Οι
τελευταίες εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, με την ανακάλυψη των
κοιτασμάτων υδρογονανθράκων και την αναζωπύρωση της τουρκικής
επιθετικότητας, υπενθυμίζουν την ανάγκη προστασίας της Κύπρου από τον
τουρκικό επεκτατισμό. Ο ουσιαστικός ενταφιασμός του Δόγματος του
Ενιαίου Αμυντικού χώρου την τελευταία δεκαετία, απομείωσε τις
δυνατότητες παρέμβασης της Ελλάδας στην λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου
και άφησε ουσιαστικά τους Κύπριους μόνους τους, αποκομμένους από το
μητροπολιτικο κέντρο, ωθώντας τους στη σύναψη συμμαχιών με άλλους
ισχυρούς δρώντες παίκτες της περιοχής.
Γράφει ο Κωσταντίνος Τόλιας (στρατιωτικός συντάκης- δημοσιογράφος)
Επειδή ωστόσο ο λόγος που επέβαλλε τη δεκαετία του '90 την εξαγγελία του δόγματος του ΔΕΑΧ, που δεν είναι άλλος από τη συνεχιζόμενη απειλή που εκφράζεται από την Τουρκία, επανεμφανίζεται η ανάγκη για ισχυροποίηση της ελλαδικής στρατιωτική παρουσίας στη Μεγαλόνησο ως ασπίδα απέναντι στην τουρκική απειλή. Η ελλαδική στρατιωτική παρουσία οφείλει να αναβαθμιστεί, όχι μόνο σε χερσαίο αλλά κυρίως σε αεροναυτικό επίπεδο. Ο λόγος είναι διπλός:
α)Η Ελλάδα διατηρεί ήδη χερσαία παρουσία στην Κύπρο μέσω της ΕΛΔΥΚ, ενώ και η χερσαία κυπριακή δύναμη αποτροπής κρίνεται αρκετά ισχυρή.
β)Το πεδίο αντιπαράθεσης όσον αφορά το Κυπριακό θέατρο επιχειρήσεων μετατοπίζεται μερικώς προς τον θαλάσσιο χώρο πέριξ της Κύπρου όπου οι δυνατότητες της Ε.Φ κρίνονται ως υποτυπώδεις.
Η αναβάθμιση πρέπει να έχει τον χαρακτήρα αποστολής δυνάμεων καθώς οι σχετικές υποδομές ήδη υπάρχουν και μιλάμε φυσικά για την αεροπορική βάση της Πάφου και για τον ναύσταθμο στο Ζύγι. Εκείνο που λείπει είναι η πλήρωση των σχετικών υποδομών με δυνάμεις ώστε να λάβει ουσιαστικό χαρακτήρα η δημιουργία τους.Αναφορικά με τις τελευταίες είναι χρήσιμο να κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις.
Όπως είναι γνωστό, οι δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας σε αέρα και θάλασσα είναι εξαιρετικά αναιμικές και περιορίζονται σε μερικά σκάφη ακτοφυλακής για τη Διοίκηση Ναυτικού της Ε.Φ και έναν αριθμό ελικοπτέρων για την Διοίκηση Αεροπορίας. Είναι προφανές πως μια τέτοια δύναμη δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να εγγυηθεί τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας, πολλώ δε μάλλον απέναντι σε έναν ισχυρό αντίπαλο όπως η Τουρκία.
Από την άλλη η οικονομική κρίση που ταλανίζει την Κύπρο αλλά και τα μικρά μεγέθη της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν της επιτρέπουν να επενδύσει σοβαρά στην απόκτηση των μέσων που απαιτούνται. Η λύση δεν μπορεί παρά να προέλθει από την Ελλάδα, στη μορφή της προσφοράς δυνάμεων ώστε να είναι δυνατόν να παρατεθεί μια μικρή μεν αλλά αξιόπιστη δύναμη αποτροπής. Η τελευταία θα πρέπει να περιλαμβάνει αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις για λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω και οι οποίες θα συμπληρώσουν το χερσαίο σκέλος της ΕΛΔΥΚ.
Για τον τομέα του ναυτικού, θα πρέπει να μετασταθμεύσουν στην Κύπρο αρχικά 2 κανονιοφόροι κλάσης "ΜΑΧΗΤΗΣ" που θα αναλάβουν το έργο της επιτήρησης της Κυπριακής ΑΟΖ σε συνδυασμό με τα άλλα μέσα που διαθέτει ή σχεδιάζει να αποκτήσει η Κυπριακή Δημοκρατία.
Η μικρή αυτή αρχικά δύναμη δύναται να ενισχυθεί με 1 ή 2 πυραυλακάτους τύπου Combattante III. Με αυτόν τον τρόπο θα αποκτηθεί μια βασική δύναμη ναυτικής κρούσης, η οποία θα απειλεί τα σκάφη του Τουρκικού Ναυτικού στον θαλάσσιο χώρο της Κύπρου,αναβιώνοντας την μικρή δύναμη κρούσης που διέθετε το Κυπριακό ναυτικό πριν την εισβολή του '74. Όταν τα οικονομικά το επιτρέψουν, ο οπλισμός των σκαφών θα έπρεπε να αναβαθμιστεί με την τοποθέτηση νέων βλημάτων MM-40 Exocet Block III που θα επιτρέψουν την προσβολή στόχων σε αποστάσεις της τάξης των 180 χιλιομέτρων.
Πρέπει βέβαια να τονισθεί πως με δεδομένη την πλήρη κυριαρχία που απολαμβάνει η THK στην περιοχή, υπάρχει ισχυρό το ενδεχόμενο να επαναληφθεί το προηγούμενο του '74 με την βύθιση των λιγοστών τορπιλακάτων που διέθετε τότε το κυπριακό ναυτικό και τα οποία επιχείρησαν να επιτεθούν στην τουρκική αποβατική δύναμη.
Γι'αυτό είναι απαραίτητο τα πλοία τα οποία θα επιλεγεί να ενισχύσουν την Κύπρο να είναι εφοδιασμένα με ισχυρή αντιαεροπορική/αντιπυραυλική άμυνα. Η λύση είναι η τοποθέτηση σε αυτά κάποιου συστήματος όπως το RAM ή το Millenium τα οποία θα τους προσδώσουν επαρκείς δυνατότητες αναχαίτησης επερχόμενου κατευθυνόμενου βλήματος. Ειδάλλως, άλλη λύση είναι η μεταστάθμευση μιας πυραυλακάτου τύπου Super Vita. Σε άλλη περίπτωση, από τακτικής άποψης τα ελληνικά σκάφη πρέπει να είναι πλησίον των ακτών αγκιστρωμένα, έτοιμα σε θέση βολής ώστε να προστατεύονται και από την αντιαεροπορική ομπρέλα της Εθνικής Φρουράς.
Η κίνηση όμως που θα άλλαζε τα δεδομένα όσον αφορά το ισοζύγιο ναυτικής ισχύος στην Μεγαλόνησο αφορά την μεταστάθμευση κάποιου υποβρυχίου, ενδεικτικά του "ΓΛΑΥΚΟΣ", το οποίο τέθηκε πρόσφατα εκτός υπηρεσίας, ενώ πληροφορίες το αναφέρουν ως υποψήφιο για επανεργοποίηση. Προτείνουμε το συγκεκριμένο υποβρύχιο για μια σειρά από λόγους:
α)τυχόν μεταστάθμευση του δεν θα απομοιώσει σημαντικά τη δύναμη υποβρυχίων του Π.Ν
β)έχει περάσει από εκσυγχρονισμό αρχές δεκαετίας του '90 και έτσι διαθέτει ικανότητες που μπορούν να εγγυηθούν την ασφαλή και επιτυχή δράση του
γ)φέρει βλήματα κατά πλοίων UGM-84 Sub-Harpoon που επαυξάνουν σημαντικά τις μαχητικές του ικανότητες.
Ειδικά για το τελευταίο χαρακτηριστικό πρέπει να κάνουμε την εξής παρατήρηση:σε κλειστά περιβάλλοντα όπως αυτό του Αιγαίου, η χρήση υποβρυχίως Κ/Β ενέχει σημαντικούς περιορισμούς, λόγω της εγγενούς μειωμένης εμβέλειας εμπλοκής, αλλά και κινδύνους, που έχουν να κάνουν με την αυξημένη πιθανότητα εντοπισμού του υποβρυχίου εκ μέρους των εχθρικών μέσων από το θερμικό ίχνος της εκτόξευσης του βλήματος. Σε περιβάλλοντα όπως της Ανατολικής Μεσογείου αντιθέτως τα δεδομένα είναι διαφορετικά. Το ανοιχτό του χώρου επιτρέπει την αξιοποίηση της μεγάλης εμβέλειας του βλήματος ενώ και ο κίνδυνος εντοπισμού του παρουσιάζεται αμβλυμένος. Η ύπαρξη ενός υποβρυχίου δρα αρνητικά ως προς την ψυχολογία και την τακτική σχεδίαση των επιχειρήσεων από την Τουρκία ενώ ανεπτερώνει το ηθικό των φίλιων δυνάμεων και τους προσφέρει δυνατότητες ώστε να εφαρμοστούν τακτικές θαλάσσιας άρνησης.
Από 'κει και πέρα είναι προφανές πως ένα υποβρύχιο διαθέτει πολύ μεγαλύτερη επιβιωσιμότητα σε σχέση με ένα σκάφος επιφανείας λόγω των εγγενών του χαρακτηριστικών αφανούς δράσης που το προστατεύουν από την εχθρική δράση και ειδικά από την εναέρια απειλή. Η παρουσία ενός υποβρυχίου στην περιοχή της Κύπρου, αυξάνει την αβεβαιότητα των τουρκικού ναυτικού, το αναγκάζει να δεσμεύσει μέσα για την εξουδετέρωση ή έστω την αδρανοποίηση του και του αφαιρεί τη δυνατότητα να επιχειρεί ουσιαστικά "εν ου παικτοίς" στη συγκεκριμένη περιοχή.
Η ανάπτυξη του ΠΝ στην Κύπρο πρέπει να γίνει κλιμακωτά, σε βάθος χρόνου, ώστε να αμβλυθούν τυχόν αντιδράσεις και να μην δωθεί η εντύπωση πως η ελληνική πλευρά επιθυμεί όξυνση της κατάστασης.
Η μεταστάθμευση δυνάμεων στην Κύπρο πρέπει να συνδυαστεί με παράλληλη ανάπτυξη αεροπορικών δυνάμεων ώστε να συμπληρωθεί η ελλαδική παρουσία στον νησί. Προτείνουμε την μεταστάθμευση ενός ενισχυμένου σμήνους 12 μαχητικών αεροσκαφών στην αεροπορική βάση της Πάφου που θα αναλάβουν καθήκοντα αεράμυνας.
Το αεροκάφος που προτείνουμε είναι το F-16 Block 30 που θεωρείται πως μπορεί να καλύψει σε ικανοποιητικό βαθμό τη σχετική απαίτηση χωρίς παράλληλη σημαντική απομείωση της δύναμης μαχητικών της Π.Α. Το αεροκάφος είναι ο πλέον ευέλικτος τύπος F-16 στον ελληνικό οπλοστάσιο, ενώ εξοπλισμένο με βλήματα AIM-120 AMRAAM και AIM-9L/I αποτελεί έναν εξαιρετικά επικίνδυνο αντίπαλο σε αερομαχία. Αν δε προχωρήσει ο εκσυγχρονισμός του με κάποιο πρόγραμμα CCIP Lite τότε η ελληνική πλευρά θα έχει κάνει μια σημαντική κίνηση ενίσχυσης της κυπριακής άμυνας με το ελάχιστο δυνατό κόστος. Τα αεροσκάφη θα αναλάβουν καθήκοντα αεράμυνας και δίωξης, αποτελώντας μια βασική ασπίδα προστασίας της Κύπρου που τόσο σήμερα όσο και στο ορατό μέλλον στερείται και θα στερείται ανάλογων μέσων.
Γενικά πρέπει να τονισθεί το εξής:τόσο οι αεροπορικές όσο και οι ναυτικές δυνάμεις που θα σταθμεύσουν στο νησί δεν θα έχουν σαν σκοπό να κατανικήσουν μια οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια από την πλευρά της Τουρκίας. Είναι αφελές να λέγεται πως μια μικρή δύναμη ναυτικών μονάδων και μια δωδεκάδα μαχητικών είναι σε θέση να κάνουν κάτι τέτοιο. Στόχος θα είναι να εξαναγκάσουν τον αντίπαλο σε διασπορά δυνάμεων, ανακουφίζοντας τα μέτωπα του Αιγαίου και της Θράκης, προκαλώντας του απώλειες, συγκρατώντας τις δυνάμεις του για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και δίνοντας επαρκή χρόνο στην Ελλάδα να αντιδράσει με τρόπους που έχουν επεξεργαστεί τα φίλια επιτελεία.
Δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις για τον συσχετισμό δυνάμεων στο κυπριακό θέατρο επιχειρήσεων, ούτε θεωρούμε πως είναι δυνατόν αυτός να ανατραπεί ακόμα και διατεθούν από ελληνικής πλευράς μεγαλύτερες δυνάμεις. Κεντρική ιδέα της πρότασης μας είναι να νιώσει ο αντίπαλος την ελληνική παρουσία σ'έναν χώρο που μέχρι σήμερα διέθετε απόλυτη κυριαρχία, κάτι που θα αυξήσει τον βαθμό ανασφάλειας του σε σχέση με την εκδήλωση εκ μέρους του πιθανής επιθετικής ενέργειας εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Είναι προφανές πως από καθαρά επιχειρησιακής πλευράς τα παραπάνω μπορούν να γίνουν δίχως κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα. Εκείνο που απομένει είναι η πολιτική βούληση για την υλοποίηση τους κάτι για το οποίο δυστυχώς διατηρούμε ισχυρές επιφυλάξεις. Κινήσεις σαν τις ανωτέρω προτεινόμενες εντάσσονται στα πλαίσια αναβίωσης του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου που θα έπρεπε να έχουν και συνέχεια. Για το ποια θα έπρεπε να είναι αυτή η συνέχεια υποσχόμαστε μια μελλοντική παρουσίαση.
DEFENCENEWS
Επειδή ωστόσο ο λόγος που επέβαλλε τη δεκαετία του '90 την εξαγγελία του δόγματος του ΔΕΑΧ, που δεν είναι άλλος από τη συνεχιζόμενη απειλή που εκφράζεται από την Τουρκία, επανεμφανίζεται η ανάγκη για ισχυροποίηση της ελλαδικής στρατιωτική παρουσίας στη Μεγαλόνησο ως ασπίδα απέναντι στην τουρκική απειλή. Η ελλαδική στρατιωτική παρουσία οφείλει να αναβαθμιστεί, όχι μόνο σε χερσαίο αλλά κυρίως σε αεροναυτικό επίπεδο. Ο λόγος είναι διπλός:
α)Η Ελλάδα διατηρεί ήδη χερσαία παρουσία στην Κύπρο μέσω της ΕΛΔΥΚ, ενώ και η χερσαία κυπριακή δύναμη αποτροπής κρίνεται αρκετά ισχυρή.
β)Το πεδίο αντιπαράθεσης όσον αφορά το Κυπριακό θέατρο επιχειρήσεων μετατοπίζεται μερικώς προς τον θαλάσσιο χώρο πέριξ της Κύπρου όπου οι δυνατότητες της Ε.Φ κρίνονται ως υποτυπώδεις.
Η αναβάθμιση πρέπει να έχει τον χαρακτήρα αποστολής δυνάμεων καθώς οι σχετικές υποδομές ήδη υπάρχουν και μιλάμε φυσικά για την αεροπορική βάση της Πάφου και για τον ναύσταθμο στο Ζύγι. Εκείνο που λείπει είναι η πλήρωση των σχετικών υποδομών με δυνάμεις ώστε να λάβει ουσιαστικό χαρακτήρα η δημιουργία τους.Αναφορικά με τις τελευταίες είναι χρήσιμο να κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις.
Όπως είναι γνωστό, οι δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας σε αέρα και θάλασσα είναι εξαιρετικά αναιμικές και περιορίζονται σε μερικά σκάφη ακτοφυλακής για τη Διοίκηση Ναυτικού της Ε.Φ και έναν αριθμό ελικοπτέρων για την Διοίκηση Αεροπορίας. Είναι προφανές πως μια τέτοια δύναμη δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να εγγυηθεί τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας, πολλώ δε μάλλον απέναντι σε έναν ισχυρό αντίπαλο όπως η Τουρκία.
Από την άλλη η οικονομική κρίση που ταλανίζει την Κύπρο αλλά και τα μικρά μεγέθη της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν της επιτρέπουν να επενδύσει σοβαρά στην απόκτηση των μέσων που απαιτούνται. Η λύση δεν μπορεί παρά να προέλθει από την Ελλάδα, στη μορφή της προσφοράς δυνάμεων ώστε να είναι δυνατόν να παρατεθεί μια μικρή μεν αλλά αξιόπιστη δύναμη αποτροπής. Η τελευταία θα πρέπει να περιλαμβάνει αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις για λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω και οι οποίες θα συμπληρώσουν το χερσαίο σκέλος της ΕΛΔΥΚ.
Για τον τομέα του ναυτικού, θα πρέπει να μετασταθμεύσουν στην Κύπρο αρχικά 2 κανονιοφόροι κλάσης "ΜΑΧΗΤΗΣ" που θα αναλάβουν το έργο της επιτήρησης της Κυπριακής ΑΟΖ σε συνδυασμό με τα άλλα μέσα που διαθέτει ή σχεδιάζει να αποκτήσει η Κυπριακή Δημοκρατία.
Η μικρή αυτή αρχικά δύναμη δύναται να ενισχυθεί με 1 ή 2 πυραυλακάτους τύπου Combattante III. Με αυτόν τον τρόπο θα αποκτηθεί μια βασική δύναμη ναυτικής κρούσης, η οποία θα απειλεί τα σκάφη του Τουρκικού Ναυτικού στον θαλάσσιο χώρο της Κύπρου,αναβιώνοντας την μικρή δύναμη κρούσης που διέθετε το Κυπριακό ναυτικό πριν την εισβολή του '74. Όταν τα οικονομικά το επιτρέψουν, ο οπλισμός των σκαφών θα έπρεπε να αναβαθμιστεί με την τοποθέτηση νέων βλημάτων MM-40 Exocet Block III που θα επιτρέψουν την προσβολή στόχων σε αποστάσεις της τάξης των 180 χιλιομέτρων.
Πρέπει βέβαια να τονισθεί πως με δεδομένη την πλήρη κυριαρχία που απολαμβάνει η THK στην περιοχή, υπάρχει ισχυρό το ενδεχόμενο να επαναληφθεί το προηγούμενο του '74 με την βύθιση των λιγοστών τορπιλακάτων που διέθετε τότε το κυπριακό ναυτικό και τα οποία επιχείρησαν να επιτεθούν στην τουρκική αποβατική δύναμη.
Γι'αυτό είναι απαραίτητο τα πλοία τα οποία θα επιλεγεί να ενισχύσουν την Κύπρο να είναι εφοδιασμένα με ισχυρή αντιαεροπορική/αντιπυραυλική άμυνα. Η λύση είναι η τοποθέτηση σε αυτά κάποιου συστήματος όπως το RAM ή το Millenium τα οποία θα τους προσδώσουν επαρκείς δυνατότητες αναχαίτησης επερχόμενου κατευθυνόμενου βλήματος. Ειδάλλως, άλλη λύση είναι η μεταστάθμευση μιας πυραυλακάτου τύπου Super Vita. Σε άλλη περίπτωση, από τακτικής άποψης τα ελληνικά σκάφη πρέπει να είναι πλησίον των ακτών αγκιστρωμένα, έτοιμα σε θέση βολής ώστε να προστατεύονται και από την αντιαεροπορική ομπρέλα της Εθνικής Φρουράς.
Η κίνηση όμως που θα άλλαζε τα δεδομένα όσον αφορά το ισοζύγιο ναυτικής ισχύος στην Μεγαλόνησο αφορά την μεταστάθμευση κάποιου υποβρυχίου, ενδεικτικά του "ΓΛΑΥΚΟΣ", το οποίο τέθηκε πρόσφατα εκτός υπηρεσίας, ενώ πληροφορίες το αναφέρουν ως υποψήφιο για επανεργοποίηση. Προτείνουμε το συγκεκριμένο υποβρύχιο για μια σειρά από λόγους:
α)τυχόν μεταστάθμευση του δεν θα απομοιώσει σημαντικά τη δύναμη υποβρυχίων του Π.Ν
β)έχει περάσει από εκσυγχρονισμό αρχές δεκαετίας του '90 και έτσι διαθέτει ικανότητες που μπορούν να εγγυηθούν την ασφαλή και επιτυχή δράση του
γ)φέρει βλήματα κατά πλοίων UGM-84 Sub-Harpoon που επαυξάνουν σημαντικά τις μαχητικές του ικανότητες.
Ειδικά για το τελευταίο χαρακτηριστικό πρέπει να κάνουμε την εξής παρατήρηση:σε κλειστά περιβάλλοντα όπως αυτό του Αιγαίου, η χρήση υποβρυχίως Κ/Β ενέχει σημαντικούς περιορισμούς, λόγω της εγγενούς μειωμένης εμβέλειας εμπλοκής, αλλά και κινδύνους, που έχουν να κάνουν με την αυξημένη πιθανότητα εντοπισμού του υποβρυχίου εκ μέρους των εχθρικών μέσων από το θερμικό ίχνος της εκτόξευσης του βλήματος. Σε περιβάλλοντα όπως της Ανατολικής Μεσογείου αντιθέτως τα δεδομένα είναι διαφορετικά. Το ανοιχτό του χώρου επιτρέπει την αξιοποίηση της μεγάλης εμβέλειας του βλήματος ενώ και ο κίνδυνος εντοπισμού του παρουσιάζεται αμβλυμένος. Η ύπαρξη ενός υποβρυχίου δρα αρνητικά ως προς την ψυχολογία και την τακτική σχεδίαση των επιχειρήσεων από την Τουρκία ενώ ανεπτερώνει το ηθικό των φίλιων δυνάμεων και τους προσφέρει δυνατότητες ώστε να εφαρμοστούν τακτικές θαλάσσιας άρνησης.
Από 'κει και πέρα είναι προφανές πως ένα υποβρύχιο διαθέτει πολύ μεγαλύτερη επιβιωσιμότητα σε σχέση με ένα σκάφος επιφανείας λόγω των εγγενών του χαρακτηριστικών αφανούς δράσης που το προστατεύουν από την εχθρική δράση και ειδικά από την εναέρια απειλή. Η παρουσία ενός υποβρυχίου στην περιοχή της Κύπρου, αυξάνει την αβεβαιότητα των τουρκικού ναυτικού, το αναγκάζει να δεσμεύσει μέσα για την εξουδετέρωση ή έστω την αδρανοποίηση του και του αφαιρεί τη δυνατότητα να επιχειρεί ουσιαστικά "εν ου παικτοίς" στη συγκεκριμένη περιοχή.
Η ανάπτυξη του ΠΝ στην Κύπρο πρέπει να γίνει κλιμακωτά, σε βάθος χρόνου, ώστε να αμβλυθούν τυχόν αντιδράσεις και να μην δωθεί η εντύπωση πως η ελληνική πλευρά επιθυμεί όξυνση της κατάστασης.
Η μεταστάθμευση δυνάμεων στην Κύπρο πρέπει να συνδυαστεί με παράλληλη ανάπτυξη αεροπορικών δυνάμεων ώστε να συμπληρωθεί η ελλαδική παρουσία στον νησί. Προτείνουμε την μεταστάθμευση ενός ενισχυμένου σμήνους 12 μαχητικών αεροσκαφών στην αεροπορική βάση της Πάφου που θα αναλάβουν καθήκοντα αεράμυνας.
Το αεροκάφος που προτείνουμε είναι το F-16 Block 30 που θεωρείται πως μπορεί να καλύψει σε ικανοποιητικό βαθμό τη σχετική απαίτηση χωρίς παράλληλη σημαντική απομείωση της δύναμης μαχητικών της Π.Α. Το αεροκάφος είναι ο πλέον ευέλικτος τύπος F-16 στον ελληνικό οπλοστάσιο, ενώ εξοπλισμένο με βλήματα AIM-120 AMRAAM και AIM-9L/I αποτελεί έναν εξαιρετικά επικίνδυνο αντίπαλο σε αερομαχία. Αν δε προχωρήσει ο εκσυγχρονισμός του με κάποιο πρόγραμμα CCIP Lite τότε η ελληνική πλευρά θα έχει κάνει μια σημαντική κίνηση ενίσχυσης της κυπριακής άμυνας με το ελάχιστο δυνατό κόστος. Τα αεροσκάφη θα αναλάβουν καθήκοντα αεράμυνας και δίωξης, αποτελώντας μια βασική ασπίδα προστασίας της Κύπρου που τόσο σήμερα όσο και στο ορατό μέλλον στερείται και θα στερείται ανάλογων μέσων.
Γενικά πρέπει να τονισθεί το εξής:τόσο οι αεροπορικές όσο και οι ναυτικές δυνάμεις που θα σταθμεύσουν στο νησί δεν θα έχουν σαν σκοπό να κατανικήσουν μια οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια από την πλευρά της Τουρκίας. Είναι αφελές να λέγεται πως μια μικρή δύναμη ναυτικών μονάδων και μια δωδεκάδα μαχητικών είναι σε θέση να κάνουν κάτι τέτοιο. Στόχος θα είναι να εξαναγκάσουν τον αντίπαλο σε διασπορά δυνάμεων, ανακουφίζοντας τα μέτωπα του Αιγαίου και της Θράκης, προκαλώντας του απώλειες, συγκρατώντας τις δυνάμεις του για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και δίνοντας επαρκή χρόνο στην Ελλάδα να αντιδράσει με τρόπους που έχουν επεξεργαστεί τα φίλια επιτελεία.
Δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις για τον συσχετισμό δυνάμεων στο κυπριακό θέατρο επιχειρήσεων, ούτε θεωρούμε πως είναι δυνατόν αυτός να ανατραπεί ακόμα και διατεθούν από ελληνικής πλευράς μεγαλύτερες δυνάμεις. Κεντρική ιδέα της πρότασης μας είναι να νιώσει ο αντίπαλος την ελληνική παρουσία σ'έναν χώρο που μέχρι σήμερα διέθετε απόλυτη κυριαρχία, κάτι που θα αυξήσει τον βαθμό ανασφάλειας του σε σχέση με την εκδήλωση εκ μέρους του πιθανής επιθετικής ενέργειας εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Είναι προφανές πως από καθαρά επιχειρησιακής πλευράς τα παραπάνω μπορούν να γίνουν δίχως κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα. Εκείνο που απομένει είναι η πολιτική βούληση για την υλοποίηση τους κάτι για το οποίο δυστυχώς διατηρούμε ισχυρές επιφυλάξεις. Κινήσεις σαν τις ανωτέρω προτεινόμενες εντάσσονται στα πλαίσια αναβίωσης του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου που θα έπρεπε να έχουν και συνέχεια. Για το ποια θα έπρεπε να είναι αυτή η συνέχεια υποσχόμαστε μια μελλοντική παρουσίαση.
DEFENCENEWS
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου