Υπό τέτοιες συνθήκες, αντί για ενεργούς και κριτικούς πολίτες τα συστήματα παιδείας διαμορφώνουν υπηκόους. Και επειδή οι τελευταίοι θα μπορούσαν να παρασυρθούν από τον ιό της ελευθερίας, απαραίτητη προϋπόθεση για τον εγκλεισμό τους στο κυρίαρχο ιδεολογικό στρατόπεδο είναι η ύπαρξη εχθρών που απειλούν και η προς αυτούς δέουσα
καλλιέργεια μίσους. Στο πλαίσιο, λοιπόν, ενός παρόμοιου πνευματικού και ιδεολογικού περιβάλλοντος προέχει η τεχνητή δημιουργία μύθων, οι οποίοι πρέπει να γίνονται πιστευτοί ανεδαφικοί οραματισμοί, ώστε αντιφατικές προς την εμπειρική πραγματικότητα ιδεολογίες και δοξασίες να έχουν κάθε δυνατότητα να ενισχύσουν πλάνες –με τις τελευταίες να αποτελούν ισχυρότατο εργαλείο εξουσίας.
Υπό το φως των όσων προηγούνται, δεν πρέπει να απορεί κανείς για το επίπεδο της ελληνικής παιδείας και για την περαιτέρω υποβάθμισή της την οποία επιδιώκει η παρούσα κυβέρνηση. Από το 1974 και μετά, παρά την ευρωπαϊκή επιλογή της χώρας, η ελληνική παιδεία παραδόθηκε για λόγους πολιτικών σκοπιμοτήτων στις δυνάμεις του φαιοκόκκινου σκοταδισμού, οι οποίες κυριολεκτικά αλωνίζουν –και αυτό σε έναν χώρο ο οποίος θα έπρεπε να είναι πηγή αναδείξεως και αναπτύξεως των πιο γόνιμων και δημιουργικών δυνάμεων της χώρας.
Δυστυχώς, στην σημερινή ελληνική κοινωνία η νέα γενιά, παρά τα όποια προτερήματά της, δεν έχει την ευκαιρία να γαλουχηθεί με τρόπο που να την βοηθά να ερευνά, να ελέγχει, να παραβάλλει τα εμπειρικά δεδομένα, να εξετάζει τις απώτερες συνέπειες μίας καταστάσεως και να αποφασίζει με αυτόνομη, αντικειμενική, κριτική και δημιουργική σκέψη.
Ακόμα χειρότερα, εμποτισμένη από την λατρεία του κρατισμού, το μίσος για το επιχειρείν και την ιδιωτική πρωτοβουλία, και την απέχθεια προς τον γόνιμο ανταγωνισμό, η νέα γενιά δεν θέλει να αναζητά. Καταδιώκει τις νέες ιδέες και άρα αρνείται να συζητά και να κρίνει επί της ουσίας. Μόνον οι νέοι που θέλουν, μπορούν και εν τέλει τολμούν να δραπετεύσουν από αυτό το καφκαϊκό σύμπαν, καταφέρνουν να δημιουργήσουν προοπτικές και να ατενίσουν το μέλλον με νέες προτάσεις στην φαρέτρα τους.
Είναι έτσι αυτονόητο ότι σε μία χώρα όπου η παιδεία, από μέσο πνευματικής ανέλιξης, γίνεται μηχανισμός πνευματικής και ιδεολογικής υποταγής, η αριστεία όχι μόνον δεν έχει θέση αλλά είναι και επικίνδυνη για τους ανθρώπους της εξουσίας. Από την εποχή των προσωκρατικών φιλοσόφων, οι οποίοι πρώτοι απέρριψαν τον μύθο φέρνοντας στο προσκήνιο τον ορθό λόγο, η αριστεία συνδέεται άμεσα με την έννοια της ελευθερίας –με την τελευταία να θεωρείται αγώνισμα καταξιώσεως.
Συνεπώς, εδώ και περισσότερα από 2.500 χρόνια, ως προϋπόθεση της αριστείας, η ελευθερία δεν ήταν απλή αποδέσμευση του αυθόρμητου, ούτε ψευδαίσθηση και συμβολισμός του απωθημένου. Ενείχε μεγαλείο γιατί ήταν αναζήτηση του αληθινού ανθρώπου. Οι προσωκρατικοί ανακάλυπταν για πρώτη φορά ότι μέθεξη για την τελειότητα σήμαινε απαλλαγή από τις προκαταλήψεις, από τα μυθεύματα, τις προλήψεις και τις ποικίλες προβολές της φαντασίας. Για πρώτη φορά οι Έλληνες άφηναν τον νου τους να λειτουργεί, να ανακαλύπτει τους νόμους της λογικής, την ταυτότητα, την αιτιότητα, την αποφυγή της αντίφασης.
Στο πλαίσιο αυτό, η αριστεία συνδέθηκε με την ελευθερία –γεγονός πολυσήμαντο, που άνοιγε τον δρόμο στην κριτική. Κατ’ επέκταση, ο νους όφειλε να ξεχωρίζει το ορθό από το εσφαλμένο, το αληθινό από το ψεύτικο, το πραγματικό από το φανταστικό.
Όπως πολύ σωστά επισημαίνει και ο καθηγητής Φιλοσοφίας κ. Γεώργιος Μποζώνης, η μετέπειτα σωκρατική μαιευτική ξεσκέπαζε τον κόσμο της πλάνης. Ο έλεγχος και η ανασκευή αποτελούσαν μεθοδολογικά όπλα, που έκριναν την αντοχή των πεποιθήσεων, των πίστεων, των απόψεων. Η γνώμη δεν ήταν γνώση. Την πρώτη μπορούσε κανείς να αναιρεί, την δεύτερη να επαληθεύει και να επιβεβαιώνει. Η αναγωγή του μερικού στο γενικό, η επαλήθευση του μερικού από τους κανόνες του γενικού, επέτρεπαν στον διαλεκτικό να προβαίνει σε αναλύσεις και συνθέσεις.
Στην βάση αυτής της διάστασής της, η ελευθερία, που αναζητά την αριστεία και την τελειότητα, δεν τοξεύει το αδύνατο ούτε άκριτα απεύχεται το καθιερωμένο. Στην εποχή της, έτσι, η παιδεία δεν ήταν πολυμάθεια αλλά έρως για την τελειότητα, γράφει ο καθηγητής Γ. Μποζώνης. Και από τα λόγια του προκύπτει ξεκάθαρα γιατί οι άνθρωποι των τελικών λύσεων, των μεταφυσικών παραδείσων, του άκρατου λαϊκισμού και της παραπλανητικής ασυναρτησίας θεωρούν την αριστεία εχθρό τους. Επειδή γνωρίζουν ή διαισθάνονται ότι η ροπή προς την αριστεία εκφράζεται ως δημιουργικότητα και άρα είναι δρόμος που οδηγεί στην ευδαιμονία, δεν θέλουν ο άνθρωπος από μόνος του να γίνεται καλύτερος από αυτό που είναι. Τον θέλουν άκριτο και άβουλο, γιατί έτσι χειραγωγείται εύκολα και γίνεται εργαλείο κατάληψης της εξουσίας. Δεν θέλουν ο άνθρωπος να ελπίζει, να δημιουργεί και να χαίρεται αυτά που δημιούργησε. Τον προτιμούν απολιθωμένο και αποβλακωμένο, λεία στις εξουσιαστικές ορέξεις που κρύβονται πίσω από δήθεν «οράματα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου