Η τελευταία τηλεοπτική συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα, στον Σκάι, ήταν πολλαπλά αποκαλυπτική: κατ΄αρχάς, ήταν το mea culpa που είπε για την απλή αναλογική. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να δικαιολογήσει την απόλυτη αποτυχία της κίνησής του μέσω της άρνησης των υπολοίπων να δεσμευτούν προεκλογικά ότι θα συνεργάζονταν μαζί του – και μόνον μαζί του – επιχειρώντας να πείσει ότι το μόνο που ενδιέφερε τον ίδιον και τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν η «προοδευτική διακυβέρνηση»
Προφανώς και δεν θα μπορούσε να πιστεύει κάτι τέτοιο – κανένας που διετέλεσε πρωθυπουργός δεν μπορεί να θεωρηθεί αφελής. Άλλωστε, οι προθέσεις του ήταν ξεκάθαρες από την στιγμή που ψήφισε την απλή αναλογική – όπως είναι γνωστό, πρόκειται για το καταφύγιο των ηττημένων, προκειμένου να δυσκολέψουν τη ζωή του νικητή. Άλλωστε, αν πραγματικά πίστευε στη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ δεν θα το αποκαλούσε – στην ίδια συνέντευξη - «συμπληρωματική δύναμη της Δεξιάς», επειδή συνεργάστηκε αναγκαστικά με τη Νέα Δημοκρατία μετά από τις δεύτερες εκλογές του 2012, ώστε να μην οδηγηθεί η χώρα σε τρίτες εκλογές εν μέσω Μνημονίων.
Άραγε στη δική του συγκυβέρνηση με τον Πάνο Καμμένο, οι ΑΝΕΛ ήταν «συμπληρωματική δύναμη» της Αριστεράς; Έτσι το είχε αντιληφθεί; Προφανώς και όχι – απλώς και στις δύο περιπτώσεις δεν λέει την αλήθεια. Το πραγματικό ζήτημα για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν η συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, ούτε πριν, ούτε μετά τις εκλογές. Το ζήτημά του είναι αυτό που επανέλαβε κάμποσες φορές στη συνέντευξη στον Σκάι – ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι «κόμμα εξουσίας».
Τι σημαίνει ωστόσο «κόμμα εξουσίας»; Σημαίνει προφανώς ότι έχουμε να κάνουμε με ένα κομματικό σχηματισμό που άν όχι στις επόμενες, τότε σίγουρα στις μεθεπόμενες εκλογές θα είναι στην κυβέρνηση. Πόσοι το πιστεύουν αυτό για τον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα; Ενδεχομένως ούτε ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας.
Πρέπει να είναι σαφές ότι αυτό που συνέβη με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει προηγούμενο: ποτέ στο παρελθόν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν έχασε εκλογές με τόσο μεγάλη πτώση της δύναμής του. Έχει ξανασυμβεί – το 2000 με το ΠΑΣΟΚ – το κυβερνών κόμμα να αυξάνει τα ποσοστά του σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές, αλλά τότε και η ΝΔ αύξησε κατά πολύ τα δικά της ποσοστά και έχασε για μερικές χιλιάδες ψήφους.
Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ καταβαραθρώθηκε σε αυτές τις εκλογές – και ανεξαρτήτως αποτελέσματος στις 25 Ιουνίου, για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ‘80, η αξιωματική αντιπολίτευση θα είναι τόσο αδύναμη, κοινοβουλευτικά και πολιτικά. Και αυτό θα συμβεί διότι πολύ απλά ελάχιστοι θα την βλέπουν πλέον ως ένα κόμμα εξουσίας.
Στον ΣΥΡΙΖΑ διάβασαν λάθος το αποτέλεσμα των εκλογών του 2019: Θεώρησαν ότι το comeback που έκαναν μετά από τις ευρωεκλογές ήταν η απόδειξη ότι είχαν ριζώσει ως κόμμα εξουσίας – ότι είχαν αντικαταστήσει οριστικά το ΠΑΣΟΚ στο ρόλο του μονομάχου του δικομματισμού και έτσι δεν μπήκαν στον κόπο να αλλάξουν το παραμικρό στο κόμμα τους, θεωρώντας ότι νομοτελειακά θα κέρδιζαν τις επόμενες εκλογές.
Μια λιγότερο αλαζονική ανάγνωση θα τους έδειχνε ότι το 31,5% που πήραν σε εκείνες τις κάλπες δεν οφειλόταν σε αυτό, αλλά στο «αντιμητσοτακικό» σύνδρομο που είχαν οι παλιότεροι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ οι οποίοι είχαν περάσει στην όχθη του ΣΥΡΙΖΑ. Τέσσερα χρόνια μετά – ακόμα και με τα μεγάλα λάθη που έγιναν επί της διεκυβέρνησής του – ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατάφερε να εξαλείψει αυτό το σύνδρομο και ο ΣΥΡΙΖΑ κρίθηκε ετεροχρονισμένα για τα χρόνια της δικής του διακυβέρνησης.
Μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να αλλάξει τα πράγματα; Να κάνει κάτι μαγικό και να δείξει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να επιστρέψει; Στην πολιτική ισχύει προφανώς «ποτέ μη λες ποτέ», αλλά συνήθως το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου