διασυμμαχικής τετραμελούς επιτροπής για τη διαχάραξη των νοτίων και νοτιοανατολικών αλβανικών συνόρων.
Η επιτροπή αυτή, είχε επικεφαλής τον Ιταλό στρατηγό Tellini (Τελίνι). Η δολοφονία του Τελίνι και της ακολουθίας του από αγνώστους κοντά στην Κακαβιά στις 27/8/1923 (σχετικό άρθρο στο protothema.gr στις 28/8/2016), είχε σαν αποτέλεσμα να διακοπούν οι εργασίες της.
Στα τέλη Μαρτίου 1924, η επιτροπή τελικά ολοκλήρωσε τις εργασίες της και υπέβαλε το πόρισμά της στην Πρεσβευτική Διάσκεψη, η οποία, μετά από πιέσεις της Ιταλίας, στις 19/4/1924, ανακοίνωσε στον Έλληνα πρεσβευτή στο Παρίσι, ότι η Ελλάδα έπρεπε να δώσει στην Αλβανία, εκτός της Βορείου Ηπείρου, και πρόσθετο ελληνικό έδαφος κοντά στις Πρέσπες!
Τα εδάφη, που με υπόδειξη της Ιταλίας δόθηκαν στην Αλβανία βρίσκονταν στην περιοχή Φλώρινας- Καστοριάς. 14 χωριά, που από το 1912 βρίσκονταν υπό ελληνική διοίκηση, δόθηκαν στην Αλβανία. Τα χωριά αυτά, με αμιγή μουσουλμανικό πληθυσμό, παραχωρήθηκαν στη γειτονική χώρα για «διόρθωση» των συνόρων και είναι τα εξής: Άνω Γκορίτσα, Βερνίκι, Γκλομποτσάνη, Ζαγραδέτσι, Ζαρόσκα, Καπέστιτσο, Κάτω Γκορίτσα, Λέσκα, Πούστετς, Ρακίτσα, Σούλεν, Σούετς, Τέρστενικ και Τσέριε.
Η οριστική επιδίκαση της Βορείου Ηπείρου στην Αλβανία επικυρώθηκε στις 27/11/1925 με το δεύτερο Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας που υπογράφηκε από τους: Στρατηγό Pietr Cazzera (Ιταλός), Συνταγματάρχη I.A. Ordioni (Γάλλος), Αντισυνταγματάρχη F. Giles (Βρετανός) και τον Έλληνα Αντισυνταγματάρχη Χρήστο Αβραμίδη.
Το 1929, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, πρωθυπουργός τότε, ζήτησε μέσω του Ανδρέα Μιχαλακόπουλου, Υπουργού Εξωτερικών τότε, και τα χωριά αυτά πίσω, αλλά εισέπραξε αρνητική απάντηση από τους Συμμάχους. Προκλητικότερος όλων, ο Γάλλος ο Υπουργός Εξωτερικών και πρωθυπουργός μετέπειτα Aristide Briand, τιμημένος με Νόμπελ Ειρήνης το 1926…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου