Γράφει ο Σπίνος Κωνσταντίνος
Η φύση της εκστρατείας των
Γαλατών εναντίον της Ελλάδας ήταν κατά κύριο λόγο η αναζήτηση πλιάτσικου και λάφυρων,
παρά η οργανωμένη προσπάθεια κατακτήσεων εδαφών. Γι αυτό τον λόγο τον χειμώνα
του 279 π.Χ. μια στρατιά βαρβάρων Γαλατών αποτελούμενη από 30.000 πολεμιστές
και αρχηγό τον Βρέννο, κινήθηκε προς
το Μαντείο των Δελφών με σκοπό την
λεηλασία
του από τους υπάρχοντες θησαυρούς του. Έπρεπε όμως να διασχίσει το
στενό πέρασμα των Θερμοπυλών. Το βασίλειο των Μολοσσών της Ηπείρου, που ήταν η ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη της
εποχής, αδυνατούσε να βοηθήσει την Ελλάδα, αφού μετά από αρκετές μάχες τελικά
ηττήθηκε από τον Ρωμαϊκό στρατό, που την εποχή εκείνη βρισκόταν σε ανοδική
πορεία. Οι Σπαρτιάτες και οι
σύμμαχοι τους στη Νότια Ελλάδα λόγω των οχυρώσεων στον Ισθμό της Κορίνθου, θεωρούσαν τους εαυτούς τους πολύ ασφαλείς από
τον κίνδυνο και εκτός των άλλων απέβλεπαν στην εξασθένηση των άλλων,
βορειότερων από αυτές ελληνικών πόλεων και δεν έστειλαν στρατό. Οι Θεσσαλοί φοβούμενοι την σύγκρουση με
τους Γαλάτες, ήρθαν σε συμφωνία, και επέτρεψαν την διέλευση από τα εδάφη τους,
υπό τον όρο να μην λεηλατήσουν τα κτήματα τους και τις περιουσίες τους.
Κάτω από τις συνθήκες αυτές, το
βάρος της πολεμικής προετοιμασίας κατά των Γαλατών έπεφτε κυρίως στους Αιτωλούς και τους Βοιωτούς. Προς αντιμετώπιση των βαρβαρικών ορδών του Βρέννου, οι ελληνικές πόλεις της Αιτωλίας, της Βοιωτίας, της Φωκίδας,
των Μεγάρων και της Αθήνας, παρά τις έντονες φιλονικίες και
έριδες που μαστιζόταν, παρέταξαν στα στενά των Θερμοπυλών, απ όπου αναγκαστικά θα πέρναγαν οι βαρβαρικές ορδές του
Βρέννου, περίπου τις εξής δυνάμεις: Αιτωλοί
11.000-12.000 με επικεφαλής τον Πολύαρχο,
τον Πολύφρονα και τον Λακράτη, οι Βοιωτοί 10.500 με επικεφαλής τους Κηφισόδοτο, Θεαρίδα, Διογένη και Λύσανδρο, οι Λοκροί 700 με επικεφαλής τον Μειδία, οι Μεγαρείς 400 με επικεφαλής τον Μεγαρέα, οι Φωκείς
3.500 με στρατηγούς τον Κριτόβουλο
και τον Αντίοχο, οι Αθηναίοι 1.500 με αρχηγό τον Κάλλιπο του Μοιροκλέους. Οι Αθηναίοι έστειλαν και τριήρεις. Τέλος ο
Αντίγονος Γονατάς και ο Αντίοχος, που βρίσκονταν σε εμπόλεμη
κατάσταση, για να μην κατηγορηθούν, έστειλαν από 500 μισθοφόρους ο καθένας.
Αρχηγός των ανδρών του Αντίγονου ήταν
ο Αριστόδημος εκ Μακεδονίας, ενώ του Αντίοχου ήταν ο Τελέσαρχος, ένας από τους Σύρους του Ορόντη. Επικεφαλής των Ελλήνων ορίσθηκε ο Αθηναίος στρατηγός Κάλλιππος του Μοιροκλέους, λόγω του αρχαίου κύρους της πόλης του.
Αρχικά οι Έλληνες κατέστρεψαν
όλες τις γέφυρες του ορμητικού ποταμού Σπερχειού
για να εμποδίζουν την διάβαση του Βρέννου,
ο οποίος επιδεικνύοντας αναπάντεχη πανουργία και εξυπνάδα, έστειλε μεγάλο αριθμό
των πολεμιστών του να διασχίσουν νύχτα τον ποταμό, από τις ελώδης εκβολές του,
χρησιμοποιώντας τις ξύλινες οβάλ ασπίδες τους ως αυτοσχέδιες σχεδίες. Μπροστά
στον κίνδυνο της άμεσης περικύκλωσης, η ελληνική εμπροσθοφυλακή υποχώρησε και
συνενώθηκε με το κύριο σώμα του στρατού στο στενό των Θερμοπυλών. Μετα τη ν υποχώρηση ο Βρέννος υποχρέωσε τους Έλληνες αιχμαλώτους να επισκευάσουν μία από
τις γέφυρες απ’ όπου πραγματοποιήθηκε η διέλευση του Σπερχειού από το σύνολο των δυνάμεών του.
Το επόμενο πρωινό επιτέθηκε στις
θέσεις άμυνας των Ελλήνων, όπου όμως συνάντησε σφοδρότατη αντίσταση από τους
προετοιμασμένους υπερασπιστές των στενών. Ο αρθρογράφος Ν.Π. Δαλαμπύρας με πολύ γλαφυρό τρόπο περιγράφει την μάχη στο Στενό
των Θερμοπυλών ως εξής: «Ο
ελληνικός στρατός με την κάλυψη της πρωινής ομίχλης και εντελώς
συνταγμένα και πειθαρχημένα έκλεισε το πέρασμα. Οι Γαλάτες βάλλονταν αδιάκοπα
από τοξεύματα και ακόντια από τα υψώματα που βρίσκονταν δίπλα στο στενό , αλλά
και από τον στόλο που είχε μετακινηθεί σε κατάλληλη παράκτια θέση. Παρά τις
λυσσαλέες επιθέσεις τους και ενώ μάχονταν απελπισμένα, ακόμα και με δόρατα
καρφωμένα στα πλευρά τους, οι Γαλάτες δεν κατόρθωσαν να διασπάσουν τον κλοιό
άμυνας των οπλιτικών ασπίδων που έφραζαν το πέρασμα. Επιπλέον, το πολυάριθμο
ιππικό τους ήταν εντελώς άχρηστο στη συγκεκριμένη κακοτράχαλη τοποθεσία. Με το
τέλος της επιθέσεως, χιλιάδες νεκροί Γαλάτες κείτονταν νεκροί στο πέρασμα,
κατατρυπημένοι από ακόντια και βέλη, ενώ άλλοι τόσοι βρήκαν θάνατο από πνιγμό
στα παρακείμενα έλη κατά την υποχώρηση τους, με τους Έλληνες να θρηνούν μόλις
40 πολεμιστές».
Αντιλαμβανόμενος ο Βρέννος ότι ήταν σχεδόν αδύνατον να
κυριευθούν οι Θερμοπύλες με κατά μέτωπον
επίθεση, αντέδρασε άμεσα και εφάρμοσε νέα στρατηγική κίνηση. Σκέφθηκε να
λεηλατήσει την ενδοχώρα για να αποσυντονίσει τους υπερασπιστές του στενού. Για
τον σκοπό αυτό αφού όρισε αρχηγούς τον Ορεστόριο
και τον Κόμβουτιν τους έστειλε με
ισχυρή στρατιωτική δύναμη εναντίον της Αιτωλίας για να αναγκάσει τους Αιτωλούς
στρατιώτες που μάχονταν στις Θερμοπύλες να αποχωρήσουν για να υπερασπισθούν την
πόλη τους ώστε να αποδυναμωθεί η άμυνα των Θερμοπυλών. Και τότε μια φαρδιά γραμμή αίματος ακολούθησε
το πέρασμα των Γαλατών. Και αποδείχθηκαν στο σύνολο τους ως ο πλέον
αντιανθρωπιστικός τύπος της ανθρωπότητας, που μόνο με τους Οθωμανούς Τούρκους
μπορούν να συγκριθούν. Στο Κάλλιο (σημερινό
Κλάψι), μια σημαντική πόλη στα σύνορα Ευρυτανίας
και Αιτωλίας που επιτέθηκαν,
διέπραξαν τις πλέον θηριώδεις και απάνθρωπες πράξεις, και αγριότητες που
δύσκολα μπορεί να φανταστεί ανθρώπινος νους. Έφτασαν μάλιστα σε πράξεις
κανιβαλισμού, αφού έσφαξαν μωρά και έπιναν το αίμα τους, κατακρεούργησαν
ηλικιωμένους και βίασαν μέχρι θανάτου πολλές γυναίκες. Ο ιστορικός Παυσανίας («Ελλάδος Περιήγησις», δ /
Κεφ. 22): περιγράφει σχετικά: «Ο
Ορεστόριος και ο Κόμβουτις ήσαν εκείνοι οι οποίοι διέπραξαν τα μεγαλύτερα
ανοσιουργήματα απ’ όσα εξ ακοής
γνωρίζομεν και δεν ομοιάζουν καθόλου με άλλα τολμηρά κακουργήματα των
ανθρώπων. Έσφαξαν κάθε αρσενικό άνθρωπο, χωρίς διάκριση γερόντων ή νηπίων επί
των μαστών των μητέρων τους, όσα έκ των νηπίων είχον γίνει παχύτερα με το γάλα,
τα εφόνευον, έπιναν το αίμα τους και έτρωγαν το κρέας τους. Αι γυναίκες και
όσαι από τάς παρθένους ήσαν είς ώραν γάμου, αι έχουσαι φιλότιμον, έσπευσαν να
αυτοκτονήσουν καθ’ όν χρόνον εκυριεύετο η περιοχή. Οσας εύρον έν τη ζωή οι
Γαλάται τας μεταχειρίσθησαν με παντός είδους εξευτελισμούς χρησιμοποιούντες
μεγάλην βίαν, εφόσον δεν ησθάνοντο καμμίαν συμπόνιαν ή έρωτα. Όσαι γυναίκες
εύρισκον τα μαχαίρια των Γαλατών, αυτοκτονούσαν με αυτά, δια δε τας άλλας δεν
εβράδυνεν το μοιραίον λόγω της ασιτίας και τις αϋπνίας, διότι οι αγροίκοι
βάρβαροι ασχημονούσαν επ’ αυτών συνεχώς ο ένας κατόπιν του άλλου, συνευρίσκοντο
μάλιστα και με ψυχορραγούσας γυναίκας αλλά και με νεκράς ακόμη».
Το
τίμημα της βαρβαρότητάς τους πλήρωσαν οι Γαλάτες καθ’ οδόν για την επιστροφή τους προς τις Θερμοπύλες. Οι Αιτωλοί
εξαγριωμένοι από την βαρβαρότητα των Γαλατών στο Κάλλιο ενώθηκαν με τμήματα
στρατού και τους περίμεναν στα ορεινά περάσματα απ όπου θα περνούσε το γαλατικό
στράτευμα για να επιστρέψει στις Θερμοπύλες. Εκεί οι Γαλάτες υπέστησαν μεγάλη ήττα, αφού
έμειναι λιγότεροι από τους μισούς όπως περιγράφει το περιστατικό ο ιστορικός
Παυσανίας (Χ 22) «…Οι Αιτωλοί και αι Αιτωλαί γυναίκες παρατεταγμένοι κατά μήκος όλου του
δρόμου έριχναν ακόντια κατά των βαρβάρων και επειδή οι Γαλάται δεν είχον παρά
μόνο τας ασπίδας του τόπου των, ολίγα ακόντια αποτύγχανον. Όταν τους κατεδίωκαν, οι Αιτωλοί ευκόλως
ξέφευγαν και αμέσως τους εκτυπούσαν εκ νέου […] Διότι από τους 40.800 βαρβάρους
οι δυνηθέντες να σωθούν και να φθάσουν εις το στρατόπεδο των Θερμοπυλών ήσαν
ολιγότεροι από τους μισούς…»
Δυστυχώς όμως η ιστορία
επαναλαμβάνεται και στην επανάληψή της είναι τραγωδία. Δύο αιώνες νωρίτερα, το
480 π.Χ μετά από προδοσία του Εφιάλτη
οι Πέρσες με αρχηγό τον Υδάρνη ακολουθώντας
την Ατροπαία οδό κύκλωσαν και
εξουδετέρωσαν τους 300 μαχητές του
Λεωνίδα και τους 700 Θεσπιείς. Έτσι και τώρα σε μια τραγική επανάληψη της
ιστορίας, μετά από προδοσία των Ηρακλειωτών
και Αινιανών ο Βρέννος με το στράτευμά του ακολούθησε την ίδια οδό. Ευτυχώς, αυτή την φορά η είδηση της
κυκλωτικής κίνησης ήρθε εγκαίρως και έτσι οι δυνάμεις που είχαν μείνει να
φυλάνε το στενό αποσύρθηκαν με ασφάλεια χάρη στην παρέμβαση του στόλου των
Αθηνών που περισυνέλεξε το ελληνικό στράτευμα προτού εγκλωβιστεί. Έτσι έμεινε
ανοιχτός ο δρόμος για τους Γαλάτες να προελάσουν στους Δελφούς, όπου δέχθηκαν αποφασιστικό κτύπημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου