Από: Αντιστράτηγο ε.α. Ιωάννη Κρασσά

«Ἑλλάδος εὐρυχόρου σωτῆρες τον δ’ ἀνέθηκαν, δουλοσύνης στυγερᾶς ρυσάμενοι πόλιας (Οἱ σωτῆρες τῆς εὐρυχώρου Ἑλλάδος ἀνέγειραν τοῦτο, ἔχοντας ἀπαλλάξει τὶς πόλεις τους ἀπό τὴν στυγερή δουλεία)». Ἡ ἐπιγραφή στό χρυσό τρίποδα πού ἀφιέρωσαν οἱ Ἕλληνες στόν Θεόν Ἀπόλλωνα εἰς ἀνάμνησιν τῆς νίκης τῶν Πλαταιῶν, την οποία έγραψε ο Σιμωνίδης ο Κεῖος (Κέα 556 π.Χ.-Ακράγαντας ή Συρακούσες 469 π.Χ.).

Μια Σημαντική Νίκη

Την 4η ημέρα του μηνός Βοηδρομιώνος[1] (27 Αυγούστου) του 479 π.Χ., στα νοτιοδυτικά του νομού Βοιωτίας, βορείως της κοινότητος των Πλαταιών, οι Έλληνες αναδείχθηκαν νικητές, στη μεγαλύτερη στρατιωτική αναμέτρηση των Περσικών Πολέμων. Το γεγονός σηματοδότησε το τέλος της εκστρατείας του Βασιλέως της Περσίας Ξέρξου (519-465 π.Χ.) κατά της Ελλάδος. Τα επόμενα 200 χρόνια κανένας δεν εισέβαλε στον Ελλαδικό χώρο, παρά μόνο οι Γαλάτες το

279 π.Χ. Μετά τη λήξη των Περσικών Πολέμων, επί δύο και πλέον αιώνες (479-336 π.Χ.), οι Έλληνες ανέπτυξαν σε μεγάλο βαθμό τα γράμματα, τη φιλοσοφία, τις επιστήμες και τις τέχνες, θέτοντας τα θεμέλια του δυτικού πολιτισμού.

Τα Προηγηθέντα της Μάχης

Μετά την ήττα στην ναυμαχία της Σαλαμίνος, ο Ξέρξης επέστρεψε στην Περσία και ανέθεσε στο γαμπρό του Μαρδόνιο[2] (6ος αιώνας-479 π.Χ.) την διοίκηση του στρατού, ο οποίος διαχείμασε στην Θεσσαλία. Την άνοιξη του 479 π.Χ., εισέβαλε στην Στερεά Ελλάδα και κατέλαβε την Αθήνα. Οι Αθηναίοι κατέφυγαν στην Σαλαμίνα, αναγκαζόμενοι για δεύτερη φορά να εγκαταλείψουν την πόλη τους. Δύο ήσαν τα σημαντικά γεγονότα που προηγήθηκαν της στρατιωτικής συγκρούσεως. Το ένα αφορούσε την προσπάθεια του Μαρδόνιου να προσεταιρισθεί τους Αθηναίους και το άλλο να πεισθούν οι Σπαρτιάτες και οι λοιποί Πελοποννήσιοι να πολεμήσουν τους Πέρσες στην Στερεά Ελλάδα. Ο Μαρδόνιος επιφόρτισε τον Βασιλέα Αλέξανδρο Α΄ της Μακεδονίας[3] (5ος αιώνας-454 π.Χ.), ο οποίος τελούσε υπό τη κυριαρχία των Περσών, να εγχειρίσει πρότασή του προς τους Αθηναίους προκειμένου να συμμαχήσουν μαζί του. Την ίδια χρονική περίοδο αντιπροσωπεία από τη Σπάρτη έφθασε στην Αθήνα για να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο. Οι Αθηναίοι φρόντισαν για την ταυτόχρονη παρουσία τους στην Εκκλησία του Δήμου. Ο Μαρδόνιος προσέφερε την ηγεμονία των Αθηνών επί της Ελλάδος, την αύξηση της επικράτειας και την παροχή οικονομικής βοήθειας για την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης πόλεως. Οι Σπαρτιάτες ανησυχούντες μήπως οι Αθηναίοι δελεασθούν από τις Περσικές προτάσεις τους υπενθύμισαν «το ομόαιμο, το ομόγλωσσο και το ομόθρησκο». Οι Αθηναίοι απέρριψαν τις προτάσεις του Μαρδόνιου και απάντησαν απατώντας ως ελευθέρως σκεπτόμενοι άνθρωποι. «Ἐφ’ ὅσον ὁ ἥλιος πορεύται τὴν αὐτήν ὁδόν, …ἡμεῖς δὲν πρόκειται νὰ ἔλθωμεν εἰς συμβιβασμόν μὲ τὸν Ξέρξη…». Προς τους Σπαρτιάτες δήλωσαν, «…Ἐφόσον καὶ εἰς μόνον τῶν Ἀθηναίων θά ὑπάρχει ἐν ζωῆ, ἡμεῖς κατ’ οὐδέναν τρόπον πρόκειται νὰ ἔλθωμεν εἰς συμβιβασμόν μὲ τόν Ξέρξην». «Βιβλίο «Η΄» Ουρανία, παρ. 144, Ηροδότου Ιστοριών» Οι Πελοποννήσιοι είχαν οχυρώσει την στενωπό του ισθμού της Κορίνθου, εκτιμώντας ότι ήταν η καταλληλότερη τοποθεσία για την αντιμετώπιση του υπεράριθμου περσικού στρατεύματος. Οι Αθηναίοι ειδοποίησαν τους Σπαρτιάτες να εξέλθουν της Πελοποννήσου και να πολεμήσουν για την προστασία της Στερεάς Ελλάδος. Ο Μαρδόνιος μετά την αρνητική απάντηση των Αθηναίων κατέστρεψε ότι είχε απομείνει όρθιο στη πόλη.

Οι Αντίπαλες Δυνάμεις

Οι Σπαρτιάτες συνειδητοποίησαν ότι η αντιμετώπιση των Περσών, χωρίς την συμμετοχή των Αθηναίων και των λοιπών Ελλήνων ήταν ανέφικτη. Κατόπιν τούτου, ο Αντιβασιλεύς της Σπάρτης Παυσανίας[4] [510-465 π.Χ.(ανιψιός του βασιλέως Λεωνίδα)], επικεφαλής 5.000 Σπαρτιατών και 35.000 ειλώτων πέρασε τον Ισθμό. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο[5] (484-425/410 π.Χ.) το στράτευμα ανέρχονταν σε 38.700 βαρέως οπλισμένους πεζούς, προερχόμενους από:

Κεντρική Ελλάδα. Αθήνα: 8.000, Μέγαρα: 3.000, Λευκάδα & Ανακτόριο[6]: 800, Ερέτρια: 600, Πλαταιές: 600, Αίγινα: 500, Αμβρακία[7]: 500, Ποτίδαια (Χαλκιδική): 700, Κεφαλλονιά: 200.

Πελοπόννησος. Σπάρτη: 5.000, Λοιποί Λακεδαιμόνιοι: 5.000, Κόρινθος: 5.000, Σικυώνα (Δυτική Κορινθία): 3.000, Τεγέα (Αρκαδία): 1.500, Φλειούς (πλησίον της Νεμέας): 1.000, Τροιζήνα: 1.000, Επίδαυρος: 800, Ορχομενός (Αρκαδία): 600, Μυκήνες & Τίρυνθα: 400, Ερμιόνη: 300, Λέπρεο[8]: 200.

Ο Ηρόδοτος προσέθεσε στους παραπάνω και 70.000 ελαφρώς οπλισμένους αυξάνοντας τη συνολική δύναμη σε 110.000 πεζούς. Οι Έλληνες στερούντο ιππικού.

Από την πλευρά του ο Μαρδόνιος διέθεται 135.000 στρατιώτες: 40.000 Πέρσες (οι πλέον αξιόμαχοι στρατιώτες), 20.000 Μήδους[9], 20.000 Βακτρίους[10], Ινδούς και Σάκες, 50.000 Μηδίσαντες Έλληνες (9 πόλεις[11]) και 5.000 ιππείς.

Σύμφωνα με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις στην σύρραξη ενεπλάκησαν περί τους 200.000 στρατιώτες, γεγονός που την καθιστά τη μεγαλύτερη στρατιωτική αναμέτρηση που έγινε ποτέ στην Ελλάδα συγκρινόμενη σε μέγεθος και σπουδαιότητα με τις Μάχες του Βατερλό[12](1815) και του Γκέτισμπεργκ[13](1863).

Το Σχέδια Ενεργείας

Οι δύο αρχηγοί έπρεπε να λάβουν 4 σημαντικές αποφάσεις που αφορούσαν:

  1. Τη συγκρότηση του στρατεύματος.
  2. Την επιλογή του πεδίου της μάχης.
  3. Την ανάληψη επιθετικής ή αμυντικής ενέργειας.
  4. Το χρόνο εκτοξεύσεως της επιθέσεως εφόσον επέλεγαν να κινηθούν πρώτοι.

Αυτά τα ερωτήματα βασανίζουν διαχρονικά όλους όσους ηγούνται στρατευμάτων στο πόλεμο. Επί της ουσίας δεν υφίσταται καλώς ή κακός σχεδιασμός, διότι όλα κρίνονται εκ του αποτελέσματος. Εάν νικήσεις έχεις ενεργήσει ορθά, εάν ηττηθείς απέτυχες, ανεξαρτήτως των προθέσεων σου και της προσπάθειας που κατέβαλες.  

Ελληνικό Στράτευμα: Ο Παυσανίας κατένειμε τις δυνάμεις του σε τρεις σχηματισμούς φάλαγγος. Στο δεξιό της παρατάξεως τοποθέτησε τους Σπαρτιάτες, τους Λακεδαιμονίους, τους Θεσπιείς και τους Τεγεάτες, στο αριστερό τους Αθηναίους υπό τον Αριστείδη[14] (550-468 π.Χ.) με τους Μεγαρείς και τους Πλαταιείς. Στο κέντρο παρατάχθηκαν οι οπλίτες από τις υπόλοιπες Ελληνικές πόλεις. Η πρόθεση του Παυσανία ήταν να χρησιμοποιήσει τις καλύτερες δυνάμεις στα άκρα, ώστε να διατηρούν τη συνοχή της παρατάξεως και να έχει τη δυνατότητα να συνδράμει το κέντρο από τις δύο πλευρές.

Περσικό Στράτευμα. Ο Μαρδόνιος έταξε τους Πέρσες έναντι του δεξιού της Ελληνικής παρατάξεως. Στο κέντρο έλαβαν θέση οι Μήδοι, οι Βάκτριοι, οι Ινδοί και οι Σάκες. Στο αριστερό απέναντι των Αθηναίων παρατάχθηκαν οι σύμμαχοι Έλληνες των Περσών. Ο Μαρδόνιος υπερέχοντας αριθμητικά επέλεξε να αυξήσει το βάθος της παρατάξεως του. Θα μπορούσε να αυξήσει το πλάτος της παρατάξεως και να επιχειρήσει υπερκερωτικό ελιγμό. Το ιππικό το κράτησε ως εφεδρεία και ανέλαβε διάφορες αποστολές αναγνωρίσεων και προσβολών. Για την ασφάλεια τους οι Πέρσες κατασκεύασαν νοτίως των Θηβών περιχαρακωμένο στρατόπεδο με ξύλινο τείχος σχήματος τετραγώνου, με μήκος πλευράς 2,5 χιλιομέτρων.

Πεδίο Μάχης. Οι Έλληνες μη διαθέτοντάς ιππικό προτιμούσαν να πολεμήσουν στους πρόποδες του Κιθαιρώνος και όχι στα πεδινά, ενώ το αντίθετο επιθυμούσαν οι Πέρσες. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι το μέτωπο των παρατεταγμένων στρατευμάτων εκτείνονταν σε 7 χιλιόμετρα, απέχοντας μεταξύ τους περί τα 3 με 4 χιλιόμετρα, βορείως και νοτίως του ποταμού Ασωπού. Θα μπορούσε να έχει ονομασθεί και Μάχη του Ασωπού, αντί των Πλαταιών. Το εύρος της παρατάξεως πρέπει να ήταν μικρότερο, αλλά σε κάθε περίπτωση ήταν δυσχερής ο έλεγχος και η διοίκηση, λόγω του μεγέθους, της διαφορετικής εκπαιδεύσεως και του τρόπου μάχεσθαι των οπλιτών. Επί της ουσίας σε διάστημα 13 ημερών διεξήχθησαν αρκετές περιορισμένης εκτάσεως συμπλοκές κυρίως από το Περσικό ιππικό, ενώ την 27η Αυγούστου οι αντίπαλες δυνάμεις ενεπλάκησαν σε 2 ξεχωριστές μάχες.

Διεξαγωγή

Ο Παυσανίας παράταξε τις δυνάμεις του σε 3 διαφορετικές τοποθεσίες επιδιώκοντας να αποκτήσει τακτικό πλεονέκτημα. Αυτές οι μετακινήσεις καθόρισαν τις 3 φάσεις διεξαγωγής της της συρράξεως.

Α΄ Φάση (14-19 Αυγούστου 479 π.Χ.)

Κάτω από το ζεστό ήλιο του Αυγούστου οι στρατιώτες έλαβαν τις θέσεις τους. Ο Παυσανίας δεν ήθελε να επιτεθεί πρώτος φοβούμενος το Περσικό ιππικό και την διάσπαση της παρατάξεως κατά τη κίνηση, διότι δεν του δόθηκε χρόνος να εκπαιδεύσει και να συντονίσει το εκ διαφόρων πόλεων προσωπικό. Μετά από δύο ημέρες αναμονής ο Μαρδόνιος διέταξε το ιππικό του να επιτεθεί κατά των Αθηναίων και των Μεγαρέων. Οι τοξότες αναχαίτισαν τους ιππείς φονεύοντας μάλιστα το αρχηγό τους Μασίστιο εκ των γενναιοτέρων των Περσών. Η απώλεια ανύψωσε το φρόνημα των Ελλήνων, ενώ βύθισε στη οδύνη τους εισβολείς. Η χρησιμοποίηση του ιππικού από μόνο του αποτελεί διαχρονικά εσφαλμένη ενέργεια. Στους σύγχρονους πολέμους τα άρματα μάχης συνοδεύονται πάντοτε από μηχανοκίνητο πεζικό.

Καθημερινώς γινόντουσαν αρκετές θυσίες προβάτων από τους μάντεις Τισαμενό (από την Ήλιδα) των Ελλήνων, Ηγησίστρατο[15] των Περσών και Ιππόμαχο των Μηδισάντων Ελλήνων. Οι καλώς ενημερωμένοι και έξυπνοι αυτοί άνθρωποι, είχαν αποκτήσει το προνόμιο «επικοινωνίας» με τους Θεούς. Η μελέτη των σπλάχνων των ζώων δεν άφηνε καμία αμφιβολία για το επρόκειτο να συμβεί, «Όποιος επιτεθεί πρώτος θα χάσει τη μάχη». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι δύο στρατοί να μένουν άπρακτοι αναμένοντες τον αντίπαλό τους να ενεργήσει πρώτος.

Β΄ Φάση (20-25 Αυγούστου 479 π.Χ.)

Ο Παυσανίας αποφάσισε να κινήσει το στράτευμα ανατολικότερα εγγύτερα των Πλαταιών διατηρώντας την αρχική παράταξη. Το έδαφος ήταν πιο βατό και ο Έλληνας στρατηγός ήλπιζε να παρασύρει τους Πέρσες να του επιτεθούν. Η νέα θέση άφηνε εκτεθειμένο το κέντρο και αφύλακτες τις διαβάσεις του Κιθαιρώνος, από τις οποίες διέρχονταν οι φάλαγγες των εφόδιών. Την ογδόην ημέρα από την από τη λήψη της παρατάξεως, ο Μαρδόνιος απέστειλε τμήμα του ιππικού του και πρόσβαλε εφοδιοπομπή 500 υποζυγίων εμφόρτων τροφίμων. Η κρούση πραγματοποιήθηκε στη κυριότερη διάβαση του Κιθαιρώνος από την Αττική στη Βοιωτία «Δρυός Κεφαλαί», σημερινή ονομασία της Κάζας[16]. Την ενδεκάτη ημέρα ο Μαρδόνιος κάλεσε σε σύσκεψη τον Σατράπη της Φρυγίας Αρτάβαζο (6ος αιώνας-450 π.Χ.) και τον Γωβρύα[17] προς επανεκτίμηση της καταστάσεως. Ο Αρτάβαζος πρότεινε να εκμεταλλευθούν την ασφάλεια των τειχών των Θηβών και να προσπαθήσουν να εξαγοράσουν, αντί να πολεμήσουν τους Έλληνες. Ο Μαρδόνιος όμως αποφάσισε να επιτεθεί την επομένη. Το βράδυ ο Βασιλεύς της Μακεδονίας Αλέξανδρος Α΄ μετέβη αυτοπροσώπως στα Ελληνικά τμήματα και πληροφόρησε τον Αριστείδη για τα Περσικά σχέδια. Ο Μαρδόνιος πρότεινε δια αγγελιοφόρου να αποφύγουν τη γενικευμένη σύρραξη και αντί αυτού να αναμετρηθούν δύο ίσης δυνάμεως τμήματα και όποιο νικήσει θα σημαίνει νίκη όλου του στρατού. Ο Παυσανίας απέρριψε την πρότασή του και στη συνέχεια το Περσικό ιππικό ανέλαβε δράση εφ’  όλου του μετώπου προκαλώντας σχετικές απώλειες. Οι Πέρσες ανέσκαψαν προσέτι τη Γαργαφία κρήνη, που αποτελούσε το κυριότερο σημείο υδροδοτήσεως της δεξιάς πλευράς Ελλήνων.

Γ΄ Φάση (26-27 Αυγούστου 479 π.Χ.)

Ούτως εχόντων των πραγμάτων ο Παυσανίας αποφάσισε να μετακινηθούν 4 χιλιόμετρα προς τα δυτικά, εγγύτερα της πόλεως των Πλαταιών στη τοποθεσία ονομαζόμενη Νήσον, για την εξασφάλιση νερού και για την καλύτερη προστασία από το ιππικό, λόγω του αυξημένου πλάτους του Ασωπού ποταμού, ένεκα των διακλαδώσεων του. Η κίνηση υλοποιήθηκε εντός της νυκτός από όλους πλην των Λακεδαιμονίων. Ο Αμομφάρετος διοικητής του λόχου των Πιτανιτών (προέρχονταν από το Δήμο Πιτανίτη της Σπάρτης), θεώρησε την εγκατάλειψη των αρχικών θέσεων ως πράξη δειλίας και φιλονίκησε έντονα με τον Παυσανία. Με το τελευταίο φως μετακινήθηκαν οι Σπαρτιάτες, τους οποίους ακολούθησε τελευταίος ο Αμομφάρετος, αφού ήδη είχε χαράξει. Ο Μαρδόνιος εξέλαβε την κίνηση αυτή ως γενικευμένη υποχώρηση των Ελλήνων και έσπευσε να τους προσβάλει. Τα διάφορα τμήματα των Περσών επετέθησαν απείθαρχα, χωρίς συντονισμό και αιφνιδιάσθηκαν όταν ευρέθηκαν αντιμέτωποι με τμήματα σε τάξη μάχης και όχι υποχωρούντα. Αυτή υπήρξε η κύρια αιτία της περσικής ήττας. Η ελληνική παράταξη χωρίσθηκε στα τρία. Οι Σπαρτιάτες, οι Λακεδαιμόνιοι, οι Τεγεάτες, ενεπλάκησαν πρώτοι στη μάχη εναντίον των ξένων εισβολέων και σε δεύτερο χρόνο προσέτρεξαν οι στρατιώτες των λοιπών πόλεων, που συγκροτούσαν το κέντρο της παρατάξεως. Ανατολικότερα οι Αθηναίοι και οι Μεγαρείς ενεπλάκησαν με τα Ελληνικά τμήματα του Μαρδόνιου. Περί τη μεσημβρία ο Σπαρτιάτης Αείμνηστος φόνευσε τον Μαρδόνιο με εύστοχο κτύπημα πέτρας στο μέτωπο. Ο θάνατος σήμανε την απαρχή της Ελληνικής νίκης. Οι Πέρσες υποχώρησαν αναζητούντες προστασία στο στρατόπεδο, ενώ τους ακολούθησαν οι Βοιωτοί, οι Θεσσαλοί και οι λοιποί Μηδίσαντες. Η νίκη των Ελλήνων ολοκληρώθηκε με την κατάληψη του περσικού στρατοπέδου. Ο Αρτάβαζος με 40.000 Πέρσες εγκατέλειψε οριστικά την Ελλάδα και επέστρεψε στην Μικρά Ασία.

Οι Απώλειες

Επί δεκαήμερο οι Έλληνες έθαβαν τους νεκρούς τους. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο στη μάχη έπεσαν 91 Σπαρτιάτες, 52 Αθηναίοι, 16 Τεγεάτες και 600 των λοιπών πόλεων. Ο Πλούταρχος γράφει για 1360 νεκρούς. Μεταγενέστεροι συγγραφείς αύξησαν τις Ελληνικές απώλειες. Όσον αφορά τις συνολικές απώλειες των Περσών και των Ελλήνων συμμάχων τους ήσαν πολύ περισσότερες υπολογιζόμενες από 60.000 έως 120.000 χιλιάδες. Οι Έλληνες αφιέρωσαν το 1/10 των λαφύρων στον ναό του Απόλλωνος στους Δελφούς και έλιωσαν τα μεταλλικά αντικείμενα από τα οποία κατασκεύασαν οφιόσχημο χάλκινη στήλη ύψους 8 μέτρων, αναπαριστώσα τρία αλλλοσυμπλεκόμενα φίδια, επί της οποίας τοποθέτησαν χρυσό τρίποδα. Στη βάση του τρίποδος χαράχθηκε το επίγραμμα  του Σιμωνίδη, «Ἑλλήνων ἀρχηγός ἐπεί στρατόν ὤλεσεν Μήδων Παυσανίας, Φοίβω μνῆμα ἀνέδωκε τόδε (Αφιέρωμα στον Απόλλωνα από τον Παυσανία που ηγήθηκε των Ελλήνων στην καταστροφή των Περσών)».  Επί της στήλης αναγράφηκαν όλες οι πόλεις που συμμετείχαν στην μάχη. Μετά την καταδίκη του Παυσανία λόγω των συνδιαλλαγών του με τους Πέρσες χαράχθηκε νέο επίγραμμα πάλι από τον Σιμωνίδη. «Ἑλλάδος εὐρυχόρου σωτῆρες τον δ’ ἀνέθηκαν, δουλοσύνης στυγερᾶς ρυσάμενοι πόλιας (Οἱ σωτῆρες τῆς εὐρυχώρου Ἑλλάδος ἀνέγειραν τοῦτο, ἔχοντας ἀπαλλάξει τὶς πόλεις τους ἀπό τὴν στυγερή δουλεία)». Το 355 π.Χ. οι Φωκείς αφαίρεσαν το χρυσό από το αφιέρωμα. Επί βασιλείας του Μεγάλου Κωνσταντίνου (272-337 μ.Χ.) η στήλη μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.

 

Η Ολοκλήρωση της Νίκης

Η νίκη των Ελλήνων στις Πλαταιές είχε τεράστια σημασία, καθόσον σε συνδυασμό με την νίκη του Λεωτυχίδου[18] στον κόλπο της Μυκάλης[19], σήμαναν το τέλος της δωδεκαετούς προσπάθειας των Περσών να καταλάβουν την Ελλάδα. Ο Σπαρτιάτης ναύαρχος νίκησε τα πληρώματα του περσικού στόλου υπό τον Τιγράνη, ο οποίος φοβούμενος να αντιμετωπίσει τους Έλληνες στην θάλασσα, αποβίβασε τα τμήματα του στην στεριά. Η νίκη της Μυκάλης αποτέλεσε το έναυσμα για την επανάσταση των Ιωνικών πόλεων για την αποτίναξη του περσικού ζυγού.

Διαπιστώσεις- Συμπεράσματα

Στις Πλαταιές οι Έλληνες τιθασεύσαμε τα πάθη μας και προσφέραμε κάθε ικμάδα των δυνάμεων μας, για την υπεράσπιση της ελευθερίας της πατρίδος, νικώντας τους Πέρσες. Η ευψυχία, η εκπαίδευση, ο ανώτερος οπλισμός και το φρόνημα του ελεύθερα σκεπτόμενου πολίτου απετέλεσαν τους αποφασιστικούς παράγοντες κατακτήσεως της νίκης. Για να νικήσεις όμως πρέπει πρώτα να πολεμήσεις και για να πολεμήσεις απαιτείται μακρά προετοιμασία τόσο ψυχολογική, όσο και σωματική.

Στο πόλεμο δεν υπάρχει υποκατάστατο της νίκης. Ο νικητής είναι αυτός που μπορεί να μεταβάλλει το πόλεμο σε ειρήνη. Στο πάνθεον της ελληνικής μυθολογίας υπήρχε η θεότητα της Nίκης[20], η οποία εκδήλωνε τη θέληση των προγονών μας να πολεμούν για τη κατάκτησή της. Εάν είχαν τις δικές μας απόψεις αντί της νίκης, θα είχαν τη θεότητα της αποτροπής. Η υπεράσπιση της πατρίδος δεν μπορεί να αποτελεί θέμα επιλογής με επιχειρήματα του τύπου «εάν χρειασθεί θα πολεμήσουμε, αλλά δεν προκαλούμε». Οι αρχαίοι Έλληνες λάτρεψαν και ανέπτυξαν τη μουσική το χορό και τις τέχνες, αλλά συγχρόνως ήταν και πολεμιστές. Αγωνιζόντουσαν γιατί το πίστευαν, εάν δεν αποδέχεσαι με υπερηφάνεια το ύψιστο αυτό καθήκον, τότε σύρεσαι στη μάχη και ηττάσαι.   

Η Ελλάδα απαλλαγμένη από την Περσική απειλή αναδείχθηκε στη συνέχεια σε πολιτιστική υπερδύναμη, ενώ παράλληλα αναπτύχθηκε εμπορικά και οικονομικά. Θα μπορούσαμε να καταστούμε και στρατιωτική υπερδύναμη, αλλά διοχετεύσαμε την ζωτικότητά μας σε μακροχρόνιους εσωτερικούς πολέμους, επιδιώκοντας την ηγεμονία επί των λοιπών πόλεων της Ελλάδος.

Ο Μέγας Αλέξανδρος 140 χρόνια μετά, μετέθεσε τους ορίζοντες των εθνικών μας προσδοκιών στα πέρατα της οικουμένης και κατέστησε την Ελλάδα κοσμοκράτειρα και υπερδύναμη για μοναδική φορά στην ιστορία της.  

 

 Αντιστράτηγος ε.α. Ιωάννης Κρασσάς

Ιούνιος 2025

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό «ΗΛΙΟΥ», Αθήνα 1951.
  • Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού, Ηρόδοτος Ιστοριών Βιβλία, Αθήνα 1970.
  • ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ Α.Ε., Αθήνα 1977.
  • Κωνσταντίνου Παπαρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Αρχαίος Εκδοτικός Οίκος Δημητρίου Δημητράκου
  • Philip de Souza, Από τον Μαραθώνα στις Πλαταιές, Εκδόσεις 4π, Αθήνα 2011.
  • Nic Fields, Η Μάχη των Θερμοπυλών, Εκδόσεις 4π, Αθήνα 2011.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Ο Βοηδρομιών είναι ο τρίτος μήνας στο αττικό ημερολόγιο, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στο Βοηδρόμιο Απόλλωνα και άρχιζε με την πρώτη εμφάνιση της σελήνης του Αυγούστου, έως την νέα σελήνη του Σεπτεμβρίου. Η πρώτη ημέρα εκάστου μηνός καλούνταν «Νουμηνία», ενώ η τελευταία «΄Ενη και νέα».

[2] Ο Μαρδόνιος (6ος αιώνας-479 π.Χ.), ήταν υιός του Γωβρύου. Το 521 π.Χ., με άλλους 7 ευγενείς φόνευσαν τον σφετεριστή το θρόνου της Περσίας Ψευδοσμέρδιν και ανακήρυξαν Μέγα Βασιλέα το Δαρείο του Υστάσπους. Μετά τη μάχη των Πλαταιών, ο Παυσανίας επέτρεψε στον υιό του Αρτόντη να ενταφιάσει το πατέρα του.

[3] Ο Αλέξανδρος Α΄ της Μακεδονίας (5ος αιώνας-454 π.Χ.) ήταν γιος του Αμύντα Α΄ και της Ευρυδίκης. Κατά τη βασιλεία του η Μακεδονία ήταν υποτελής στη Περσική αυτοκρατορία, διατηρώντας όμως σημαντική αυτονομία.

Μακεδονικό νόμισμα με την κεφαλή του Βασιλέως Αλεξάνδρου Α΄. 

[4] Ο Παυσανίας (510-465 π.Χ.), ήταν υιός του Κλεομβρότου αδελφού του Βασιλέως Λεωνίδα, που έπεσε στις Θερμοπύλες. Ανέλαβε αντιβασιλέας μέχρι την ενηλικίωση του υιού του Λεωνίδα Πλείσταρχου. Παρά τις νίκες στις Πλαταιές, στην Κύπρο και το Βυζάντιο είχε άδοξο τέλος κατηγορηθείς για προδοσία λόγω των δοσοληψιών και των συμφωνιών με το Ξέρξη. Ο Παυσανίας κατέφυγε ικέτης στο Ναό της Αθηνάς της Χαλκιοίκου πολιούχου της Σπάρτης. Οι Σπαρτιάτες έκτισαν τις πόρτες και τα παράθυρα του ναού με αποτέλεσμα να πεθάνει από ασιτία.

Ο Παυσανίας.

[5] Ο Ηρόδοτος (484 Αλικαρνασσός -425/410 π.Χ.), θεωρείται ο θεμελιωτής της επιστήμης της ιστορίας. Ο Κικέρωνας τον χαρακτήρισε για πρώτη φορά ως «Πατέρα της Ιστορίας». Ο Ηρόδοτος δεν έδωσε τίτλο στο έργο του, στο προοίμιό του χρησιμοποιεί τον χαρακτηρισμό «Ἱστορίης Ἀπόδεξις». Οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι το ονόμασαν «Ἡροδότου Μοῦσαι», το χώρισαν σε εννέα βιβλία και έδωσαν σε καθένα το όνομα μιας μούσας. Αντικείμενο του έργου του είναι ο Ελληνο-Περσικοί Πόλεμοι, από την Ιωνική επανάσταση το 494 π.Χ. μέχρι την κατάληψη του περσικού φρουρίου της Σηστού στη Θρακική χερσόνησο το 479 π.Χ.

 

[6] Το Ανακτόριο ήταν αρχαία ελληνική πόλη χτισμένη στα βόρεια της Ακαρνανίας πλησίον της Βόνιτσας, στο λόφο «Καστρί» στον όρμο του Αγίου Πέτρου του Αμβρακικού κόλπου.

[7] Η Αμβρακία ήταν αρχαία πόλη-κράτος της βορειοδυτικής Ελλάδας, χτισμένη στις όχθες του ποταμού Άραχθου, στην θέση της σημερινής Άρτας. Η περιοχή της Αμβρακίας συνόρευε με το Βασίλειο των Μολοσσών της Ηπείρου στα βόρεια.

[8] Το Λέπρεο ήταν μια ισχυρή πόλη στη νότια Ηλεία στη περιοχή της Τριφυλίας, στους πρόποδες του όρους Μίνθη, η οποία κατοικείτο από την προϊστορική εποχή. Ιδρύθηκε από τον ανιψιό του Αυγεία Λεπρέα. 

[9] Οι Μήδοι ήσαν αρχαίος λαός, ο οποίος ήλεγχε τη Περσική Αυτοκρατορία κατά τον 7ο και 6ο αιώνα π.Χ. Πρωτεύουσα των Μήδων ήταν τα Εκβάτανα. Το 550 π.Χ. ο Κύρος ενσωμάτωσε τη Μηδία στη Περσική Αυτοκρατορία.

[10] Οι Βάκτριοι ήσαν νομαδικές φυλές που κατοικούσαν στη Βακτριανή στην Κεντρική Ασία, στη περιοχή του σημερινού Βόρειου Αφγανιστάν και Τουρκεστάν.

[11] Οι Μηδίσαντες ήσαν: Θεσσαλοί, Δόλοπες (Άγραφα), Αινιάνες (περιοχή Σπερχειού), Λοκροί (Φωκίδα-Αιτωλοακαρνανία) πλην Οπουντίων (Αταλάντη), Μάγνητες (Πήλιο-Όσσα), Μαλιείς (Κοιλάδα Σπερχειού), Αχαιοί της Φθιώτιδος, Θηβαίοι και άλλοι Βοιωτοί πλην Θεσπιέων και Πλαταιέων.

[12] Την 18η Ιουν. 1815, στους λόφους νοτίως της κωμοπόλεως Βατερλώ στο Βέλγιο, ο Βρετανός Στρατάρχης Αρθούρος Γουέλσλευ (46 χρονών), μετέπειτα 1ος Δούκας του Ουέλλιγκτον και ο Πρώσσος Στρατάρχης Λέμπερεχτ φον Μπλύχερ, (73 χρ.), νίκησαν μετά από τριήμερη σκληρή μάχη τον σαρανταεξάχρονο Γάλλο Αυτοκράτορα Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Η γαλλική στρατιά αριθμούσε 73.000 άνδρες (50.000 πεζούς, 15.000 ιππείς και 256 πυροβόλα), ενώ οι αντίπαλες δυνάμεις, γνωστές ως 7ος Συνασπισμός, ανέρχονταν σε 118.000 άνδρες (11.000 ιππείς), εκ των οποίων 50.000 Πρώσοι και 31.000 από το Ηνωμένο Βασίλειο, υποστηριζόμενες από 156 κανόνια.

Ο 1ος Δούκας του Ουέλλιγκτον και ο Ναπολέων Βοναπάρτης.

[13] Η Μάχη του Γκέτισμπεργκ (1-3 Ιουλίου 1863), θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες μάχες του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου με τον μεγαλύτερο αριθμό απωλειών. Οι δύο αντίπαλοι αρχηγοί ήταν ο Στρατηγός Τζωρτζ Μιντ (George Meade) των Βορείων με 94.000 στρατιώτες και ο Στρατηγός Ρόμπερτ Λη (Robert  Lee ) των Νοτίων με 72.000. Νικητές της μάχης αναδείχθηκαν οι βόρειοι. Το πεδίο της μάχης κείται 60 χιλιόμετρα βορείως της Ουάσιγκτων.

[14] Ο Αριστείδης (550-468 π.Χ.), επονομαζόμενος και δίκαιος, ήταν υιός του Λυσίμαχου, καταγόμενος από το Δήμο Αλωπεκής της Αττικής. Υπήρξε μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της αρχαίας Αθήνας. Πολέμησε στη Μάχη του Μαραθώνος, τη Ναυμαχία της Σαλαμίνος και τη Μάχη των Πλαταιών. Διακρίθηκε για την φιλοπατρία, την ανδρεία και τις στρατηγικές του ικανότητες, αλλά έμεινε στην ιστορίας για την υποδειγματική τιμιότητα και δικαιοσύνη που επέδειξε καθ’ όλο του το βίο.

[15] Ο Ηγησίστρατος κατάγονταν από την Ηλεία, από το μαντικό γένος των Τελλιαδών. Αιχμαλωτίσθηκε από τους Σπαρτιάτες και έκοψε το πόδι του από τον αστράγαλο προκειμένου να απελευθερωθεί από την αλυσίδα του. Στην συνέχεια έγινε μάντης του Μαρδόνιου.

[16] Η Κάζα είναι ορεινή διάβαση του Κιθαιρώνος που συνδέει τη Βοιωτία με τη Αττική. Από τη Κάζα περνά η παλαιά εθνική οδός Αθηνών-Θήβας.

[17] Ο Γωβρύας ήταν υιός του Δαρείου και αρχηγός των τμημάτων των Μαριανδυνών, των Λυγίων και των Καππαδόκων της Περσικής Στρατιάς. Το Γωβρύας είναι εξελληνισμένο περσικό όνομα που σημαίνει ποιμένας.

[18] Ο Λεωτυχίδας ή Λεωτυχίδης (5ος Αιώνας-469 π.Χ. διετέλεσε βασιλεύς της Σπάρτης από το 491 έως το 469 π.Χ., ως ο 16ος απόγονος από τη δυναστεία των Ευρυποντιδών. Μετά την αποτυχία του, να νικήσει τους Αλευάδες στη Θεσσαλία, θεωρήθηκε ύποπτος προδοσίας, κατέφυγε στην Τεγέα, όπου και πέθανε.

[19] Η Μυκάλη είναι χερσόνησος της δυτικής ακτής της Μικράς Ασίας νοτιοανατολικά της νήσου Σάμου. Ολόκληρη η χερσόνησος καταλαμβάνεται από το ομώνυμο βουνό με μέγιστο υψόμετρο 1.243 μέτρα. Μεταξύ της Σάμου και της χερσονήσου σχηματίζεται πορθμός πλάτους 1600 μέτρων που ονομάζεται πορθμός της Μυκάλης. Στην αρχαιότητα ονομαζόταν και επταστάδιος πορθμός γιατί το πλάτος του αντιστοιχούσε σε επτά στάδια

[20] Η Νίκη ήταν θεά της ελληνικής μυθολογίας και συνοδός του Δία. Ο πατέρας της ήταν ο Πάλλαντας και η μητέρα της η Στύγα, είχε αδέλφια, το Κράτος, το Ζήλο και τη Βία. Στον Παρθενώνα η Αθηνά κρατά στο χέρι της το χρυσό άγαλμα της Νίκης. Το γνωστότερο άγαλμα είναι η Νίκη της Σαμοθράκης που βρίσκεται στο μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι. Οι Ρωμαίοι είχαν αντίστοιχη θεότητα που την ονόμαζαν Βικτώρια (Victoria).

 

ΤΕΛΟΣ