Το ΠΡΩΤΟ σου χρέος εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το ΔΕΥΤΕΡΟ, να φωτίσεις την ορμή και να συνεχίσεις το έργο τους. Το ΤΡΙΤΟ σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο σου τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει. Νίκος Καζαντζάκης «ΑΣΚΗΤΙΚΗ».

ΑΛΛΑΞΤΕ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΦΘΑΡΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΥΕΤΗ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΧΟΥΝ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΤΡΟΠΟΥΣ ΠΛΟΥΤΙΣΕΙ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ ΕΙΤΕ ΑΥΤΟΙ ΛΕΓΟΝΤΑΙ ΝΟΜΑΡΧΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΑΡΧΕΣ ΔΗΜΑΡΧΟΙ Η ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ ΑΛΛΟ.
ΤΕΡΜΑ ΣΤΑ ΤΕΡΠΙΤΙΑ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΤΟ ΠΑΙΖΟΥΝ ΑΝΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΤΟΙ ΚΑΙ ΑΛΑΖΟΝΙΚΟΙ ΚΕΝΟΔΟΞΟΙ ΚΑΙΣΑΡΙΣΚΟΙ ΚΑΙ ΥΠΟΣΧΟΝΤΑΙ ΠΡΟΟΔΟ ΕΝΩ ΤΟΣΕΣ ΤΕΤΡΑΕΤΙΕΣ ΕΦΕΡΑΝ ΚΥΡΙΩΣ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΜΟΝΟ ΣΤΗΝ ΤΣΕΠΗ ΤΟΥΣ.

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2011

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΑ ΤΟΥ ’21 ΚΑΙ Ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο Ε΄

Του πολίτη Π. Λ. Παπαγαρυφάλλου
(Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών)




ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Επειδή κατά καιρούς διαβάζουμε και ακούμε πολλά και αντικρουόμενα ως προς τη συμβολή της Ελληνικής Εκκλησίας στην Εθνεγερσία του ’21 και το ρόλο του απαγχονισθέντος Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄ σ’ αυτή, θα επιχειρήσω να αναδιπλώσω μερικές σκέψεις και γεγονότα ιστορικά, αρχίζοντας από τη διάλεξη του τότε Μητροπολίτου Χριστοδούλου, την οποία έδωσε στο Πολεμικό Μουσείο στις 9 Μαρτίου 1998. Είναι καιρός και οι μεν και οι δε να δραπετεύσουμε από τα ιδεολογικοπολιτικά μας καλούπια και τις εμμονές κομματικές και πολιτικές σκοπιμότητες και να αντικρίσουμε την ιστορία με όση το δυνατόν αντικειμενικότητα.      Ο φανατισμός και ο δογματισμός, τόνιζε πριν από μισό αιώνα ο Άγγλος φιλόσοφος Μ. Ράσελ (1872 – 1970), έκαναν μεγάλο κακό στην ανθρωπότητα. Έλεγε:
«Ο δογματισμός είναι εχθρός της ειρήνης και ανυπέρβλητο εμπόδιο για την δημοκρατία. Στις μέρες μας όσο τουλάχιστον και σε περασμένες εποχές, είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο, από πνευματική άποψη για την ανθρώπινη ευωχία … όσο οι άνθρωποι δεν θα έχουν μάθει να είναι επιφυλακτικοί στη γνώμη τους, εφ’ όσον λείπουν οι αποδείξεις, θα εξακολουθούν να παρασύρονται από υπερβέβαιους προφήτες και το πιθανότερο είναι ότι οι ηγέτες τους θα είναι αδαείς φανατικοί ή ανέντιμοι τσαρλατάνοι… Εκείνο ακριβώς που πρέπει να εξαλείψει η φιλοσοφία είναι η βεβαιότητα, η βεβαιότητα είτε της γνώσης, είτε της άγνοιας. Η γνώση δεν είναι κάτι το τόσο καθορισμένο όσο νομίζεται. Αντί να λέμε «ξέρω αυτό», πρέπει να λέμε «ξέρω λίγο – πολύ κάτι που είναι λίγο – πολύ σαν αυτό».
Θα κάνω εδώ μια ιστορική παρένθεση για να σημειώσω ότι ο δικός μας φιλόσοφος, ο μέγας Σωκράτης, το είπε αυτό σαφέστερα: «Εν οίδα ότι ουδέν οίδα».
Συνεχίζοντας ο Ράσελ μας λέει:
«Τα περισσότερα απ’ τα μεγάλα δεινά που έχει επιβάλει ο άνθρωπος στον άνθρωπο, προέρχεται από άτομα απολύτως βέβαια για κάτι που αποδείχθηκε πλάνη. Το να γνωρίζει κανείς την αλήθεια είναι πιο δύσκολο από όσο υποθέτουν οι περισσότεροι άνθρωποι και να ενεργεί με σκληρή αποφασιστικότητα, βέβαιος ότι η αλήθεια είναι μονοπώλιο της παράταξής του, οδηγεί σε συμφορές». (Βλ. το έργο του Αντιδημοφιλή Δοκίμιο, Αθήνα, 1976, σελ. 36-37 και 185).
Αυτά για το άνοιγμα των ματιών και των κονσερβαρισμένων και ταριχευμένων μυαλών.

ΤΟ ΘΕΜΑ ΜΑΣ

Εν αναφορά προς την τεράστια συμβολή της Ορθοδοξίας και της Ελληνικής Εκκλησίας στη διαμόρφωση και τη διάσωση του Ελληνισμού και του Γένους των Ελλήνων, ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, μιλώντας για την «Ορθοδοξία ως όρο επιβίωσης του Ελληνισμού», έλεγε ως Μητροπολίτης Δημητριάδος και τα εξής:
«Ελληνικότητα και Ορθοδοξία ήσαν ανέκαθεν τα ανεκτίμητα αγαθά που εκαλούντο να υπερασπίσουν οι βυζαντινοί και μεταβυζαντινοί Πατέρες μας, με κύριο και φυσικό πρωταγωνιστή κάθε φορά τον ιερό μας Κλήρο. Αυτός ο Κλήρος στάθηκε πάντοτε πρόμαχος της Ελληνοορθοδοξίας και διακινδύνευσεν, υπό την πνοήν της εκκλησιαστικής του ηγεσίας, και αυτήν την ζωήν του χάριν του Γένους μας. … Αυτή η Ορθοδοξία διεμόρφωσε στα χρόνια του Βυζαντίου την ουσιαστική ταυτότητα του λαού μας …»
Συνεχίζοντας, παραθέτει σχετικό απόσπασμα από το έργο του διάσημου Άγγλου βυζαντινολόγου Σ. Ράνσιμαν, ο οποίος γράφει και τα εξής:
«Οι Έλληνες έχουν μια κληρονομιά για την οποία μπορούν να αισθάνονται υπερήφανοι, μια κληρονομιά που δεν πρέπει να χαθεί μέσα στις εναλλασσόμενες υλικές κατακτήσεις. Στους σκοτεινότερους αιώνες της Ελληνικής ιστορίας, η Εκκλησία ήταν εκείνη, η οποία παρ’ όλες τις πολλές δυσκολίες, τις πολλές απογοητεύσεις και αυτές ακόμη τις ταπεινώσεις, μπόρεσε όχι μόνο να προσφέρει πνευματική ανακούφιση, αλλά και να συντηρήσει και διατηρήσει τις παραδόσεις του Ελληνισμού. Οι μοντερνιστές έχουν συχνά υποτιμήσει τον ρόλο της υπογραμμίζοντας το κενό, το χάσμα που υπάρχει μεταξύ του αρχαίου και του χριστιανικού κόσμου. Αλλά το χάσμα δεν ήταν αγεφύρωτο. Οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας διέσωσαν πολλά από τα πιο ωραία που είχε η αρχαία ελληνική σκέψη και το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και τα παρέδωσαν στην Εκκλησία ως αυτή την ημέρα. Ο Εθνικισμός μπορεί να γίνει κακό πράγμα Όμως ένα αίσθημα εθνικής ταυτότητος που να μη βασίζεται σε φιλόδοξο σωβινισμό αλλά σε μια μακριά παράδοση πολιτιστικών αξιών είναι ζήτημα για νόμιμη καύχηση και περηφάνια».
Τελειώνοντας σ’ αυτή την τεκμηριωμένη ομιλία του, ο Μητροπολίτης Δημητριάδος κατέληγε:
«Καλούμεθα να ανακαλύψουμε την Ορθοδοξία, να ζήσωμε την εκκλησιαστική ζωή. Η Εκκλησία είναι η συνισταμένη όλων των επιμέρους στοιχείων της εθνικής μας αυτογνωσίας. Μέσα στην Εκκλησία διασώζεται αμόλυντη η γλώσσα μας, εκεί αναδεικνύεται ζωντανή η ιστορία μας. Στην Εκκλησία η οικογένεια στερεώνεται, η παράδοση καλλιεργείται, το ήθος κρατύνεται, η έννοια της πατρίδος επιβιώνει. Εκκλησία και Ορθοδοξία περιχωρούν όλο το Γένος. Όποιος έχει την Εκκλησία κρατά το Έθνος όλο. Γι’ αυτό είναι ανάγκη να στραφούμε προς την Εκκλησία πρωτίστως. Ύστερα θα έρθουν όλα τα άλλα. Αν μείνουμε ανερμάτιστοι θα χαθούμε …»
Εν κατακλείδι, καταφεύγει και πάλι στην Ιστορία και επικαλούμενος τη Σεπτεμβριανή Επανάσταση του 1843 του θρυλικού Μακρυγιάννη, παρατάσσει ετούτο το απόσπασμα από τα «Απομνημονεύματα»:
«Κύριε Παντοδύναμε, Εσύ Κύριε θα σώσεις αυτό το αθώο Έθνος. … Ελέησέ μας, φώτισέ μας, ένωσέ μας και κίνησέ μας εναντίον του δόλου και της απάτης της συστηματικής τυραγνίας της πατρίδος και θρησκείας». (Βλ. το πλήρες κείμενο αυτής της ομιλίας, που έγινε στις 9 Μαρτίου 1998 και δημοσιεύτηκε στο διμηνιαίο περιοδικό «Εθνικές Επάλξεις» τεύχος Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2008, σελ 21).
Είναι προφανές ότι ο μετέπειτα προκαθήμενος της Ελληνικής Εκκλησίας υπεράσπισε με θερμουργό πνοή και το ρόλο της στην ιστορία του Γένους και στη συμβολή της στη διατήρηση της Εθνικής μας παραδόσεως.
Ανεξαρτήτως του γεγονότος το κατά πόσο αποδέχεται κανείς αυτές τις απόψεις, από ιστορική και θρησκευτική σκοπιά, είναι αναμφισβήτητο ότι η Εκκλησία και η Ορθοδοξία συνετέλεσαν σημαντικά στην αντοχή του Γένους των Ελλήνων μέσα από τις αέναες περιπέτειές του.
Είναι επίσης ιστορικά αναμφισβήτητο ότι αυτός ο ιστορικός ρόλος της Εκκλησίας πραγματώθηκε μέσα από τις παλιμβουλίες, ανακολουθίες και κάθε λογής υποκρισίες και κακίες των αυτοαποκαλούμενων πιστών, των οποίων, πολλές φορές, η κοινωνική, ατομική, και πολιτική συμπεριφορά, δεν έχει καμμία απολύτως σχέση με τη χριστιανική ηθική και τη χριστιανική διδασκαλία. (Όσον αφορά τον γράφοντα αυτά τα ζητήματα τα έθιξε σ’ ένα κείμενό του το οποίο είχε τον τίτλο: «Από την σκοπιά ενός μη καλού Χριστιανού», στο εβδομαδιαίο περιοδικό «Πολιτικά Θέματα», της 24 – 12 – 1993).
Επειδή όμως η ιστορική αλήθεια δεν πρέπει να τεμαχίζεται, να αποσιωπάται και να εξωραΐζεται, παραθέτω ετούτο το ιστορικό ντοκουμέντο το οποίο σχετίζεται με την συμπεριφορά του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄ στην υπόθεση της Εθνεγερσίας του 1821. Πρόκειται για μια ιδιόγραφη ανέκδοτη επιστολή του, με ημερομηνία 13 Μαρτίου 1821, η οποία απευθύνθηκε προς τον Π. Πατρών Γερμανό και στρεφόταν κατά των επαναστατών. Αυτή η επιστολή δημοσιεύτηκε αυτούσια στην εφ. «Η ΑΥΓΗ», στις 25 Μαρτίου 2008 και την έφερε στο φως ο ερευνητής Β. Κρεμμύδας. Μεταξύ των άλλων η αντεπαναστατική αυτή επιστολή γράφει:
«… ο κατάρατος της μπογδανίας ηγεμών μιαρώς συμφωνήσας μετά του φυγάδος αλεξάνδρου υψηλάντη και τινας άλλους εκεί ο ομοιοκακοήθης με το πρόσχημα της ελευθερίας εκήρυξαν αποστασίαν φανεράν κατά του βασιλείου του κράτους … είναι ανάγκη, άμα λαβή της παρούσης η ιερότης σου, να απέλθης εις τριπολιτζάν και συγκαλεσάμενος όλους τους αρχιερείς της Πελοποννήσου να υπογράψετε κοινήν αναφοράν ολοσφράγιστην, δηλωτικήν της κοινής αυτόθι ησυχίας και σιδηράς ευπειθείας εις το βασίλειον κράτος, και να την προφθάσης εις χείρας μας, δια να εμφανισθή εις το κραταιόν δοβλέτι προς παράστασιν της των ομογενών αθωότητος … πόσον αναγκαία είναι η πράξις και σωτηριώδης γνωρίζης εκ των ολίγων, εν δε ταις αναφοραίς ανάγκη να γίνεται παράκλησις εκ μέρους της Πελοποννήσου, δια να εμφανισθούν και εις αυτό το βασίλειον κράτος». (Η ιδιόγραφη αυτή επιστολή του Γρηγορίου του Ε΄ φέρεται καταχωρημένη στα Γενικά Αρχεία του Κράτους – Αρχεία γιάννη βλαχογιάννη – Αρχείον Ρήγα Παλαμίδη – Επαναστατικά 1820 – 1821, Φ. 250 έγγραφο 4).
Πρόκειται για ένα αναμφισβήτητο ιστορικό ντοκουμέντο, όσο μπορεί στην ιστορία να θεωρείται κάτι αναμφισβήτητο, από το οποίο προκύπτει η αντίθεση του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄ προς την Εθνεγερσία. Αυτό όμως το γεγονός δεν αναιρεί την τεράστια συμβολή του Ελληνικού Κλήρου στην υπόθεση της Εθνικής μας παλιγγενεσίας αλλά ούτε και του συντάκτου της επιστολής, ο οποίος όμως απαγχονίστηκε από τους Τούρκους με την έναρξη της Επαναστάσεως.
Πρόκειται για ένα ιστορικό γεγονός το οποίο, αυτό και μόνο αναδεικνύει τον πατριωτικό ρόλο του κατά την Επανάσταση, για την οποία μάλιστα, τέσσερις μήνες πριν από την εν λόγω επιστολή, και συγκεκριμένα στις 20 Οκτωβρίου 1820 «την 5ην από πρωΐας προήδρευσεν ειδικής συσκέψεως, εις την οποίαν μετέσχον, κληθέντες εις το Πατριαρχείον εκ της οικίας ο Π. Σέκερης, ο Χατζή Γιάννης Μέξης, ο Χατζή Δημητράκης Μαλοκίνης, ο Ηλίας Θερμισιώτης και ο Γεώργιος Πάνου» (Βλ. Μελετόπουλος Ι.: «Το ναυτικό του ’21 – Λεύκωμα εκδοθέν από την Τράπεζα Πίστεως», Αθήναι, 1971, σελ. 14-16 και Ε. Πρωτοψάλτη: «Η Φιλική Εταιρεία» εκδ. Ακαδημίας Αθηνών, Αθήναι, 1964, σελ. 46).
Συνεπώς ο Πατριάρχης προήδρευσε «συνωμοτικής» συσκέψεως στο Πατριαρχείο κάτω από τη μύτη των Τούρκων, μέσα στο ίδιο το Πατριαρχείο και προφανώς οι Τούρκοι γνώριζαν και τις κινήσεις του και τα πατριωτικά του αισθήματα και γι’ αυτό ακριβώς το λόγο τον κρέμασαν λίγο μετά την αποστολή αυτής της επιστολής, την οποία προφανώς συνέταξε για να αποενοχοποιήσει την δράση του στα μάτια των Τούρκων. Ο βάσιμος αυτός ισχυρισμός ενισχύεται πολύ περισσότερο από το αναμφισβήτητο ιστορικό γεγονός ότι «η επί του πτώματός του εναποτεθείσα θανατική απόφασις έλεγεν ότι: «ο Γρηγόριος ην κατά πάσαν πιθανότητα κρύφιος συνωμότης, ότι η Πύλη εκ πολλών αιτίων θεωρεί εαυτήν πεπεισμένην περί της εις την συνωμοσίαν μετοχής αυτού και ότι πατρίς αυτού ην η Πελοπόννησος, όπου εξερράγη η επανάστασις».
Όμως, παρά ταύτα, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι «ως προς την συμμετοχήν του Πατριάρχου εις τα της Φιλικής Εταιρείας υφίσταται διαφωνία των ιστορικών συγγραφέων», όπως σημειώνει ο γράφων (Βλ. Π. Παπαγαρυφάλλου: «Το πνεύμα της συνεργασίας εις τον οικονομικόν τομέα εν Ελλάδι κατά τας παραμονάς της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821. Συμβολή του πνεύματος αυτού εις την επιτυχίαν του Αγώνος. Προσπάθειαι και πηγαίαι εφαρμογαί συνεταιριστικής οργανώσεως του νόμου 602/1915 περί συνεταιρισμών». Πρόκειται για ιστορική έρευνα, η οποία τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών με χρηματικό έπαθλο, σε σχετικό μυστικό διαγωνισμό, και εκδόθηκε αργότερα με τον τίτλο: «Η διάρθρωση της Αγροτικής Οικονομίας και των θαλάσσιων μεταφορών στην Ελλάδα πριν και μετά την Επανάσταση του ’21», Αθήναι, 1977, σελ. 226 και 124 και τις σχετικές βιβλιογραφικές αναφορές).
Η φρικαλέα πράξις του απαγχονισμού του Πατριάρχου προκάλεσε οργήν και σ’ αυτόν ακόμη τον δεδηλωμένο εχθρό της Ελληνικής Επαναστάσεως, τον διαβόητον αρχικαγγελάριο της Αυστρίας, τον Μέττερνιχ, ο οποίος την αποδοκίμασε λέγοντας: «Η Πύλη εκλαμβάνει ως δύναμιν, ό,τι αποτελεί απλώς και μόνον προμελετημένην πράξιν τρόμου». (Βλ. Δ. Κόκκινου: «Η Ελληνική Επανάστασις», εκδ. 5η τόμος Α΄, σελ. 271, Αθήναι, 1966 – 1967).
Αυτή την πράξη τρόμου θα την αναδείξουν δύο ξένοι ιστορικοί με ετούτα τα λόγια. Γ. Γερβίνος: «Η αποτρόπαιος αυτή πράξις ήνοιξε την πρώτην μεγάλην δίοδον εις την απελευθέρωσιν της Ελλάδος … έδωκεν εις τον αγώνα χαρακτήρα καταστρεπτικού θρησκευτικού πολέμου… διήγειρε την συμπάθειαν σύμπαντος του χριστιανικού κόσμου υπέρ του δυστυχούς Έθνους των Ελλήνων» (Βλ. Γ. Γερβίνου: «Ιστορία της Επαναστάσεως και αναγεννήσεως της Ελλάδος», τομ. Α΄ σελ. 225, Αθήναι, 1864).
Στο ίδιο μήκος κύματος με τον πιο πάνω Γερμανό Ιστορικό, κινείται και ο Άγγλος Μένδελσων, γράφοντας: «Αίσχος τη αληθεία, δια όλον τον χριστιανικόν κόσμον» (Βλ. έργο του: «Ιστορία της Ελλάδος από το 1453», τόμ. Α΄, σελ. 243, Αθήναι, 1873).
Καταλήγοντας ως προς αυτό το αμφισβητούμενο ιστορικό ζήτημα, το οποίο για τον γράφοντα λειτουργεί θετικά ως προς την θετική συμβολή του Γρηγορίου του Ε΄ στην υπόθεση της Εθνεγερσίας, είναι αναμφισβήτητο ιστορικό γεγονός ότι το αίμα του πότισε το δένδρο της εθνικής μας ανεξαρτησίας. Από την άποψη αυτή η δικαία ιστορική κρίση απαιτεί σεβασμό στον ιεράρχη και στη μνήμη του, ανεξάρτητα από τις συμπάθειες ή αντιπάθειες που έχει κανείς έναντι του κλήρου και της θρησκείας. Άλλο η ιστορία και εντελώς άλλο τα βοώντα γεγονότα, τα οποία δεν μπορούν να υποταχθούν στα αισθήματα. Όταν για λόγους στρεβλής πολιτικής σκοπιμότητας αποπειράσαι να μειώσεις την μεγάλη συμβολή της Ελληνικής Εκκλησίας στην Εθνεγερσία, δεν κάνεις τίποτα άλλο από το να επιχειρείς την παραχάραξη της ιστορίας και η παραχάραξη αυτή όχι μόνο δεν αποτελεί κανένα είδους προοδευτισμό αλλά αντίθετα συνιστά κοινωνική και πολιτική οπισθοδρόμηση.
Κανένας είδους προοδευτισμός δεν στηρίζεται στο ψεύδος και καμμία αληθινή επανάσταση δεν στηρίχθηκε σ’ αυτό και δεν οικοδόμησε έχοντας ως βάση αυτό. Για του λόγου το αληθές, και ως προς τον ρόλο του κλήρου της Ελλάδος στο θρυλικό ’21, αντιγράφω ετούτα που έγραφα εδώ και τριάντα πέντε χρόνια:
«Η Ελληνική Εκκλησία περιέζωσε δια πνευματικών θεσμών τους υποδούλους Χριστιανούς και επέχυσε παρηγορίαν εις τα καθημερινά δεινά των υποδούλων των οποίων η ζωή εξηρτάτο εις τις απολύτου αυθαιρεσίες του κατακτητού. Η Εκκλησία ενισχύσασα τον πατριωτισμόν απετέλει την συνεκτικήν δύναμιν, δια της οποίας επεριφρουρείτο η εθνική ενότης των ομοθρήσκων χριστιανών, ενώ ο κατώτερος κλήρος ευρισκόμενος εν αμέσω επαφή προς τους υποδούλους χριστιανούς υπέθαλψεν «κατ’ αρχάς, ήρεμα και κρύφα το πνεύμα της αντιστάσεως και του καθεστηκώτος, μέχρις ότου εκκαή εις λάμπουσαν φλόγα». Ο ανώτερος κλήρος ήτο ψυχικώς και πνευματικώς στρατευμένος εις την υπόθεσιν της απελευθερώσεως του Γένους. Πλείστοι όσοι αρχιερείς προ του φρικτού απαγχονισμού του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄ είχον ήδη εύρει μαρτυρικόν θάνατον από την απαίσιαν λόγχην υου κατακτητού … Η ένθερμος ροπή του κλήρου προς την απελευθέρωσιν του Γένους, εξεδηλώθη πιο έντονος από της συστάσεως της Φιλικής Εταιρεία, την οποίαν ούτοι σχεδόν εξ’ ολοκλήρου επλαισίωσαν.
Σχετικώς ο Φωτάκος γράφει: «… εις το Μέγα Σπήλαιον όπου όλοι οι πατέρες του μοναστηριού ήσαν κατηχησμένοι και εξαπλώθηκαν παντού εις όλην την Πελοπόννησον δια να διασώσουν τα της Εταιρείας …»
Και διά την διατήρησιν αυτής της ενθέου φλογός «οι αρχιερείς εσυγχωρούσαν εις τους ιερείς να διαβάζουν εις τας εκκλησίας παρακλήσεις νύκτα και ημέραν προς τον Θεόν, δια να ενισχύση τους Έλληνας εις τον μέλλοντα αγώνα. Και εις τους πνευματικούς δε και εις τους άλλους κληρικούς εσυγχώρησαν να παρακινούν κατά την εξομολόγησίν των τους Έλληνας εις την Επανάστασιν και να την θεωρούν ως συγχωρημένην θρησκευτικώς. Εν κατακλείδι δέον να υπογραμμίσωμεν ότι η Εκκλησία δι’ όλης της δράσεώς της υπήρξεν σημαντικός παράγων εις την επιτυχίαν της Ελληνικής Επαναστάσεως, δεδομένου ότι: «Δεν πρέπει να λησμονήσει κανείς ότι δια της του κλήρου συμμετοχής έλαβεν η του ’21 Επανάστασις τον σπουδαίον αυτής θρησκευτικόν χαρακτήρα … και ότι Ιερεύς, πρώτος ύψωσεν εν Πάτραις την σημαίαν της ανεγέρσεως, ότι ιερείς πρώτοι πάντων υπέφεραν και επολέμησαν». (Βλ. την ως άνω ιστορική μου έρευνα σελ. 107 – 108, η οποία στηρίζεται σε 2.500 βιβλιογραφικές παραπομπές και αποτελείται από 630 σελίδες μεγάλου σχήματος. Οι πιο πάνω διαπιστώσεις αναφέρονται σε πλήθος βιβλιογραφικών πηγών. Αναφέρω ενδεικτικά: Κ. Μένδελσων, οπ.π σελ. 13-14, Κ. Αμάντου: «Σχέσεις Ελλήνων και Τούρκων μέχρι το 1821, τόμ. Α΄, σελ. 188, Αθήναι, 1955, Ε. Κυριακίδου: «Ιστορία του σύγχρονου Ελληνισμού», τόμ. Α΄, Αθήναι, 1892, σελ. 74 και  ιδίου: «Περί των μαρτυρησάντων Αρχιερέων μέχρι της εκρήξεως της Επαναστάσεως», Φωτάκου: «Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως», Αθήναι, 1858, σελ. 6 και 7)
Συνελόντι ειπείν, όπως θα λέγαμε και στην ξεχασμένη ελληνική γλώσσα , σύσσωμη η ιστοριογραφία, σχεδόν, αναγνωρίζει την καθοριστική συμβολή της Εκκλησίας στον Αγώνα του ’21.
Καλό θα ήταν οι … πούροι προοδευτικοί να διαβάσουν και λίγη ιστορία πριν προβούν σε ανιστόρητες γραφές και λαλιές. Άλλο η Ιστορία και εντελώς άλλο τα προσωπικά μας αισθήματα για τη θρησκεία και τον κλήρο.                                     
       
       



1 σχόλιο:

  1. Αν και ο τίτλος υπερβαίνει το περιεχόμενο, το κείμενο αυτό έχει ακριβή επιχειρήματα. Νομίζω υπάρχουν και περισσότερα, που δείχνουν ηγετικό ρόλο του Πατριάρχη στη μυστική εταιρία που ετοίμασε και κήρυξε την Επανάσταση.
    Το ότι δεν έχουμε συμφωνήσει για το 1821 δεν είναι προφανώς άσχετο με τις μεγάλες τραγωδίες που περάσαμε (και με τη σημερινή που περνάμε) επί δυο αιώνες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή