Από τη δεκαετία του 1990 η επέμβαση των Αμερικανών στο Ιράκ συνέβαλε στην προστασία του ιρακινού Κουρδιστάν, στην ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά και στην ισχυροποίηση των κουρδικών δυνάμεων (Πεσμεργκά). Ταυτόχρονα, οι εντάσεις μεταξύ των Ιρακινών Κούρδων και της κεντρικής κυβέρνησης της Βαγδάτης περιέπλεξαν περαιτέρω την κατάσταση και καθυστέρησαν τη σταθεροποίηση της χώρας.
Από την αμερικανοβρετανική εισβολή (2003) και εντεύθεν οι
διαδοχικές διοικήσεις των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στο Ιράκ επιδίωξαν, μέσω της διπλωματικής οδού, να μειώσουν την πιθανότητα σύγκρουσης μεταξύ των Κούρδων και των υπόλοιπων Ιρακινών (σουνιτών και σιιτών), με μεικτά αποτελέσματα.
Πιο πρόσφατα, οι σχέσεις συνεργασίας των Ηνωμένων Πολιτειών τόσο με τους Ιρακινούς Κούρδους όσο και με την κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης επικεντρώθηκαν στην προσπάθεια καταπολέμησης του Ισλαμικού Κράτους. Ωστόσο, στην παρούσα φάση, η Ουάσιγκτον προβληματίζεται σχετικά με τη στάση που θα πρέπει να τηρήσει από τούδε και στο εξής με τις εν λόγω εθνο-θρησκευτικές ιρακινές κοινότητες.
«Αναφαίρετο δικαίωμα»
Ως γνωστόν, οι Ιρακινοί Κούρδοι επιδιώκουν την ανεξαρτησία τους, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους Ιρακινούς, ενώ οι γειτονικές χώρες παρακολουθούν προσεκτικά τόσο τις εξελίξεις εντός της ιρακινής επικράτειας όσο και τις προσδοκίες των δικών τους Κούρδων πολιτών.
Στις 7 Ιουνίου 2017 ο πρόεδρος της Κουρδικής Περιφερειακής Κυβέρνησης (Kurdistan Regional Government - KRG) Μασούντ Μπαρζανί ανακοίνωσε ότι στην KRG θα διεξαχθεί επίσημο συμβουλευτικό δημοψήφισμα1 για την ανεξαρτησία της από το Ιράκ στις 25 Σεπτεμβρίου.
Το ερώτημα του δημοψηφίσματος («Θέλετε η KRG και οι (σ.σ.: αμφισβητούμενες) κουρδικές περιοχές εκτός της KRG να γίνουν ένα ανεξάρτητο κράτος;») θα τίθεται στους ψηφοφόρους τόσο της Κουρδικής Περιφερειακής Κυβέρνησης όσο και των περιοχών που ελέγχονται από τις κουρδικές δυνάμεις.
Αυτές οι περιοχές, όπως η πόλη του Κιρκούκ και τομείς της επαρχίας Νινευή, όπου κατοικούν διάφορες εθνο-θρησκευτικές μειονότητες, ελέγχονται από τις κουρδικές δυνάμεις από το 2014 και συνιστούν αντικείμενο εδαφικής διαμάχης μεταξύ της Ερμπίλ και της κυβέρνησης της Βαγδάτης. Να τονίσουμε ότι τον Ιανουάριο του 2005, σε ανεπίσημο κουρδικό δημοψήφισμα, περισσότεροι από 1,9 εκατ. ψηφοφόροι (98% των συμμετεχόντων) τάχθηκαν υπέρ της ανεξαρτησίας του ιρακινού Κουρδιστάν.
Ο πρωθυπουργός του Ιράκ Χαϊντέρ Αλ Αμπάντι αφενός χαρακτήρισε το δημοψήφισμα αντισυνταγματικό και ζήτησε την αναβολή του ή την ακύρωσή του, αφετέρου πρότεινε την επίλυση των διαφορών μεταξύ των δύο πλευρών μέσω του διαλόγου. Μάλιστα περιέγραψε την πρόσφατη στρατιωτική συνεργασία κατά του Ισλαμικού Κράτους ως τη βάση για την έναρξη μιας νέας σχέσης διμερούς συνεργασίας και δήλωσε ότι «η ιρακινή κυβέρνηση είναι ανοιχτή και πρόθυμη να συζητήσει όλα τα θέματα με τους Κούρδους».
Από κουρδικής πλευράς, ο πρόεδρος Μπαρζανί και άλλοι Κούρδοι αξιωματούχοι χαρακτηρίζουν το δημοψήφισμα «αναφαίρετο δικαίωμα του κουρδικού λαού στην αναζήτηση της αυτοδιάθεσης». Υποστηρίζουν, δε, ότι η δυσλειτουργία, ο εξτρεμισμός και η βία στο Ιράκ απειλούν τα κουρδικά συμφέροντα και ότι δεν έχουν γίνει σεβαστές οι ρυθμίσεις για την επίλυση των διμερών διαφορών στο ιρακινό σύνταγμα του 2005, ιδιαίτερα όσον αφορά τα αμφισβητούμενα εδάφη, τους ενεργειακούς πόρους και τα φορολογικά θέματα.
Μέχρι στιγμής οι συζητήσεις μεταξύ των ηγετών και των αξιωματούχων των δύο πλευρών έχουν προκαλέσει αύξηση της έντασης, όχι τόσο λόγω της πρόθεσης των Κούρδων για ανεξαρτησία αλλά κυρίως εξαιτίας της απόφασής τους να συμπεριλάβουν το πλούσιο σε υδρογονάνθρακες Κιρκούκ και τα αμφισβητούμενα εδάφη στο δημοψήφισμα της 25ης Σεπτεμβρίου.
«Όχι» από τις ΗΠΑ
Πέραν αυτών, η προετοιμασία για τις εθνικές εκλογές του 2018 στο Ιράκ, καθώς και τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2017 στην Κουρδική Περιφερειακή Κυβέρνηση, έχει προκαλέσει αύξηση των προεκλογικών δεσμεύσεων σχετικά με το δημοψήφισμα από τους πολιτικούς ηγέτες όλων των πλευρών.
Για παράδειγμα, στην κουρδική πλευρά το δημοψήφισμα παραμένει άρρηκτα συνδεδεμένο με τις ενδοκουρδικές διαμάχες σχετικά με τη νομιμότητα του προέδρου Μπαρζανί, του οποίου η θητεία έληξε πριν από δύο χρόνια2, αλλά και με μια σειρά άλλες οικονομικές και πολιτικές διαφορές. Στη Βαγδάτη ο πρωθυπουργός Αμπάντι αντιμετωπίζει επίσης πολιτικές προκλήσεις από εκείνους που υποστηρίζουν και αναζητούν μια πιο σκληρή απάντηση στα κουρδικά σχέδια.
Σε αντάλλαγμα μιας πιθανής αναβολής, οι Κούρδοι ηγέτες ζητούν εγγυήσεις όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα και την αποδοχή ενός μελλοντικού δημοψηφίσματος ή και διαβεβαιώσεις για την προθυμία της Βαγδάτης να διαπραγματευτεί υπό διεθνή αιγίδα τα εκκρεμή εδαφικά και φορολογικά ζητήματα.
Πάντως ο Μπαρζανί επέμεινε ότι το δημοψήφισμα θα διεξαχθεί όπως είχε προγραμματιστεί και δήλωσε ότι «η απόφαση αναβολής του δημοψηφίσματος δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα οποιουδήποτε ατόμου ή πολιτικού κόμματος, αλλά πρέπει να είναι μια συλλογική απόφαση που λαμβάνεται από τον λαό της Κουρδικής Περιφερειακής Κυβέρνησης».
Από αμερικανικής πλευράς, ο υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον και ο υπουργός Άμυνας Τζέιμς Μάτις πραγματοποίησαν απευθείας συνομιλίες με τον πρωθυπουργό Αμπάντι και τον πρόεδρο Μπαρζανί σχετικά με το θέμα και δήλωσαν ότι «η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών αντιτίθεται στη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος».
Επιπρόσθετα, στις 14 Σεπτεμβρίου 2017, μεικτή αντιπροσωπεία Αμερικανών, Βρετανών και αξιωματούχων του ΟΗΕ συναντήθηκε με τον Μπαρζανί προκειμένου να παρουσιάσει μια εναλλακτική λύση στο δημοψήφισμα, για την οποία ο Κούρδος ηγέτης δήλωσε ότι «η κουρδική πλευρά θα τη μελετήσει και θα απαντήσει».
Παρά την αντίθεση της Ουάσιγκτον για το επικείμενο δημοψήφισμα, οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις συνεχίζουν να συνεργάζονται με τις δυνάμεις των Κούρδων Πεσμεργκά κατά του Ισλαμικού Κράτους παρέχοντας όπλα, χρήματα και εκπαίδευση, με την άδεια της εθνικής κυβέρνησης του Ιράκ. Μάλιστα, το 2017, η κυβέρνηση Τραμπ προγραμμάτισε την παροχή περαιτέρω τεχνικής βοήθειας προς τους Ιρακινούς Κούρδους και ζήτησε την έγκριση της Βαγδάτης για την πώληση εξοπλισμού που προορίζεται για το πεζικό και το πυροβολικό των Πεσμεργκά.
Ενδοκουρδικές συγκρούσεις
Παρότι το δημοψήφισμα δεν είναι δεσμευτικό (αποφασιστικό), είναι σχεδόν σίγουρο ότι το Ερμπίλ θα επιδιώξει να χρησιμοποιήσει το αποτέλεσμά του προκειμένου να πιέσει τη Βαγδάτη. Θα επιδιώξει να κεφαλαιοποιήσει τα πρόσφατα κέρδη από τον έλεγχο των αμφισβητούμενων περιοχών ενισχύοντας την επιρροή του στο Κιρκούκ και στις πεδιάδες της επαρχίας Νινευή.
Στόχος των Ιρακινών Κούρδων θα είναι να πείσουν τις τοπικές κοινότητες των εν λόγω περιοχών ότι το μέλλον τους θα είναι περισσότερο ελπιδοφόρο με τους Κούρδους παρά με τη σιιτική κυβέρνηση της Βαγδάτης.
Το δημοψήφισμα δεν συνιστά μια αντιπαράθεση μόνο μεταξύ του Ερμπίλ και της Βαγδάτης, αλλά και μια έντονη αντιπαράθεση μεταξύ των κουρδικών φατριών. Η πρώτη αντιπαράθεση αφορά τα πιθανά κέρδη των Κούρδων από το ιρακινό κράτος, ενώ η δεύτερη αφορά τον ανταγωνισμό των κουρδικών φατριών για την εξουσία, τα έσοδα και τους πόρους.
Ο ενδοκουρδικός ανταγωνισμός έχει αυξηθεί από τότε που ξεκίνησε η εκστρατεία εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Το κυρίαρχο Δημοκρατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (KDP) με επικεφαλής τον Μασούντ Μπαρζανί αμφισβητείται από το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), καθώς και από άλλες ιρακινές κουρδικές ομάδες.
Το βασικό ζήτημα μετά το δημοψήφισμα δεν είναι το κατά πόσον μια ψήφος θα μεταβάλει τα επίσημα ιρακινά σύνορα ή το status quo, αλλά μάλλον πώς ο ανταγωνισμός των κουρδικών κομμάτων μπορεί να προκαλέσει ενδοκουρδικές συγκρούσεις.
Διαφαίνεται ότι το δημοψήφισμα δεν θα οδηγήσει σε ανεξαρτησία. Η Κουρδική Περιφερειακή Κυβέρνηση δεν κατάφερε να κερδίσει την επίσημη υποστήριξη, τόσο σε περιφερειακό όσο και σε διεθνές επίπεδο, για το δημοψήφισμα και την απόσχιση του ιρακινού Κουρδιστάν.
Οι κυβερνήσεις των γειτονικών χωρών, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη επιβεβαιώνουν το δικαίωμα των Κούρδων για αυτοδιάθεση και αναγνωρίζουν τους σκληρούς αγώνες των Πεσμεργκά στην καταπολέμηση των τζιχαντιστών του Μπαγκντάντι. Ωστόσο, παραμένουν προσηλωμένοι στην εδαφική ακεραιότητα του Ιράκ. Επομένως το ιρακινό Κουρδιστάν θα παραμείνει χωρίς διέξοδο στη θάλασσα και θα εξαρτηθεί από την «καλή θέληση» της Τουρκίας για τις εξαγωγές του πετρελαίου του. Σύμφωνα με Ιρακινούς αξιωματούχους, περίπου 600.000 βαρέλια πετρελαίου εξάγονται ημερησίως από το ιρακινό Κουρδιστάν προς την Τουρκία3.
Πέραν αυτών, να τονίσουμε ότι το Ερμπίλ εξακολουθεί να αδυνατεί να καταβάλει πλήρως τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και να παράσχει ηλεκτρική ενέργεια στους πληθυσμούς των τριών επαρχιών της περιφέρειας του Κουρδιστάν. Χωρίς βιώσιμη πηγή εσόδων θα είναι δύσκολο να το πράξει για τα επιπλέον 40% αμφισβητούμενα εδάφη και τους περισσότερους από δύο εκατομμύρια κατοίκους στις επαρχίες Νινευή, Κιρκούκ και Ντιγιάλα. Επομένως, υπ’ αυτές τις συνθήκες, θα πρέπει να προβεί σε περισσότερες παραχωρήσεις για να διατηρήσει τον έλεγχο των αμφισβητούμενων εδαφών.
Είναι προφανές ότι η προοπτική σύγκρουσης μεταξύ του Ερμπίλ και της Βαγδάτης ή και η ορατή ενδοκουρδική σύγκρουση εξαιτίας του επικείμενου δημοψηφίσματος εγείρουν αρκετά και κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την ασφάλεια του Ιράκ, την περιφερειακή σταθερότητα, αλλά και τη διαγραφόμενη αποδόμηση του Ισλαμικού Χαλιφάτου.
Σημειώσεις
1. Στο συμβουλευτικό δημοψήφισμα ο λαός εκφράζει τη γνώμη του, η οποία όμως δεν δεσμεύει τις αρχές. Το αρμόδιο όργανο μπορεί να ακολουθήσει τη γνώμη του εκλογικού σώματος ή να μην τη λάβει υπόψη του ή ακόμα και να πράξει αντίθετα.
2. Τον Ιούλιο του 2009, στις πρώτες άμεσες προεδρικές εκλογές στο Ιρακινό Κουρδιστάν, ο Μασούντ Μπαρζανί επανεξελέγη πρόεδρος με ποσοστό 69,9% των ψήφων. Η θητεία του παρατάθηκε για άλλα δύο χρόνια τον Αύγουστο του 2013, με απόφαση του κοινοβουλίου του Κουρδιστάν.
3. Denise Natali, Carnegie Endowment for International Peace, «Iraqi Kurds’ Referendum for Political Relevance», August 07, 2017.
geostrategical@yahoo.gr
http://www.topontiki.gr/article/238552/en-anamoni-toy-koyrdikoy-dimopsifismatos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου