ΕΖΗΣΕ ΣΑΝ ΗΡΩΑΣ ΠΕΘΑΝΕ ΣΑΝ ΜΑΡΤΥΡΑΣ
Ο ΑΕΤΟΣ ΤΩΝ ΑΓΡΑΦΩΝ
ΤΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ ΤΗΣ ΚΛΕΦΤΟΥΡΙΑΣ
ΤΟ ΑΝΘΟΣ ΤΗΣ ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ
«Πέρασε μέσα στις καρδιές σκίρτημα λυτρωμού, ολόδροσο αεράκι, γιομάτο ζωή και θέριεψε την δύναμη για τον αγώνα και την δίψα για την λευτεριά. Υπήρξε ένας από τους πρωτομάρτυρες της απελευθέρωσης του Γένους από την τετρακοσίων χρόνων σκλαβιά, από κείνους, που προετοίμασαν το Εικοσιένα, ένα αιώνιο σύμβολο παλληκαριάς, πολεμιστής ανυποχώρητος κάθε δεσποτισμού και τυραννίας, δημιουργικό και αναγεννητικό κήρυγμα της αβασίλευτης και ακατάβλητης ομορφιάς του ελεύθερου ανθρώπου. Ὁ Κατσαντώνης είναι ο αντιπροσωπευτικός ήρωας του νέου Ελληνισμού με την λαχτάρα της λευτεριάς και το αίσθημα της ανεξαρτησίας του ανθρώπου, την ακεραιότητα του
χαρακτήρα και την βαθειά και αδολίευτη θρησκευτική πίστη. Είναι πεισματάρης, αλλά δίκαιος και αμερόληπτος στις αποφάσεις του».ΚΟΥΤΣΟΚΩΣΤΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
Ανάμεσα στους σπουδαίους Κλεφταρματoλούς της προεπαναστατικής περιόδου ήταν και ο «σταυραετός των Τζουμέρκων και των Αγράφων», «το λιοντάρι της κλεφτουριάς και πρόδρομος της λευτεριάς του έθνους μας», ο «τιμωρός της αδικίας» και «σύμβολο της περήφανης ελληνικής ανυποταξίας απέναντι στον εκμεταλλευτή-εξουσιαστή», Αντώνης Μακρυγιάννης, γνωστός ως Κατσαντώνης.
Η ιστορία τον αδίκησε κι ἡ πολιτεία τον αγνόησε. Το αλάθητο όμως αισθητήριο του λαού δικαίωσε τους αγώνες του και την θυσία του. Ὁ χαμός του έγινε θρήνος κι ο θρήνος σαρακατσάνικο δημοτικό κλέφτικο τραγούδι και μοιρολόι, που θα τραγουδιέται για αιώνες ακόμη. Αναφέρονται πάνω από 150 δημοτικά τραγούδια, που εξυμνούν τα κατορθώματά του σε όλο τον ηπειρωτικό ελλαδικό χώρο και στις γειτονικές βαλκανικές χώρες, όπου οι Σαρακατσαναίοι με καμάρι και περηφάνια τραγουδούν τα τραγούδια του.
ΜΕΓΑΛΟΣΥΝΗ -ΕΝΤΙΜΟΤΗΤΑ - ΠΙΣΤΗ
Εκτός από την παροιμιώδη παλικαριά του, ο Κατσαντώνης φημιζόταν για τη μεγαλοψυχία του, την εντιμότητά του και τη βαθιά θρησκευτική του πίστη. Ο γνωστός δημοσιογράφος και λαογράφος Δημήτρης Σταμέλος επισημαίνει ότι: «Ο Κατσαντώνης, στάθηκε υπόδειγμα κλέφτη, με ηθικό ανάστημα λαμπρό, που επέδρασε ευεργετικά στην υστεροφημία του και τη σύνδεσή του με τον γενικότερο λαϊκό θαυμασμό. Σέβονταν τη γυναίκα και την οικογενειακή τιμή και σε αρκετές περιπτώσεις υπήρξε μεγαλόψυχος ακόμα και στους εχθρούς του»,
Ο βιογράφος του Επαμεινώνδας Φραγγίστας, διέσωσε το εξής περιστατικό: Σε μια μάχη στην περιοχή του Βάλτου (1806) συνελήφθη αιχμάλωτος ένας Μπουλούμπασης (σωματάρχης ονόματι Ντούμηκας), ο οποίος είχε τραυματιστεί ελαφρά στον μηρό. Ο Μπουλούμπασης πήγε και γονάτισε μπροστά στον Κατσαντώνη και κλαίγοντας του ζητούσε παρακλητικά να μην τον σκοτώσει, γιατί είχε δύο ανύπαντρες ορφανές αδερφές, που περιμένουν απ’ αυτόν να τις αποκαταστήσει! Συνήθως οι κλέφτες σπάνια χάριζαν τη ζωή σε τραυματισμένο εχθρό, αλλά ο θρυλικός κλέφτης συγκινήθηκε και έδωσε εντολή να τον αφήσουν ελεύθερο, ενώ του δώρισε και ένα χρυσό νόμισμα!.
ΟΡΓΑΝΩΤΗΣ ΤΟΥ ΚΛΕΦΤΟΠΟΛΕΜΟΥ
Ο Κατσαντώνης δεν ήταν απλά ένας περήφανος και ηρωικός αρχηγός αλλά ήταν και πολύ οργανωτικός. Δεν μπορούσε να είναι απλά αρχηγός μίας εντελώς άτακτης ομάδας. Άρχισε λοιπόν να οργανώνει το λεγόμενο «νταϊφά» (σώμα ενόπλων) το οποίο αποτελούσαν 60 έως 80 άνδρες, που σε έκτακτες περιστάσεις έφταναν τους 200, ενώ σε απόλυτη ανάγκη έφταναν τους 500. Ταυτόχρονα άρχισε να εκπαιδεύει τους άνδρες του, όσο στην τέχνη του πολέμου, όσο και στα στρατηγικά σχέδια. Πολλοί ιστορικοί το έχουν αποκαλέσει αυτό «Στρατιωτική Ακαδημία του Κλεφτοπολέμου». Από εκεί βγήκαν οι πιο διάσημοι κλέφτες και αρματολοί, που πολλοί από αυτούς πρωταγωνίστησαν στην Ελληνική Επανάσταση: ο Κώστας Λεπενιώτης, ο Γεώργιος Χασιώτης, ο Γεώργιος Τσόγκας, ο Ακριδαίος, ο Αλεξαντρογιάννης, ο Πάγκαλος, ο Γιώτης, ο Δήμος Τσέλιος και ο θρυλικότερος όλων ο μετέπειτα στρατάρχης της Επανάστασης, Γεώργιος Καραϊσκάκης.
Η ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΤΟΥ ΔΡΑΣΗ
Σε ηλικία 25 ετών ο Κατσαντώνης ανέλαβε τον νταϊφά του νονού του και περίφημου καπετάνιου Δίπλα. Από τότε ξεκίνησε ένα ανηλεή κλεφτοπόλεμο εναντίον των Οθωμανών στα Άγραφα, στα Τζουμέρκα και στους Μελισσουργούς. Μετά από λίγο επέκτεινε τον ένοπλο αγώνα και στις περιοχές που βρισκόταν στην εξουσία του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Έντρομα τα ασκέρια του Αλή Πασά ανίκανα να τον αντιμετωπίσουν ζούσαν υπό το κράτους του φόβου και του τρόμου, αφού πουθενά δεν ένιωθαν ασφαλείς.
Ιδιαίτερα οι φοροεισπράκτορες που έπαιρναν σχεδόν όλη την σοδειά από τους αγρότες, δεν τολμούσαν να ξεμυτίσουν, γιατί ο Κατσαντώνης με τα παλικάρια του έστηνε καρτέρι, τους κτυπούσε και επέστρεψε την σοδειά στους αγρότες.
Ο Αλή Πασάς, για να απαλλαγεί από τον Κατσαντώνη,
ζήτησε να του δηλώσει υποταγή του έναντι μεγάλων ανταλλαγμάτων. Ο Κατσαντώνης απάντησε με μία επιστολή γεμάτη με βωμολοχίες.
Το 1803 ο δερβέναγας Ιλιάσμπεη με 300 πάνοπλους τουρκαλβανούς ξεκίνησε για να εξοντώσει την ομάδα του Κατσαντώνη, ο οποίος γνωρίζοντας καλά την περιοχή, έστησε ενέδρα στους πολυάριθμους αντιπάλους του, έξω από το χωριό Τριφύλλα Κλειστού. Οι Τουρκαλβανοί βρέθηκαν ανάμεσα σε δύο πυρά και μετά από μια σφοδρή σύγκρουση νικήθηκαν κατά κράτος.
Την ίδια χρονιά ξανασυγκρούεται για δεύτερη φορά με τους Τουρκαλβανούς στο Κεράσοβο Ιωαννίνων, όπου σκοτώνεται ο Ιλιάσμπεη. Σε αντίποινα της πανωλεθρίας, ο Αλή Πασάς αιχμαλώτισε τους γονείς του Κατσαντώνη και τους θανάτωσε μετά από φρικτά βασανιστήρια, πιστεύοντας πως έτσι θα τον κάνει να λυγίσει.
Την επόμενη χρονιά (1804), ο Αλή Πασάς έστειλε τον Γιουσούφ Αράπη με 150 πολεμιστές να αφανίσει τον νταϊφά του Κατσαντώνη. Στην σφοδρή μάχη που έγινε στο ημιορεινό χωριό Κεχρινιά γλύτωσαν μόνο έξι Τουρκαλβανοί, και ο Γιουσούφ Αράπης ταπεινωμένος αναγκάσθηκε να γυρίσει άπρακτος και ταπεινωμένος στα Γιάννενα.
Το 1806 συντρίβει στην περιοχή Πουλιού τη Βρύση άγνωστο αριθμό Τουρκαλβανών υπό τον Χασάν Μπελούση. Την ίδια τύχη είχε και ένα δεύτερο σώμα Τουρκαλβανών με αρχηγό τον Μπεσίαρη Μπέη που στάλθηκε προς βοήθεια του πρώτου.
Τον χειμώνα της ίδιας χρονιάς ο Κατσαντώνης με τους συμπολεμιστές του πήγε στην Λευκάδα, όπου ενσωματώθηκε με τις δυνάμεις του Ρώσου στρατηγού Ανρέπ και του Ιωάννη Καποδίστρια, εναντίον των γαλλικών στρατευμάτων που επιχειρούσαν να καταλάβουν το νησί.
Τον Μάιο του 1807 ο Αλή Πασάς έστειλε τον καλύτερο στρατηγό του, τον Βεληγκέκα, επικεφαλής σώματος 800 από τους καλύτερους στρατιώτες, με την εντολή να φέρει στο σαράι ζωντανό ή νεκρό τον Κατσαντώνη. Οι δύο αντιμαχόμενοι συναντήθηκαν στην θέση Προσηλιάκο (Γάβρενα Αιτωλοακαρνανίας). Μετά από ένα σκληρό αγώνα ο Κατσαντώνης με τον Καραϊσκάκη πυροβόλησαν ταυτόχρονα τον Βεληγκέκα και τον έριξαν νεκρό. Σαστισμένοι οι Τουρκαλβανοί από τον θάνατο του αρχηγού τους, αν και πολυάριθμοι τράπηκαν σε άτακτη φυγή. Ο Αλή Πασάς σκύλιασε από το κακό του, όχι μόνο γιατί έχασε τον καλύτερο διοικητή του, αλλά γιατί ο Κατσαντώνης πήρε την εκδίκηση που ζητούσε για τους δικούς του.
Ο ΜΑΡΤΥΡΙΚΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΣ
Ο μαρτυρικός θάνατος του Κατσαντώνη σκόρπισε απέραντη θλίψη σε όλο τον ελληνισμό, ειδικότερα
όμως στην περιοχή των Αγράφων και
στα μέρη όπου πολέμησε. Ο
Κατσαντώνης, τελικά, πιάστηκε
αιχμάλωτος και οδηγήθηκε σιδηροδέσμιος στα Γιάννενα, όπου βρήκε μαρτυρικό
θάνατο. Όλη τη νύχτα τον βασάνιζαν ανελέητα οι δήμιοί του, σπάζοντας με σφυριά
τα κόκκαλα των χεριών και των ποδιών του. Πέθανε αδούλωτος, απροσκύνητος, με
μόνο παράσημό του τον τίτλο του Κλέφτη, τον οποίο προτίμησε από τα αξιώματα
προδοσίας και τα αρματολίκια που του προσφέρθηκαν. Το χαμό του θρήνησε ο λαός και τραγούδησε το θρύλο του με αναρίθμητα
επικολυρικά τραγούδια.
Γράφει ο Δημήτρης Σταμέλος: «Το θλιβερό
μαντάτο χύμηξε στις αγραφιώτικες κορφές, σα φθινοπωρινή νεροποντή κι έδερνε τη
γης που λες και έκλαιγε και κείνη το χαμό του. Γύρω στις φωτιές οι άνθρωποι
κοίταζαν ο ένας τον άλλο και δεν μιλούσαν. Τι να πουν; Ανασήκωναν μονάχα τα
στηριγμένα στα γόνατά τους σκληρά από τη δούλεψη χέρια τους και σκούπιζαν τα
μάτια τους. Κι’ όλο απλωνόταν ο θρήνος. Κι όλο μεγάλωνε το μίσος για τον
τύραννο. Κι όλο καλοστεριωνόταν μέσα τους η φλογισμένη λαχτάρα της λευτεριάς.
Όμως ετούτος ο θρήνος γίνονταν αγάλι, ώρα την ώρα, Σαρακατσάνικο, κλέφτικο
τραγούδι, Αγραφιώτικο...
Σε τούτη τη γη, τη δουλεμένη με τη λαχτάρα της λευτεριάς, την αβασίλευτη, δεν
της πάει μαύρα μαντίλια να φοράει. Τόνιωθαν οι πικραμένοι κι άστραφτε στα μάτια
η ελπίδα. Κι άστρφτε ολούθε η παλικαριά κι η ομορφιά του Κατσαντώνη, έτσι καθώς
ολοζώντανος ανυψωνόταν και διαφέντευε τη μνήμη του λαού...»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
«Βίος του Κατσαντώνη» Επαμεινώντας Φραγγίστας
«Ο Κατσαντώνης. Ιστορικές διαστάσεις του θρύλου του» Σταμέλος Δημήτρης
«Κατσαντώνης – Η Αποθέωση της Παλικαριάς» Σταμέλος Δημήτρης
«Νέα Ελληνική Ιστορία» Βακαλόπουλος Α
«Στα βουνά του Κατσαντώνη» Λουκόπουλος Δημήτρης
Ιστοσελίδα Wikipedia
Ιστοσελίδα SLpress.gr άρθρο ΚΑΛΟΓΕΡΙΔΟΥ ΚΡΙΝΙΩ «Ο σταυραετός των Αγράφων Αντώνης Κατσαντώνης»
ΗΧΩ ΤΩΝ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΩΝ Ηλεκτρονική Εφημερίδα άρθρο Αθανασίου Καρυώτη
Κουτσοκώστας Ιωάννης άρθρο «Ο ήρωας Κατσαντώνης, το ήθος, ο χαρακτήρας και η χριστιανική του πίστη»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου