Με το άνοιγμα της αυλαίας για τις εθνικές εκλογές, οι δύο μονομάχοι της πολυπόθητης καρέκλας, άνοιξαν το κουτί της Πανδώρας και άρχισαν να υπόσχονται πράγματα και θάματα σε μια Ελλάδα καταχρεωμένη και υποθηκευμένη, της οποίας η πλειοψηφία του γονατισμένου και εξαθλιωμένου λαού εκλιπαρεί επιδόματα παντός τύπου, τρεφόμενη από τα κοινωνικά συσσίτια και την ευσπλαχνία του «ΣΚΑΪ»…
Του πολίτη Π. Λ. ΠΑΠΑΓΑΡΥΦΑΛΛΟΥ
Οι δύο αλληλοϋποστηριζόμενοι αρχηγοί της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, κατά την πάγια συνήθεια των μεταπολιτευτικών πολιτικάντηδων
της Ελλάδας, ξανα-απευθύνονται στις μάζες των ψηφοφόρων δίνοντας αφειδώς απραγματοποίητες πλάνες υποσχέσεις. Χωρίς μέτρο, χωρίς ντροπή και χωρίς να ορρωδούν, επιχειρούν ξανά και ξανά να εξαπατήσουν τους ψηφοφόρους, στους οποίους ούτε λίγο, ούτε πολύ υπόσχονται παραδείσους! Θα εξαλείψουν την ανεργία! Θα φέρουν πακτωλό επενδύσεων! Θα δώσουν μισθούς τύπου Γερμανίας! Θα αναδομήσουν την δημόσια διοίκηση! Θα μειώσουν την φορολογία!
Θα μετατρέψουν την άρρωστη υγεία σε υγεία ελβετικού τύπου κ.τ.λ., κ.τ.λ., Ένα κρεσέντο πολιτικής και κοινωνικής αθλιότητας το οποίο υπολαμβάνει – για άλλη μια φορά – τους ψηφοφόρους ως πολιτικούς Μαμελούκους, οι οποίοι φαίνεται, πολλοί απ’ αυτούς, να ξανα- απολαμβάνουν το γλυκό παραμύθι.
Όσο πιο πολιτικά ανώριμος παραμένει η πλειοψηφία του Ελληνικού λαού τόσο πιο πολύ θα μπορούν οι δημαγωγοί να ασελγούν πάνω της, για να θυμηθούμε και τον Αριστοτέλη, που καυτηρίαζε την «ασέλγεια των δημαγωγών» επί του πλήθους. Οι εναλλασσόμενοι αρχηγίσκοι της καρέκλας, μη έχοντας καμία απολύτως σχέση με τον αληθινό ηγέτη, περιορίζονται στο να
υπόσχονται στον λαό ψεύτικους παραδείσους αντί να ηγηθούν πραγματικά και να του πουν την πάσα πικρή αλήθεια.
Δεν το τολμούν γιατί δεν είναι πραγματικοί ηγέτες, αλλά ούτε και αληθινοί πολιτικοί, αλλά πολιτικάντηδες! Η διαφορά είναι κολοσσιαία όπως την διατύπωσε ο βιολόγος νομπελίστας Τσεντ Γκιέργκυϊ, γράφοντας: «Οι πολιτικάντηδες έχουν το μυαλό τους στις επόμενες εκλογές, ενώ οι πολιτικοί στις επόμενες γενιές. Ο λαός εκλέγει τους καλύτερους πολιτικάντηδες και μετά απορεί, ανακαλύπτοντας ότι είναι κακοί πολιτικοί» (βλ. το δοκίμιό του: «Ο τρελλός πίθηκος» – Γραμμένο από ένα βιολόγο για νέους – Έκδοση 7η, από «Λογοθέτη», Αθήνα 1991, σελ. 33).
Θα νόμιζε κανείς ότι ο Ούγγρος βιολόγος, γράφοντας αυτά για τους νέους, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, απευθύνεται στους
Έλληνες πολιτικάντηδες των ημερών μας, οι οποίοι δεν αποφεύγουν να φοβίσουν και να τρομοκρατήσουν τον λαό για να τον έχουν του χεριού τους. Γράφει ο ίδιος: «Οι κυβερνήσεις, επειδή χρειάζονται εχθρούς για να φοβίζουν τον λαό, μια και ο φοβισμένος λαός κυβερνιέται ευκολότερα» (σελ. 32).
Πρόκειται για την «αποτελεσματική» χυδαία μέθοδο που ετούτα τα χρόνια εφαρμόζουν οι πολιτικάντηδες για ν’ αδρανοποιήσουν τις όποιες αντιδράσεις του γονατισμένου λαού. Και όσο ο λαός γονατίζει μπροστά τους, τόσο πιο πολύ αυτοί «φαίνονται μεγάλοι», όπως έγραφε στα 1830 ο Γάλλος στοχαστής Π. Προυντόν. Ε
ν όψει του κοινωνιολογικού και ιστορικοπολιτικού γεγονότος ότι πάντοτε η πολιτική είχε τους δημαγωγούς και τους ψεύτες της, η Αθηναϊκή Δημοκρατία, είχε θωρακίσει την λειτουργία της με την θέσπιση του πανάρχαιου νόμου υπό τον τίτλο: «Το αδίκημα της εξαπάτησης του λαού»!
Το αδίκημα αυτό συνίστατο στο να δώσει ο πολιτικός υποσχέσεις στον λαό, τις οποίες αδυνατούσε να πραγματώσει. Η προβλεπόμενη ποινή ήταν ο θάνατος και ένα από τα θύματά του υπήρξε ο θρυλικός στρατηγός και νικητής της μάχης του Μαραθώνος, ένα χρόνο μετά την παγκοσμίου σημασίας μάχη.
Για το ιστορικό αυτό ζήτημα, δίνω τον λόγο στον ιστορικό ελληνιστή D. M. Mac Dowell, ο οποίος γράφει και τα εξής σχετικά: «Ο νόμος αυτός όριζε ότι εκείνος ο οποίος, δίνοντας μια υπόσχεση, εξαπατούσε τον λαό, την Βουλή ή ένα δικαστήριο, θα καταδικαζόταν σε θάνατο. (Από την Εκκλησία του Δήμου)… Ο νόμος στρεφόταν εναντίον εκείνων οι οποίοι είχαν προκαλέσει την έκδοση από κάποιο δημόσιο σώμα λανθασμένης απόφασης παρασύροντάς το να πιστέψει ότι θα προέκυπτε κάποιο όφελος, ενώ στην πραγματικότητα αυτό δεν θα συνέβαινε».
Συνεχίζει ο ίδιος: «Ο Δημοσθένης χαρακτηρίζει το νόμο αρχαίο, πιθανώς
δε βάσει αυτού του νόμου ή κάποιας παλαιότερης μορφής του, διώχθηκε ο
Μιλτιάδης το 489. Μετά την μάχη του Μαραθώνα είχε υποσχεθεί στους
Αθηναίους ότι θα τους έκανε πλουσίους, αν του ανέθεταν την διοίκηση
εβδομήντα πλοίων. Οδήγησε τα πλοία του στην Πάρο, αλλά η πολιορκία του
νησιού απέτυχε, ενώ τραυματίστηκε και ο ίδιος. Κατά την επιστροφή του
στην Αθήνα μηνύθηκε από τον Ξάνθιππο για εξαπάτηση του αθηναϊκού λαού».
Συνεχίζοντας ο M. Mac Dowell γράφει: «Ήταν πολύ άρρωστος για να εκφωνήσει λόγο. Ήταν ξαπλωμένος σ’ ένα ντιβάνι, ενώ οι φίλοι του αγόρευαν προς υπεράσπισή του… Ο Ηρόδοτος, λέει, ότι ο λαός αποφάσισε να μην του επιβάλει την θανατική ποινή αλλά ένα πρόστιμο 50 ταλάντων. Ο Πλάτων λέει, ότι ο λαός ψήφισε πράγματι υπέρ της θανατικής ποινής, αλλά ο πρύτανης εμπόδισε την εκτέλεσή της… Σύμφωνα με το νόμο έπρεπε να επιβάλλεται η θανατική ποινή…».
Τελικά, γράφει ο ξένος ιστορικός: «Ο Μιλτιάδης πέθανε σε λίγο καιρό από το τραύμα του και το πρόστιμο των 50 ταλάντων πλήρωσε ο γιος του Κίμων», (βλ. το έργο του Μ. Mac Dowell: «Το δίκαιο στην Αθήνα των κλασικών χρόνων» Εκδόσεις «Δ. Παπαδήμα», Αθήνα 1986, σελ. 275-276).
Άλλο το δημοκρατικό μεγαλείο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, η οποία είχε ως γνώμονα τους ηθικούς κανόνες και το συμφέρον της πόλης και εντελώς άλλη η σημερινή ψευτοδημοκρατία που λειτουργεί σε βάρος του λαού, της Πατρίδας και των ηθικών αξιών, που ανασκολοπίστηκαν. Τότε όποιος παραβίαζε το νόμο – όποιος κι αν ήταν, κι όσο ψηλά κι αν έστεκε – καταδικαζόταν σε θάνατο από την εκκλησία του Δήμου, ενώ σήμερα ξαναψηφίζεται και τιμάται από το εκφυλισμένο πολιτικόo σύστημα.
Τότε, η Αθήνα είχε κατά κανόνα πολίτες πραγματικούς, ενώ η σημερινή κακέκτυπος δημοκρατία έχει κατά κανόνα, κοπρίτες.
Η διαφορά μεταξύ πολιτών και κοπριτών είναι χαώδης (βλ. το έργο μου: «Αρχαία και σύγχρονη δημοκρατία. Από την Αθηναϊκή Δημοκρατία στην σύγχρονη Οικογενειοκρατία», Εκδόσεις «Πελασγός» – Γιαννάκενας – Αθήνα 2007, σελ. 73 επ. όπου το κεφάλαιο «Ο αληθινός πολίτης» και σελ. 76 επ. όπου το κεφάλαιο: «Τα εκφυλιστικά φαινόμενα της σημερινής δημοκρατίας»).
Χαμένα λόγια. Το σάπιο πολιτικό σύστημα, χειραγωγώντας τις αγελαίες μάζες των ψηφοφόρων, με ψευτοϋποσχέσεις και ψυχολογική τρομοκρατία, κατορθώνει να αναπαράγεται θωρακισμένο με το πρόστυχο άρθρο 86 του κουρελοσυντάγματος.
Ένα χυδαίο άρθρο το οποίο εξασφαλίζει το ακαταδίωκτο των κάθε λογής κλεφτών και καταχραστών του δημοσίου και για το οποίο το 2009 έγραφα: «Όσοι το συνέταξαν θα έπρεπε ήδη να στηθούν στο Γουδί και όσοι το ψήφισαν να πάνε ισόβια για εσχάτη προδοσία: Αναίρεση του Συντάγματος, κατάλυση του πολιτεύματος και κατάργηση της Δικαιοσύνης, οι φορείς της οποίας σιωπούν ανεπίτρεπτα για την θέσπισή του» (βλ. το συλλογικό μου έργο: «Κριτικά κείμενα για την διαφθορά» Εκδόσεις «Πελασγός» – Γιαννάκενας – 2012, σελ. 266).
Καταλήγοντας, μεταφέρω εδώ μερικά καταληκτικά λόγια, τα οποία γράφτηκαν στο ομότιτλο άρθρο μου του 1993: «Οι υποσχέσεις των πολιτικών ως αδίκημα εξαπάτησης του λαού» («Πολιτικά θέματα» της 9-7-1993): «Γιατί οι Ελληνικές κυβερνήσεις και οι εκατοντάδες βουλευτές όλων των κομμάτων δεν ψήφισαν τέτοιους νόμους ώστε να δείξουν στον λαό ότι θέλουν πραγματική πολιτική και ποινική ευθύνη για τους εαυτούς τους; Γιατί προστατεύουν την Κοινοβουλευτική συντεχνία;» (βλ. αναδημοσίευσή του στον Α’ τόμο του συλλογικού μου έργου: «Πολιτική και Κοινωνία στην Ελλάδα του λαϊκισμού», Εκδόσεις «Πολιτικά Θέματα», 2003, σελ. 199-202).
Από τότε πέρασε ένα τέταρτο του αιώνα και το ερώτημα παραμένει αναπάντητο. Οι πάντες κάνουν την… πάπια!Πολιτικάντηδες,
δημοσιογραφούντες, Δικαιοσύνη, Δικηγορικοί Σύλλογοι, Συνταγματολόγοι και κάθε λογής… αναλυτές σιωπούν.
Ως πότε; Ως πότε ο «κυρίαρχος» ελληνικός λαός θα δέχεται απαθώς τις απατηλές υποσχέσεις των πολιτικών απατεώνων;
Πότε θ’ αποφασίσει να αποδοκιμάσει εμπράκτως την γκαιμπελική ρήση,που έλεγε: «Πολιτική είναι η τέχνη που καθιστά δυνατά και όσα φαίνονται αδύνατα» (βλ. Κ. Δεσποτόπουλου: «Μαθήματα πολιτικής φιλοσοφίας», Εκδόσεις Γ’ «Παπαζήσης» 1978, σελ. 13-15).
Εδώ και μερικά χρόνια, ο Γάλλος… σοσιαλιστής τραπεζίτης Στρος Καν, σύντροφος του πολιτικού μηδενικού Γ. Α. Παπανδρέου και φίλος του, έλεγε: «Οι Έλληνες είναι πνιγμένοι στα σκατά»!
Ερωτώνται οι… υπερήφανοι Έλληνες που εξακολουθούν να βελάζουν στα κομματικά μαντριά με τις πλειοψηφίες: Γιατί φοβούνται να πηδήσουν έξω από τους πολιτικούς βόθρους;
Οι δύο αλληλοϋποστηριζόμενοι αρχηγοί της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, κατά την πάγια συνήθεια των μεταπολιτευτικών πολιτικάντηδων
της Ελλάδας, ξανα-απευθύνονται στις μάζες των ψηφοφόρων δίνοντας αφειδώς απραγματοποίητες πλάνες υποσχέσεις. Χωρίς μέτρο, χωρίς ντροπή και χωρίς να ορρωδούν, επιχειρούν ξανά και ξανά να εξαπατήσουν τους ψηφοφόρους, στους οποίους ούτε λίγο, ούτε πολύ υπόσχονται παραδείσους! Θα εξαλείψουν την ανεργία! Θα φέρουν πακτωλό επενδύσεων! Θα δώσουν μισθούς τύπου Γερμανίας! Θα αναδομήσουν την δημόσια διοίκηση! Θα μειώσουν την φορολογία!
Θα μετατρέψουν την άρρωστη υγεία σε υγεία ελβετικού τύπου κ.τ.λ., κ.τ.λ., Ένα κρεσέντο πολιτικής και κοινωνικής αθλιότητας το οποίο υπολαμβάνει – για άλλη μια φορά – τους ψηφοφόρους ως πολιτικούς Μαμελούκους, οι οποίοι φαίνεται, πολλοί απ’ αυτούς, να ξανα- απολαμβάνουν το γλυκό παραμύθι.
Όσο πιο πολιτικά ανώριμος παραμένει η πλειοψηφία του Ελληνικού λαού τόσο πιο πολύ θα μπορούν οι δημαγωγοί να ασελγούν πάνω της, για να θυμηθούμε και τον Αριστοτέλη, που καυτηρίαζε την «ασέλγεια των δημαγωγών» επί του πλήθους. Οι εναλλασσόμενοι αρχηγίσκοι της καρέκλας, μη έχοντας καμία απολύτως σχέση με τον αληθινό ηγέτη, περιορίζονται στο να
υπόσχονται στον λαό ψεύτικους παραδείσους αντί να ηγηθούν πραγματικά και να του πουν την πάσα πικρή αλήθεια.
Δεν το τολμούν γιατί δεν είναι πραγματικοί ηγέτες, αλλά ούτε και αληθινοί πολιτικοί, αλλά πολιτικάντηδες! Η διαφορά είναι κολοσσιαία όπως την διατύπωσε ο βιολόγος νομπελίστας Τσεντ Γκιέργκυϊ, γράφοντας: «Οι πολιτικάντηδες έχουν το μυαλό τους στις επόμενες εκλογές, ενώ οι πολιτικοί στις επόμενες γενιές. Ο λαός εκλέγει τους καλύτερους πολιτικάντηδες και μετά απορεί, ανακαλύπτοντας ότι είναι κακοί πολιτικοί» (βλ. το δοκίμιό του: «Ο τρελλός πίθηκος» – Γραμμένο από ένα βιολόγο για νέους – Έκδοση 7η, από «Λογοθέτη», Αθήνα 1991, σελ. 33).
Θα νόμιζε κανείς ότι ο Ούγγρος βιολόγος, γράφοντας αυτά για τους νέους, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, απευθύνεται στους
Έλληνες πολιτικάντηδες των ημερών μας, οι οποίοι δεν αποφεύγουν να φοβίσουν και να τρομοκρατήσουν τον λαό για να τον έχουν του χεριού τους. Γράφει ο ίδιος: «Οι κυβερνήσεις, επειδή χρειάζονται εχθρούς για να φοβίζουν τον λαό, μια και ο φοβισμένος λαός κυβερνιέται ευκολότερα» (σελ. 32).
Πρόκειται για την «αποτελεσματική» χυδαία μέθοδο που ετούτα τα χρόνια εφαρμόζουν οι πολιτικάντηδες για ν’ αδρανοποιήσουν τις όποιες αντιδράσεις του γονατισμένου λαού. Και όσο ο λαός γονατίζει μπροστά τους, τόσο πιο πολύ αυτοί «φαίνονται μεγάλοι», όπως έγραφε στα 1830 ο Γάλλος στοχαστής Π. Προυντόν. Ε
ν όψει του κοινωνιολογικού και ιστορικοπολιτικού γεγονότος ότι πάντοτε η πολιτική είχε τους δημαγωγούς και τους ψεύτες της, η Αθηναϊκή Δημοκρατία, είχε θωρακίσει την λειτουργία της με την θέσπιση του πανάρχαιου νόμου υπό τον τίτλο: «Το αδίκημα της εξαπάτησης του λαού»!
Το αδίκημα αυτό συνίστατο στο να δώσει ο πολιτικός υποσχέσεις στον λαό, τις οποίες αδυνατούσε να πραγματώσει. Η προβλεπόμενη ποινή ήταν ο θάνατος και ένα από τα θύματά του υπήρξε ο θρυλικός στρατηγός και νικητής της μάχης του Μαραθώνος, ένα χρόνο μετά την παγκοσμίου σημασίας μάχη.
Για το ιστορικό αυτό ζήτημα, δίνω τον λόγο στον ιστορικό ελληνιστή D. M. Mac Dowell, ο οποίος γράφει και τα εξής σχετικά: «Ο νόμος αυτός όριζε ότι εκείνος ο οποίος, δίνοντας μια υπόσχεση, εξαπατούσε τον λαό, την Βουλή ή ένα δικαστήριο, θα καταδικαζόταν σε θάνατο. (Από την Εκκλησία του Δήμου)… Ο νόμος στρεφόταν εναντίον εκείνων οι οποίοι είχαν προκαλέσει την έκδοση από κάποιο δημόσιο σώμα λανθασμένης απόφασης παρασύροντάς το να πιστέψει ότι θα προέκυπτε κάποιο όφελος, ενώ στην πραγματικότητα αυτό δεν θα συνέβαινε».
Συνεχίζοντας ο M. Mac Dowell γράφει: «Ήταν πολύ άρρωστος για να εκφωνήσει λόγο. Ήταν ξαπλωμένος σ’ ένα ντιβάνι, ενώ οι φίλοι του αγόρευαν προς υπεράσπισή του… Ο Ηρόδοτος, λέει, ότι ο λαός αποφάσισε να μην του επιβάλει την θανατική ποινή αλλά ένα πρόστιμο 50 ταλάντων. Ο Πλάτων λέει, ότι ο λαός ψήφισε πράγματι υπέρ της θανατικής ποινής, αλλά ο πρύτανης εμπόδισε την εκτέλεσή της… Σύμφωνα με το νόμο έπρεπε να επιβάλλεται η θανατική ποινή…».
Τελικά, γράφει ο ξένος ιστορικός: «Ο Μιλτιάδης πέθανε σε λίγο καιρό από το τραύμα του και το πρόστιμο των 50 ταλάντων πλήρωσε ο γιος του Κίμων», (βλ. το έργο του Μ. Mac Dowell: «Το δίκαιο στην Αθήνα των κλασικών χρόνων» Εκδόσεις «Δ. Παπαδήμα», Αθήνα 1986, σελ. 275-276).
Άλλο το δημοκρατικό μεγαλείο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, η οποία είχε ως γνώμονα τους ηθικούς κανόνες και το συμφέρον της πόλης και εντελώς άλλη η σημερινή ψευτοδημοκρατία που λειτουργεί σε βάρος του λαού, της Πατρίδας και των ηθικών αξιών, που ανασκολοπίστηκαν. Τότε όποιος παραβίαζε το νόμο – όποιος κι αν ήταν, κι όσο ψηλά κι αν έστεκε – καταδικαζόταν σε θάνατο από την εκκλησία του Δήμου, ενώ σήμερα ξαναψηφίζεται και τιμάται από το εκφυλισμένο πολιτικόo σύστημα.
Τότε, η Αθήνα είχε κατά κανόνα πολίτες πραγματικούς, ενώ η σημερινή κακέκτυπος δημοκρατία έχει κατά κανόνα, κοπρίτες.
Η διαφορά μεταξύ πολιτών και κοπριτών είναι χαώδης (βλ. το έργο μου: «Αρχαία και σύγχρονη δημοκρατία. Από την Αθηναϊκή Δημοκρατία στην σύγχρονη Οικογενειοκρατία», Εκδόσεις «Πελασγός» – Γιαννάκενας – Αθήνα 2007, σελ. 73 επ. όπου το κεφάλαιο «Ο αληθινός πολίτης» και σελ. 76 επ. όπου το κεφάλαιο: «Τα εκφυλιστικά φαινόμενα της σημερινής δημοκρατίας»).
Χαμένα λόγια. Το σάπιο πολιτικό σύστημα, χειραγωγώντας τις αγελαίες μάζες των ψηφοφόρων, με ψευτοϋποσχέσεις και ψυχολογική τρομοκρατία, κατορθώνει να αναπαράγεται θωρακισμένο με το πρόστυχο άρθρο 86 του κουρελοσυντάγματος.
Ένα χυδαίο άρθρο το οποίο εξασφαλίζει το ακαταδίωκτο των κάθε λογής κλεφτών και καταχραστών του δημοσίου και για το οποίο το 2009 έγραφα: «Όσοι το συνέταξαν θα έπρεπε ήδη να στηθούν στο Γουδί και όσοι το ψήφισαν να πάνε ισόβια για εσχάτη προδοσία: Αναίρεση του Συντάγματος, κατάλυση του πολιτεύματος και κατάργηση της Δικαιοσύνης, οι φορείς της οποίας σιωπούν ανεπίτρεπτα για την θέσπισή του» (βλ. το συλλογικό μου έργο: «Κριτικά κείμενα για την διαφθορά» Εκδόσεις «Πελασγός» – Γιαννάκενας – 2012, σελ. 266).
Καταλήγοντας, μεταφέρω εδώ μερικά καταληκτικά λόγια, τα οποία γράφτηκαν στο ομότιτλο άρθρο μου του 1993: «Οι υποσχέσεις των πολιτικών ως αδίκημα εξαπάτησης του λαού» («Πολιτικά θέματα» της 9-7-1993): «Γιατί οι Ελληνικές κυβερνήσεις και οι εκατοντάδες βουλευτές όλων των κομμάτων δεν ψήφισαν τέτοιους νόμους ώστε να δείξουν στον λαό ότι θέλουν πραγματική πολιτική και ποινική ευθύνη για τους εαυτούς τους; Γιατί προστατεύουν την Κοινοβουλευτική συντεχνία;» (βλ. αναδημοσίευσή του στον Α’ τόμο του συλλογικού μου έργου: «Πολιτική και Κοινωνία στην Ελλάδα του λαϊκισμού», Εκδόσεις «Πολιτικά Θέματα», 2003, σελ. 199-202).
Από τότε πέρασε ένα τέταρτο του αιώνα και το ερώτημα παραμένει αναπάντητο. Οι πάντες κάνουν την… πάπια!Πολιτικάντηδες,
δημοσιογραφούντες, Δικαιοσύνη, Δικηγορικοί Σύλλογοι, Συνταγματολόγοι και κάθε λογής… αναλυτές σιωπούν.
Ως πότε; Ως πότε ο «κυρίαρχος» ελληνικός λαός θα δέχεται απαθώς τις απατηλές υποσχέσεις των πολιτικών απατεώνων;
Πότε θ’ αποφασίσει να αποδοκιμάσει εμπράκτως την γκαιμπελική ρήση,που έλεγε: «Πολιτική είναι η τέχνη που καθιστά δυνατά και όσα φαίνονται αδύνατα» (βλ. Κ. Δεσποτόπουλου: «Μαθήματα πολιτικής φιλοσοφίας», Εκδόσεις Γ’ «Παπαζήσης» 1978, σελ. 13-15).
Εδώ και μερικά χρόνια, ο Γάλλος… σοσιαλιστής τραπεζίτης Στρος Καν, σύντροφος του πολιτικού μηδενικού Γ. Α. Παπανδρέου και φίλος του, έλεγε: «Οι Έλληνες είναι πνιγμένοι στα σκατά»!
Ερωτώνται οι… υπερήφανοι Έλληνες που εξακολουθούν να βελάζουν στα κομματικά μαντριά με τις πλειοψηφίες: Γιατί φοβούνται να πηδήσουν έξω από τους πολιτικούς βόθρους;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου