Η καταστροφή δημοσίων γλυπτών, ομολογία αποτυχημένης πόλης
Η Αθήνα είναι η μοναδική πρωτεύουσα όπου ο βανδαλισμός έχει «νομιμοποιηθεί» Tου Νικου Βατοπουλου
Στεκόμουν πρόσφατα μπροστά στον ανδριάντα του Καποδίστρια στα Προπύλαια. Ημουν πρόσωπο με πρόσωπο με τον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδος και προσπαθούσα να διαβάσω το βλέμμα του. Ποτέ δεν είχα σταθεί τόσο κοντά του και σκέφτηκα ότι αυτό που οδήγησε τα βήματά μου στα μαρμάρινα πόδια του, ήταν η παραμόρφωση και όχι το μεγαλείο. Hταν ένα πρωινό ηρεμίας, οι «κατασκηνωτές» είχαν βγει για νερό, ο Καποδίστριας είχε ζωγραφισμένα κόκκινα τα χείλη, είχε τα μάτια καλλιτεχνικά διεσταλμένα. Μου θύμισε την αξιοπρέπεια και τη στωικότητα ενός ανθρώπου που αδίκως λοιδορείται, ενός αθώου στα χέρια του όχλου. Ο Καποδίστριας έγινε στιγμιαία ένας Χριστός με αγκάθινο στεφάνι. Ξαναπέρασα μετά από μέρες και είδα ότι τον είχαν φασκιώσει σε νάρθηκα «αποκατάστασης». Δεν διέκρινα το πρόσωπο του Καποδίστρια, αλλά πλέον κάθε φορά που θα περνάω από το Πανεπιστήμιο θα φέρνω στο νου τη δοκιμασία του. Η Αθήνα μου φέρνει διαρκώς εικόνες βανδαλισμών. Στην οδό Τοσίτσα, η «Ηπειρος», στο Πνευματικό Κέντρο οι προτομές της γενιάς του '30, στο Πάρκο Ελευθερίας ο Βενιζέλος, η λίστα δεν έχει τέλος... Η Αθήνα είναι μία πόλη βαρβάρων, αν διαβάσει κανείς την πόλη από τον τρόπο που μεταχειρίζεται τα μνημεία της.
Πιο σωστά θα έλεγε κανείς ότι μια πόλη δεν κρίνεται από το τι έχει επιλέξει να την εκπροσωπεί και να την συμβολίζει, αλλά από την επιθυμία να περιφρουρήσει τις επιλογές της. Η Αθήνα δεν πείθει ότι μπορεί. Η Αθήνα εμφανίζεται ανάξια στους κατοίκους της, εμφανίζεται βάρβαρη στους επισκέπτες της. Είναι καθαρά θέμα εφαρμογής νόμων και Συντάγματος. Στην Αθήνα, περιφρονείται το μεγάλο ποσοστό κατοίκων που δυσανασχετεί, παραπονείται, θλίβεται και απογοητεύεται, και γίνεται ανεκτή η παραβατικότητα και η ύβρις. Η αναντιστοιχία λαϊκού αισθήματος και δημόσιας εικόνας της πόλης δημιουργεί ένταση, χάσματα, ντροπή και γι' αυτό φουντώνει τα αισθήματα περιχαράκωσης και αδικίας. Η ανομία ευτελίζει την πόλη και πλήττει τη δημοκρατία. Πέρα από θέμα αισθητικής, σεβασμού στην ιστορία και εκπροσώπησης αξιών και θεσμών, ο βανδαλισμός της δημόσιας γλυπτικής αποκαλύπτει μια ιδιαίτερα χαλαρή σχέση με τη «νοηματοδότηση» του άυλου πολιτισμού και την εκπροσώπησή του.
Η απαξίωση της δημόσιας τέχνης και η απόσυρση της προστασίας της από όσους έχουν την ευθύνη και την υποχρέωση, φανερώνει ένα διάτρητο αστικό σώμα, το οποίο αδυνατεί να αρθρώσει συνεκτικό λόγο.
Η Αθήνα εμφανίζεται ως μία πόλη τυχαιοτήτων και ατυχώς συγκολλημένων ετερόκλητων ψηφίδων. Είναι καθαρά πολιτικό το ζήτημα της εκ νέου ανάγνωσης της πρωτεύουσας ώστε να διαχέεται η αίσθηση της ιστορικότητας, της αξιοπρέπειας και της συνέχειας, των συστατικών, δηλαδή, αξιών της κοινωνίας που κινείται με σκοπό προς το μέλλον.
Αθηναϊκά μνημεία σε διαρκή διωγμόΣτεκόμουν πρόσφατα μπροστά στον ανδριάντα του Καποδίστρια στα Προπύλαια. Ημουν πρόσωπο με πρόσωπο με τον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδος και προσπαθούσα να διαβάσω το βλέμμα του. Ποτέ δεν είχα σταθεί τόσο κοντά του και σκέφτηκα ότι αυτό που οδήγησε τα βήματά μου στα μαρμάρινα πόδια του, ήταν η παραμόρφωση και όχι το μεγαλείο. Hταν ένα πρωινό ηρεμίας, οι «κατασκηνωτές» είχαν βγει για νερό, ο Καποδίστριας είχε ζωγραφισμένα κόκκινα τα χείλη, είχε τα μάτια καλλιτεχνικά διεσταλμένα. Μου θύμισε την αξιοπρέπεια και τη στωικότητα ενός ανθρώπου που αδίκως λοιδορείται, ενός αθώου στα χέρια του όχλου. Ο Καποδίστριας έγινε στιγμιαία ένας Χριστός με αγκάθινο στεφάνι. Ξαναπέρασα μετά από μέρες και είδα ότι τον είχαν φασκιώσει σε νάρθηκα «αποκατάστασης». Δεν διέκρινα το πρόσωπο του Καποδίστρια, αλλά πλέον κάθε φορά που θα περνάω από το Πανεπιστήμιο θα φέρνω στο νου τη δοκιμασία του. Η Αθήνα μου φέρνει διαρκώς εικόνες βανδαλισμών. Στην οδό Τοσίτσα, η «Ηπειρος», στο Πνευματικό Κέντρο οι προτομές της γενιάς του '30, στο Πάρκο Ελευθερίας ο Βενιζέλος, η λίστα δεν έχει τέλος... Η Αθήνα είναι μία πόλη βαρβάρων, αν διαβάσει κανείς την πόλη από τον τρόπο που μεταχειρίζεται τα μνημεία της.
Πιο σωστά θα έλεγε κανείς ότι μια πόλη δεν κρίνεται από το τι έχει επιλέξει να την εκπροσωπεί και να την συμβολίζει, αλλά από την επιθυμία να περιφρουρήσει τις επιλογές της. Η Αθήνα δεν πείθει ότι μπορεί. Η Αθήνα εμφανίζεται ανάξια στους κατοίκους της, εμφανίζεται βάρβαρη στους επισκέπτες της. Είναι καθαρά θέμα εφαρμογής νόμων και Συντάγματος. Στην Αθήνα, περιφρονείται το μεγάλο ποσοστό κατοίκων που δυσανασχετεί, παραπονείται, θλίβεται και απογοητεύεται, και γίνεται ανεκτή η παραβατικότητα και η ύβρις. Η αναντιστοιχία λαϊκού αισθήματος και δημόσιας εικόνας της πόλης δημιουργεί ένταση, χάσματα, ντροπή και γι' αυτό φουντώνει τα αισθήματα περιχαράκωσης και αδικίας. Η ανομία ευτελίζει την πόλη και πλήττει τη δημοκρατία. Πέρα από θέμα αισθητικής, σεβασμού στην ιστορία και εκπροσώπησης αξιών και θεσμών, ο βανδαλισμός της δημόσιας γλυπτικής αποκαλύπτει μια ιδιαίτερα χαλαρή σχέση με τη «νοηματοδότηση» του άυλου πολιτισμού και την εκπροσώπησή του.
Η απαξίωση της δημόσιας τέχνης και η απόσυρση της προστασίας της από όσους έχουν την ευθύνη και την υποχρέωση, φανερώνει ένα διάτρητο αστικό σώμα, το οποίο αδυνατεί να αρθρώσει συνεκτικό λόγο.
Η Αθήνα εμφανίζεται ως μία πόλη τυχαιοτήτων και ατυχώς συγκολλημένων ετερόκλητων ψηφίδων. Είναι καθαρά πολιτικό το ζήτημα της εκ νέου ανάγνωσης της πρωτεύουσας ώστε να διαχέεται η αίσθηση της ιστορικότητας, της αξιοπρέπειας και της συνέχειας, των συστατικών, δηλαδή, αξιών της κοινωνίας που κινείται με σκοπό προς το μέλλον.
Δεν πάει πολύς καιρός που περνώντας έξω από την Ακαδημία Αθηνών, το τρανότερο κτίσμα του κλασικισμού στον ευρωπαϊκό χώρο, με φρίκη είδα, σε κάθε μία από τις έξι μαρμάρινες ιωνικές κολόνες, γραμμένα με μαύρο σπρέι τα γράμματα R-E-S-I-S-T Να α-ν-τ-ι-σ-τ-α-θ-ο-ύ-μ-ε ήταν το παράγγελμα των βανδάλων, λες και το πρόστυλο του μνημείου ήταν το ιδιόκτητό τους πικέτο.
Προφανώς, μη θέλοντας να ρίξουν λάδι στη φωτιά της διαρκώς εύφλεκτης ατμόσφαιρας γύρω από τα Προπύλαια του Πανεπιστημίου και το άσυλο, οι αρμόδιοι του μεγαλύτερου πνευματικού ιδρύματος της χώρας δαπάνησαν και πάλι ποσά για τον καθαρισμό του, περιμένοντας προφανώς την επόμενη επίθεση.
Ασυγκράτητες και επιθετικές, κυρίως απέναντι στο αστραφτερό πεντελικό μάρμαρο και με άγνωστα πια αιτήματα, ομάδες δήθεν «ανταρτών πόλεων» μεταμόρφωσαν πρόσφατα σε καρτούν το κεφάλι του Καποδίστρια μπροστά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, έργου του γλύπτη Γεωργίου Μπονάνου. Εδώ τα «παιδιά» έβαλαν τα δυνατά τους ώστε να μοιάσει ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας με τον Τζόκερ, ήρωα της ταινίας Μπάτμαν. Το πανέμορφο κεφάλι της Κοιμωμένης του Χαλεπά στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας από την άλλη «σβήστηκε» ολωσδιόλου -με την έννοια του delete- από πιο ατίθασους βανδάλους με κατάμαυρο σπρέι και μάλιστα σε φυλασσόμενο χώρο.
Η επικράτηση του δόγματος της γενικευμένης ανομίας και ατιμωρησίας, η μικρή και μεγάλη λεηλασία του δημόσιου πλούτου έχει πια επικρατήσει αδιάκριτα και στα μνημεία. Δεν απέχει και πολύ η εποχή από τα δήθεν «αθώα» μπουγελώματα του ανδριάντα του Χάρρυ Τρούμαν, που θυμούνται ακόμη με νοσταλγία οι τότε νέοι της γενιάς του Πολυτεχνείου, επιθέσεις που αργότερα κατέληξαν σε εκρηκτικά. Σήμερα τα εκρηκτικά κρύβονται πια μόνο στις «μπόμπες» των σπρέι...
Εχει ειπωθεί ότι ο βανδαλισμός των μνημείων στον δημόσιο χώρο αφορά το συμβολικό πεδίο μιας κρίσης της αναπαράστασης που αποκαλύπτει μια κρίση της εκπροσώπησης και αυτή με τη σειρά της προσελκύει εικονοκλαστικές πράξεις. Προσβάλλοντας το δημόσιο μνημείο, προσβάλλεται το κοινωνικό/πολιτικό του καθεστώς ύπαρξης. Αν πράγματι στις ημέρες μας συμβαίνει κάτι τέτοιο, οφείλουμε να λάβουμε δραστικά μέτρα και να είμαστε όλοι σε επιφυλακή.
* Η δρ Μαριλένα Ζ. Κασιμάτη είναι ιστορικός Τέχνης και επιμελήτρια Εθνικής Πινακοθήκης.
Πηγή
www.kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου