ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΚΚΙΝΗ «ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ» ΤΗΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ 1944
24 Σεπτεμβρίου 1944, στο Κάστρο της Πύλου αυτοκτονεί ο ταγμ/χης Παναγιώτης Στούπας.
Η σορός του κακοποιείται βάναυσα από τον Πέρδικα και άλλους αντάρτες του ΕΛΑΣ!
Τέλος των Ταγμάτων Ασφαλείας (ΤΑ) στη Μεσσηνία!
Ο Στούπας
«..Μήν εἴδατε τόν ἀρχηγό, τόν δόλιο ταγματάρχη
τοῦ πάπα-Σπύρου τό παιδί, τῆς Λεύκης τό καμάρι
στόν Ἀβαρίνο κοίτεται, στό Κάστρο μές τή μέση…»
Μετά την ήττα του ΤΑ στους Γαργαλιάνους στις 22 Σεπτεμβρίου, γύρω
στους 250-300 οπλίτες διέφυγαν μέσω Σφακτηρίας στην Πύλο, στο Κάστρο
της, όπου ενώθηκαν με τον εκεί λόχο του Τάγματος δυνάμεως 250 περίπου
ανδρών.
Σε συσκέψεις μεταξύ των αξιωματικών του ΤΑ και προσωπικοτήτων της
πόλεως, η πλειοψηφία ετάχθη κατά της συνέχισης της μάχης με τον ΕΛΑΣ.
Την επομένη, 23ην Σεπτεμβρίου, Επιτροπή κατοίκων της Πύλου
συναντήθηκαν στο χωριό Γλυφάδα με καπετάνιους του ΕΛΑΣ και ηγέτες του
ΕΑΜ Μεσσηνίας και συμφώνησαν ότι αν «το ΤΑ δεν προβάλει αντίσταση και
παραδόσει τα όπλα του, δεν θα γίνουν εκτελέσεις ταγματασφαλιτών ή
αμάχων, ούτε πλιάτσικο ή εμπρησμοί σπιτιών στην Πύλο».
Η συμφωνία παρουσιάστηκε στη συνέχεια από τους αντιπροσώπους της Πύλου στον Στούπα, ο οποίος επιφυλάχθηκε να απαντήσει.
Οι ντόπιοι ταγματασφαλίτες, πληροφορηθέντες τη συμφωνία εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και ανεχώρησαν για τα σπίτια τους.
Το επόμενο πρωϊνό, 24 Σεπτεμβρίου, ο Στούπας αφού ενημέρωσε τους
συνεργάτες του και συμβούλευσε κάποιους να φροντίσουν να εξαφανιστούν,
καθώς δεν εμπιστευόταν το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ ότι θα τηρούσαν την συμφωνία,
ανεκοίνωσε την απόφασή του το ΤΑ να παραδόσει τα όπλα του στον ΕΛΑΣ.
– “Δέν θέλω νά κλάψουν ἄλλες μάννες”, εἶπε στούς πιστούς συντρόφους του.
–
Το εσωτερικό της κεντρικής πύλης του Κάστρου της Πύλου.
Εκεί που είαι το καφέ κάθισμα, είναι το σημείο που αυτοκτόνησε ο ταγματάρχης Στούπας.
ΣΕ ΕΠΟΜΕΝΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΘΑ ΦΑΝΕΙ ΟΤΙ ΤΟ ΕΑΜ/ΕΛΑΣ ΔΕΝ ΚΡΑΤΗΣΕ ΤΟΝ ΛΟΓΟ
ΤΟΥ, ΑΦΟΥ ΛΥΝΤΣΑΡΙΣΕ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΠΥΛΟΥ, ΜΕΡΙΚΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΗΤΑΝ
ΚΑΙ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ!
Εδώ, παραθέτω λίγα στοιχεία από το τέλος του ταγματάρχη Στούπα και
αυτά που ακολούθησαν στο Κάστρο της Πύλου, από το έργο μου «ΜΑΤΩΜΕΝΕΣ
ΜΝΗΜΕΣ 1940-45»:
«…Στή συνέχεια, διέταξε νά ἀνοίξουν οἱ πύλες τοῦ Κάστρου γιά νά μποῦν οἱ ἀντάρτες τοῦ ΕΛΑΣ.
Ἐκείνη τή στιγμή, μερικοί ἀπό τούς πιό παλαιούς συντρόφους τοῦ
Στούπα δυσανασχέτησαν, καί χρειάστηκε νά τούς μιλήσει ὁ ἴδιος ὥστε νά
ἐγκαταλείψουν τήν ἰδέα τῆς ἔνοπλης ἀντίστασης.
Ἀπό δυό τουλάχιστον συντρόφους του -τόν ὑπασπιστή του ανθυπολοχαγό
Δαρδελάκο, καί τόν Τάκη Κάππο- ζήτησε ὁ ἴδιος νά φύγουν ἀπό τό Κάστρο,
γιά νά μή συλληφθοῦν ἀπό τόν ΕΛΑΣ.
Καί οἱ δυό, μετά ἀπό ἀρκετή πίεση τοῦ ἀρχηγοῦ τους, ἐγκατέλειψαν τό Κάστρο ἀλλά οἱ ἀντάρτες τούς συνέλαβαν στήν πόλη τῆς Πύλου.
Δέν πέρασε πολλή ὥρα ἀπό τή στιγμή πού ἄνοιξαν οἱ πύλες τοῦ Κάστρου, καί ἐμφανίσθηκαν οἱ πρῶτοι ἀντάρτες τοῦ ΕΛΑΣ νά πλησιάζουν.
Οἱ πρῶτοι ἀντάρτες εἶχαν μπεῖ στήν Πύλο ἀπό τή νύχτα, ἀλλά δέν εἶχαν πλησιάσει στό Κάστρο.
Ζητοῦσαν ἐπανειλημμένα διαβεβαιώσεις ἀπό τούς Πύλιους ἀξιωματικούς,
πού εἶχαν ἐν τῷ μεταξύ παραδοθεῖ, ὅτι ὁ Στούπας δέν εἶχε πιά μεγάλη
δύναμη, οὔτε βαριά ὅπλα.
Στό Κάστρο, ἡ κατάσταση ἦταν πολύ τεταμένη.
Ὁ ἴδιος ὁ Στούπας βρισκόταν κοντά στήν πύλη τοῦ Κάστρου, δεξιά ὅπως μπαίνουμε, ἔξω ἀπό ἕνα μικρό γραφεῖο τῆς φρουρᾶς.
Καθόταν σέ μιά καρέκλα, πίσω ἀπό ἕνα ἁπλό τραπέζι, πάνω στό ὁποῖο εἶχε ἀποθέσει τό πηλίκιό του καί τό πιστόλι του.
Ἀριστερά ὅπως μπαίνουμε, καί σέ ἀπόσταση 20-25 μέτρα ἀπό αὐτόν,
ἦταν ἀκροβολισμένοι οἱ ὁπλίτες τοῦ Τάγματος ἀσύντακτοι, καθώς καί οἱ
ἄμαχοι, γύρω στά 500 ἄτομα ὅλοι μαζί.
Χωρίς προειδοποίηση, καί χωρίς νά πεῖ οὔτε μιά λέξη, σέ μιά στιγμή πῆρε στό χέρι τό πιστόλι του καί πυροβολήθηκε στόν κρόταφο.
Τό σῶμα του παρέμεινε καθισμένο στήν καρέκλα, καί ἐκεῖ τό βρῆκε ὁ
Πέρδικας, ὁ πρῶτος ἀντάρτης πού μπῆκε στό Κάστρο, λίγα μόλις λεπτά μετά
τήν αὐτοκτονία τοῦ Στούπα.
Ὁ Πέρδικας, μπαίνοντας στό Κάστρο, χαιρετοῦσε κουνώντας καί τά δυό
του χέρια, καί ἀποκαλοῦσε τούς ταγματασφαλίτες καί τούς ἄμαχους
“ἀδέρφια”.
Ἀφοῦ πλησίασε τόν νεκρό Στούπα, πῆρε ἀπό τό τραπέζι τό πηλίκιό του καί τό φόρεσε.
Μετά, ἔβγαλε ἀπό τόν νεκρό τό χιτώνιό του, μέ τήν κορῶνα καί τό ἀστέρι τοῦ ταγματάρχη, καί τό φόρεσε κι αὐτό.
Τότε, τράβηξε τό μαχαίρι του κι ἔδωσε 5-6 μαχαιριές στούς ὤμους καί στό στῆθος τοῦ νεκροῦ Στούπα!
Τό ἑπόμενο διάστημα ὁ Πέρδικας κυκλοφοροῦσε μέ τό καπέλλο καί τό χιτώνιο τοῦ Στούπα.
Οἱ μαχαιριές τοῦ Πέρδικα δέν ἦταν ἡ τελευταία προσβολή πού ὑπέφερε ὁ νεκρός Στούπας.
Τό μῖσος πού ἔτρεφαν ἐναντίον του οἱ καπετάνιοι τοῦ ΕΛΑΣ ἦταν πολύ μεγάλο.
Ὅπως προκύπτει ἀπό τήν κατωτέρω διήγηση τοῦ συμπατριώτη του Στάθη
Ἀθανασόπουλου, πού βοήθησε χρόνια ἀργότερα στή ἀνεύρεση καί ἀνακομιδή
στό χωριό του τῶν ὀστῶν τοῦ ἄτυχου ταγματάρχη, οἱ ἀντάρτες τοῦ εἶχαν
ἀφαιρέσει τά χρυσά δόντια του καί τοῦ εἶχαν σπάσει τά κόκκαλα τῶν χεριῶν
καί τῶν ποδιῶν του!
Ὅλα αὐτά ἐνῶ ἦταν ἤδη νεκρός!
Ἰδού τί θυμᾶται ὁ Στάθης Ἀθανασόπουλος:
“… Λίγα χρόνια μετά τή μάχη στούς Γαργαλιάνους καί τά γεγονότα πού
ἀκολούθησαν, μαζί μέ τούς συγχωριανούς μου ἀπό τή Λεύκη Κώστα
Χρυσομπόλη, Τάκη Ἀντωνόπουλο καί τό Σταμάτη Στούπα, συνοδεύσαμε τήν
ἀδελφή τοῦ Παναγιώτη Στούπα, τή Ντίνα, στήν Πύλο νά βροῦμε τά ὀστά τοῦ
ταγματάρχη. Πήγαμε στό Κάστρο, ὅπου οἱ ἀντάρτες εἶχαν ἐκτελέσει πολλούς
τό 1944 καί εἶχαν ρίξει τά πτώματά τους σέ λάκκους πού χρησιμοποιοῦνταν
γιά βάσεις τῶν πυροβόλων καί σέ ἕνα νταμάρι.
Κοντά στό σημεῖο πού εἶχε αὐτοκτονήσει ὁ Στούπας ὑπῆρχε ἕνας λάκκος
γιά ἀντιαεροπορικό πυροβόλο. Ἐκεῖ πέταξαν οἱ ἀντάρτες τό πτῶμα τοῦ
Στούπα καί τό σκέπασαν μέ πέτρες πού χρησιμοποιοῦνταν γιά τά
ἀσβεστοκάμινα.
Πήγαμε ἐκεῖ, βρήκαμε τό λάκκο καί ἀρχίσαμε νά σηκώνουμε τίς πέτρες,
ἕως πού φθάσαμε στό πτῶμα. Ἡ ἀδελφή τοῦ Στούπα μᾶς εἶπε τότε πώς θά
ἀναγνωρίσουμε τά ὀστά του:
– “Ὁ ἀδελφός μου εἶναι αὐτός πού στό χέρι του ἔχει ἕνα βλῆμα. Στό
χέρι τοῦ ἀδελφοῦ μου εἶχε μείνει μέσα μιά σφαίρα ἀπό τόν πόλεμο τῆς
Μικρᾶς Ἀσίας”.
Πράγματι ἀναγνωρίσαμε τό πτῶμα τοῦ Ταγματάρχη ἀπό τό βλῆμα στό χέρι του.
Οἱ ἀντάρτες τοῦ εἶχαν βγάλει τά χρυσά δόντια πού εἶχε καί στίς δυό ὀδοντοστοιχίες του.
Ἐπίσης τοῦ εἶχαν σπάσει ἐντελῶς τά κόκκαλα τῶν χεριῶν καί τῶν ποδιῶν του, παρά τό ὅτι εἶχε αὐτοκτονήσει πρίν τόν συλλάβουν…”.
Οἱ ἀντάρτες διέταξαν τούς ταγματασφαλίτες νά συνταχθοῦν σέ πεντάδες.
Οἱ ἄνδρες κάθε πεντάδας προχωροῦσαν μπροστά, κι ἄφηναν κάτω τά ὅπλα
τους, ὅσοι τά κρατοῦσαν ἀκόμη. Ἀπό κεῖ τούς ὁδηγοῦσαν σέ μιά ἐκκλησία
στή μέση του Κάστρου.
Ὅταν γέμισε ἡ ἐκκλησία, τούς ὑπόλοιπους τούς ἔκλεισαν σέ παραπλήσιες αἴθουσες τοῦ Κάστρου.
Στίς ἴδιες αἴθουσες ἔκλεισαν καί τούς ἄμαχους. Ἀκολούθησε γενική
καί καθολική λεηλασία τῶν κρατουμένων ἀπό τά ροῦχα τους, τά παπούτσια
τους καί ὁτιδήποτε ἄλλο ἔφεραν ἐπάνω τους, σταυρούς, ἀναπτῆρες, τσιγάρα,
κ.λπ.
Πολλές φορές ξέσπασαν τσακωμοί ἀνάμεσα στούς ἀντάρτες γιά παπούτσια ἤ χρυσαφικά.
Αὐτό, γιά παράδειγμα, ἔγινε καί γιά τίς μπότες τοῦ ἀνθυπολοχαγοῦ Δαρδελάκου, γιά τό ποιός θά τίς πάρει.
Στό τέλος, ὅλοι σχεδόν οἱ ταγματασφαλίτες ἔμειναν μόνο μέ τά ἐσώρουχά τους, καί ξυπόλητοι.
τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας -τῆς 24ης Σεπτεμβρίου- οἱ ἀντάρτες
διέταξαν ὅλους τούς κρατούμενους νά βγοῦν ἔξω ἀπό τούς χώρους κράτησης
γιά νά χειρο¬κροτήσουν τούς ἀντάρτες μιᾶς διλοχίας τοῦ ΕΛΑΣ πού θά ἔκανε
παρέλαση μπροστά τους.
Τό κωμικό ἤ τραγικό τῆς σκηνῆς, ἦταν ὅτι οἱ ἀντάρτες τοῦ ΕΛΑΣ
φοροῦσαν τά ροῦχα πού εἶχαν πάρει λίγες ὧρες πρίν ἀπό τούς θεατές τους
ταγματασφαλίτες!
Στήν ἐκκλησία τοῦ Κάστρου πού κρατοῦνταν οἱ αἰχμάλωτοι
ταγματασφαλίτες, παρουσιάστηκε καί μίλησε ὁ Βελουχιώτης πού ἔφτασε ἐκεῖ
καβαλλάρης μέ τούς μαυροσκούφηδες ἀπό τούς Γαργαλιάνους.
Σ’αὐτή τήν ἐκκλησία κατεβαίνει κανείς μέ σκαλιά, ἐπειδή τό δάπεδο εἶναι κάτω ἀπό τό ἔδαφος.
Αὐτό τόν ἱκανοποίησε.
Στάθηκε στή σκάλα καμαρωτός, μπροστά στούς αἰχμάλωτους
ταγματασφαλίτες. Φώναξε τόν ἀνθυπολοχαγό Δαρδελάκο νά παρουσιαστεῖ
μπροστά του, καί ὅταν αὐτός πλησίασε μέσα ἀπό τό πλῆθος, ἄρχισε νά τόν
ἐπικρίνει μέ δριμύτητα καί βαριές ὕβρεις ὡς προδότη καί συνεργάτη τῶν
Γερμανῶν.
Ὁ Δαρδελάκος τοῦ ἀντέτεινε ὅτι ὁ ΕΛΑΣ τούς κυνήγησε ὅταν ἦταν μέ
τόν ΕΣ στό βουνό καί τούς διέλυσε. Καί ὅταν ἐπέστρεψαν στά σπίτια τους,
δοκίμασαν νά τούς σκοτώσουν, μή ἀφήνοντας σ’αὐτούς ἄλλη διέξοδο ἀπό τούς
Γερμανούς.
Ὁ Δαρδελάκος, στήν Πύλο εἶχε παρόμοιο “διάλογο”* καί μέ τόν ἔφεδρο
ἀνθυπολοχαγό Μανώλη Μουρλά, διοικητή λόχου τοῦ 8ου συντάγματος Λακωνίας.
Στήν Ἀλβανία, ὁ Δαρδελάκος μέ εὐθύβολες βολές πυροβόλων εἶχε βγάλει τή διμοιρία τοῦ Μουρλά ἀπό μιά δύσκολη κατάσταση.
Ὁ Δαρδελάκος ζήτησε τήν προστασία τοῦ Μουρλά, ἀλλά ἐκεῖνος τόν κοίταξε μόνο καί ἔφυγε μέ σκυμμένο τό κεφάλι, χωρίς νά πεῖ λέξη.
(*) (Προφορική μαρτυρία τοῦ Τάκη Κίτσου στό συγγραφέα. Ὁ Τ.Κ. ἦταν αὐτήκοος στό “διάλογο”.
Ἡ συνάντησή τους ἔχει ἀναφερθεῖ καί ἀπό ἄλλους συγγραφεῖς (πχ. Κ. Μπρούσαλης, σελ. 477-78)).
Τό πρωϊνό τῆς ἑπομένης ἡμέρας, 25ης Σεπτεμβρίου, οἱ ἀντάρτες δια¬χώρισαν τούς κρατούμενους σέ δυό μεγάλες ὁμάδες.
Στή μιά ἦταν ὅλοι οἱ ἄνδρες, ταγματασφαλίτες καί ἄμαχοι, καί στήν ἄλλη τά γυναικόπαιδα.
Στά περισσότερα γυναικόπαιδα ἐπετράπει νά φύγουν τήν ἴδια ἡμέρα.
Ὅλοι οἱ ἄνδρες πέρασαν ἕνας-ἕνας μπροστά ἀπό μιά πενταμελῆ Ἐπιτροπή ἀπό στελέχη τοῦ ΕΑΜ/ΚΚΕ.
Τρία ἀπό τά μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς ἦταν ἀπό τούς Γαργαλιάνους, προφανῶς
ἐπειδή καί ἡ πλειοψηφία τῶν κρατουμένων τούς ὁποίους θά ἔκριναν ἦταν
ἀπό ἐκεῖ.
Πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς ἦταν ὁ Γιώργης Νικολόπουλος (Λαδάς),
“Δήμαρχος” Γαργαλιάνων τοῦ ΕΑΜ, καί μέλη της ὁ Ἀλέκος Δημάκης καί ὁ
Θανάσης Φωτόπουλος ἀπό τούς Γαργαλιάνους, ὁ Γεώργιος Ψαλίδας ἀπό τή
Μεθώνη, καί ἕνας ἀπό τήν Πύλο.
Βλέπουμε δηλαδή, ὅτι ἐν ἀπουσίᾳ μάχης καί αὐτοδικιῶν μετά ἀπ’αὐτήν,
οἱ ἀποφάσεις ζωῆς καί θανάτου πέρασαν ἀπό τόν ΕΛΑΣ στά “πολιτικά”
στελέχη τοῦ ΕΑΜ/ΚΚΕ.
Φυσικά, ἡ διαδικασία τοῦ λαϊκοῦ δικαστηρίου στήθηκε μέ τήν διαταγή ἤ
ἔγκριση τοῦ Βελουχιώτη, ὁ ὁποῖος εἶχε τή δύναμη νά τούς ἀφήσει ὅλους
ἐλεύθερους στό Κάστρο τῆς Πύλου.
Τό ἴδιο μποροῦσε νά κάνει καί στό Μπεζεστένι τοῦ Μελιγαλᾶ, καί στό Γυμνάσιο τῶν Γαργαλιάνων.
Ἡ Ἐπιτροπή κατέταξε τούς κρατουμένους σέ μία ἀπό δυό κατηγορίες.
Νά ἀφεθοῦν ἐλεύθεροι ἤ νά δολοφονηθοῦν.
Μετά ἀπό αὐτήν τήν ἀπόφαση, αὐτοί πού ἐπρόκειτο νά ἐλευθερωθοῦν
κλείστηκαν στούς θαλάμους πού χρησιμοποιοῦσαν πρίν οἱ φρουροί τῶν
φυλακῶν, μακριά ἀπό ἐκείνους πού ἦταν πιά μελλοθάνατοι.
Ὁ ἀριθμός τῶν τελευταίων ἦταν γύρω στούς 30….».
Τελικά εκτέλεσαν τουλάχιστον 24 από τους κρατουμένους στο Κάστρο,
μεταξύ των οποιων τον ανθυπολοχαγό Δαρδελάκο και τους δύο που
αναφέρονται στις επόμενες μαρτυρίες».
Λέει ο Στάθης Αθανασόπουλος:
«…Τό δεύτερο βράδυ τῆς αἰχμαλωσίας μου στήν Πύλο, καθώς πήγαινα μέ
συνοδεία ἑνός ἀντάρτη στά οὐρητήρια, εἶδα καί τόν φοβερό βασανισμό ἑνός
νέου παιδιοῦ ἀπό τούς Γαργαλιάνους.
Τόν λέγανε Νίκο καί ἦταν γυιός τοῦ Ἀντώνη τοῦ Γύφτου πού ἔπαιζε βιολί στά μέρη μας στίς γιορτές.
Πιστεύω ὅτι ἡ μητέρα του ἦταν ἀπό τούς Γαργαλιάνους.
Αὐτός λοιπόν ὁ “Γύφτος” ἦταν ἕνα πολύ ψύχραιμο παλληκάρι.
Ὅταν τραυματίσθηκε στή μάχη ὁ χειριστής τοῦ βαρέως πολυβόλου, Γιώργης Κάππος, ἀνέλαβε χειριστής αὐτός.
Ὅταν ἔπεσαν οἱ Γαργαλιάνοι, αὐτός φεύγοντας πῆρε μαζί του τόν
μηχανισμό τῆς σκανδάλης, ἀχρηστεύοντας ἔτσι τό πολυβόλο πρίν πέσει στά
χέρια τοῦ ΕΛΑΣ.
Ἄκουσα ὅτι τόν μηχανισμό τόν πέταξε στό λιμάνι τῆς Πύλου ὅταν φάνηκε ὅτι τελείωσε ὁ ἀγώνας μας.
Στήν ζωή μου, καί στίς περιπέτειες πού εἶχα ἐκεῖνα τά χρόνια, στά
Τάγματα Ἀσφαλείας καί μετά στίς Μονάδες Ἀμύνης Ὑπαίθρου (Μ.Α.Υ.), δέν
ἔχω δεῖ κανέναν ἄλλο τόσο σκληρό καί τόσο γενναῖο στήν ἀντιμετώπιση
ξυλοδαρμοῦ καί βασανιστηρίων.
Ὅσο διάστημα μπόρεσα ἐγώ νά δῶ, τόν βασάνιζαν ἀπάνθρωπα 5-6 ἀντάρτες.
Τόν κτυποῦσαν ἄλλοι μέ τά κοντάκια καί ἄλλοι μέ τίς κάννες τῶν ὅπλων τους, καί 2-3 μέ στυλιάρια (χοντρά ξύλα).
Τό κεφάλι του εἶχε γίνει διπλό ἀπό τά κτυπήματα.
Αἵματα καί τεμάχια δέρματος εἶχαν γεμίσει τό μέρος γύρω, ἀλλά αὐτός δέν ἔβγαζε τό παραμικρό βογγητό, οὔτε τούς παρακαλοῦσε!
Ἐκεῖ εἶδα καί τίς κόρες τοῦ ταγματάρχη τοῦ ΕΛΑΣ Σφακιανάκη ἀπό τό
Κορυφάσιο, πού εἶχε σκοτωθεῖ στοῦ Μανούσου τό γεφύρι, νά παρακολουθοῦν
μέ εὐχαρίστηση καί χαμόγελα τόν βασανισμό αὐτοῦ τοῦ παλληκαριοῦ.
Δέν γνωρίζω τήν τύχη του.
Τί ἀπέγινε.
Πέθανε ἐκεῖνο τό βράδυ ἀπό τά βασανιστήρια ἤ τόν ἐκτέλεσαν τίς ἑπόμενες ἡμέρες μαζί μέ τόν Δαρδε¬λάκο, τόν παπά τοῦ Μουζακίου..»
Λέει ο Τάκης Κίτσος:
«…Πρίν φύγω εἶδα τόν ἀδελφό μου πού ἡ Ἐπιτροπή τόν κράτησε στό Κάστρο.
Τόν εἶχαν καταδικάσει σέ θάνατο. Φαινόταν θλιμμένος, ἀλλά δέν εἶχε χάσει τό θάρρος του.
Τό μόνο πού μοῦ εἶπε, ἦταν:
-“Νά πεῖς στούς γονεῖς νά μέ συγχωρέσουν”!
Ὁ ἀδελφός μου ὁ Θωμάς δέν ἐπέστρεψε ποτέ.
Τόν ἐκτέλεσαν μαζί μέ ἄλλους 23 στό Κάστρο τῆς Πύλου.
Ἀκόμη ἔχω στό νοῦ μου τή μορφή του, ὅπως τόν εἶδα γιά τελευταῖα φορά…”.
“ Ἐλιθάσθησαν, ἐπριονίσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον” (Ἄπ. Παύλου πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή)
Ο Ταγματάρχης Στούπας πολέμησε από την Μικρά Ασία μέχρι την Πίνδο.
«Ό ταγματάρχης Παναγιώτης Στούπας γεννήθηκε τήν Πρωτοχρονιά του
1894 στή Λεύκη (παλαιά Μουζούστα), τέσσερα χιλιόμετρα νότια των
Γαργαλιάνων. Κατετάγη στό Στρατό τό 1914, καί τό 1916 μονιμοποιήθηκε καί
έλαβε τόν βαθμό του Άνθυπολοχαγου πεζικου. Πολέμησε στή Μικρασιατική
Εκστρατεία, όπου καί τραυματίσθηκε σοβαρά. Μάλιστα έζησε τήν υπόλοιπη
ζωή του μ’ενα βλήμα στό σώμα του. Τό 1923 έλαβε μέρος στό κίνημα του
Λεοναρδόπουλου – Γαργαλίδη καί άποτάχθηκε άπό τό στρατό ώς βασιλόφρονας
μέ τόν βαθμό του ύπολοχαγου. Εγκαταστάθηκε στη Θράκη, και ήσχολείτο μέ
τό εμπόριο ξυλείας. Τόν βαθμό του λοχαγού τόν πήρε τό 1925 καί του
ταγματάρχη τό 1935, ώς εφεδρος.
Στόν πόλεμο του ’40 κατετάγει εθελοντικά καί πολέμησε στην πρώτη
γραμμή υπό τόν συνταγματάρχη Παπαδόγκωνα που διοικουσε τό Σύνταγμα
Κρήτης καί πήρε τήν Τρεμπεσίνα. Μετά την κατάρρευση επέστρεψε στη Θράκη,
άλλά σύντομα διαπίστωσε ότι ήταν αδύνατο νά μείνει εκεί άφου ή περιοχή
παραχωρήθηκε άπό τους Γερμανούς στή δικαιοδοσία των Βουλγάρων.
Έτσι διέφυγε στόν νότο καί ζουσε στό χωριό του, στή Λεύκη, μέ
τήν οικογένεια του πατέρα του, του παπα-Σπύρου. Ή έπίδοσή του στή
σκοποβολή, μέ τό πιστόλι καί τό τουφέκι, έχει μείνει παροιμοιώδης. Στίς
μάχες μέ τους άντάρτες του ΕΛΑΣ πιστεύεται ότι τους προξένησε μόνος του
περισσότερα θύματα άπό όσα όλοι οί στρατιώτες ή άντάρτες ύπό τις
διαταγές του. Ιδιαίτερα στήν πρώτη μάχη του Μελιγαλα, καί στίς μάχες τής
Λεύκης καί τών Γαργαλιάνων.
Γνώστης του πολέμου, μέ ικανότητες άναγνωρισμένες άπό όλους τους
αντιπάλους του, στους στρατιώτες του ενέπνεε τόν σεβασμό καί τήν άγάπη,
ποτέ τό φόβο. Μετριοπαθής, δίκαιος, καλόψυχος, σεβόταν τους άντιπάλους
του καί οί μονάδες του ποτέ δέν κακοποίησαν εν γνώσει του πολιτικούς
άντιπάλους, άμαχους πολίτες ή άντάρτες του ΕΛΑΣ. Ουδέποτε συγκρότησε
στρατοδικεία ή συμμετείχε σ’αύτά»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου