Σαν σήμερα εδώ και
172 χρόνια, ο θρυλικός και μπαρουτοκαπνισμένος στρατηγός Γιάννης Μακρυγιάννης
πραγμάτωσε την ιστορική επανάσταση εναντίον της οθωνικής
απολυταρχίας.
Είχε διατελέσει
πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου στο Δήμο Αθηναίων, εκλέγεις πρώτος στις πρώτες
δημοτικές εκλογές του νεοπαγούς ελληνικού κράτους, στα 1835. Το σύνολο των
εκλογέων ανερχόταν σε 800 από τους οποίους ο Μακρυγιάννης έλαβε
539, που αντιπροσώπευαν την κυβερνητική αντιπολίτευση, η οποία τελούσε
υπό την καθοδήγηση του διαβόητου αρχιγραμματέως της Αντιβασιλείας
Άρμανσπεργκ, που ήταν φοβερός διώκτης του.
Πνεύμα ελεύθερο
και ανυπότακτο ο Μακρυγιάννης, εργαζόταν από καιρό και συνωμοτικά για
ν’ αποκτήσει η Ελλάδα «Σύνταγμα» και Εθνική Ανεξαρτησία. Τα
ζητήματα αυτά τα έθεσε επίσημα προς τον βασιλιά Όθωνα, με το από 5 Ιανουαρίου
1837 ψήφισμα του δημοτικού συμβουλίου, στο οποίο διαβάζουμε και τα εξής:
«…Οι διέποντες τα πράγματα της Ελλάδος ξένοι κατεβάρυναν τον λαόν Σου με
υπέρογκους φόρους και με ακατάλληλα εις τον χαρακτήρα και εις την ευφυίαν του
ελληνικού λαού διοικητικά μέτρα… ο Δήμος Αθηναίων βασιλεύ
ελπίζει ότι εις το
εξής σύμβουλοι Έλληνες θέλει περικυκλώνει τον θρόνον Σου και ότι οι ξένοι θέλουν
απομακρυνθεί δια παντός». Tο ψήφισμα κατέληγε με το αίτημα της καθιέρωσης
συνταγματικών νόμων οι οποίοι «θέλουν ευλογήσει αιωνίως το όνομα του
«Όθωνος».
Αυτή η θαρραλέα και
πατριωτική στάση του τον έφερε σε ριζική αντίθεση με τον Βαυαρό
Άρμανσμπεργκ, ο οποίος εξέδωσε το από 15 Ιανουαρίου 1837 Βασιλικό
Διάταγμα, το άρθρο 1 του οποίου κατέλυε το δημοτικό συμβούλιο,
ορίζοντας: «το νυν δημοτικόν συμβούλιον των Αθηνών διαλύεται δια του
παρόντος». Το γεγονός «εξήγειρε την γενικήν αγανάκτησιν του λαού», αλλά –
έλληνες εσμέν – «υπήρξαν και οι αυλοκόλακες, οι οποίοι τάχθηκαν μ’ αυτή
την απόφαση», οι οποίοι φυσικά το έκαναν με το αζημίωτο, αφού ως «πολιτικοί
φίλοι του Κωλέττη έπαιρναν την καλύτερη γη», όπως τους κατηγορούσε ο
Μακρυγιάννης.
Ανέκαθεν η φαυλότητα
και η διαφθορά συνοδεύει την Ελλάδα των Ελλήνων Χριστιανών.
Να σημειωθεί επίσης
ότι την ίδια τύχη με το Μακρυγιάννη είχε και ο δήμαρχος Ανάργυρος
Πετράκης, που τον διαδέχθηκε, ο οποίος «επαύθη της υπηρεσίας του»,
από τον ίδιο τον Άρμανσμπεργκ, που «ενήργησε, εν τη περιστάσει ταύτη μετά
πολλού εκδηλώσεως πάθους». Ήταν η εποχή κατά την οποία –όπως και σήμερα
– η Ελλάδα κατ’ όνομα ήταν κράτος, αφού τα πάντα αποφάσιζε η τριμελής
αντιβασιλεία και κατ’ ουσίαν ο αρχιγραμματέας της!
Τότε ονομαζόταν
τριμελής αντιβασιλεία. Τώρα ονομάζεται Τρόϊκα, ενώπιον της οποίας κυβερνώντες
και λαός γονατίζουν και ταυτόχρονα δηλώνουν «υπερήφανοι» και «αξιοπρεπείς
και κυρίαρχοι»!
Κοροϊδευόμαστε!
Επανέρχομαι στον
Μακρυγιάννη για να σημειώσω ότι μέσα σ’ αυτή την αποικιακή ατμόσφαιρά και
εν μέσω κυρίως προσωπικών θυσιών και κινδύνων, έφτασε στην πολυπόθητη
3 του Σεπτέμβρη, αναγκαζόμενος να λέει ψέματα και στους άμεσους
συνεργάτες του.
Ορμητήριο το σπίτι
του, όπου είναι «αποκλεισμένος από πεζούρα και καβαλαρέους της
κυβέρνησης».
Τα ξημερώματα της 2
προς 3 Σεπτέμβρη, γράφει ο ίδιος: «Πιάνω και φκιάνω μιαν σημαίαν και γράφω:
«Εθνική Συνέλεψη, Σύνταγμα… τελειώνοντας αυτό, έφκιασα τη διαθήκη μου… σηκώνεται
απόψε η σημαία της λευτεριάς αναντίον της τυραγνίας. Πατριώτες! Πεθαίνω δια την
πατρίδα… Δεν μπορώ, πατρίδα, να σε βλέπω τοιούτως και των σκοτωμένων τα παιδιά
και οι γριγές να διακονεύουν και τις νιες να τις βιάζουν δια κομμάτι ψωμί εις
την τιμήν τους οι απατεώνες της πατρίδος». Συνεχίζει στη διαθήκη του:
«Πατρίδα σ’ αφήνω ανήλικα παιδιά… τ’ αφήνω εις την προστασίαν σου. Βιαστικός
γράφω και με την σημαία μου εις το χέρι…».
Γίνεται η έξοδος από
το πολιορκημένο σπίτι του και ανάβει το ντουφεκίδι.. Η επανάσταση
επικράτησε αναιμάκτως και ως πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου το
«συνεκάλεσε δια νυκτός» και εξέδωσε, στις 6 το πρωί το σχετικό ψήφισμα
της νίκης, το οποίο άρχιζε έτσι: «… η σημερινή ένδοξος και πατριωτική πράξις
του γενναίου ελληνικού στρατού και του λαού της
πρωτευούσης…».
Έτσι πραγματώθηκε
αυτή η Επανάσταση, η οποία άνοιξε μεν το δρόμο για κάποιες δημοκρατικές
κατακτήσεις, χωρίς όμως να κατοχυρώσει και την αληθινή Εθνική Ανεξαρτησία, η
οποία έκτοτε παραμένει το ζητούμενο και ιδιαίτερα τούτα τα χρόνια της ντροπής αν
και η πλειοψηφία του φοβικού λαού δεν φαίνεται να την
αισθάνεται.
(Για το ιστορικό αυτό
ζήτημα βλ. τη μελέτη μου: «Η συμβολή του Μακρυγιάννη και του Δήμου Αθηναίων στην
Εθνική μας Ανεξαρτησία, τη θέσπιση συντάγματος και την επανάσταση της
3ης Σεπτεμβρίου 1843», στην «Επιθεώρηση Τοπικής Αυτοδιοίκησης», τευχ.
Σεπτεμβρίου 1991).
Εν κατακλείδι, θεωρώ
χρήσιμο και αναγκαίο να υπογραμμίσω ότι αυτή την ιστορική αναφορά δεν την κάνω
για λόγους ακαδημαϊκής ενημέρωσης αλλά για να βρεθεί ένας νέος Μακρυγιάννης
στη σημερινή Ελλάδα.
Αν, τότε, ο φλογερός
πατριώτης είχε κάποιους βάσιμους λόγους να κάνει αυτή την εθνοσωτήρια επέμβαση,
τώρα οι λόγοι αυτοί είναι απείρως περισσότεροι και ο πιο ουσιαστικός: Η
βιολογική υπόσταση του ελληνικού λαού μέσα σ’ ένα κράτος με την κλασσική
φιλελεύθερη υπόστασή του.
Αυτό εξάλλου
επιτάσσεται και από το άρθρο 120 παραγρ. 4 του πολλαπλώς βιασθέντος
Συντάγματος.
Την ιστορία, κατά
κανόνα, δεν την γράφουν οι πλαδαρές αγελαίες λαϊκές μάζες αλλά οι ισχυρές
προσωπικότητες.
Ζητούνται:
Μακρυγιάννης και Ζορμπάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου