Κατά τον 19ο αιώνα η Σμύρνη ήταν ένα από τα σημαντικότερα κέντρα του Ελληνισμού και ο ελληνικός πληθυσμός της το 1922, πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή, έφτανε τις 165.000 έναντι μόνο 65.000 Τούρκων, γι’ αυτό και την αποκαλούσαν Γκιαούρ Ισμίρ (άπιστη Σμύρνη).
Όλη η οικονομική και πολιτιστική ζωής της Σμύρνης βρισκόταν στα χέρια των Ελλήνων, υπήρχαν περίφημες σχολές, φιλανθρωπικά ιδρύματα, νοσοκομεία, ορφανοτροφεία και πολλές Εκκλησίες. Το φιλόδοξο πρόγραμμα της ίδρυσης Ιωνικού Πανεπιστημίου με έδρα τη Σμύρνη και πρύτανη τον παγκοσμίου κύρους μαθηματικό Κωνσταντίνο Καραθεοδωρή, δυστυχώς, έμεινε ημιτελές και το «φως εξ Ανατολών», όπως αρεσκόταν ο Φαναριώτης Κ. Καραθεοδωρής να το ονομάζει, έμελλε να σβήσει πρόωρα.
Σε εκείνη τη σπουδαία πόλη ήταν Ιεράρχης ο Χρυσόστομος Καλαφάτης (1867 – 1922). Είχε επίσης διατελέσει Μητροπολίτης Δράμας με μεγάλο ποιμαντορικό έργο, καθώς η θητεία του συνέπεσε με τον Μακεδονικό Αγώνα (1904-1908).
Ο Χρυσόστομος γεννήθηκε στην Τρίγλια της Βιθυνίας (Προποντίδα) και μεγάλωσε σε πολύτεκνη οικογένεια με γονείς τον Νικόλαο Καλαφάτη και την Καλλιόπη Λεμωνίδου. Ο αδελφός του Ευγένιος τον ακολούθησε στο μαρτύριο.
Ο Χρυσόστομος Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και το 1902 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Δράμας, από όπου και αγωνίστηκε κατά των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Το 1910 εκλέχθηκε Μητροπολίτης Σμύρνης και κάλεσε τους ομοεθνείς χριστιανούς να δουλέψουν με συναίνεση για την κοινή προκοπή. Έκανε φιλανθρωπικά και κοινωνικά έργα, όπως το «Ομήρειο Παρθεναγωγείο» και την ανοικοδόμηση της Ευαγγελικής Σχολής.
Από το 1914 εντείνεται η εθνική του δράση διότι υπήρχαν πολλοί διωκόμενοι Έλληνες από την Μ. Ασία που συνέρρεαν στη Σμύρνη. Με πρωτοβουλία του είχαν βρει καταφύγιο χιλιάδες πρόσφυγες, γεγονός που εξυμνήθηκε από τον Ευρωπαϊκό Τύπο. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου απομακρύνθηκε από τη θέση του και έγινε συνοδικός στο Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης. Για να κάνει γνωστούς τους διωγμούς των Ελλήνων από τους Νεότουρκους έγραψε το πολύτιμο βιβλίο «Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας και η Νέα Τουρκία».
Μετά την Ανακωχή του Μούδρου (1918) ο Χρυσόστομος επιστρέφει στη Σμύρνη όπου ο λαός τον υποδέχεται «μετά φανών και λαμπάδων». Είναι ο Μητροπολίτης και Εθνάρχης του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Καθώς έβλεπε τα στρατηγικά και πολιτικά λάθη των Ελλήνων οργάνωσε την «Μικρασιατική Άμυνα» για τη δημιουργία αυτόνομου κράτους σε περίπτωση ήττας του ελληνικού στρατού.
Συγκλονιστική είναι η επιστολή που ο Χρυσόστομος έστειλε, λίγο πριν τον θάνατό του, στον Ελ. Βενιζέλο με τον κυβερνήτη του αντιτορπιλικού «Λήμνος» (πηγή: Σαράντος Καργάκος, ο «Εθνομάρτυς Χρυσόστομος Σμύρνης», myriobiblos.gr) Σας παραθέτω ένα απόσπασμα από την επιστολή:
«Ο Ελληνισμός της Μ. Ασίας, το Ελληνικό κράτος αλλά και σύμπαν το Ελληνικό Έθνος κατεβαίνει εις τον Άδην, από του οποίου πλέον καμία δύναμις δεν θα δυνηθεί να το αναβιβάσει και να το σώσει. Και υμείς φέρετε μέγιστη την ευθύνη διότι απεστείλατε εις Μ. Ασίαν ως Ύπατον Αρμοστή τον Αριστείδη Στεργιάδη, τον παράφρονα εγωιστή, φλύαρο και υβρίζοντα άνθρωπο, όστις εφυλάκιζε και εξόριζε και εκτελούσε όλα τα υγιή και σώφρονα στοιχεία του τόπου…»
Ο Χρυσόστομος καλούσε την ύστατη στιγμή τον Βενιζέλο να αναδιοργανωθεί και να συνεργαστεί με όλους τους παράγοντες με αιχμή του δόρατος την εθνική ομοψυχία. Για τον εαυτό του είχε προβλέψει το μαρτύριό του διότι με τον Νουρεντίν Πασά, τον στρατιωτικό διοικητή της Σμύρνης, είχε έρθει σε σύγκρουση λόγω των διωγμών των χριστιανών.
Όταν, μετά την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, ο τουρκικός στρατός του Κεμάλ και ο όχλος εισέβαλαν στη Σμύρνη, τα αντίποινα ήταν για τους Έλληνες και τους Αρμένιους φοβερά. Έγινε πρόταση στον Χρυσόστομο να σωθεί φεύγοντας από το «μαχαίρι» που τον περίμενε αλλά ο ίδιος αρνήθηκε. Συγκεκριμένα, μια γαλλική περίπολος, αποτελούμενη από 20 ναύτες, κατέφθασε στη Μητρόπολη Αγία Φωτεινή με σκοπό να φυγαδεύσει τον Χρυσόστομο. Εκείνος αρνήθηκε διότι το καθήκον του υπαγόρευε να παραμείνει με το ποίμνιό του «ως καλός ποιμένας», όπως χαρακτηριστικά είπε.
Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας ο Χρυσόστομος οδηγήθηκε στον Νουρεντίν Πασά, στο Φρουραρχείο της Σμύρνης. Εκείνος τον παρέδωσε στο φανατισμένο πλήθος που ώρμησε κατά του ιεράρχη και τον βασάνισε μέχρι θανάτου. Οι περιγραφές του μαρτυρίου του υπάρχουν και στο βιβλίο του αυτόπτη μάρτυρα Rene Puaux, «ο θάνατος της Σμύρνης», (εκδ. Αθήνα 1992).
Τραγικό υπήρξε και το τέλος των δύο δημογερόντων που τον συνόδευαν. Ο Γεώργιος Κλιμάνογλου απαγχονίσθηκε και ο Νικόλαος Τσουρούκτσογλου, ο οποίος ήταν εκδότης της γαλλόφωνης εφημερίδας «La Reforme», λιντσαρίστηκε από τον αφιονισμένο όχλο. Ιερομάρτυρες αναδείχθηκαν και οι 347 από τους 459 ιερείς της Επαρχίας Σμύρνης, όπως μας πληροφορεί ο συγγραφέας Χρ. Σολομωνίδης στο βιβλίο του «Χρυσόστομος Σμύρνης».
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τον Χρυσόστομο Μητροπολίτη Σμύρνης και τους συν αυτώ μαρτυρήσαντες ιεράρχες Αμβρόσιο Μοσχονησίων, Γρηγόριο Κυδωνιών, Προκόπιο Ικονίου, Ευθύμιο Ζήλων, καθώς και τους κληρικούς και λαϊκούς που θανατώθηκαν κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή, την Κυριακή πριν την εορτή του Τιμίου Σταυρού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου