Οι πρώτες ενέργειες για σύναψη δανείων - Πώς αποφασίστηκε η αποστολή Ορλάνδου και Λουριώτη στο Λονδίνο - Οι επαχθείς όροι - Ποιοι επωφελήθηκαν από αυτά; - Τι γράφουν Έλληνες και ξένοι ιστορικοί
Με
ένα γνωστό, θεωρητικά, σε όλους τους Έλληνες θέμα θα ασχοληθούμε στο
σημερινό μας άρθρο. Πρόκειται για τα δάνεια του 1821, για τα οποία έχουν
γραφτεί πάρα πολλά. Βέβαια δεν έχουν «φωτιστεί» λεπτομερώς όλες οι
πτυχές αυτών των δανείων. Τόσο αυτών που υλοποιήθηκαν, όσο και εκείνων
που δεν υπογράφτηκαν ποτέ. Καθώς το θέμα είναι τεράστιο, αν χρειαστεί θα
επανέλθουμε.
Οι λόγοι που οδήγησαν σε εξωτερικό δανεισμό - Τα πρώτα δάνεια
Σχεδόν αμέσως με την έναρξη της Επανάστασης του 1821 δημιουργήθηκαν «κρατικές» δομές, όπως η «Μεσσηνιακή Γερουσία», ο «Οργανισμός της Πελοποννησιακής Γερουσίας» κ.ά. με σκοπό την προσωρινή στρατιωτική και διοικητική οργάνωση της χώρας. Οι οικονομικοί πόροι όμως ήταν ελάχιστοι και δεν μπορούσαν σε καμία περίπτωση να καλύψουν τις ανάγκες του ένοπλου αγώνα.
Η ελληνική οικονομία εκείνη την εποχή στηριζόταν στη γεωργία και την κτηνοτροφία οι οποίες ασκούνταν με πρωτόγονες μεθόδους, σε αμφισβητούμενες ιδιοκτησίας εκτάσεις πολλές φορές, κυρίως σε ορεινές περιοχές. Ήδη από τον Νοέμβριο του 1821 η διοίκηση της Ανατολικής Στερεάς, ο Άρειος Πάγος ασχολήθηκε με τα ζήτημα της σύναψης δανείων. Μετά από επιστολή του φιλέλληνα Ειρηναίου Θείρσιου από το Μόναχο, στην οποία υποδείκνυε ότι θα μπορούσαν να βρεθούν χρήματα για τον Αγώνα στη Γερμανία στάλθηκαν εκεί οι Θεοχάρης Κεφαλάς και Πολυχρόνης (Χρόνιας) Δροσινός για διαπραγμάτευση δανείου 150.000 φλορινίων.
Η αποστολή τους επικυρώθηκε αργότερα από την Κυβέρνηση μαζί με άλλες πράξεις εκείνης της Διοίκησης. Ο Κεφαλάς επέστρεψε στο τέλος του 1822 αφού συνομολόγησε ένα δάνειο από 140.000 φλορίνια στη Ζυρίχη τον Σεπτέμβριο του 1822 και ένα ακόμα, από 62.000 στη Μασαλία τον Νοέμβριο του ίδιου έτους. Τα χρήματα των δανείων δαπανήθηκαν κυρίως για πολεμικές προμήθειες.
Στη Λιόν παραγγέλθηκαν δύο κανόνια και άλλα είδη, τα οποία όμως δεν έφτασαν ποτέ στην Ελλάδα (!). Ένα άλλο μέρος του ποσού των δανείων δόθηκαν για οδοιπορικά και τον εξοπλισμό Γερμανών φιλελλήνων τους οποίους έφερε μαζί του ο Κεφαλάς. Σύντομα όμως τα δημόσια ταμεία ήταν άδεια, κάτι που φαίνεται από το γεγονός ότι ο Αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού ζητούσε από τους Γερμανούς που ήθελαν να τακτοποιηθεί το θέμα της μισθοδοσίας τους «να προσπαθήσουν να εξοικονομηθούν εκ των ενόντων, όπως οι Έλληνες αγωνισταί, αν ήθελαν να παραμείνουν εις την Ελλάδαν» (Διονύσιος Κόκκινος). Τα ποσά των δανείων αναγνωρίστηκαν ως "εθνικά χρέη" από τη Βουλή στις 15/10/1823. Η κυβέρνηση αντάμειψε τον Θ. Κεφαλά δίνοντάς του τον βαθμό του Στρατηγού. Ο Κεφαλάς πέθανε λίγο αργότερα, όμως πάνω του βρέθηκαν 5.000 φράγκα!
Αυτά ζήτησε με επιστολή του ο Συνταγματάρχης Μάιν επικαλούμενος συμφωνία του Κεφαλά με το στρατιωτικό σώμα των Γερμανών. Νέα αποστολή των Σχινά - Ντίτμαρ στη Γερμανία για σύναψη δανείου απέτυχε. Είναι χαρακτηριστικό ότι γι' αυτή γνώριζαν μόνο οι Μαυροκορδάτος (Πρόεδρος του Εκτελεστικού) και Νέγρης (Αρχιγραμματέας του Εκτελεστικού). Στο περιθώριο όλων αυτών των γεγονότων αξίζει ν' αναφέρουμε τον αιφνίδιο θάνατο του Θάνου Κανακάρη, Αντιπροέδρου του Εκτελεστικού στις 14 Ιανουαρίου 1823. Επρόκειτο για γόνο παλαιάς οικογένειας της Πάτρας, ο οποίος όχι μόνο ξόδεψε σχεδόν όλη την περιουσία του για τον Αγώνα, αλλά και με τη σύνεσή του έδινε πολλές φορές λύση σε διάφορα προβλήματα.
Ο θάνατός του προκάλεσε βαθιά θλίψη στους φίλους αλλά και στους πολιτικούς του αντιπάλους. Ο Σπηλιάδης στα απομνημονεύματά του γράφει ότι τον Κανακάρη δηλητηρίασε ο, και γιατρός, Ιωάννης Κωλέττης δίνοντάς του μεγάλη δόση δραστικού φαρμάκου όταν το πρωί της 14ης Ιανουαρίου 1823 ασθένησε ο Κανακάρης. Και ο Χιώτης γιατρός Χρυσοβελώνης είπε: "εφαρμακεύθη ο άνθρωπος". Σύμφωνα με τον Σπηλιάδη ο λόγος της εξόντωσης του Κανακάρη ήταν πως οι κυβερνητικοί συνεργάτες του ήθελαν ν' απαλλαγούν από αυτόν, καθώς δεν ενέκρινε τις κομματικές τους πράξεις. Ο Διονύσιος Κόκκινος απορρίπτει κατηγορηματικά αυτή την άποψη, άλλοι όμως, όπως ο Δημήτρης Φωτιάδης την αποδέχονται. Επανερχόμαστε όμως στο θέμα των δανείων.
Μια άλλη προσπάθεια για σύναψη δανείου έγινε κατά την αποστολή των Παλαιών Πατρών Γερμανού, Γ. Μαυρομιχάλη και Α. Μεταξά στην Ιταλία το φθινόπωρο του 1822 για το Συνέδριο της Βερόνας. Όταν αυτοί έφτασαν στην Ανκόνα συνάντησαν τον Διονύσιο Ρώμα. Η απαγόρευση συμμετοχής τους όμως στο Συνέδριο είχε σαν αποτέλεσμα να μην προβούν σε καμία ενέργεια για τη σύναψη δανείου.
Η απίστευτη ιστορία με το δάνειο (που δεν δόθηκε...) από το ανύπαρκτο Τάγμα του Ιωαννιτών Ιπποτών.
Η επιτακτική ανάγκη των επαναστατημένων Ελλήνων για εξεύρεση χρημάτων και η ευκαιρία που βρήκαν ορισμένοι, επιεικώς, τυχοδιώκτες να πλουτίσουν, οδήγησαν σε μία πραγματικά απίστευτη ιστορία.
Ο Γάλλος Συνταγματάρχης και φιλέλληνας Philippe Jourdain με εξουσιοδότηση από τον Ανδρέα Μεταξά πήγε στο Παρίσι για να συνάψει δάνειο με τους πληρεξούσιους του Τάγματος των Ιωαννιτών Ιπποτών της Ιερουσαλήμ. Επρόκειτο για τους Ιππότες που κατείχαν τη Ρόδο από το 1309 ως το 1522 οπότε και εκδιώχθηκαν από τους Οθωμανούς. Εγκαταστάθηκαν στη Μάλτα την οποία κατέλαβε ο Ναπολέων το 1798 και στη συνέχεια οι Άγγλοι. Έτσι τα μέλη του Τάγματος δεν κατείχαν καμία απολύτως εδαφική έκταση! Αρκετοί από αυτούς όμως ήταν υψηλόβαθμα στελέχη ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.
Ο Jourdain που ήταν μέλος του Τάγματος κλήθηκε στις 7 Ιουνίου 1822 να συζητήσει με τους επικεφαλής του για να τη σύναψη δανείου. Είχε προηγηθεί συμφωνία του με τον σύμβουλο του Τάγματος και δικηγόρο Ραούλ. Η συμφωνία που επιτεύχθηκε (;) ήταν πραγματικά απίστευτη. Τα μέλη του Τάγματος αναγνώριζαν την ανεξαρτησία της Ελλάδας και παραιτούνταν από οποιαδήποτε δικαιώματα και αξιώσεις από αυτή, ιδιαίτερα από την Εύβοια και την Πελοπόννησο, τις οποίες βέβαια ποτέ δεν κατείχαν! Ζητούσαν ως αντάλλαγμα την παραχώρηση της Ρόδου, της Καρπάθου και της Αστυπάλαιας, όταν αυτές θα ελευθερώνονταν από ελληνικές δυνάμεις! Μέχρι τότε, αρκούνταν στην παραχώρηση της Σύρου και των μεσσηνιακών Οινουσσών (Σαπιέντζα, Σχίζα, Αγία Μαριανή, Βενέτικο και άλλων νησίδων). Υπόσχονταν στρατιωτική συνδρομή στην Ελλάδα, αλλά παραδέχονταν ότι δεν είχαν στρατό!
Όσο για το δάνειο; Προθυμοποιήθηκαν να δώσουν στους Έλληνες 10 εκατομμύρια φράγκα, από τα οποία τα έξι θα τα κρατούσαν οι ίδιοι ως έξοδα εγκατάστασης στα ελληνικά νησιά και τα υπόλοιπα τέσσερα, τμηματικά, μετά την απελευθέρωση της Ρόδου, της Καρπάθου και της Αστυπάλαιας από τους Έλληνες! Ο Διονύσιος Κόκκινος γράφει τα αυτονόητα για την πρόταση των Ιωαννιτών:
«Προφανώς είχαν θεωρήσει τους Έλληνες ως ιθαγενείς αγρίας χώρας ευρισκομένους εις νηπιώδη διανοητικήν κατάστασιν και τους οποίους ημπορούσαν να μεταχειριστούν και να εκμεταλλευθούν κατά τον περισσότερον ληστρικόν συμφέροντα εις αυτούς τρόπον, εξαγιαζόμενον εκ της επανυψώσεως της σημαίας του Τάγματος...».
O Jourdain, είτε λόγω αφέλειας είτε για να εξυπηρετήσει προσωπικά συμφέροντά του θεώρησε την πρόταση συμφέρουσα. Ανέφερε μάλιστα στον Ανδρέα Μεταξά ότι τα ανακτοβούλια της Ευρώπης θα αντιμετώπιζαν ευνοϊκότερα την ελληνική Επανάσταση, μετά την αναγνώρισή της από τους Ιωαννίτες. Το Τάγμα έστειλε στην Ελλάδα τον Ιππότη Φιλίπ Σατελέν για διαπραγματεύσεις. Ο Σατελέν πρότεινε την εκχώρηση στο Τάγμα της Πάρου, της Νάξου, της Αντιπάρου και της Σίφνου έναντι οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα. Παράλληλα παρέδωσε διπλώματα στους Ανδρέα Μεταξά, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, Λάζαρο Κουντουριώτη, Ανδρέα Μιαούλη, Εμμανουήλ Τομπάζη, Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και τους Υπουργούς Στρατιωτικών και Εσωτερικών, με τα οποία λάμβαναν τον υψηλότερο βαθμό Ιππότη του Τάγματος. Φυσικά, απώτερος σκοπός του ήταν να δελεάσει τους Έλληνες για να δεχθούν τους όρους του δανείου.
Οι λόγοι που οδήγησαν σε εξωτερικό δανεισμό - Τα πρώτα δάνεια
Σχεδόν αμέσως με την έναρξη της Επανάστασης του 1821 δημιουργήθηκαν «κρατικές» δομές, όπως η «Μεσσηνιακή Γερουσία», ο «Οργανισμός της Πελοποννησιακής Γερουσίας» κ.ά. με σκοπό την προσωρινή στρατιωτική και διοικητική οργάνωση της χώρας. Οι οικονομικοί πόροι όμως ήταν ελάχιστοι και δεν μπορούσαν σε καμία περίπτωση να καλύψουν τις ανάγκες του ένοπλου αγώνα.
Η ελληνική οικονομία εκείνη την εποχή στηριζόταν στη γεωργία και την κτηνοτροφία οι οποίες ασκούνταν με πρωτόγονες μεθόδους, σε αμφισβητούμενες ιδιοκτησίας εκτάσεις πολλές φορές, κυρίως σε ορεινές περιοχές. Ήδη από τον Νοέμβριο του 1821 η διοίκηση της Ανατολικής Στερεάς, ο Άρειος Πάγος ασχολήθηκε με τα ζήτημα της σύναψης δανείων. Μετά από επιστολή του φιλέλληνα Ειρηναίου Θείρσιου από το Μόναχο, στην οποία υποδείκνυε ότι θα μπορούσαν να βρεθούν χρήματα για τον Αγώνα στη Γερμανία στάλθηκαν εκεί οι Θεοχάρης Κεφαλάς και Πολυχρόνης (Χρόνιας) Δροσινός για διαπραγμάτευση δανείου 150.000 φλορινίων.
Η αποστολή τους επικυρώθηκε αργότερα από την Κυβέρνηση μαζί με άλλες πράξεις εκείνης της Διοίκησης. Ο Κεφαλάς επέστρεψε στο τέλος του 1822 αφού συνομολόγησε ένα δάνειο από 140.000 φλορίνια στη Ζυρίχη τον Σεπτέμβριο του 1822 και ένα ακόμα, από 62.000 στη Μασαλία τον Νοέμβριο του ίδιου έτους. Τα χρήματα των δανείων δαπανήθηκαν κυρίως για πολεμικές προμήθειες.
Στη Λιόν παραγγέλθηκαν δύο κανόνια και άλλα είδη, τα οποία όμως δεν έφτασαν ποτέ στην Ελλάδα (!). Ένα άλλο μέρος του ποσού των δανείων δόθηκαν για οδοιπορικά και τον εξοπλισμό Γερμανών φιλελλήνων τους οποίους έφερε μαζί του ο Κεφαλάς. Σύντομα όμως τα δημόσια ταμεία ήταν άδεια, κάτι που φαίνεται από το γεγονός ότι ο Αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού ζητούσε από τους Γερμανούς που ήθελαν να τακτοποιηθεί το θέμα της μισθοδοσίας τους «να προσπαθήσουν να εξοικονομηθούν εκ των ενόντων, όπως οι Έλληνες αγωνισταί, αν ήθελαν να παραμείνουν εις την Ελλάδαν» (Διονύσιος Κόκκινος). Τα ποσά των δανείων αναγνωρίστηκαν ως "εθνικά χρέη" από τη Βουλή στις 15/10/1823. Η κυβέρνηση αντάμειψε τον Θ. Κεφαλά δίνοντάς του τον βαθμό του Στρατηγού. Ο Κεφαλάς πέθανε λίγο αργότερα, όμως πάνω του βρέθηκαν 5.000 φράγκα!
Αυτά ζήτησε με επιστολή του ο Συνταγματάρχης Μάιν επικαλούμενος συμφωνία του Κεφαλά με το στρατιωτικό σώμα των Γερμανών. Νέα αποστολή των Σχινά - Ντίτμαρ στη Γερμανία για σύναψη δανείου απέτυχε. Είναι χαρακτηριστικό ότι γι' αυτή γνώριζαν μόνο οι Μαυροκορδάτος (Πρόεδρος του Εκτελεστικού) και Νέγρης (Αρχιγραμματέας του Εκτελεστικού). Στο περιθώριο όλων αυτών των γεγονότων αξίζει ν' αναφέρουμε τον αιφνίδιο θάνατο του Θάνου Κανακάρη, Αντιπροέδρου του Εκτελεστικού στις 14 Ιανουαρίου 1823. Επρόκειτο για γόνο παλαιάς οικογένειας της Πάτρας, ο οποίος όχι μόνο ξόδεψε σχεδόν όλη την περιουσία του για τον Αγώνα, αλλά και με τη σύνεσή του έδινε πολλές φορές λύση σε διάφορα προβλήματα.
Ο θάνατός του προκάλεσε βαθιά θλίψη στους φίλους αλλά και στους πολιτικούς του αντιπάλους. Ο Σπηλιάδης στα απομνημονεύματά του γράφει ότι τον Κανακάρη δηλητηρίασε ο, και γιατρός, Ιωάννης Κωλέττης δίνοντάς του μεγάλη δόση δραστικού φαρμάκου όταν το πρωί της 14ης Ιανουαρίου 1823 ασθένησε ο Κανακάρης. Και ο Χιώτης γιατρός Χρυσοβελώνης είπε: "εφαρμακεύθη ο άνθρωπος". Σύμφωνα με τον Σπηλιάδη ο λόγος της εξόντωσης του Κανακάρη ήταν πως οι κυβερνητικοί συνεργάτες του ήθελαν ν' απαλλαγούν από αυτόν, καθώς δεν ενέκρινε τις κομματικές τους πράξεις. Ο Διονύσιος Κόκκινος απορρίπτει κατηγορηματικά αυτή την άποψη, άλλοι όμως, όπως ο Δημήτρης Φωτιάδης την αποδέχονται. Επανερχόμαστε όμως στο θέμα των δανείων.
Μια άλλη προσπάθεια για σύναψη δανείου έγινε κατά την αποστολή των Παλαιών Πατρών Γερμανού, Γ. Μαυρομιχάλη και Α. Μεταξά στην Ιταλία το φθινόπωρο του 1822 για το Συνέδριο της Βερόνας. Όταν αυτοί έφτασαν στην Ανκόνα συνάντησαν τον Διονύσιο Ρώμα. Η απαγόρευση συμμετοχής τους όμως στο Συνέδριο είχε σαν αποτέλεσμα να μην προβούν σε καμία ενέργεια για τη σύναψη δανείου.
Η απίστευτη ιστορία με το δάνειο (που δεν δόθηκε...) από το ανύπαρκτο Τάγμα του Ιωαννιτών Ιπποτών.
Η επιτακτική ανάγκη των επαναστατημένων Ελλήνων για εξεύρεση χρημάτων και η ευκαιρία που βρήκαν ορισμένοι, επιεικώς, τυχοδιώκτες να πλουτίσουν, οδήγησαν σε μία πραγματικά απίστευτη ιστορία.
Ο Γάλλος Συνταγματάρχης και φιλέλληνας Philippe Jourdain με εξουσιοδότηση από τον Ανδρέα Μεταξά πήγε στο Παρίσι για να συνάψει δάνειο με τους πληρεξούσιους του Τάγματος των Ιωαννιτών Ιπποτών της Ιερουσαλήμ. Επρόκειτο για τους Ιππότες που κατείχαν τη Ρόδο από το 1309 ως το 1522 οπότε και εκδιώχθηκαν από τους Οθωμανούς. Εγκαταστάθηκαν στη Μάλτα την οποία κατέλαβε ο Ναπολέων το 1798 και στη συνέχεια οι Άγγλοι. Έτσι τα μέλη του Τάγματος δεν κατείχαν καμία απολύτως εδαφική έκταση! Αρκετοί από αυτούς όμως ήταν υψηλόβαθμα στελέχη ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.
Ο Jourdain που ήταν μέλος του Τάγματος κλήθηκε στις 7 Ιουνίου 1822 να συζητήσει με τους επικεφαλής του για να τη σύναψη δανείου. Είχε προηγηθεί συμφωνία του με τον σύμβουλο του Τάγματος και δικηγόρο Ραούλ. Η συμφωνία που επιτεύχθηκε (;) ήταν πραγματικά απίστευτη. Τα μέλη του Τάγματος αναγνώριζαν την ανεξαρτησία της Ελλάδας και παραιτούνταν από οποιαδήποτε δικαιώματα και αξιώσεις από αυτή, ιδιαίτερα από την Εύβοια και την Πελοπόννησο, τις οποίες βέβαια ποτέ δεν κατείχαν! Ζητούσαν ως αντάλλαγμα την παραχώρηση της Ρόδου, της Καρπάθου και της Αστυπάλαιας, όταν αυτές θα ελευθερώνονταν από ελληνικές δυνάμεις! Μέχρι τότε, αρκούνταν στην παραχώρηση της Σύρου και των μεσσηνιακών Οινουσσών (Σαπιέντζα, Σχίζα, Αγία Μαριανή, Βενέτικο και άλλων νησίδων). Υπόσχονταν στρατιωτική συνδρομή στην Ελλάδα, αλλά παραδέχονταν ότι δεν είχαν στρατό!
Όσο για το δάνειο; Προθυμοποιήθηκαν να δώσουν στους Έλληνες 10 εκατομμύρια φράγκα, από τα οποία τα έξι θα τα κρατούσαν οι ίδιοι ως έξοδα εγκατάστασης στα ελληνικά νησιά και τα υπόλοιπα τέσσερα, τμηματικά, μετά την απελευθέρωση της Ρόδου, της Καρπάθου και της Αστυπάλαιας από τους Έλληνες! Ο Διονύσιος Κόκκινος γράφει τα αυτονόητα για την πρόταση των Ιωαννιτών:
«Προφανώς είχαν θεωρήσει τους Έλληνες ως ιθαγενείς αγρίας χώρας ευρισκομένους εις νηπιώδη διανοητικήν κατάστασιν και τους οποίους ημπορούσαν να μεταχειριστούν και να εκμεταλλευθούν κατά τον περισσότερον ληστρικόν συμφέροντα εις αυτούς τρόπον, εξαγιαζόμενον εκ της επανυψώσεως της σημαίας του Τάγματος...».
O Jourdain, είτε λόγω αφέλειας είτε για να εξυπηρετήσει προσωπικά συμφέροντά του θεώρησε την πρόταση συμφέρουσα. Ανέφερε μάλιστα στον Ανδρέα Μεταξά ότι τα ανακτοβούλια της Ευρώπης θα αντιμετώπιζαν ευνοϊκότερα την ελληνική Επανάσταση, μετά την αναγνώρισή της από τους Ιωαννίτες. Το Τάγμα έστειλε στην Ελλάδα τον Ιππότη Φιλίπ Σατελέν για διαπραγματεύσεις. Ο Σατελέν πρότεινε την εκχώρηση στο Τάγμα της Πάρου, της Νάξου, της Αντιπάρου και της Σίφνου έναντι οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα. Παράλληλα παρέδωσε διπλώματα στους Ανδρέα Μεταξά, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, Λάζαρο Κουντουριώτη, Ανδρέα Μιαούλη, Εμμανουήλ Τομπάζη, Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και τους Υπουργούς Στρατιωτικών και Εσωτερικών, με τα οποία λάμβαναν τον υψηλότερο βαθμό Ιππότη του Τάγματος. Φυσικά, απώτερος σκοπός του ήταν να δελεάσει τους Έλληνες για να δεχθούν τους όρους του δανείου.
Ο
δε καγκελάριος του Τάγματος Σεν Κρουά Μόλαϊ έστειλε προσωπική επιστολή
στον Μαυροκορδάτο με την οποία του εξηγούσε πόσο σημαντική θα ήταν
διεθνώς για την Ελλάδα η συμμαχία της με τους Ιωαννίτες. Παραδοξότερο
όλων ήταν το γεγονός ότι οι Έλληνες του εξωτερικού, ο Παναγιώτης
Κοδρικάς, ο Μητροπολίτης Πίζας Ιγνάτιος και ο Αθανάσιος Βογορίδης,
βουλγαρικής καταγωγής Φιλικός με έντονη δράση υπέρ της χώρας μας στο
Παρίσι, έδωσαν στον Jourdain επιστολές για τον Μαυροκορδάτο, με τις
οποίες τον παρότρυναν να δεχθεί τους όρους της προτεινόμενης Συνθήκης!
O Jourdain και ο Σατελέν έφτασαν στην Ύδρα στις αρχές Νοεμβρίου και συνάντησαν τον Μαυροκορδάτο. Αυτός τους παρέπεμψε στην Προσωρινή Διοίκηση η οποία θα αποφάσιζε αν θα ενέκρινε ή όχι τη συμφωνία. Τελικά η προτεινόμενη συμφωνία απορρίφθηκε χωρίς καμία συζήτηση και ο Σατελέν εκδιώχθηκε χλευαζόμενος ως τυχοδιώκτης...
Προτάσεις για δάνεια υπήρχαν και άλλες: τριών κεφαλαιούχων που τους εκπροσωπούσε ο Ποερί, του Στρατηγού Πέπε, του έμπορου Γκρέγκορι και του Άγγλου Rupenthal . Επρόκειτο για προσφορά 40 εκατομμυρίων γροσίων, με τιμή έκδοσης 50% και τοκοχρεολύσιο 6% το οποίο θα δινόταν από τις δημόσιες προσόδους τις εισπράξεις των οποίων θα έκαναν Άγγλοι υπάλληλοι. Η κυβέρνηση που βρισκόταν τότε στην Ερμιόνη και οι βουλευτές δέχτηκαν την πρόταση αυτή, όμως ο Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Θάνος Κανακάρης θεωρούσε ότι το Εκτελεστικό και η Βουλή δεν είχαν το απαιτούμενο κύρος για να υπογράψουν την προτεινόμενη συμφωνία και ματαίωσε κάθε περαιτέρω ενέργεια...
Το πρώτο δάνειο - Οι 800.000 λίρες... που έγιναν 300.000
Η ανάγκη όμως για την εξεύρεση χρημάτων ήταν επιτακτική. Το 1822 εγκρίθηκαν δύο εσωτερικά ομολογιακά δάνεια. Το πρώτο ύψους 5.000.000 γροσίων ή 125.000 λιρών στερλινών και το δεύτερο 2.000.000 γροσίων ή 50.000 λιρών στερλινών. Καλούνταν οι ευκατάστατοι, κυρίως οι προεστοί, να συνεισφέρουν για την κάλυψη των ποσοστών των δανείων. Τελικά συγκεντρώθηκαν 1.066.000 γρόσια (26.650 λίρες στερλίνες), ποσό σημαντικό αν λάβουμε υπόψη μας ότι το ημερομίσθιο των απλών εργατών ήταν τότε 2-3 γρόσια τη μέρα, που όμως δεν κάλυπταν τις ανάγκες του Αγώνα. Τα έσοδα του 1823 ήταν 12.847.200 γρόσια (7.383.620 από αυτά προέρχονταν από την Κρήτη) και κάλυπταν το 1/4 των εξόδων που απαιτούνταν για τη κατάρτιση στρατού 50.000 ανδρών.
Στις 2/6/1823 το Εκτελεστικό εξουσιοδότησε τους Ιωάννη Ορλάνδο (γαμπρό του Γεωργίου Κουντουριώτη), Ιωάννη Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη (1789-1854), αγωνιστή του 1821 και πολιτικό από τα Γιάννενα να μεταβούν στο Λονδίνο για να συνάψουν δάνειο. Η επιτροπή καθυστέρησε να αναχωρήσει για την Αγγλία. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα έξοδα για το ταξίδι τους κάλυψε, με δάνειο, 4.000 λιρών, ο λόρδος Βύρων! Στα τέλη Οκτωβρίου 1823 Λουριώτης και Ορλάνδος έφτασαν στην Κεφαλονιά. Στις 3 Νοεμβρίου ξεκίνησαν για την Κέρκυρα, απ' όπου αναχώρησαν στις 14 Νοεμβρίου 1823. Στις 23 Νοεμβρίου έφτασαν στη Μάλτα, όπου έμειναν για δυο μέρες και επικοινώνησαν με τον Άγγλο φιλέλληνα Ντέιβιντ Γκραντ. Ένα μήνα αργότερα (!) έφτασαν στο Γιβραλτάρ και τελικά, μόλις στις 14/26 Ιανουαρίου 1824 στην Αγγλία.
Οι διαπραγματεύσεις για το δάνειο ξεκίνησαν στις αρχές Φεβρουαρίου. Στις 8/20 Ιανουαρίου 1824 το Εκτελεστικό έδωσε εντολή στον Ιωάννη Ζαΐμη να μεταβεί κι αυτός στη βρετανική πρωτεύουσα. Η Επιτροπή συνάντησε ιδιαίτερα εγκάρδιο κλίμα στο Λονδίνο. Τα μέλη της, συνοδευόμενα από τον Hamilton Brown κλήθηκαν σε επίσημο γεύμα στο Δημαρχείο της πόλης. Μάλιστα εκεί έδωσε το παρών και ο Τζορτζ Κάνινγκ που είχε διαδεχθεί τον θεωρούμενο μέγα ανθέλληνα Κάσλρεϊ, ο οποίος αυτοκτόνησε, στη θέση του Υπουργού Εξωτερικών.
Στο θετικό κλίμα που είχε διαμορφωθεί για την Ελλάδα μεγάλη ήταν η συμβολή του Edward Blaquiere ο οποίος κατά τον Douglas Dakin ήταν ένας «ριζοσπάστης που γυρνούσε όλο τον κόσμο κι ανακατευόταν στα πάντα». Στην ελληνική αντιπροσωπεία έγιναν πολλές προσφορές.
Τελικά έγινε δεκτή η προσφορά του Οίκου Loughman and Son and O' Brien με τον οποίο υπογράφτηκε συμφωνητικό στις 15/27 Φεβρουαρίου 1824 (D. Dakin). Ο Δ. Κόκκινος κάνει μνεία για συμφωνία στις 21 Φεβρουαρίου.
Η ονομαστική αξία του δανείου ήταν 800.000 λίρες Αγγλίας και ως εγγύηση δόθηκαν όλα τα δημόσια κτήματα και τα έσοδα του κράτους από τελωνεία, αλυκές και την αλιεία. Οι πρόσοδοι της ελληνικής κυβέρνησης δεν ξεπερνούσαν τότε τις 80.000 λίρες στερλίνες.
Το δάνειο εκδόθηκε στο 59% (όποιος έδινε 59 λίρες έπαιρνε μετοχή 100 λιρών). Το πραγματικό ποσό του δανείου ήταν τελικά 472.000 λίρες.
Ούτε αυτό όμως έφτασε ολόκληρο στην Ελλάδα. Κρατήθηκαν οι τόκοι δύο ετών (80.000 λίρες), ένα χρεολύσιο 8.000 λίρων (16.000 λιρών κατά τον Δημήτρη Φωτιάδη) μπήκε υπό τον έλεγχο των Joseph Hum, Edward Ellice και Andrew Loughman. Δόθηκαν για μεσιτείες 25.746 λίρες, 11.000 από τις οποίες στον Τζον Μπάουρινγκ, Γραμματέα της «Φιλελληνικής Επιτροπής του Λονδίνου».
Οι Ορλάνδος και Λουριώτης πήραν για προσωπικά τους έξοδα το αστρονομικό για την εποχή ποσό των 5.046 λιρών! Δεν υπάρχει ομοφωνία των πηγών για το τελικό ποσό που έφτασε στην Ελλάδα! Ο Φωτιάδης γράφει ότι «41.465 λίρες σπαταλήθηκαν με τον πιο ασυνείδητο τρόπο». Υπάρχουν αναφορές για παρακράτηση από τον Ορλάνδο 5.900 λιρών για χρέος (;) του κράτους προς τη σύζυγό του.
Ο, πραγματικός φιλέλληνας, Αμερικανός γιατρός, Σάμιουελ Χάου γράφει για τους Έλληνες «διαπραγματευτές», ότι «οι κύριοι αυτοί έπρεπε να ζουν σα μεγάλοι άρχοντες στην Bond Street, όταν χιλιάδες συμπατριώτες τους πέθαιναν από την πείνα πάνω στα βουνά». Τελικά στην Ελλάδα έφτασαν γύρω στις 300.000 λίρες και εφόδια αξίας περίπου 10.000 λιρών. Για να καταστεί δυνατός ο έλεγχος κανονίστηκε να κατατεθούν όλα τα χρήμαρα στον Εμπορικό Οίκο Λογοθέτη και Μπαρφ στην, αγγλοκρατούμενη Ζάκυνθο.
Παράλληλα, δεν θα γινόταν καμία πληρωμή χωρίς την έγκριση των εκπροσώπων της Επιτροπής του Λονδίνου, που ήταν οι επίτροποι του δανείου.
Στα τέλη Νοεμβρίου 1823 είχε ξεκινήσει ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος. Ο Ορλάνδος σε επιστολή προς τον πεθερό του Γ. Κουντουριώτη έγραφε: «…αν η διοίκηση ενίκησε τους αποστάτας αυτούς ως ακούομεν και δεν τους έκρινε να τους θανατώσει δια να παστρεύσει(καθαρίσει) την Ελλάδα από τέτοιες βρόμες αλλά τους εσυγχώρησεν ως άλλοτε, τότε όλη η Ευρώπη θέλει στοχασθεί ότι η Ελληνική Διοίκησις δεν είναι διοίκησις αλλά σκιά και ούτε δύναται να στερεωθεί ποτέ». Στην ίδια επιστολή γράφει ότι υπήρχε μόνο ένας τρόπος να σωθεί η Ελλάδα: να πετάξει όλους τους πολεμικούς αρχηγούς και να πληρώσει Ιταλούς αξιωματικούς να διοικήσουν τον ελληνικό στρατό!
Μέσα στην επιστολή ο Ορλάνδος κατηγορούσε τα άλλα μέλη της Επιτροπής, γράφοντας τα επίμαχα αυτά σημεία «αλβανιστί» κατά τον Διονύσιο Κόκκινο. Η συντριπτική πλειοψηφία των ιστορικών θεωρεί επαχθέστατους τους όρους του δανείου. Υπάρχουν όμως κάποιοι όπως ο Διονύσιος Κόκκινος που γράφουν ότι ήταν αδύνατο με βάση τα δεδομένα της τότε εποχής να επιτευχθούν επωφελεστέροι όροι.
Οι δανειστές ρίσκαραν κατά κάποιο τρόπο καθώς δάνειζαν μια χώρα που δεν είχε αποκτήσει την ανεξαρτησία της. Δάνεια είχαν λάβει πριν την Ελλάδα, η Χιλή και η Κολομβία που μόλις είχαν απελευθερωθεί, ενώ αργότερα (1824-1825) δανείστηκαν η Βραζιλία, η Αργεντινή, το Μεξικό, το Περού και άλλες χώρες.
Το δεύτερο δάνειο: Πώς τα 2.000.000 λίρες… έγιναν μόλις 100.000!
Σύντομα όμως φάνηκε ότι υπήρχε ανάγκη για νέο δανεισμό. Παράλληλα διάφοροι ξένοι πρότειναν διάφορα εξωφρενικά πράγματα. Ο στρατηγός de Wintz, Ρώσος απόστρατος αξιωματικός που είχε προτείνει παλιότερα ένα σχέδιο για την κατάληψη της Κρήτης επανήλθε με νέο σχέδιο, στρατιωτικό-οικονομικό αυτή τη φορά για κατάληψη της Κύπρου! Στις 18/30 Νοεμβρίου 1824 ο γνωστός κι από το παρελθόν Rupenthal, ως εκπρόσωπος των Hullet υπέγραψε με ορισμένους Έλληνες υπουργούς μια προκαταρκτική σύμβαση την οποία επικύρωσε και ο Μαυροκορδάτος για δάνειο 400.000 στερλινών με υποθήκη την Ήπειρο!
Όμως οι υπόλοιποι υπουργοί αντέδρασαν θεωρώντας την ενέργεια αντισυνταγματική. Δόθηκε έτσι εντολή στους πληρεξούσιους να ακυρώσουν τη συμφωνία. Στο τέλος του 1824 αποφασίστηκε η σύναψη δύο μεγάλων δανείων, στο Παρίσι και το Λονδίνο. Και πάλι ο Ανδρέας Λουριώτης ήταν ένας από αυτούς που διαπραγματεύθηκαν το δάνειο. Στις 18/30 Δεκεμβρίου πήγε στο Παρίσι και στις 26 Ιανουαρίου/7 Φεβρουαρίου 1825 υπέγραψε ένα προσύμφωνο με τους Cottier - Odier για 20.000.000 φράγκα. Πριν τις τελικές υπογραφές όμως έμαθε ότι ο Ορλάνδος και ο Ιωάννης Ζαΐμης(και όχι ο Ανδρέας Ζαϊμης, όπως αναγράφεται σε διάφορα σάιτ…) υπέγραψαν στο Λονδίνο σύμβαση με τους J. - S. Ricardo για 2.000.000 λίρες. Στη σύμβαση υπήρχε ρήτρα που απέκλειε τη σύναψη άλλου δανείου από την Ελλάδα το 1825. Η κυβέρνηση θεώρησε πιο ευνοϊκή την αγγλική προσφορά και ακύρωσαν τις συμφωνίες που είχαν γίνει στο Παρίσι. Το δεύτερο δάνειο «βγήκε» στην αγορά στο 55,5% της ονομαστικής του αξίας με επιτόκιο 5%.
O Jourdain και ο Σατελέν έφτασαν στην Ύδρα στις αρχές Νοεμβρίου και συνάντησαν τον Μαυροκορδάτο. Αυτός τους παρέπεμψε στην Προσωρινή Διοίκηση η οποία θα αποφάσιζε αν θα ενέκρινε ή όχι τη συμφωνία. Τελικά η προτεινόμενη συμφωνία απορρίφθηκε χωρίς καμία συζήτηση και ο Σατελέν εκδιώχθηκε χλευαζόμενος ως τυχοδιώκτης...
Προτάσεις για δάνεια υπήρχαν και άλλες: τριών κεφαλαιούχων που τους εκπροσωπούσε ο Ποερί, του Στρατηγού Πέπε, του έμπορου Γκρέγκορι και του Άγγλου Rupenthal . Επρόκειτο για προσφορά 40 εκατομμυρίων γροσίων, με τιμή έκδοσης 50% και τοκοχρεολύσιο 6% το οποίο θα δινόταν από τις δημόσιες προσόδους τις εισπράξεις των οποίων θα έκαναν Άγγλοι υπάλληλοι. Η κυβέρνηση που βρισκόταν τότε στην Ερμιόνη και οι βουλευτές δέχτηκαν την πρόταση αυτή, όμως ο Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Θάνος Κανακάρης θεωρούσε ότι το Εκτελεστικό και η Βουλή δεν είχαν το απαιτούμενο κύρος για να υπογράψουν την προτεινόμενη συμφωνία και ματαίωσε κάθε περαιτέρω ενέργεια...
Το πρώτο δάνειο - Οι 800.000 λίρες... που έγιναν 300.000
Η ανάγκη όμως για την εξεύρεση χρημάτων ήταν επιτακτική. Το 1822 εγκρίθηκαν δύο εσωτερικά ομολογιακά δάνεια. Το πρώτο ύψους 5.000.000 γροσίων ή 125.000 λιρών στερλινών και το δεύτερο 2.000.000 γροσίων ή 50.000 λιρών στερλινών. Καλούνταν οι ευκατάστατοι, κυρίως οι προεστοί, να συνεισφέρουν για την κάλυψη των ποσοστών των δανείων. Τελικά συγκεντρώθηκαν 1.066.000 γρόσια (26.650 λίρες στερλίνες), ποσό σημαντικό αν λάβουμε υπόψη μας ότι το ημερομίσθιο των απλών εργατών ήταν τότε 2-3 γρόσια τη μέρα, που όμως δεν κάλυπταν τις ανάγκες του Αγώνα. Τα έσοδα του 1823 ήταν 12.847.200 γρόσια (7.383.620 από αυτά προέρχονταν από την Κρήτη) και κάλυπταν το 1/4 των εξόδων που απαιτούνταν για τη κατάρτιση στρατού 50.000 ανδρών.
Στις 2/6/1823 το Εκτελεστικό εξουσιοδότησε τους Ιωάννη Ορλάνδο (γαμπρό του Γεωργίου Κουντουριώτη), Ιωάννη Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη (1789-1854), αγωνιστή του 1821 και πολιτικό από τα Γιάννενα να μεταβούν στο Λονδίνο για να συνάψουν δάνειο. Η επιτροπή καθυστέρησε να αναχωρήσει για την Αγγλία. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα έξοδα για το ταξίδι τους κάλυψε, με δάνειο, 4.000 λιρών, ο λόρδος Βύρων! Στα τέλη Οκτωβρίου 1823 Λουριώτης και Ορλάνδος έφτασαν στην Κεφαλονιά. Στις 3 Νοεμβρίου ξεκίνησαν για την Κέρκυρα, απ' όπου αναχώρησαν στις 14 Νοεμβρίου 1823. Στις 23 Νοεμβρίου έφτασαν στη Μάλτα, όπου έμειναν για δυο μέρες και επικοινώνησαν με τον Άγγλο φιλέλληνα Ντέιβιντ Γκραντ. Ένα μήνα αργότερα (!) έφτασαν στο Γιβραλτάρ και τελικά, μόλις στις 14/26 Ιανουαρίου 1824 στην Αγγλία.
Οι διαπραγματεύσεις για το δάνειο ξεκίνησαν στις αρχές Φεβρουαρίου. Στις 8/20 Ιανουαρίου 1824 το Εκτελεστικό έδωσε εντολή στον Ιωάννη Ζαΐμη να μεταβεί κι αυτός στη βρετανική πρωτεύουσα. Η Επιτροπή συνάντησε ιδιαίτερα εγκάρδιο κλίμα στο Λονδίνο. Τα μέλη της, συνοδευόμενα από τον Hamilton Brown κλήθηκαν σε επίσημο γεύμα στο Δημαρχείο της πόλης. Μάλιστα εκεί έδωσε το παρών και ο Τζορτζ Κάνινγκ που είχε διαδεχθεί τον θεωρούμενο μέγα ανθέλληνα Κάσλρεϊ, ο οποίος αυτοκτόνησε, στη θέση του Υπουργού Εξωτερικών.
Στο θετικό κλίμα που είχε διαμορφωθεί για την Ελλάδα μεγάλη ήταν η συμβολή του Edward Blaquiere ο οποίος κατά τον Douglas Dakin ήταν ένας «ριζοσπάστης που γυρνούσε όλο τον κόσμο κι ανακατευόταν στα πάντα». Στην ελληνική αντιπροσωπεία έγιναν πολλές προσφορές.
Τελικά έγινε δεκτή η προσφορά του Οίκου Loughman and Son and O' Brien με τον οποίο υπογράφτηκε συμφωνητικό στις 15/27 Φεβρουαρίου 1824 (D. Dakin). Ο Δ. Κόκκινος κάνει μνεία για συμφωνία στις 21 Φεβρουαρίου.
Η ονομαστική αξία του δανείου ήταν 800.000 λίρες Αγγλίας και ως εγγύηση δόθηκαν όλα τα δημόσια κτήματα και τα έσοδα του κράτους από τελωνεία, αλυκές και την αλιεία. Οι πρόσοδοι της ελληνικής κυβέρνησης δεν ξεπερνούσαν τότε τις 80.000 λίρες στερλίνες.
Το δάνειο εκδόθηκε στο 59% (όποιος έδινε 59 λίρες έπαιρνε μετοχή 100 λιρών). Το πραγματικό ποσό του δανείου ήταν τελικά 472.000 λίρες.
Ούτε αυτό όμως έφτασε ολόκληρο στην Ελλάδα. Κρατήθηκαν οι τόκοι δύο ετών (80.000 λίρες), ένα χρεολύσιο 8.000 λίρων (16.000 λιρών κατά τον Δημήτρη Φωτιάδη) μπήκε υπό τον έλεγχο των Joseph Hum, Edward Ellice και Andrew Loughman. Δόθηκαν για μεσιτείες 25.746 λίρες, 11.000 από τις οποίες στον Τζον Μπάουρινγκ, Γραμματέα της «Φιλελληνικής Επιτροπής του Λονδίνου».
Οι Ορλάνδος και Λουριώτης πήραν για προσωπικά τους έξοδα το αστρονομικό για την εποχή ποσό των 5.046 λιρών! Δεν υπάρχει ομοφωνία των πηγών για το τελικό ποσό που έφτασε στην Ελλάδα! Ο Φωτιάδης γράφει ότι «41.465 λίρες σπαταλήθηκαν με τον πιο ασυνείδητο τρόπο». Υπάρχουν αναφορές για παρακράτηση από τον Ορλάνδο 5.900 λιρών για χρέος (;) του κράτους προς τη σύζυγό του.
Ο, πραγματικός φιλέλληνας, Αμερικανός γιατρός, Σάμιουελ Χάου γράφει για τους Έλληνες «διαπραγματευτές», ότι «οι κύριοι αυτοί έπρεπε να ζουν σα μεγάλοι άρχοντες στην Bond Street, όταν χιλιάδες συμπατριώτες τους πέθαιναν από την πείνα πάνω στα βουνά». Τελικά στην Ελλάδα έφτασαν γύρω στις 300.000 λίρες και εφόδια αξίας περίπου 10.000 λιρών. Για να καταστεί δυνατός ο έλεγχος κανονίστηκε να κατατεθούν όλα τα χρήμαρα στον Εμπορικό Οίκο Λογοθέτη και Μπαρφ στην, αγγλοκρατούμενη Ζάκυνθο.
Παράλληλα, δεν θα γινόταν καμία πληρωμή χωρίς την έγκριση των εκπροσώπων της Επιτροπής του Λονδίνου, που ήταν οι επίτροποι του δανείου.
Στα τέλη Νοεμβρίου 1823 είχε ξεκινήσει ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος. Ο Ορλάνδος σε επιστολή προς τον πεθερό του Γ. Κουντουριώτη έγραφε: «…αν η διοίκηση ενίκησε τους αποστάτας αυτούς ως ακούομεν και δεν τους έκρινε να τους θανατώσει δια να παστρεύσει(καθαρίσει) την Ελλάδα από τέτοιες βρόμες αλλά τους εσυγχώρησεν ως άλλοτε, τότε όλη η Ευρώπη θέλει στοχασθεί ότι η Ελληνική Διοίκησις δεν είναι διοίκησις αλλά σκιά και ούτε δύναται να στερεωθεί ποτέ». Στην ίδια επιστολή γράφει ότι υπήρχε μόνο ένας τρόπος να σωθεί η Ελλάδα: να πετάξει όλους τους πολεμικούς αρχηγούς και να πληρώσει Ιταλούς αξιωματικούς να διοικήσουν τον ελληνικό στρατό!
Μέσα στην επιστολή ο Ορλάνδος κατηγορούσε τα άλλα μέλη της Επιτροπής, γράφοντας τα επίμαχα αυτά σημεία «αλβανιστί» κατά τον Διονύσιο Κόκκινο. Η συντριπτική πλειοψηφία των ιστορικών θεωρεί επαχθέστατους τους όρους του δανείου. Υπάρχουν όμως κάποιοι όπως ο Διονύσιος Κόκκινος που γράφουν ότι ήταν αδύνατο με βάση τα δεδομένα της τότε εποχής να επιτευχθούν επωφελεστέροι όροι.
Οι δανειστές ρίσκαραν κατά κάποιο τρόπο καθώς δάνειζαν μια χώρα που δεν είχε αποκτήσει την ανεξαρτησία της. Δάνεια είχαν λάβει πριν την Ελλάδα, η Χιλή και η Κολομβία που μόλις είχαν απελευθερωθεί, ενώ αργότερα (1824-1825) δανείστηκαν η Βραζιλία, η Αργεντινή, το Μεξικό, το Περού και άλλες χώρες.
Το δεύτερο δάνειο: Πώς τα 2.000.000 λίρες… έγιναν μόλις 100.000!
Σύντομα όμως φάνηκε ότι υπήρχε ανάγκη για νέο δανεισμό. Παράλληλα διάφοροι ξένοι πρότειναν διάφορα εξωφρενικά πράγματα. Ο στρατηγός de Wintz, Ρώσος απόστρατος αξιωματικός που είχε προτείνει παλιότερα ένα σχέδιο για την κατάληψη της Κρήτης επανήλθε με νέο σχέδιο, στρατιωτικό-οικονομικό αυτή τη φορά για κατάληψη της Κύπρου! Στις 18/30 Νοεμβρίου 1824 ο γνωστός κι από το παρελθόν Rupenthal, ως εκπρόσωπος των Hullet υπέγραψε με ορισμένους Έλληνες υπουργούς μια προκαταρκτική σύμβαση την οποία επικύρωσε και ο Μαυροκορδάτος για δάνειο 400.000 στερλινών με υποθήκη την Ήπειρο!
Όμως οι υπόλοιποι υπουργοί αντέδρασαν θεωρώντας την ενέργεια αντισυνταγματική. Δόθηκε έτσι εντολή στους πληρεξούσιους να ακυρώσουν τη συμφωνία. Στο τέλος του 1824 αποφασίστηκε η σύναψη δύο μεγάλων δανείων, στο Παρίσι και το Λονδίνο. Και πάλι ο Ανδρέας Λουριώτης ήταν ένας από αυτούς που διαπραγματεύθηκαν το δάνειο. Στις 18/30 Δεκεμβρίου πήγε στο Παρίσι και στις 26 Ιανουαρίου/7 Φεβρουαρίου 1825 υπέγραψε ένα προσύμφωνο με τους Cottier - Odier για 20.000.000 φράγκα. Πριν τις τελικές υπογραφές όμως έμαθε ότι ο Ορλάνδος και ο Ιωάννης Ζαΐμης(και όχι ο Ανδρέας Ζαϊμης, όπως αναγράφεται σε διάφορα σάιτ…) υπέγραψαν στο Λονδίνο σύμβαση με τους J. - S. Ricardo για 2.000.000 λίρες. Στη σύμβαση υπήρχε ρήτρα που απέκλειε τη σύναψη άλλου δανείου από την Ελλάδα το 1825. Η κυβέρνηση θεώρησε πιο ευνοϊκή την αγγλική προσφορά και ακύρωσαν τις συμφωνίες που είχαν γίνει στο Παρίσι. Το δεύτερο δάνειο «βγήκε» στην αγορά στο 55,5% της ονομαστικής του αξίας με επιτόκιο 5%.
Αφού
αφαιρέθηκαν τα χρεολύσια που ήταν αμέσως απαιτητά, τα έξοδα και οι
προμήθειες των μεσολαβητών κι ένα κονδύλι για την εξαγορά χρεολυσίων,
έμειναν περίπου 1.000.000 λίρες. Τελικά στην Ελλάδα έφτασαν 33.713 λίρες
σε μετρητά και 65.986 σε εφόδια. Ο Σπηλιάδης γράφει ότι έφτασαν στη
χώρα μας 43.000 λίρες σε μετρητά και 67.000 σε εφόδια. Ο Σάμιουελ Χάου
γράφει: «Περισσότερα από 12.000.000 δολάρια ζητήθηκαν και η Ελλάδα
επιβαρύνθηκε με το τρομερό αυτό χρέος που το 1/5 απ’ αυτό καλά
χρησιμοποιημένο θα έφτανε για να την κάνει ανεξάρτητη. Η κυβέρνηση δεν
είχε πάρει απ’ αυτά ούτε καν 2.000.000 δολάρια όταν έλαβε την
καταπληκτική είδηση πως το κεφάλαιο από τα δάνεια εξαντλήθηκε». Σύμφωνα
με όσα γράφει ο Χάου και παραθέτει ο Φωτιάδης υπήρξε μεγάλη διασπάθιση
των χρημάτων του δεύτερου δανείου.
Αναλυτικότερα: 64.000 λίρες και μεσιτικά δόθηκαν στους τραπεζίτες Ricardo και Ράλλη. 200.000 λίρες κρατήθηκαν προκαταβολικά για τόκους δύο χρόνων και χρεολύσια. Συνεχίζουμε με ένα στοιχείο που παραθέτει ο Σ. Τρικούπης: μετά από πολλές αμφιταλαντεύσεις αποφασίστηκε η αγορά δύο φρεγατών από τις ΗΠΑ. Στάλθηκε εκεί ο Στρατηγός Φρανσουά Αντουάν Λαλμάν (1774-1839) που είχε υπηρετήσει υπό τον Μέγα Ναπολέοντα, είχε ζήσει στις ΗΠΑ όπου είχε γνωριμίες αλλά δεν ήξερε πολλά πράγματα για το έργο που ανέλαβε, με υψηλή αμοιβή βέβαια! Στάλθηκαν αρχικά 155.000 λίρες, σύντομα όμως ζητήθηκαν κι άλλες 50.000!
Έτσι στάλθηκε στη Νέα Υόρκη ο Αλέξανδρος Κοντόσταυλος για να διευθετήσει τα πράγματα. Τελικά από τις δύο φρεγάτες που έπρεπε να φτάσουν στην Ελλάδα τον Νοέμβριο του 1825, έφτασε μόνο η μία, η «Ελλάς» στις 3/12/1826. Επρόκειτο για σκάφος 2.300 τόνων με 64 πυροβόλα ενώ η δεύτερη αγοράστηκε από την Κυβέρνηση των Η.Π.Α. για να χρηματοδοτηθεί η πρώτη. Ο Αλέξανδρος Κοντόσταυλος έχτισε μετά την απελευθέρωση πολυτελέστατο σπίτι στην Αθήνα κοντά στην Παλαιά Βουλή. Προφανώς πρόκειται για σύμπτωση… 113.000 λίρες δόθηκαν για την κατασκευή έξι ατμόπλοιων στα αγγλικά ναυπηγεία Γκαλογουέι. Ο Γκαλογουέι εργαζόταν όμως παράλληλα και για τον Μοχάμετ Άλι της Αιγύπου, θετός γιος του οποίου ήταν ο Ιμπραήμ και εκείνη την περιόδο βρισκόταν στην Αίγυπτο με τον γιο του!
Ο Οίκος Ricardo που αυθαίρετα είχε εμπλακεί στην παραγγελία των πλοίων δεν είχε ορίσει καμία ρήτρα για παράβαση τω όρων της συμφωνίας. Τελικά από τα πέντε πλοία ναυπηγήθηκαν μόνο τρία: η «Καρτερία» (έφτασε στην Ελλάδα στις 3/9/1826) πλοίο 233 τόνων που με κυβερνήτη τον αγνό φιλέλληνα Άστιγξ πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες στον Αγώνα, η «Επιχείρηση» 400 τόνων έφτασε στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 1827, χρησιμοποιήθηκε μόνο στο Ιόνιο και ελλιμενίστηκε στον Πόρο ως το 1832 και ο «Ερμής» 254 τόνων που ήρθε στην Ελλάδα στις 18/9/1828 και χρησιμοποιήθηκε μόνο για μεταφορές…
«Τα υπόλοιπα τρία πλοία σάπισαν στα ναυπηγεία του Λονδίνου» γράφει ο Τρικούπης. Επανερχόμαστε στον Δ. Φωτιάδη για τις υπόλοιπες ατασθαλίες στο δάνειο. Ο περιβόητος Κόχραν έλαβε 37.000 λίρες προκαταβολικά για να έρθει στην Ελλάδα με τα γνωστά πενιχρά ή τραγικά αποτελέσματα, καθώς η μόνη επιτυχία του ήταν η βύθιση τουρκικών πλοίων στη ναυμαχία της Ιτέας (1827). 11.000 λίρες εισέπραξε ο Πρόεδρος του Αγγλοελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου Μπάουρινγκ. 15.108 δόθηκαν στον Συνταγματάρχη Γκόρντον για να τις χρησιμοποιήσει «κατά την κρίση του» στην Ελλάδα. 2.695 λίρες εισέπραξε ο έμπορος στο Λονδίνο Ιωάννης Μαυρογορδάτος. 7.500 λίρες δόθηκαν για αγορά μετοχών για λογαριασμό του ελληνικού κράτους. Οι μετοχές αγοράστηκαν αλλά τις ενθυλάκωσαν οι Ορλάνδος και Λουριώτης!
Οι ίδιοι διέθεσαν 113.000 λίρες για αγορά μετοχών του πρώτου δανείου που η τιμή τους είχε πέσει στο 22% αλλά τις «χρέωσαν» στην κυβέρνηση με 54%-55%. Τη διαφορά, πάνω από 30%, την οικειοποιήθηκαν! Χρέωσαν επίσης 6.716 λίρες για ατομικά τους έξοδα! Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, όταν έλαβαν 2.200 λίρες που είχε μαζέψει με έρανο το Φιλελληνικό Κομιτάτο της Καλκούτας στις Ινδίες (άλλο κέντρο φιλελληνισμού στις αγγλοκρατούμενες τότε Ινδίες, ήταν η Ντάκα, πρωτεύουσα του σημερινού Μπανγκλαντές) έδωσαν στην κυβέρνηση μόλις 1.200! Τις υπόλοιπες 1.000 τις μοιράστηκαν. Σημειώνουμε ότι στην Ινδία ζούσαν εκατοντάδες Έλληνες. Στον έρανο συνεισέφεραν εκτός από τους Έλληνες, Κινέζοι, Αμερικανοί, Ινδοί και Ευρωπαίοι έμποροι.
Τι γράφει ο Φίνλεϊ για τα δάνεια
Για το πώς σπαταλήθηκαν τα χρήματα του πρώτου δανείου είναι χαρακτηριστικά όσα γράφει ο Τζορτζ Φίνλεϊ στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως»(μετάφραση Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη):
«Τα πρώτα ποσά τα κομισθέντα εξ Αγγλίας τω 1824, απερροφήθησαν από καθυστερήσεις οφειλομένας εις δημόσια και ιδιωτικά χρέη. Αι γενόμεναι πληρωμαί δεν είχον σχέσιν προς τας ανάγκας της δημοσίας υπηρεσίας, αλλ’ απεφασίσθησαν διά της επιρροής ατόμων, μελών της κυβερνήσεως.
Το μεγαλύτερον μέρος του πρώτου δανείου επληρώθη εις τους εφοπλιστάς και ναύτας του καλουμένου Ελληνικού στόλου· και η μερίς του λέοντος εδόθη εις τους Αλβανούς της Ύδρας και των Σπετσών. Μεγάλα ποσά κατεβαράθρωσαν οι εμφύλιοι πόλεμοι. Ρουμελιώται καπεταναίοι και στρατιώται έλαβον μεγάλας δωρεάς όπως πολεμήσωσι τους συμπατριώτας των. Ουχί ασήμαντον ποσόν διενεμήθη μεταξύ των μελών της νομοθετικής συνελεύσεως, και μεταξύ μεγάλου σώματος αχρήστων οπαδών, οίτινες εχαρακτηρίζοντο ως δημόσιοι υπάλληλοι.
Αναλυτικότερα: 64.000 λίρες και μεσιτικά δόθηκαν στους τραπεζίτες Ricardo και Ράλλη. 200.000 λίρες κρατήθηκαν προκαταβολικά για τόκους δύο χρόνων και χρεολύσια. Συνεχίζουμε με ένα στοιχείο που παραθέτει ο Σ. Τρικούπης: μετά από πολλές αμφιταλαντεύσεις αποφασίστηκε η αγορά δύο φρεγατών από τις ΗΠΑ. Στάλθηκε εκεί ο Στρατηγός Φρανσουά Αντουάν Λαλμάν (1774-1839) που είχε υπηρετήσει υπό τον Μέγα Ναπολέοντα, είχε ζήσει στις ΗΠΑ όπου είχε γνωριμίες αλλά δεν ήξερε πολλά πράγματα για το έργο που ανέλαβε, με υψηλή αμοιβή βέβαια! Στάλθηκαν αρχικά 155.000 λίρες, σύντομα όμως ζητήθηκαν κι άλλες 50.000!
Έτσι στάλθηκε στη Νέα Υόρκη ο Αλέξανδρος Κοντόσταυλος για να διευθετήσει τα πράγματα. Τελικά από τις δύο φρεγάτες που έπρεπε να φτάσουν στην Ελλάδα τον Νοέμβριο του 1825, έφτασε μόνο η μία, η «Ελλάς» στις 3/12/1826. Επρόκειτο για σκάφος 2.300 τόνων με 64 πυροβόλα ενώ η δεύτερη αγοράστηκε από την Κυβέρνηση των Η.Π.Α. για να χρηματοδοτηθεί η πρώτη. Ο Αλέξανδρος Κοντόσταυλος έχτισε μετά την απελευθέρωση πολυτελέστατο σπίτι στην Αθήνα κοντά στην Παλαιά Βουλή. Προφανώς πρόκειται για σύμπτωση… 113.000 λίρες δόθηκαν για την κατασκευή έξι ατμόπλοιων στα αγγλικά ναυπηγεία Γκαλογουέι. Ο Γκαλογουέι εργαζόταν όμως παράλληλα και για τον Μοχάμετ Άλι της Αιγύπου, θετός γιος του οποίου ήταν ο Ιμπραήμ και εκείνη την περιόδο βρισκόταν στην Αίγυπτο με τον γιο του!
Ο Οίκος Ricardo που αυθαίρετα είχε εμπλακεί στην παραγγελία των πλοίων δεν είχε ορίσει καμία ρήτρα για παράβαση τω όρων της συμφωνίας. Τελικά από τα πέντε πλοία ναυπηγήθηκαν μόνο τρία: η «Καρτερία» (έφτασε στην Ελλάδα στις 3/9/1826) πλοίο 233 τόνων που με κυβερνήτη τον αγνό φιλέλληνα Άστιγξ πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες στον Αγώνα, η «Επιχείρηση» 400 τόνων έφτασε στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 1827, χρησιμοποιήθηκε μόνο στο Ιόνιο και ελλιμενίστηκε στον Πόρο ως το 1832 και ο «Ερμής» 254 τόνων που ήρθε στην Ελλάδα στις 18/9/1828 και χρησιμοποιήθηκε μόνο για μεταφορές…
«Τα υπόλοιπα τρία πλοία σάπισαν στα ναυπηγεία του Λονδίνου» γράφει ο Τρικούπης. Επανερχόμαστε στον Δ. Φωτιάδη για τις υπόλοιπες ατασθαλίες στο δάνειο. Ο περιβόητος Κόχραν έλαβε 37.000 λίρες προκαταβολικά για να έρθει στην Ελλάδα με τα γνωστά πενιχρά ή τραγικά αποτελέσματα, καθώς η μόνη επιτυχία του ήταν η βύθιση τουρκικών πλοίων στη ναυμαχία της Ιτέας (1827). 11.000 λίρες εισέπραξε ο Πρόεδρος του Αγγλοελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου Μπάουρινγκ. 15.108 δόθηκαν στον Συνταγματάρχη Γκόρντον για να τις χρησιμοποιήσει «κατά την κρίση του» στην Ελλάδα. 2.695 λίρες εισέπραξε ο έμπορος στο Λονδίνο Ιωάννης Μαυρογορδάτος. 7.500 λίρες δόθηκαν για αγορά μετοχών για λογαριασμό του ελληνικού κράτους. Οι μετοχές αγοράστηκαν αλλά τις ενθυλάκωσαν οι Ορλάνδος και Λουριώτης!
Οι ίδιοι διέθεσαν 113.000 λίρες για αγορά μετοχών του πρώτου δανείου που η τιμή τους είχε πέσει στο 22% αλλά τις «χρέωσαν» στην κυβέρνηση με 54%-55%. Τη διαφορά, πάνω από 30%, την οικειοποιήθηκαν! Χρέωσαν επίσης 6.716 λίρες για ατομικά τους έξοδα! Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, όταν έλαβαν 2.200 λίρες που είχε μαζέψει με έρανο το Φιλελληνικό Κομιτάτο της Καλκούτας στις Ινδίες (άλλο κέντρο φιλελληνισμού στις αγγλοκρατούμενες τότε Ινδίες, ήταν η Ντάκα, πρωτεύουσα του σημερινού Μπανγκλαντές) έδωσαν στην κυβέρνηση μόλις 1.200! Τις υπόλοιπες 1.000 τις μοιράστηκαν. Σημειώνουμε ότι στην Ινδία ζούσαν εκατοντάδες Έλληνες. Στον έρανο συνεισέφεραν εκτός από τους Έλληνες, Κινέζοι, Αμερικανοί, Ινδοί και Ευρωπαίοι έμποροι.
Τι γράφει ο Φίνλεϊ για τα δάνεια
Για το πώς σπαταλήθηκαν τα χρήματα του πρώτου δανείου είναι χαρακτηριστικά όσα γράφει ο Τζορτζ Φίνλεϊ στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως»(μετάφραση Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη):
«Τα πρώτα ποσά τα κομισθέντα εξ Αγγλίας τω 1824, απερροφήθησαν από καθυστερήσεις οφειλομένας εις δημόσια και ιδιωτικά χρέη. Αι γενόμεναι πληρωμαί δεν είχον σχέσιν προς τας ανάγκας της δημοσίας υπηρεσίας, αλλ’ απεφασίσθησαν διά της επιρροής ατόμων, μελών της κυβερνήσεως.
Το μεγαλύτερον μέρος του πρώτου δανείου επληρώθη εις τους εφοπλιστάς και ναύτας του καλουμένου Ελληνικού στόλου· και η μερίς του λέοντος εδόθη εις τους Αλβανούς της Ύδρας και των Σπετσών. Μεγάλα ποσά κατεβαράθρωσαν οι εμφύλιοι πόλεμοι. Ρουμελιώται καπεταναίοι και στρατιώται έλαβον μεγάλας δωρεάς όπως πολεμήσωσι τους συμπατριώτας των. Ουχί ασήμαντον ποσόν διενεμήθη μεταξύ των μελών της νομοθετικής συνελεύσεως, και μεταξύ μεγάλου σώματος αχρήστων οπαδών, οίτινες εχαρακτηρίζοντο ως δημόσιοι υπάλληλοι.
Πας
άνθρωπος σημασίας τινός κατά την ιδίαν φαντασίαν του επεθύμει να τεθεί
επί κεφαλής σπείρας ενόπλων ανδρών, και χιλιάδες αστών παρήλαυνον εις
τας οδούς του Ναυπλίου μετά πομπής εστολισμένων δορυφόρων. Φαναριώται
και διδάκτορες της ιατρικής, οίτινες κατά Απρίλιον του 1824 ήσαν
ρακένδυτοι, και έζων με ανεπαρκή σιτηρέσια, απέρριψαν την πατριωτικήν
ταύτην χρυσαλίδα πριν παρέλθει το θέρος, κι επρόβαλαν εν όλη τη
λαμπρότητι του ληστρικού βίου, κυματούμενοι εντός πλουσίας φουστανέλας,
στίλβοντες με ασυνήθη έκλαμπρα όπλα και ακολουθούμενοι από μικρά
τσιμπουκόπαιδα και μεγαλοσώμους δορυφόρους. Το μικρόν ανάστημα, η
εύστροφος γλώσσα, τα ισχνά σκέλη και αι εβραϊκαί φυσιογνωμίαι των
μεταναστών τούτων του Βυζαντίου προεκάλουν την περιφρόνησιν, όπως και η
αιφνιδία και δάνειος λαμπρότης των εκίνει τον φθόνον, των γηγενών
Ελλήνων».
Επίλογος
Το θέμα των Δανείων της Ανεξαρτησίας είναι πολύ μεγάλο και δεν καλύπτεται με ένα άρθρο όσο εκτενές κι αν είναι αυτό. Θα επανέλθουμε με περισσότερα στοιχεία και ιδιαίτερα με όσα ακολούθησαν και τις κατηγορίες που αντιμετώπισαν οι Ορλάνδος και Λουριώτης. Πάντως «… με την προοπτική της διανομής του πρώτου δανείου τερματίζεται ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος και με την προοπτική του δεύτερου αρχίζει ο δεύτερος» (Φιλιππάτος: «Τα δάνεια της Ανεξαρτησίας», περιοδικό «Έρευνα», τ. 33/1960, η αναφορά στο βιβλίο του Δ. Φωτιάδη.
ΥΓ. Ας μου επιτραπεί να αφιερώσω το άρθρο αυτό στον καλό μου φίλο Νίκο Κ., εξαίρετο προπονητή ποδοσφαίρου, που μου ζήτησε να γράψω για το συγκεκριμένο θέμα.
Πηγές:
Διονυσίου Κόκκινου, «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ», Εκδόσεις ΜΕΛΙΣΣΑ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ, «Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821», ΤΟΜΟΣ Β’, ΕΚΔΟΣΕΙΣ Σ.Ι. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ, 2018
DOUGLAS DAKIN, «Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ», ΜΙΕΤ, 2010
ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ»
Γεωργίου Φίνλεϋ(Τζορτζ Φίνλεϊ), «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ», ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, ΙΔΡΥΜΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, 2020
Επίλογος
Το θέμα των Δανείων της Ανεξαρτησίας είναι πολύ μεγάλο και δεν καλύπτεται με ένα άρθρο όσο εκτενές κι αν είναι αυτό. Θα επανέλθουμε με περισσότερα στοιχεία και ιδιαίτερα με όσα ακολούθησαν και τις κατηγορίες που αντιμετώπισαν οι Ορλάνδος και Λουριώτης. Πάντως «… με την προοπτική της διανομής του πρώτου δανείου τερματίζεται ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος και με την προοπτική του δεύτερου αρχίζει ο δεύτερος» (Φιλιππάτος: «Τα δάνεια της Ανεξαρτησίας», περιοδικό «Έρευνα», τ. 33/1960, η αναφορά στο βιβλίο του Δ. Φωτιάδη.
ΥΓ. Ας μου επιτραπεί να αφιερώσω το άρθρο αυτό στον καλό μου φίλο Νίκο Κ., εξαίρετο προπονητή ποδοσφαίρου, που μου ζήτησε να γράψω για το συγκεκριμένο θέμα.
Πηγές:
Διονυσίου Κόκκινου, «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ», Εκδόσεις ΜΕΛΙΣΣΑ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ, «Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821», ΤΟΜΟΣ Β’, ΕΚΔΟΣΕΙΣ Σ.Ι. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ, 2018
DOUGLAS DAKIN, «Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ», ΜΙΕΤ, 2010
ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ»
Γεωργίου Φίνλεϋ(Τζορτζ Φίνλεϊ), «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ», ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, ΙΔΡΥΜΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, 2020
Μιχάλης Στούκας
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου