Στις 12 Απριλίου 1204 οι «Χριστιανοί» Σταυροφόροι
της Δ΄ Σταυροφορίας κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη και εγκαθίδρυσαν
Λατίνο Πατριάρχη και Φράγκο αυτοκράτορα. Ο Ελληνισμός διεφύλαξε την
εθνική και πολιτική του ανεξαρτησία μόνο σε τρία κράτη που
δημιουργήθηκαν μετά την άλωση των περισσοτέρων ελληνικών εδαφών από τους
Δυτικούς ηγεμόνες. Η Αυτοκρατορία της Νικαίας, η Αυτοκρατορία της
Τραπεζούντος και το Δεσποτάτο της Ηπείρου υπήρξαν οι τρεις ελεύθερες
εστίες του Ελληνισμού. Από τα τρία αυτά κράτη η Νίκαια είχε την τιμή και
την ευλογία να ελευθερώσει την Κωνσταντινούπολη το 1261.
Στη
Νίκαια της Μικρασιατικής Βιθυνίας οι Λασκαρίδες αυτοκράτορες κατόρθωσαν
να διατηρήσουν άσβεστη τη φλόγα της Ορθόδοξης Πίστης και της Ελληνικής
Ιδέας. Δεν λησμόνησαν ούτε προς στιγμήν την υποχρέωσή τους να απελευθερώσουν την κατακτημένη πρωτεύουσα του Γένους. Αγωνίσθηκαν στρατιωτικά εναντίον Δυτικών Σταυροφόρων και Τούρκων. Στον πνευματικό τομέα επιδίωξαν την αναγέννηση των ελληνικών γραμμάτων και την στενότερη σύνδεση της παιδείας με την ελληνική αρχαιότητα.
Μετά την παραίτηση του Πατριάρχου Ιωάννου Ι΄ Καματηρού οι Αρχιερείς συνήλθν στη Νίκαια και εξέλεξαν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως τον Μιχαήλ Αυτωρειανό (1207- 1213), ο οποίος έστεψε βασιλέα τον Θεόδωρο Α΄Λάσκαρι (1204- 1222). Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και ιστορικός Χρυσόστομος Παπαδόπουλος παρατηρεί: «Οι Ορθόδοξοι Πατριάρχες Αντιοχείας και Ιεροσολύμων και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου στη Νίκαια κατέφευγαν, οι καταδιωκόμενοι Ορθόδοξοι λαοί από εκεί ζητούσαν και ελάμβαναν όση βοήθεια ήταν δυνατή». (1)
Η αναγέννηση της Ελληνικής Ιδέας και του ελληνικού πολιτισμού κατέστη πρώτιστος στόχος των Αυτοκρατόρων της Νικαίας, κυρίως του Ιωάννου Βατάτζη (1222- 1254) και του υιού του Θεοδώρου Β΄Λασκάρεως (1254- 1258). Τότε γίνεται φανερό ότι οι όροι Έλλην και Ελληνισμός έπαυσαν πλέον να ταυτίζονται με την αρχαία θρησκεία και χρησιμοποιούνται ευρύτατα για να προσδιορίσουν την παιδεία, τον πολιτισμό, αλλά και το Γένος.
Στη Νίκαια είχαν καταφύγει μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από του Σταυροφόρους οι περισσότεροι διανοούμενοι και άνθρωποι των γραμμάτων της Ρωμανίας (Βυζαντινής Αυτοκρατορίας). Στη νέα και προσωρινή πατρίδα τους συνέχιζαν το δημιουργικό καλλιτεχνικό και πνευματικό έργο της αναγεννήσεως.
Ο καθηγητής του ΑΠΘ Χρίστος Κρικώνης επισημαίνει: «Εις την Νίκαιαν είχεν ιδρυθεί υπό του Ιωάννου Γ΄ Βατάτζη Σχολή Φιλοσοφίας, εις την οποίαν εδίδασκον μεγάλοι διδάσκαλοι και σπουδαίοι φιλόσοφοι, ως ο Εξαπτέρυγος, ο Νικηφόρος Βλεμμύδης και πολλοί άλλοι. Κατά την περίοδον αυτήν παρουσιάσθηκαν πολλοί ερευνηταί, σοφοί διδάσκαλοι και διακεκριμένοι επιστήμονες, οι οποίοι ετίμησαν την χριστιανικήν προέλευσίν των..... Επίσης εις τας μεγάλας πόλεις, εκτός της Νικαίας, είχον ιδρυθή βιβλιοθήκαι, δια τον εμπλουτισμόν των οποίων εφρόντισαν το κράτος και οι διανοούμενοι. Δια πάντων τούτων εσημειώθη κατά τον δέκατον τρίτον αιώνα μία άνθησις εις ό,τι αφορά ειδικώτερον τα Μαθηματικά και την Αστρονομίαν...... Επίσης εκαλλιεργήθησαν αι επιστήμαι της Ιατρικής και της Φιλολογίας, η τελευταία δε είχε καταστή αντικείμενον συστηματικής μελέτης και ιδαιτέρου ενδιαφέροντος των λογίων. Ούτοι, εις την προσσπάθειάν των να μιμηθούν τους Αρχαίους Έλληνας, ηρμήνευον, υπεμνημάτιζον και μετέφραζον αυτούς». (2)
Ο Αυτοκράτωρ Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης, ο οποίος υπήρξε ευλαβής, δίκαιος, ελεήμων και ικανός στραιωτικός, τιμάται ως Άγιος από την Εκκλησία μας. Η μνήμη του εορτάζεται στις 4 Νοεμβρίου και στη γενέτειρά του, το Διδυμότειχο, τελούνται τα Βατάτζεια με επίκεντρο τον φερώνυμο ενοριακό Ναό. Ο Βατάτζης έδωσε εντολή στον σοφό μοναχό Νικηφόρο Βλεμμύδη να συγκεντρώσει ολα τα αρχαιοελληνικά χειρόγραφα, τα οποία υπήρχαν σε ελεύθερους ή σε κατακτημένους ελληνικούς τόπους. Ο Βρετανός Βυζαντινολόγος Στήβεν Ράνσιμαν μάς πληροφορεί σχετικά:
«Η λογιοσύνη δεν χάθηκε και, πολύ γρήγορα, κέντρο της έγινε η εξόριστη αυλή της Νικαίας. Εκεί εγκαταστάθηκε ο σοφός Βλεμμύδης. Ο πατέρας του ήταν γιατρός στην Κωνσταντινούπολη και το 1204 αποσύρθηκε στην Προύσα. Στο χάος που επακολούθησε μετά την καταστροφή, ο Βλεμμύδης δυσκολεύτηκε να βρει δασκάλους και τελικά τα περισσότερα τα έμαθε από ένα ερημίτη στα βουνά της Βιθυνίας που τον έλεγαν Πρόδρομο και που τού δίδαξε αριθμητική, γεωμετρία και αστρονομία. Το 1238 ο Βλεμμύδης περιόδευσε τον παλιό βυζαντινό κόσμο και συγκέντρωσε χειρόγραφα εφοδιασμένος με συστατικά γράμματα από τον αυτοκράτορα της Νικαίας. Χάρη στις δικές του προσπάθειες η παιδεία στη Νίκαια έφτασε σε ένα επίπεδο υψηλό. Εκεί εσπούδασαν και εδίδαξαν ο Παχυμέρης και ο Ακροπολίτης». (3)
Ο Βλεμμύδης διετέλεσε διδάσκαλος του νεαρού διαδόχου του Βατάτζη, του Θεοδώρου Β΄ Λασκάρεως. Για να τον συμβουλεψει περί ηγεσίας και χρηστής διοικήσεως έγραψε το έργο «Ὁ Βασιλικός ἀνδριάς», ένα είδος λόγου που κατατάσσεται στα λεγόμενα «κάτοπτρα ηγεμόνων». Το 1245 ίδρυσε το ησυχαστήριό του στα Ημάθια κοντά στην Έφεσο, το οποίο ήταν συνδυασμός μονής και διδακτηρίου.
Σημαντικός λόγιος της εποχής υπήρξε ο ιστορικός Νικήτας Χωνιάτης, αδελφός του Μητροπολίτου Αθηνών Μιχαήλ Χωνάτη ή Ακομινάτου. Ο Θεόδρος Α΄ Λάσκαρις, ιδρυτής της Αυτοκρατορίας της Νικαίας, τον προσέλαβε στην υπηρεσία του και τον ονόμασε επίσημο ρήτορα της αυλής. Ο Χωνιάτης στα 36 βιβλία της «Ἱστορίας» του καταγράφει την περίοδο από το 1180 έως το 1206. Περιγράφει τις σφαγές και τις καταστροφές, τις οποίες προκάλεσαν οι Σταυροφόροι κατά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1204.
Ο Γεώργιος Ακροπολίτης υπήρξε μαθητής του Θεοδώρου Εξαπτερύγου και του Νικηφόρου Βλεμμίδη. Το 1244 ο Ιωάννης Βατάτζης τον όρισε ως μέγα λογοθέτη, δηλαδή Πρωθυπουργό με τα σημερινά δεδομένα. Συνέγραψε την «Χρονική Συγγραφή», στην οποία εξιστορεί τα γεγονίτα από το 1203 έως το 1261, όταν ο Μιχαήλ Παλαιολόγος, Αυτοκράτωρ της Νικαίας εξεδίωξε τους Σταυροφόρους από την Κωνσταντινούπολη. Μετά την απελευθέρωση της Βασιλευούσης έγινε καθηγητής των Μαθηματικών και της Φιλοσοφίας στην Πατριαρχική Σχολή.
Στη Νίκαια γεννήθηκε και ανετράφη ο Γεώργιος Παχυμέρης, θεολόγος, φιλόσοφος και ιστορικός. Συνέγραψε την ιστορία της Αυτοκρατορίας έως το 1308. Ο Ράνσιμαν τού αποδίδει «πραγματική κρίση και αυθορμητισμό». Από αυτόν εμπνεύσθηκε ο Κωστής Παλαμάς το επικό ποίημά του «Η Φλογέρα του Βασιλιά», το οποίο είναι αφιερωμένο στον Βασίλειο Β΄ τον Μακεδόνα (Βουλγαροκτόνο) και με το οποίο ο ποιητής εξέφρασε τη Μεγάλη Ιδέα στις αρχές του 20ού αιώνος.
Η κορυφαία δικήρυξη της Ελληνικής Ιδέας κατά την περίοδο της Αυτοκρατορίας της Νικαίας, περιέχεται στην επιστολή του Ιωάννου Γ¨ Δούκα Βατάτζη προς τον Πάπα Γρηγόριο Θ΄ (1227- 1241). Κάτω από τον τίτλο «Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ Ρωμαίων» υπάρχει μία παλλομένη ελληνική καρδιά. Φαίνεται πλέον ξεκάθαρα ότι έχει διαμορφωθεί στην ηγεσία και στον λαό έντονη ελληνική εθνική συνείδηση, η οποία συνδέεται με την Ορθοδοξία και με την επιδιωξη απελευθερώσεως των σκλαβωμένων ελληνικών εδαφών.. Ο Βατάτζης ομολογεί ότι κατάγεται από το αρχαίον γένος των Ελλήνων, από το οποίο προέρχεται η σοφία όλου του κόσμου. Δηλώνει ότι οι αυτοκρατορικές δυναστείες Δούκα και Κομνηνών ήσαν ελληνκής καταγωγής (ελληνικά γένη) και καταλήγει με την προειδοποίηση ότι οι Έλληνες θα κάνουν το παν για να απελευθερώσουν την Κωνσταντινούπολη: «Οὐδέποτε παυσόμεθα μαχόμενοι καί πολεμοῦντες τοῖς κατάγουσι τήν Κωνστντινούπολιν».(4)
Την ίδια έντονη αγάπη προς την Ελληνική Ιδέα και προς τα ελληνικά γράμματα επέδειξε και υιός του Βατάτζη, ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις. Πρόκειται για τον ποιητή του συγκινητικού Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνος προς την Υπεραγίαν Θεοτόκον, τον οποίο ψάλλουμε και σήμερα κυρίως κατά την περίοδο του Δεκαπενταυγούστου. Ο Θεόδωρος Β΄ έγραψε πρωτότυπα θεολογικά και φιλοσοφικά έργα. Επισημαίνω με έμφαση το κείμενό του με τίτλο «Λόγος Ζ΄, κατά Λατίνων δεύτερος. Περί ἐκπορεύσεως τοῦ Ἅγίου Πνεύματος». Το κείμενο αυτό αποτελεί πρωτοφανή ύμνο προς το ελληνικό πνεύμα, το οποίο δημιούργησε τις επιστήμες και τις τέχνες, αλλά και ύμνο προς το Γένος των Ελλήνων. Ο Θεόδωρος γράφει χαρακτηριστικά: «Ἑλλήνων Χριστωνυμούμενον κλέος οὐ σβέννυται», δηλαδή η δόξα των Ορθοδόξων Χριστιανών Ελλήνων δεν σβήνει, δεν παρακμάζει ποτέ. (5)
Η Νίκαια προετοίμασε την Παλαιολόγειο Αναγέννηση, η οποία επηρέασε δηγμιουργικά όλους τους Ορθοδόξους λαούς λίγο πριν από το τελειωτικο κτύπημα που δέχθηκε η Κωνσταντινούπολη το 1453. Ο Καθηγητής Βυζαντινής Φιλολογίας Παναγιώτης Νικολόπουλος συνοψίζει ως εξής την πνευματική λάμψη του βασιλείου της Μικρασιατικής Νικαίας: «Η Νίκαια υποκαθιστά το απολεσθέν Βυζάντιον και το υποκαθιστά ως πνευματική πρωτεύουσα του Βυζαντινού Ελληνισμού, όπως το υποκατέστησεν ως πολιτική και εκκλησιαστική πρωτεύουσα. ... Συντηρεί την παράδοσιν, διφυλάσσει τα τεκμήρια της πνευματικής παραγωγής, με την διαφύλαξιν και αντιγραφήν των χειρογράφων, διαπλάσσει τους πνευματικους ηγέτας, με το εκπαιδευτικόν ενδιαφέρον και είναι ετοίμη, όταν επιστή ο καιρός με την απελευθέρωσιν της Κωνσταντινουολεως, να μετακινήση όλον αυτό το πνευματικόν δυναμικόν, ανθρώπους και βιβλία, εις την πραγματικήν πρωτεύουσαν του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας, δια να συντελέση εις την νέαν αναγέννησιν των Παλαιολογείων χρόνων» .(6)
Οι εκκλησιαστικοί, πολιτικοί και πνευματικοί ηγέτες της Αυτοκρατορίας της Νικαίας από το 1204 έως το 1261 εργάσθηκαν αόκνως για να προστατεύσουν την Ορθόδοξη Πίστη, την Ελληνική Παιδεία και τη διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού. Τούς ευγνωμονούμε και τούς θαυμαζουμε!
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
- (Αρχιεπισκόπου) Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Η Εκκλησία της Ελλάδος- Απ΄ αρχής μέχρι του 1934, Μεταγλώττιση Βασίλειος Καραγιώργος, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2001, σελ.102.
- Χρίστου Κρικώνη, Θεοδώρου Β΄ Λασκάρεως περί Χριστιανικής Θεολογίας Λόγοι, Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 17.
- Στήβεν Ράνσιμαν, Βυζαντινός Πολιτισμός, Εκδόσεις Γαλαξίας, Αθήνα 1969, σελ. 257.
- Αποστόλου Βακαλοπούλου, Πηγές Ιστορίας του Νέου Εληνισμού, Α΄τόμος, Θεσσαλονίκη 1965, σελ. 50-53.
- Χρίστου Κρικώνη, όπως ανωτέρω, σελ. 63.
- Παναγιώτου Νικολοπούλου, Τα Γράμματα εις το Βασίλειον της Νικαίας, στον Συλλογικο Τόμο: Νίκαια, Ιστορία- Θεολογία- Πολιτισμός, έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Νικαίας, Νίκαια 1988, σελ.183.
(ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΜΑΪΟΥ 2017)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου