ΣΑΡΑΝΤΟΣ Ι. ΚΑΡΓΑΚΟΣ
ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ
Είναι γνωστό ότι ένα από τα πρώτα πολιτικά αιτήματα των δημοκρατικοφρόνων, μετά το σχηματισμό του νεοελληνικού κρατιδίου, ήταν η παραχώρηση Συντάγματος. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης με τη γνωστή θυμοσοφία του, το έλεγε «σύντριμμα».
Το Σύνταγμα της Τροιζήνας, ήτοι «Το Πολιτικό Σύνταγμα της Ελλάδος», που ψηφίστηκε στην Τροιζήνα από την Γ΄ Εθνοσυνέλευση στην 1η Μαΐου 1827, ουδέποτε εφαρμόστηκε. Το Σύνταγμα αυτό, κατά τον καθηγητή Χρ. Σγουρίτσα «ήτο το τελειότερον, εκ των μέχρι τότε Ελληνικών Συνταγμάτων και το δημοκρατικώτερον της εποχής του». Εν αυτώ διά πρώτην φοράν διετυπώθη η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας δια της διατάξεως του άρθρου 5, καθ’ ην «η κυριαρχία ενυπάρχει εις το έθνος, πάσα εξουσία πηγάζει εξ’ αυτού και ασκείται υπέρ αυτού» (Χρ. Σγουρίτσας: «Συνταγματικόν Δίκαιον» τόμος Α΄ σ. 126).
Το Σύνταγμα αυτό έκανε διάκριση των εξουσιών και καθιέρωσε τον κοινοβουλευτισμό. Ατυχώς δεν είχε διάρκεια. Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας ανέστειλε την ισχύ του, με την αιτιολογία ότι οι δεινές του έθνους περιστάσεις δεν επέτρεπαν την εφαρμογή. Μετά τη δολοφονία του ΚαποδίστριαΌθωνος ως πρώτου βασιλιά της Ελλάδος, καταρτίσθηκε το Ηγεμονικό ΣύνταγμαΆρμανσμπεργκ, Μάουερ, Έυντεκ) και μετά ο Όθων προτίμησαν να κυβερνήσουν απολυταρχικά και να περιθωριοποιήσουν τις όχι αναξιόπιστες πολιτικές δυνάμεις του νέου Ελληνισμού. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ένα γενικότερο αντιπολιτευτικό πυρετό, που εκδηλώθηκε ως επαναστατικός αναβρασμός το βράδυ της 3ηςΔημήτριο Καλλέργη κατέκλυσαν τον προ των ανακτόρων χώρο (τον μετέπειτα ονομασθέντα πλατεία Συντάγματος) και απαίτησαν από τον Όθωνα παραχώρηση Συντάγματος. και την εκλογή του του 1832, που ούτε κι αυτό ετέθη σε εφαρμογή. Αρχικά η αντιβασιλεία ( Σεπτεμβρίου 1843, όταν πλήθη λαού και στρατού μ’ επικεφαλής τον Συνταγματάρχη
Στην αρχή ο Όθων φάνηκε ανυποχώρητος. Κατά τα ξημερώματα υπέκυψε και υποσχέθηκε ενυπογράφως παροχή Συντάγματος και διενέργεια εκλογών για Εθνική Συνέλευση, που θα ψήφιζε το νέο Σύνταγμα, βάσει του οποίου θα γίνονταν οι νέες εκλογές για ανάδειξη κυβερνήσεως εκλεγμένης απ’ ευθείας από τι λαό. Για τη μεταβατική αυτή περίοδο τη διακυβέρνηση της Ελλάδος ανέλαβε ο Ανδρέας Μεταξάς, που είναι ο πρώτος Έλλην πολιτικός που πήρε τον τίτλο «πρωθυπουργός». Έκτοτε ο τίτλος αυτός, που σημαίνει πρώτος υπηρέτης, χρησιμοποιήθηκε προς υποδήλωση του προέδρου του υπουργικού συμβουλίου. (Στη διάρκεια της επαναστάσεως οι υπουργοί λέγονταν «Μινίστροι», από το ιταλικό ministro). Ο Μεταξάς ήταν αρχηγός του λεγομένου «Ρωσικού Κόμματος». Για να έχει μια γενικότερη αποδοχή, θέλησε να σχηματίσει την πρώτη «Οικουμενική Κυβέρνηση» και ζήτησε να συμμετάσχουν σ’ αυτή οι Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, αρχηγός του «Αγγλικού Κόμματος» και Ιωάννης Κωλέττης αρχηγός του «Γαλλικού Κόμματος».
Εξυπακούεται ότι τα κόμματα αυτά, που οι καταβολές τους ανιχνεύονται στην περίοδο των μεγάλων εσωτερικών συγκρούσεων (1825-1826) και της παρεμβάσεως του ξένου παράγοντα στα ελληνικά πράγματα, δεν είχαν συγκρότηση και οργάνωση κόμματος, ούτε συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα και σαφείς πολιτικούς στόχους. Ήσαν απλά πολιτικά ρεύματα που η πολιτική τους καθοριζόταν από τις διακυμάνσεις της εξωτερικής πολιτικής των Μ. Δυνάμεων ή από τις ωμές απαιτήσεις τους. Η απόλυτη εξάρτηση από τον ξενικό παράγοντα δεν τους επέτρεψε να αποκτήσουν ούτε καν ελληνικό όνομα!!! Γι’ αυτό αποκλήθηκαν «ξενικά». Με τα κόμματα αυτά αρχίζει το κεφάλαιο της πολιτικής μας ιστορίας που λέγεται «ξενοκρατία».
Αργότερα με την άφιξη του Καποδίστρια (6-1-1828), οι οπαδοί των κομμάτων αυτών θα πάρουν άλλες λαϊκές προσωνυμίες. Συγκεκριμένα, οι οπαδοί του Αγγλικού Κόμματος θα ονομασθούν «Μπαρλαίοι», από το όνομα του φανατικά αγγλόφιλου πληρεξουσίου Βασ. Μπαρλά. Οι οπαδοί του φιλορωσικού και καποδιστριακού κόμματος θα ονομασθούν «Ναπαίοι», από το όνομα ενός εύσωμου Κερκυραίου γέροντα, οπαδού του Αυγουστίνου Καποδίστρια (αδελφού του Ιωάννη). Το όνομα αυτό διατηρήθηκε έως το 1845. Οι οπαδοί του Γαλλικού Κόμματος ονομάσθηκαν «Μοσχομαγκίτες», από το όνομα κάποιου Μόσχου και τη μάγκα, το μικρό στρατιωτικό τμήμα της δεκαρχίας. (Από τη «μάγκα» προέκυψε και ο όρος «μάγκας» καθότι πολλοί «μαγκίτες» πωλούσαν προστασία, για να εξασφαλίσουν ακόπως και αμόχθως τα προς το ζην). Οι οπαδοί του Γαλλικού Κόμματος λέγονταν αλλιώς και Συνταγματικοί.
Η είσοδος του Μαυροκορδάτου και Κωλέττη στην Κυβέρνηση έγινε κατά τον μήνα Οκτώβριο, γιατί όταν ξέσπασε το κίνημα, ο μεν πρώτος ήταν πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη, ο δε δεύτερος στο Παρίσι. Η συμμετοχή τους στην κυβέρνηση ήταν τυπική, γιατί δεν ανέλαβαν συγκεκριμένα υπουργεία. Είναι οι πρώτοι «άνευ χαρτοφυλακίου υπουργοί» της πολιτικής ιστορίας μας.
Οι εκλογές για την ανάδειξη αντιπροσώπων στην Εθνοσυνέλευση έγιναν την 1η Νοεμβρίου 1843. Οι πληρεξούσιοι που εξελέγησαν ήσαν 244. Παρ’ όλο που μια τέτοια εκλογή δεν δικαιολογούσε όξυνση πολιτική, εν τούτοις δεν έλειψαν τα πάθη και οι ατασθαλίες. Ο πρώτος πολιτικός ιστορικός της νεώτερης Ελλάδος Γεώργιος Ασπρέας, στην «Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος» γράφει:
«Αι εκλογαί των μελών της Εθνοσυνελεύσεως εγένοντο όπως και προεβλέποντο. Εις τας περισσοτέρας των επαρχιών ο λαός δεν εξέφερε γνώμην ή η γνώμη αυτού παρεποιήθη και αι εκλογαί γενικώς ειπείν, από απόψεως ελευθέρας θελήσεως εκακοποιήθηκαν. Αλλαχού οι καπεταναίοι, αλλαχού οι χωροφύλακες, αλλαχού αι αρχαί, εξέλεξαν όσους αυτοί εβούλοντο και εκείνους τους οποίους είχον συμφέρον να προκρίνωσι. Το ελεύθερον πολίτευμα εκακοποιείτο ευθείς αμέσως εις την θεμελιώδη αυτού βάσιν…»
Αξίζει πάντως να σημειώσουμε ότι στην Α΄ μεταπολιτευτική Εθνοσυνέλευση εξελέγησαν και 4 αντιπρόσωποι των Μακεδόνων που είχαν κατέλθει προς Ν. και είχαν απομείνει εντός των ορίων του αρτιοσύστατου κράτους. Επίσης μ’ έναν πληρεξούσιο, τον στρατηγό του ιππικού Χατζή Χρήστο, που ήταν βουλγαρικής καταγωγής, αντιπροσωπεύτηκαν οι Βουλγαροσερβοθράκες. Οι κάτοικοι του Αιτωλικού εξέλεξαν αντιπρόσωπο τον Άγγλο στρατηγό Ριχάρδο Τσωρτς που είχε πάρει ελληνική υπηκοότητα και είχε κάποιο διάστημα διοριστεί αρχιστράτηγος.
Τα παραπάνω δείχνουν ότι απαρχής οι Έλληνες θεωρούσαν τη Μακεδονία αναπόσπαστο τμήμα του Ελληνισμού, την δε ευρύτερη Βαλκανική σαν χώρο συγγενή προς τον Ελληνισμό μέσα στο πνεύμα της Ρωμιοσύνης. Κι ακόμη η εκλογή του Τσωρτς αποδεικνύει πόσο ασύστατοι είναι οι ισχυρισμοί περί ξενοφοβίας, ρατσισμού κ.λπ των Ελλήνων.
Η Εθνοσυνέλευση άρχισε τις εργασίες της στις 8 Νοεμβρίου 1843. Εμβατήρια και 29 κανονιές έδωσαν ένα επίσημο τόνο στην τελετή. Στις 10 π.μ. έγινε δοξολογία στο ναό της Αγίας Ειρήνης, όπου ο Νεόφυτος Βάμβας εξεφώνησε τον πανηγυρικό. Ακολούθως οι πληρεξούσιοι συγκεντρώθηκαν στα Παλαιά Ανάκτορα, τα οποία είχαν ορισθεί ως χώρος συνεδριάσεων. Κατά την έξοδό τους, τους προσεφώνησε ο ποιητής Αλέξανδρος Σούστσος, «αναμνησθείς τους εν πενία θανόντες» παλαιούς πληρεξουσίους του Αγώνα. Η Εθνοσυνέλευση υπό την προεδρία του γηραιού Πανούτσου ΝοταράΌθωνη Μαρτίου 1844, για να ψηφισθεί και ο εκλογικός νόμος με τον οποίο θα γινόταν οι εκλογές. Εν τω μεταξύ έχουν επέλθει κυβερνητικές μεταβολές. Ο Ανδρέας Μεταξάς είχε παραιτηθεί κι είχε σχηματίσει «σκιώδη κυβέρνηση» ο Κωνσταντίνος Κανάρης με τρεις μόνο υπουργούς! Ο ΌθωνΜαυροκορδάτο και Κωλέττη. Ο δεύτερος αρνείται, αλλά υπόσχεται να στηρίξει την κυβέρνηση Μαυροκορδάτου. Πράγματι Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ορκίζεται Πρωθυπουργός στις 30 Μαρτίου 1844. Είναι ο πρώτος Πρωθυπουργός – μετά το Σύνταγμα – που θα διενεργήσει τις πρώτες εκλογές της νεώτερης Ελλάδος. άρχισε τις εργασίες της. Το Σύνταγμα καταρτίσθηκε και ψηφίσθηκε στις 19 Μαρτίου 1844. Ο ορκίσθηκε σ’ αυτό κι έγινε η δημοσίευσή του. Οι εργασίες κράτησαν ακόμη μία εβδομάδα, έως την 25 προσπαθεί να σχηματίσει συμμαχική κυβέρνηση και καλεί τους
Σημείωση: Θεωρείται ότι εκφραστής της Μεγάλης Ιδέας είναι ο Ιωάννης Κωλέττης με την ομιλία του που έγινε στις 15 Ιανουαρίου 1844 («Εν τω πνεύματι του όρκου τούτου και της μεγάλης ταύτης ιδέας…»). Αλλά όπως φαίνεται από την ανάγνωση των πρακτικών η Μεγάλη Ιδέα έχει το νόημα που είχε το κήρυγμα του Ρήγα. («Εμακρύνθημεν της μεγάλης εκείνης και ευρυτάτης της πατρίδος ιδέας, την οποία εις αυτό το του Ρήγα το τραγούδι είδομεν κατά πρώτον εκπεφρασμένην…»). Άρα, σε πρώτη σύλληψη η Μεγάλη Ιδέα αφορούσε στην απελευθέρωση όλης της Βαλκανικής.
Πως διεξήχθησαν οι εκλογές του 1844:
Το 1856 η εφημερίδα «Αθηνά», αναφερόμενη στις εκλογές που διενήργησε ο Δημ. Βούλγαρης, έγραφε: «Περί του τρόπου καθ’ όν διενεργήθησαν αύται αισχρόν εστί και λέγειν και οράν και ακούειν».
Οι εκλογές του 1844 απαιτούσαν ισχυρότερο βαθμό επιθέτου. Σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο δικαίωμα ψήφου είχαν όλοι οι Έλληνες (άνω των 25 ετών). Οι εκλογές θα βαστούσαν οκτώ μέρες (άρθρο 16 του εκλογικού νόμου). Οι πολίτες θα έριχναν στην κάλπη ψηφοδέλτιο, στο οποίο θα έγραφαν τα’ όνομα του υποψηφίου ή των υποψηφίων της προτιμήσεώς των. Ο Μαυροκορδάτος δημοσίευσε το διάταγμα της προκηρύξεως των εκλογών για τις 27 Ιουλίου 1844. Το κλίμα ήταν ιδιαίτερα φορτισμένο λόγω της θρησκευτικής εντάσεως αλλά και των προσωπικών φιλοδοξιών. Στην Αθήνα οι οπαδοί του Μακρυγιάννη (φιλορθόδοξοι) συγκρούσθηκαν με τους «σταυρωτήδες» (χωροφύλακες) στο ναό της Αγίας Ειρήνης. Οι χωροφύλακες πυροβόλησαν και σκότωσαν μερικούς διαδηλωτές. Το αιματοκύλισμα απέτρεψε η προσωπική παρέμβαση του Όθωνα. Λόγω του γενικότερου αναβρασμού οι εκλογές στην Αθήνα αναβλήθηκαν για τις 30 Ιουλίου και μετά για τις 3 Αυγούστου! Κράτησαν δε σε όλη τη χώρα πάνω από…τρεις μήνες! Και τούτο γιατί οι εκλογές δεν θ’ άρχιζαν την ίδια μέρα σ’ όλη τη χώρα αλλά διαδοχικά κατά περιοχές. Έτσι το διάστημα των 8 ημερών επιμηκύνθηκε σε διάστημα δύο και τριών μηνών! Επί πλέον οι κάλπες μετά το «κλείσιμό» τους, μεταφέρονταν από τους δήμους στις πρωτεύουσες των νομών, πράγμα που ευνοούσε την καλπονοθεία και την ψηφοσυλλεκτική ταχυδακτυλουργία. Σκιαγράφηση του εκλογικού κλίματος άκρως παραστατική παρέχει ο Επαμεινώνδας Κυριακίδης στο μνημειώδες έργο του «Ιστορία του Σύγχρονου Ελληνισμού» (Αθήνα 1892, τόμος Α΄ σελ. 519-520):
«Ο δε εκλογικός σάλος παρετείνετο από επαρχίας εις επαρχίαν πολλάκις και επί διμηνίαν ολόκληρον. Αι κάλπαι μετεφέροντο από των δήμων εις την πρωτεύουσαν του νομού, αλλά η μεταφορά αύτη καίτοι γιγνομένη παρά διοικητικών υπαλλήλων ήτο τα μέγιστα κινδυνώδης, διότι και καλπονοθεύσεις συνέβαινον και κάλπαι ηρπάζοντο και εληστεύοντο κατά την ταραχώδη εκείνην και ανώμαλον περίοδον καθ’ ην ουδόλως ήνθει εν Ελλάδι ή δημόσια ασφάλεια. Ούτως από των μέσων Ιονίου και καθ’ άπαντα τον Ιούλιον εσπαράσσετο η Ελλάς υπό των εκλογικών παθών. Στίφη εισήρχοντο εις τους ναούς, φιλήσυχοι πολίται εκακοποιούντο, κάλπαι εθραύοντο και εν γένει τα πάντα επράττοντο, ίνα νοθευθεί το δημόσιον φρόνημα και ίνα εκλεχθώσιν ουχί οι κεκτημένοι την εμπιστοσύνην και την εκτίμησιν των συνεπαρχιωτών αυτών, αλλά οι επιτηδειότεροι, οι θρασύτεροι και οι υπό των ταραξιών υποστηριζόμενοι. Ενώ δε βραδέως ανηγγέλοντο τ’ αποτελέσματα των εν ταις επαρχίαις εκλογών (…) εν τη πρωτευούση αι εκλογαί δεν είχον αρχίσει εισέτι…»!
Ο Μακρυγιάννης στα «Απομνημονεύματά» του επιρρίπτει, κυρίως από προσωπικό πάθος, πολλές ευθύνες στον Μαυροκορδάτο:
«Αφού η κυβέρνηση του Μαυροκορδάτου δυνάμωνε παντού εις το κράτος το κόμμα της με χρήματα, άρχισε εις την Σπάρτη (σημ. Σαρ. Καργάκου: εννοεί Μάνη) ο εμφύλιος πόλεμος και εις την Μεσσηνίαν σκοτώθηκαν περίπου από πεντακόσιοι. Άρχισε το ίδιο και στη Ρούμελη. Τότε ο Μεταξάς και η κομπανία μιλούν με τον Γρίβα να πάγη εις το Ξερόμερον να κάμη τις βουλευτικές εκλογές και ν’ ανοίξη εμφύλιον πόλεμον …» (Έκδοση Βλαχογιάννη, Αθήνα 1907, τόμος Β, σελ. 176).
Πολιτικός στόχος του Μαυροκορδάτου ήταν να μην εκλεγούν οι πρωταγωνιστές της 3ηςΔημήτριος Δημητρακάκης (1823-1888), Λάκων πολιτευτής, στα ανέκδοτα «απομνημονεύματα», κατά μαρτυρία του Δημητρίου Αστερινού, γράφει: Σεπτεμβρίου («Σεπτεμβριανοί»). Ο
«Κατά τας βουλευτικάς εκλογάς του 1844 δια της επεμβάσεως της κυβερνήσεως Μαυροκορδάτου προς αποκλεισμόν των επισήμων Σεπτεμβριανών Ζωγράφου, Παλαμήδη, Γρίβα, Σχινά και άλλων, υπό των Σεπτεμβριανών επίσης υπουργών των εσωτερικών Ανδρέα Λόντου και στρατιωτικών Ροδίου, τοιαύτα έγιναν, ώστε ο έκτακτος απεσταλμένος της κυβερνήσεως εις την Μεσσηνίαν Μοναρχίδης έλεγε ότι θα δέση εις το κανόνι πάντας τους αντιπολιτευομένους, ο δε Διοικητής του συγκεντρωθέντος εις Τρίπολιν στρατού Τζουράς ηπείλει να δείρη τον Ρήγαν Παλαμήδην εν τη αγορά με το μαστίγιόν του, προς δε ο Διοικητής Καλαμών Παπαπολίτης, δια του ανακριτού Μπέντζου, εξέδωσε ένταλμα συλλήψεως κατά του Ζωγράφου ως συνωμότου, ο δε εισαγγελεύς Μεσολογγίου Τριανταφύλλου, αφού εφυλάκισε τον στρατηγόν Ράγκον, τον Σωτηρόπουλον και άλλους επισήμους Αιτωλοακαρνάνας, ηνάγκασε και τον Γρίβα να δραπετεύση εις Αίγυπτον …»!
Πιο «πειστικό» σε πολιτικά επιχειρήματα ήταν ο υπουργός δικαιοσύνης Χ. Λόντος – Λεοντίδης, πολιτευτής Πατρών. Ενδιαφερόμενος, όπως ήταν φυσικό, για την εκλογή του, έγραψε στον μοίραρχο Πατρών Παντζόπουλο, μια επιστολή και του υποδείκνυε τα μέτρα και τα μέσα που έπρεπε να χρησιμοποιήσει. Το πιο «πειστικό» μέτρο το άφηνε στο τέλος της επιστολής:
«Και αν υπάρχωσιν οι μη θέλοντες να με ψηφοφορίσωσι, μεταχειρίσου κατ’ αυτών την μπαγιονέτταν» (= ξιφολόγχη).
Με τέτοια μέτρα η επιτυχία του Μαυροκορδάτου ήταν εξασφαλισμένη. Αυτό ανησύχησε τον Ιωάννη Κωλέττη, ανησύχησε και την Αυλή, που ευνοούσε τον Κωλέττη. Έπρεπε να γίνει κάτι συνταρακτικό, ώστε να φανεί πως η έννομη τάξη είχε διασαλευτεί και συνεπώς ήταν αναγκαία μια επέμβαση της Αυλής, που θα εξουδετέρωνε τον Μαυροκορδάτο και θα ευνοούσε μια επιτυχία του Κωλέττη. Το σχέδιο καταστρώθηκε με τη συνεργασία των πρεσβευτών Γαλλίας και Αυστρίας. Έτσι, όταν στις 3 Αυγούστου άρχισε η ψηφοφορία στο ναό της Αγίας Ειρήνης, ο οποίος είχε μεταβληθεί σε εκλογικό τμήμα! Κάθε άλλο παρά ειρήνη και αγιότης επικράτησαν. Εκατοντάδες οπαδοί του Κωλέττη είχαν συγκεντρωθεί έξω από τον ναό – εκλογικό τμήμα, για να δημιουργήσουν επεισόδια. Όταν στις 4 Αυγούστου προσέρχεται ο αρχηγός του κινήματος της 3ης Σεπτεμβρίου Δημήτριος Καλλέργης για να ψηφίσει, οι κωλεττικοί τον αποδοκιμάζουνκαι παρακωλύουν την είσοδο του στο ναό. Παρεμβαίνουν οι οπαδοί του Μαυροκορδάτου και η συμπλοκή γενικεύεται. Χρησιμοποιούν πέτρες, μαχαίρια, χαντζάρες. Το αιματοκύλισμα απέτρεψε ξανά η παρουσία του Όθωνος, ο οποίος επετίμησε τους ταραξίες αλλά συνέστησε στον Καλλέργη ν’ απομακρυνθεί για να ηρεμήσουν τα πνεύματα. Αυτός υπάκουσε.
Η επέμβαση του Όθωνος ήταν σαφώς μεροληπτική υπέρ των οπαδών του Κωλέττη. Εγκαινίασε δε και την πρακτική των βασιλικών επεμβάσεων στις μετέπειτα εκλογικές διαδικασίες. Οι κωλεττικοί ενθαρρυμένοι από τη μεροληπτική στάση του βασιλιά, έκαναν διαδήλωση φωνάζοντας «Κάτω ο Μαυροκορδάτος». Τον τόνο έδινε ο Κωλέττης, που πάνω σε μια άμαξα περιφερόταν στους δρόμους και τα δρομάκια της τότε Αθήνας και χαιρετούσε τον κόσμο. Ο Μαυροκορδάτος παγιδευμένος αναγκάζεται να παραιτηθεί. Ο Όθων καλεί τον Κωλέττη και του αναθέτει σχηματισμό κυβερνήσεως, παρ’ όλο που οι εκλογές συνεχίζονταν σ’ όλη τη χώρα! Ο Κωλέττης ζήτησε τη συνδρομή και συμμετοχή του Ανδρέα Μεταξά. Το δίδυμο ορκίσθηκε στις 6 Αυγούστου 1844. Η ορκωμοσία πήρε πανηγυρικό χαρακτήρα. Ο Κωλέττης, ως πρωθυπουργός, πήγε στα ανάκτορα με την πολυτελή άμαξα του Γάλλου πρεσβευτή. Η προώθηση στην εξουσία των Κωλέττη – Μεταξά σήμανε – για τη στιγμή εκείνη τουλάχιστον – νίκη της γαλλικής και ρωσικής πολιτικής.
Η εντολή που πήρε ο Κωλέττης, ήταν να συνεχίσει και να ολοκληρώσει τις εκλογές. Ο κωλέττης έβγαλε προκήρυξη, και επικαλούμενος την Θεία Πρόνοια και τη βοήθεια του Υψίστου, δήλωσε πως σύνθημά του είναι «δικαιοσύνη και αμεροληψία», «ακρίβεια θρησκευτική εις την εφαρμογήν του πολύτιμου Συντάγματός μας» και στόχος η ταχύτερη περαίωση των εκλογών και η λειτουργία των Βουλών. (Το Σύνταγμα του 1844 προέβλεπε και σύσταση Γερουσίας). Αλλά, αντί της «θρησκευτικής ευλαβείας» είχαμε πρωτοφανές όργιο παραβιάσεων του Συντάγματος. Οι καταστατικές διακηρύξεις έμειναν γράμμα νεκρό. Το φόβο του νόμου υποκατέστησε ο φόβος του χωροφύλακα, του κομματάρχη, του κομματικού εγκάθετου. Προπηλακισμοί και βασανισμοί αντιφρονούντων. Συμπλοκές με φονικά αποτελέσματα. Ο λαός έπρεπε να φανεί ότι ήταν ανώριμος για Σύνταγμα ή να τιμωρηθεί γιατί τόλμησε να ζητήσει Σύνταγμα.
Τότε εμφανίσθηκε για πρώτη φορά και το «φαινόμενο του Λαζάρου» στην εκλογική αναμέτρηση. Φαινόμενο που έκτοτε επαναλαμβάνεται αδιαλείπτως σε διάφορες ψηφοφορίες. Μέχρι και «Βουλή των Λαζάρων είχαμε κάποτε! Ο δαιμόνιος Κωλέττης διεύρυνε το εκλογικό δικαίωμα μέχρι τους … πεθαμένους! Είχαμε ανάσταση και συμμετοχή στην ψηφοφορία ακόμη και νεκρών! Ποτέ άλλοτε τόσοι νεκροί δεν είχαν τόσο έντονη συμμετοχή στην ψηφοφορία όσο στις εκλογές του 1844. Το «Κόμμα της Φουστανέλλας» (Κωλεττικό) συνεκρούετο με το «Κόμμα της Ρεδιγκότας» (Μαυροκορδατικό). Οι νεκροί έδωσαν κι αυτοί το αγωνιστικό τους παρόν! Ο Νικόλαος Δραγούμης στις «Ιστορικές Αναμνήσεις» του, γράφει τα ακόλουθα για τη δράση των Κωλεττικών στην Λακωνία:
«… Έπλασαν ιδανικούς (=ψεύτικους) καταλόγους, συνέστησαν αυθαιρέτως επιτροπάς, ήρπασαν κάλπας, έρριψαν εν αυταίς αναρίθμητον ψευδών ψηφοδελτίων πλήθος. Επυρπόλησαν και ανέσκαψαν οικίας. Κατέστρεψαν κινητάς και ακινήτους περιουσίας και, το φρικωδέστερον, έχεον αίμα.
Εν Γυθείω η διαλογή εγένετο ουχί εν τω νενομισμένω τόπω, αλλ’ εντός πλοίου πολεμικού. Φρίττων δε ο ιατρός Σπ. Καλογερόπουλος, οπαδός της δευτέρας συνταγματικής κυβερνήσεως και υπ’ αυτής διορισθείς Διοικητής Γυθείου, φρίττων, ωνόμασε πολλάκις τους δια των τρόπων τούτων εκλεγέντας ως “βουλευτάς αίματος”»
Το κατηγορώ του Δραγούμη συνεχίζεται αμείλικτο: τέσσερις κάλπες στη Γορτυνία ήσαν ανοικτές, ενώ στη Φθιώτιδα και Δωρίδα όλες έφεραν συντετριμμένες σφραγίδες. Η εφορευτική επιτροπή, για να δικαιολογήσει την παραβίαση του εκλογικού νόμου, αποφάνθηκε ότι η διάνοιξη των καλπών και το σπάσιμο των σφραγίδων οφείλεται σε φυσικές αιτίες!
Δηλαδή οι σανίδες της κάλπης ήσαν βρεγμένες και επειδή θερμάνθηκαν, άνοιξαν μόνες τους, ενώ οι σφραγίδες έσπασαν κατά την μεταφορά! Επίσης στο Αγρίνιο, στα Καλάβρυτα, στην Αιγιαλεία και τη Σκόπελο, όπου εκλέκτηκαν οι Μαυροκορδάτος και Λόντος και κάποιος πολιτικός φίλος τους, έγιναν καλπονοθείες, παρ’ όλο που οι σφραγίδες και οι κάλπες βρέθηκαν άθικτες.
Την πλέον πρωτότυπη μέθοδο ψηφοφορίας επινόησε ο κωλεττικός υποψήφιος στην Τρίπολη Ρήγας Παλαμήδης. Γέμισε μερικά σακούλια με ψηφοδέλτια, που είχαν τα’ όνομά του, πήγε σ’ ένα συμβολαιογράφο και τον υποχρέωσε να συντάξει συμβολαιογραφική πράξη, που να βεβαιώνει ότι οι οπαδοί του ψήφισαν με αυτό τον τρόπο για ν’ αποφύγουν, προσερχόμενοι στο εκλογικό τμήμα, τη σύγκρουση με τους αντιπάλους! Ο ίδιος ο Παλαμήδης, μιλώντας αργότερα στη Βουλή, είπε τα εξής:
«Η παρακατάθεσις των ψηφοδελτίων παρά τοις συμβολαιογράφοις δεν είναι παρανομία. Παρατυπία ίσως δύναται να είπη τις»!
Τις θέσεις του Παλαμήδη υποστήριξε και ο γνωστός νομομαθής και μετέπειτα πρύτανης Πανεπιστημίου Κωνσταντίνος Σχινάς (1801-1870), που είχε γίνει γνωστός από την δίκη του Κολοκοτρώνη (είχε ψηφίσει υπέρ της θανατικής καταδίκης του). Ο Σχινάς κάλεσε του βουλευτές ν’ αποδεχθούν το σύστημα των «σακκουλίων» για τη «σωτηρία της πατρίδος» και δεν δίστασε να αποκαλέσει τα συμβολαιογραφικά έγγραφα «σύμβολα της γενναιότάτης και οσιωτάτης γνώμης του λαού»! και η κωλεττική Βουλή «επείσθη» και επικύρωσε την εκλογή του Ρήγα Παλαμήδη.
Ο Κωλέττης, αριστοτέχνης της «ίντριγκας», βρήκε και άλλο τρόπο να εξουδετερώσει την περιορισμένη δύναμη που ανέδειξε από τέτοιες κάλπες ο Μαυροκορδάτος. Από τους 40 εκλεγέντες φίλους του Μαυροκορδάτου πέτυχε την ακύρωση των 28! Έτσι έμειναν μόνο 12 βουλευτές του Μαυροκορδάτου στη Βουλή. Κατόρθωσε μάλιστα ν’ ακυρώσει και την εκλογή του Μαυροκορδάτου, παρ’ όλο που ο τελευταίος είχε εκλεγεί σε τέσσερις περιοχές: Καλάβρυτα, Καρυστία, Τριχωνίδα και Πανεπιστήμιο. Ακυρώθηκε επίσης και η εκλογή του Λόντου και του Ζαΐμη. Ο Κυριακίδης γράφει ότι οι αυθαιρεσίες της πρώτης ελληνικής Βουλής ήταν τόσες πολλές που η καταγραφή τους θα απαιτούσε ολόκληρο τόμο.
Εκείνο πάντως που είναι φοβερό και παραμένει ανεξίτηλο στίγμα του κοινοβουλευτικού βίου μας είναι το άφθονο αίμα που χύθηκε κατά την πρώτη, μετά την απελευθέρωση, εκλογική αναμέτρηση. Ο Δημητρακάκης, ίσως με κάποια δόση υπερβολής, γράφει:
«Η Βουλή εκείνη του Όθωνος ήλθεν αιμόφυρτος, διότι κατά τας εκλογάς, ένεκα των επεμβάσεων ηνοίχθησαν οκτακόσιοι τάφοι…»!
Μετά την ακύρωση τόσων εδρών θα περίμενε κανείς διεξαγωγή νέων αναπληρωματικών εκλογών. Ο Κωλέττης, ευφυώς, παρέκαμψε και τον σκόπελο αυτό. Αντικατέστησε τους επιτυχόντες με αποτυχόντες! Το μέγεθος της καλπονοθείας δείχνει η αμείλικτη ευγλωττία των αριθμών. Συγκεκριμένα στην Αθήνα εξελέγησαν οι ακόλουθοι: Καλλιφρονάς με 2.332 ψήφους, Κωλέττης με 2.133, Σ. Βλάχος με 1.784 και ο Μακρυγιάννης με 1.010. Ο Δημ. Καλλέργης, ο αρχηγός της Επαναστάσεως της 3ης Σεπτεμβρίου, πήρε μόνο 253 ψήφους και απέτυχε! Αντίθετα, ο Καλλιφρονάς που είχε γίνει μισητός στο λαό, γιατί την τελευταία στιγμή, πρόδωσε την επανάσταση, βγήκε πρώτος από την κάλπη!
Ο Κωλέττης, έχοντας συναίσθηση της ενοχής του, για να μην υποστεί μελλοντικά κυρώσεις και ο ίδιος ή κάποιος οπαδός του, φρόντισε να εξασφαλίσει δια διατάγματος την ατιμωρησία του. Για τον λόγο αυτό στις 9 Ιανουαρίου 1845 εκδόθηκε το Βασιλικό Διάταγμα «Περί αμνηστεύσεως των κακουργημάτων εις τας βουλευτικάς εκλογάς». Ανεγνώριζε, δηλαδή, ότι στις εκλογές που έγιναν με δική του ευθύνη και υπό την εποπτεία του υπήρξαν «κακουργήσαντες»!
Ο Ασπρέας κάνοντας μια ανάλυση των πρώτων ελληνικών εκλογών, προβαίνει σε μια βαθυστόχαστη παρατήρης:
«Ό,τι συνέβη κατά το έτος εκείνο, κατά τας πρώτας βουλευτικάς εκλογάς, είναι άξιον μεγάλης προσοχής, διότι τα γεγονότα εκείνα υπήρξαν τα κατ’ εξοχήν κληροδοτήσαντα εις την χώραν την πολιτικήν κακοδαιμονίαν, υπό την ειδεχθή πτέρναν της οποίας εδεινοπάθησεν ο Ελληνισμός».
Έκτοτε και μέχρι των ημερών μας, οι εκλογικές ατασθαλίες αποτελούν παράδοση, πολιτικό οιονεί γονιδιακό υλικό. Δεν κυριάρχησε το ήθος αλλά η αήθεια. Ούτε το δημοκρατικό αλλά το αυταρχικό πνεύμα, που αργότερα θα εκφραστεί με το «άστε ντούε» («έτσι θέλω) του διαβόητου «Τζούμπε», ήτοι του Υδραίου πολιτικού Δημ. Βούλγαρη. Οι τότε πολιτικοί, που είχαν όλοι βγει από τις φλόγες του πολέμου, δεν ήσαν ούτε ασήμαντοι ούτε απαίδευτοι. Πολλών οι αγορεύσεις είναι μνημεία λόγου. Δυστυχώς, αντί να επιδείξουν τα αναμφισβήτητα προτερήματά τους, άφησαν να κυριαρχήσουν τα πάθη τους. Βέβαια τα πάθη δεν ήταν αποτελέσματα προσωπικής κακότητας. Πέρα από τις προσωπικές, τοπικιστικές αντιθέσεις, πέρα από τις παρεμβάσεις της Αυλής και των ξένων, υπήρχε τότε ένα ακανθώδες θέμα: το εκκλησιαστικό. Υπήρχε φόβος στο λαό, μήπως η Αυλή (ο Όθων ήταν καθολικός) και οι ξένοι γενικά καταστρέψουν την Ορθοδοξία. Στην εκλογική διαμάχη, υπέρ των ορθοδόξων, πήραν μέρος συγκεκαλυμμένα το Πατριαρχείο, που δεν ήθελε την απόσχιση της ελλαδικής εκκλησίας και απροκάλυπτα πράκτορες της ρωσικής πολιτικής, εμφανιζόμενοι σαν σωτήρες της Ορθοδοξίας.
Σήμερα διαπιστώνουμε ότι και πάλι τα εκκλησιαστικά εμπλέκονται στην πολιτική διαμάχη. Από μία τέτοια εμπλοκή, που οδηγεί συχνά σε συμπλοκή, ούτε ο εκκλησιαστικός, ούτε ο πολιτικός βίος μας πρόκειται να ωφεληθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου