Με μία από τις λαμπρότερες, αλλά μάλλον άγνωστες σελίδες της Εθνικής Αντίστασης, θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο. Πρόκειται για την πολυήμερη μάχη του Μακρυνόρους Αιτωλοακαρνανίας(Ιούλιος 1943). Ένας από τους πρωταγωνιστές της, ήταν και ο Θεμιστοκλής Μαρίνος.
Ο Θεμιστοκλής Μαρίνος (1917-2018) ήταν Έλληνας στρατιωτικός, αντιστασιακός και οικονομολόγος. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο. Πήρε μέρος στον ελληνοϊταλικό πόλεμο (1940-1941). Στη συνέχεια, πολέμησε στη μάχη της Κρήτης. Συνελήφθη από τους Γερμανούς, κατόρθωσε όμως να διαφύγει και πήγε στην Αίγυπτο. Αποσπάστηκε στο Γραφείο Συνδέσμου υπό τον Πρίγκιπα Πέτρο και από εκεί στο βρετανικό κέντρο Ειδικής Εκπαιδεύσεως στην Παλαιστίνη. Ήταν ανάμεσα στους Βρετανούς που πήραν μέρος στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου. Παρέμεινε στην Ελλάδα ως σύνδεσμος του Γενικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής και ως εκπαιδευτής δολιοφθορών. Τον Ιούλιο του 1943 ήταν επικεφαλής των επιχειρήσεων στην Αιτωλοακαρνανία εναντίον των Ιταλών και των Γερμανών. Επέστρεψε στην Αίγυπτο τον Γενάρη του 1944 και ανέλαβε νέα αποστολή στα νησιά του Ιονίου, όπου οργάνωσε και διοίκησε μυστικό δίκτυο πληροφοριών και δολιοφθορών μέχρι τον Νοέμβριο του 1944. Του απονεμήθηκε ο βαθμός Βρετανού Λοχαγού και στη συνέχεια Ταγματάρχη ενώ ανέλαβε πολλές τιμητικές, πολεμικές διακρίσεις, ελληνικές και ξένες.Από το 1945 ως το1949 υπήρξε μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Διεθνή Επιτροπή Βουλγαρίας στη Σόφια. Στη συνέχεια εργάστηκε ως οικονομικός σύμβουλος και μελετητής για την Ελληνική κυβέρνηση και ιδιωτικές εταιρείες. Εργάστηκε ως εμπειρογνώμονας του ΟΗΕ, του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του γραφείου Δοξιάδη, σε αναπτυξιακά προγράμματα στην Άπω Ανατολή, το Ιράν και χώρες της Αφρικής.
Τον Θεμιστοκλή (Θέμη) Μαρίνο τον είχαμε συναντήσει και στο άρθρο μας της 2/12/2017 για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου. Παραθέσαμε στην αρχή του σημερινού μας άρθρου ένα σχετικά σύντομο βιογραφικό του ως ελάχιστο φόρο τιμής σε έναν Έλληνα ήρωα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όπως αναφέραμε στο βιογραφικό του Θέμη Μαρίνου ήταν ο επικεφαλής των επιχειρήσεων εναντίον Ιταλών και Γερμανών στην Αιτωλοακαρνανία. Επρόκειτο για μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου των συμμαχικών δυνάμεων υπό την κωδική ονομασία Animals (Ζώα), το οποίο ουσιαστικά αποτελούσε αντιπερισπασμό εναντίον των δυνάμεων του Άξονα και παραπλάνηση Γερμανών και Ιταλών. Οι σύμμαχοι ήθελαν και πέτυχαν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι θα έκαναν απόβαση στην Ελλάδα αναγκάζοντας τον Χίτλερ να μετακινήσει έξι μεραρχίες από το ρωσικό μέτωπο και να στείλει τον Ρόμελ να αναλάβει την ανώτατη διοίκηση στη Θεσσαλονίκη. Τελικά η απόβαση των συμμάχων έγινε με επιτυχία στη Σικελία και ο Ρόμελ διατάχθηκε από τον Χίτλερ να αναλάβει την ευθύνη των επιχειρήσεων στην Ιταλία.
Οι επιχειρήσεις στην Αιτωλοακαρνανία
Στις 30 Ιουνίου 1943 ο Θέμης Μαρίνος έστειλε στον αρχηγό των Εθνικών Ανταρτικών Ομάδων Βάλτου γιατρό και στέλεχος του ΕΔΕΣ, μετέπειτα πολιτικό, Στυλιανό Χούτα επιστολή με την οποία ενημερώνει ότι μετά από διαταγή του Συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής πρέπει να κινητοποιηθούν άμεσα (από 1/7/1943) προκειμένου να καταστρέψουν τα τεχνικά έργα, τις τηλεφωνικές και τηλεγραφικές γραμμές που περνούν από την παραπάνω οδό και πάση θυσία να παρεμποδίσουν οποιαδήποτε εχθρική κίνηση επί της οδού αυτής από τις 4/7/1943 μέχρι νεωτέρας διαταγής. Στην ΕΟΕΑ(Εθνικές Ομάδες Ελλήνων Ανταρτών ,στρατιωτικό σκέλος του ΕΔΕΣ) στηρίχθηκε σχεδόν εξολοκλήρου η συγκεκριμένη επιχείρηση. Βασικός στόχος των Ελλήνων ανταρτών ήταν η καταστροφή της γέφυρας του Αχελώου. Στον ΕΛΑΣ ανατέθηκαν το χτύπημα του αεροδρομίου του Αγρινίου, η ανατίναξη τριών μικρών γεφυρών στον δρόμο Μεσολογγίου-Αγρινίου,η καταστροφή και η παγίδευση οδικών τμημάτων και της σιδηροδρομικής γραμμής καθώς και η προσβολή δύο ιταλικών φρουρών κοντά στη λίμνη της Τριχωνίδας. Και επειδή κάποιοι θα σκεφτούν ποιας σιδηροδρομικής γραμμής ,να αναφέρουμε ότι από το 1888 ως το 1970 υπήρχαν και οι σιδηρόδρομοι Βορειοδυτικής Ελλάδας (ΣΒΔΕ) που η γραμμή τους ένωνε το Κρυονέρι (χωριό της Αιτωλοακαρνανίας στον Πατραϊκό Κόλπο) με το Αγρίνιο. Στο Κρυονέρι τα βαγόνια φορτωνόταν στο πλοίο «Καλυδώνα» που διέθετε ράγες και τα μετέφερε στην Πάτρα συνδέοντας τη γραμμή των ΣΒΔΕ με το σιδηροδρομικό δίκτυο της Πελοποννήσου. Στα τέλη του 20ου και τις αρχές του 21ου αιώνα ανακοινώθηκαν και ξεκίνησαν εργασίες για την επαναλειτουργία της γραμμής. Δαπανήθηκαν εκατομμύρια ευρώ για την ανακατασκευή της και ενώ η γραμμή έφτασε στο Δοκίμι ,λίγο έξω από το Αγρίνιο δεν λειτούργησε ποτέ. Από το 2005 υπάρχει απόλυτη σιωπή από την πλευρά της Πολιτείας και κανείς δε γνωρίζει τι και πότε θα γίνει.
Ας επανέλθουμε όμως στον Ιούλιο του 1943.
Ώρα μηδέν για την έναρξη των επιχειρήσεων «Animals» ορίστηκε η 00.30 της 4/5 Ιουλίου 1943. Ο Θέμης Μαρίνος γράφει: ‘’κατά το πρώτο στάδιο κύριος σκοπός μας ήταν η παραπλάνηση του εχθρού ώστε να αποσπάσει την προσοχή του από την Ιταλία και να ενισχύσει τις δυνάμεις του στην Ελλάδα ,ενώ κατά το δεύτερο ήταν η παρακώλυση της μετακινήσεως δυνάμεών του από τη χώρα μας προς ενίσχυση του μετώπου στην Ιταλία’’. Συνοπτικά να αναφέρουμε τα αποτελέσματα του πρώτου σταδίου της επιχείρησης «Animals».
Η προσπάθεια για ανατίναξη της γέφυραςτου Αχελώου που ξεκίνησε στις 00.30 της 5/7/1943 δεν καρποφόρησε. Η φρουρά της γέφυρας είχε ενισχυθεί την προηγούμενη μέρα από τον Ιταλό διοικητή της ιταλικής μεραρχίας του Αγρινίου Kazale με 200 άνδρες. Ο Σ.Χούτας γράφει ότι υπήρξε προδοσία από Έλληνα αξιωματικό που προσχώρησε στο ΕΑΜ. Ωστόσο οι Ιταλοί είχαν πολλές απώλειες κυρίως στο βόρειο τμήμα της γέφυρας και λιγότερες, αλλά σημαντικές στο νότιο τμήμα της. Από πλευράς ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ υπήρξαν πέντε νεκροί και 18 τραυματίες.
Στις υπόλοιπες επιχειρήσεις του ΕΔΕΣ ανατινάχθηκαν πολλές μικρές γέφυρες στην Αιτωλοακαρνανία. Και οι επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ ήταν επιτυχημένες. Ανατινάχθηκαν η γέφυρα Μπανιά στον Εύηνο, η γέφυρα Αλάμπεη στον ποταμό Δημίκο και μια μικρότερη στη θέση Κλεισούρα μεταξύ Μεσολογγίου και Αγρινίου. Επίσης κλείστηκε με ανατίναξη η σήραγγα Κακιά Σκάλα της οδού Μεσολογγίου-Ναυπάκτου, ενώ σε ενέδρα στις 14/7 σ’ ένα ελικοειδές σημείο της οδού Αγρινίου-Θέρμου μια γερμανική φάλαγγα με 14 φορτηγά και 2 μοτοσυκλέτες καταστράφηκε. Πολλοί Γερμανοί σκοτώθηκαν ενώ άλλοι τραυματίστηκαν. Παρά τις αυστηρές οδηγίες των επικεφαλής της επιχείρησης για τη συμπεριφορά απέναντι σε τραυματίες και αιχμαλώτους, οι άνδρες του ΕΛΑΣ αποτελείωσαν με μαχαίρια τους περισσότερους από αυτούς. Μόνο πέντε Γερμανοί κατόρθωσαν να ξεφύγουν και κατευθύνθηκαν προς το Αγρίνιο. Δύο απ’ αυτούς αιχμαλωτίστηκαν και ανακρινόμενοι έδωσαν πολύτιμες πληροφορίες. 12 οχήματα κάηκαν επί τόπου από τους αντάρτες. Τα άλλα δύο φορτώθηκαν με πολλά λάφυρα (δύο βαρέα πυροβόλα με χιλιάδες φυσίγγια, 50 τουφέκια, 70 πιστόλια, πολλές νάρκες, εκρηκτικά υλικά και εξοπλισμός μηχανικού) και οδηγήθηκαν στο Θέρμο. Την επόμενη ημέρα οι Γερμανοί για εκδίκηση βομβάρδισαν τα χωριά γύρω από τη θέση όπου έγινε η ενέδρα.
Η μάχη του Μακρυνόρους (Ιούλιος 1944)
Στο Μακρυνόρος αναφερθήκαμε εκτενώς το άρθρο μας της 18/7/2020 για τις μάχες στην Δυτική Ελλάδα το 1828-1829. Πρόκειται για το βουνό μεταξύ Αμφιλοχίας και Άρτας από το οποίο διέρχεται η Εθνική Οδός Αντιρρίου- Ιωαννίνων. Η οδός αυτή, μεγάλης στρατηγικής σημασίας όπως γράφει και ο Θ. Μαρίνος, ακολουθεί οφιοειδή (φιδίσια) χάραξη περνώντας πολλές χαραδρώσεις που πέφτουν απότομα από μεγάλο ύψος στη θάλασσα του Αμβρακικού Κόλπου.
Μετά τις επιχειρήσεις στις οποίες αναφερθήκαμε, συγκεντρώθηκαν στο χωριό Μπαμπαλιό όλα τα τμήματα των ΕΟΕΑ που πήραν μέρος στη μάχη γύρω απ’ τη γέφυρα του Αχελώου και έγινε αποτίμηση και κριτική της επιχείρησης. Οι κύριες δυνάμεις του Αρχηγείου Βάλτου υπό τους Σ. Χούτα και Συνταγματάρχη Μενέλαο Παντελίδη κινήθηκαν προς το Μακρυνόρος. Ο Θ. Μαρίνος εγκαταστάθηκε στην κορυφή του βουνού με έναν ασύρματο και τον χειριστή του ενώ το περιφερειακό του αρχηγείο βρισκόταν στο χωριό Χαλκιόπουλοι.
Στις 11 Ιουλίου 1943, ο Θ. Μαρίνος έλαβε σήμα από το Γενικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής, ότι έγινε επιτυχής απόβαση των συμμάχων στη Σικελία. Το σήμα είχε την υπογραφή του Στρατάρχη Sir Henry Maitland Wilson και έλεγε τα εξής: «Απόβαση στη Σικελία πραγματοποιήθηκε, αναστείλατε δραστηριότητες, συγχαρητήρια». Βέβαια, η απόφαση ξεκίνησε στις 9/10 Ιουλίου 1943, αλλά οι τελευταίοι Ιταλοί και Γερμανοί στρατιώτες έφυγαν από το νησί προς την Καλαβρία στις 17 Αυγούστου 1943.
Να σημειώσουμε ότι επικεφαλής των συμμαχικών δυνάμεων στη Σικελία, ήταν ο, μετέπειτα πρόεδρος των Η.Π.Α. Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, ενώ τις επιμέρους στρατιές διοικούσαν ο Άγγλος Στρατάρχης Χάρολντ Αλεξάντερ, ο Αμερικανός Στρατηγός Τζορτζ Πάτον και ο Άγγλος Στρατάρχης σερ Μπέρναρντ Λο Μοντγκόμερι, οι κορυφαίοι δηλαδή ανώτατοι αξιωματικοί των Συμμάχων. Ο επικεφαλής των Βρετανικών δυνάμεων στην Ελλάδα Έντι Μάγιερς, έστειλε μέσω ασυρμάτου από το Κάιρο όπου βρισκόταν, συγχαρητήρια σε όλες τις αντάρτικες ομάδες για τις επιτυχίες τους. Αναφερόταν επίσης στις ταλαιπωρίες και τα δεινά του άμαχου πληθυσμού, για τα οποία εξέφραζε τη μεγάλη του θλίψη και την έκφραση ευγνωμοσύνης του Γενικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής. Σημείωνε τέλος, ότι η μέρα απελευθέρωσης της Ελλάδας, ήταν ακόμα άγνωστη, ζητούσε ωστόσο τη συνέχιση της εμπιστοσύνης του ελληνικού λαού προς τη συμμαχική ηγεσία, μέχρι την τελική επικράτηση επί των δυνάμεων του Άξονα.
Ως τις 13 Ιουλίου, δεν υπήρξε κάποια σοβαρή εχθρική ενέργεια στην περιοχή που βρισκόταν ο Θ. Μαρίνος, εκτός από μια προσπάθεια μικρής ιταλικής φάλαγγας να κινηθεί από την Άρτα στην Αμφιλοχία, η οποία όμως χτυπήθηκε από τους αντάρτες στη γέφυρα Αννίνου και επέστρεψε στη βάση της. Ο Θ. Μαρίνος, με τη βοήθεια του συνεργείου καταστροφών Μούτσου, έσπευσε ν’ ανατινάξει τη γέφυρα. Στην Ήπειρο, υπήρξε μεγάλη κινητικότητα από τις εχθρικές δυνάμεις σε μια προσπάθεια να αποκατασταθούν οι συγκοινωνίες της περιοχής, ωστόσο και αυτές αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία από τις ΕΟΕΑ της περιοχής.
Ωστόσο, τα πράγματα άλλαξαν το βράδυ της 13ης Ιουλίου. Τότε έφτασε στο αρχηγείο του Στυλιανού Χούτα αγγελιοφόρος του Προέδρου Εθνικού Αγώνος ΕΔΕΣ Αμφιλοχίας, δικηγόρου Σπύρου Τσιρογιάννη, η πληροφορία ότι ισχυρή μηχανοκίνητη ιταλική φάλαγγα, 6.000-8.000 ανδρών και περίπου 680 οχημάτων, έφτασαν στην Αμφιλοχία με επικεφαλής τον Στρατηγό Mario Marchinotti, ο οποίος κατέλυσε στο σπίτι ενός Αλεξανδρή.
Επρόκειτο για τη μεραρχία Brenero, που έσπευδε να επιστρέψει στην Ιταλία μετά την αναγγελία απόβασης στην Ιταλία απ΄ τους συμμάχους. Όπως γράφει ο Θ. Μαρίνος: «Η μεραρχία ερχόταν από την Αττική και παραδόξως κατά τη μακριά διαδρομή της από τις ΕΑΜοκρατούμενες περιοχές δεν ενοχλήθηκε πουθενά από τον ΕΛΑΣ». Επρόκειτο για τη μεραρχία που δύο χρόνια πριν (21/6/1941), μετά την κατάρρευση του αλβανικού μετώπου, έμπαινε θριαμβευτικά στην Αθήνα. Τώρα έσπευδε να επιστρέψει στην Ιταλία για να υπερασπιστεί τα πάτρια εδάφη…
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έφτασαν στο Αρχηγείο των Ελλήνων ανταρτών, η Brenero θα κατευθυνόταν από την Αμφιλοχία προς την Άρτα και από εκεί προς τα ελληνοαλβανικά σύνορα, στις 5.30 π.μ. της 14ης Ιουλίου.
Οι δυνάμεις του Αρχηγείου Βάλτου κινητοποιήθηκαν αμέσως κι έλαβαν κατάλληλες θέσεις στο Μακρυνόρος.
Οι δυνάμεις των ανταρτών στο πέρασμα του Μακρυνόρους αποτελούνταν από 450-500 άνδρες που εκτός των ατομικών τους όπλων, είχαν δύο βαρέα πυροβόλα, δώδεκα οπλοπολυβόλα, τέσσερα αντιαρματικά τυφέκια και μερικές νάρκες. Ο Θ. Μαρίνος γράφει ότι οι άνδρες του δεν πίστευαν ότι μπορούσαν να σταματήσουν την Brenero, ο διοικητής της οποίας αν και είχε ενημερωθεί για πιθανή επίθεση των ανταρτών, πίστευε ότι θα περάσει άνετα το Μακρυνόρος. Οι αντάρτες έπρεπε να εξασφαλίσουν και την προστασία τους για πιθανή επίθεση από την πλευρά της Άρτας, αλλά και τυχόν προσπάθεια κύκλωσής τους από τμήματα πεζικού της Brenero. Ο Σταθμός Διοικήσεως του Αρχηγείου Βάλτου, εγκαταστάθηκε στο ύψωμα Παληοκούλια που δεσπόζει στον δρόμο από το χωριό Ανοιξιάτικο ως και το ύψωμα Κατάκορφο.
Η Brenero πραγματικά ξεκίνησε από την Αμφιλοχία τη συγκεκριμένη ώρα με κατεύθυνση προς την Άρτα.
Προηγούνταν μοτοσικλετιστές, ακολουθούσαν 4 άρματα μάχης και στο τέλος τα βαρέα οχήματα. Η φάλαγγα απλωνόταν σε μήκος 8 χιλιομέτρων. Γύρω στις 7 το πρωί της 14ης Ιουλίου, η κεφαλή της αφού πέρασε το Ανοιξιάτικο, έφτασε στη θέση Κατάκορφο. Εκεί οι μοτοσικλετιστές της δέχθηκαν τα πυρά των ανταρτών. Κάποιοι σκοτώθηκαν, ενώ όσοι γλίτωσαν έσπευσαν να καλυφθούν. Έτσι άρχισε η μάχη. Επικράτησε πανδαιμόνιο από τις εκατέρωθεν βολές που γίνονταν από διάφορα όπλα. Ξαφνικά, ένα από τα άρματα μάχης έπεσε σε νάρκη, ενώ έβαλλε κατά των ανταρτών. Μια μεγάλη λάμψη συνόδευσε την ανατίναξή του. Ο δρόμος έκλεισε και η Brenero καθηλώθηκε! Άλλοι Ιταλοί στρατιώτες σωριάζονταν στο έδαφος νεκροί ή τραυματίες, ενώ την πρώτη ανατίναξη, ακολούθησαν και άλλες, με αποτέλεσμα τη συσσώρευση κατεστραμμένων οχημάτων και το άνοιγμα μεγάλων κρατήρων στο οδόστρωμα.
Οι Ιταλοί, αφού ανασυγκροτήθηκαν, άρχισαν να σφυροκοπούν τα γύρω υψώματα για να πλήξουν τους αντάρτες, οι οποίοι μετά τους πανηγυρισμούς και τις ζητωκραυγές για τις επιτυχίες τους, έσπευσαν να καλυφθούν. Τη νύχτα, η Brenero έμεινε ακινητοποιημένη κοντά στο χωριό Ανοιξιάτικο και μόνο το πυροβολικό της, έβαλλε πού και πού, εναντίον των ανταρτών στα γύρω υψώματα. Επρόκειτο για βολές στα τυφλά, που δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα.
Στις 15 Ιουλίου, το Ιταλικό πεζικό επιτέθηκε εναντίον των ανταρτών, αφού είχε προηγηθεί βομβαρδισμός από το πυροβολικό της Brenero. Οι αντάρτες όμως είχαν ανασυνταχθεί. Έτσι, ενώ οι Ιταλοί αρχικά είχαν καταλάβει δύο υψώματα (Σφέτες και Λάλα-Λάκα), στη συνέχεια απωθήθηκαν. Ο Θ. Μαρίνος με τη βοήθεια του συνεργείου καταστροφών Μούτσου, ανατίναξε περίπου 14 μ. δρόμου στη θέση «Χάνι Τολιά» του Μακρυνόρους όπου υπήρχε κρημνώδης κατωφέρεια, με σκοπό την ακινητοποίηση του εχθρού. Επίσης, σε μια απότομη στροφή του δρόμου προς το Μενίδι (παραθαλάσσιος οικισμός της Αιτωλοακαρνανίας), τοποθετήθηκε αντιαρματική παγίδα και οργανώθηκε ενέδρα από ομάδα ειδικά εξοπλισμένη με οπλοπολυβόλο, αντιαρματικό και χειροβομβίδες. Και οι Ιταλοί όμως, δεν έμειναν άπραγοι. Συνέλαβαν 17 ανυποψίαστους χωρικούς που εργάζονταν στα χωράφια τους και αφού εκτέλεσαν τρεις από αυτούς λόγω υποψιών ότι συνεργάζονταν με τους αντάρτες, τους έβαλαν επικεφαλής της φάλαγγας μαζί με μερικές αγελάδες, για να μπορέσουν να εξοντώσουν τις νάρκες!
Επρόκειτο ουσιαστικά για «ασπίδες» εναντίον των ναρκών! Τα χαράματα της 16ης Ιουλίου, η Brenero ξεκίνησε εκ νέου την πορεία της.
Αφού δεν υπήρξε ιδιαίτερη παρενόχληση από τους αντάρτες, η φάλαγγα κινήθηκε σιγά σιγά, όμως στο κατεστραμμένο σημείο του δρόμου, στη θέση «Χάνι Τολιά», αναγκάστηκε να σταματήσει. Τότε δέχτηκε σφοδρή επίθεση από τους αντάρτες. Στρατιώτες πανικόβλητοι έτρεχαν προς την απόκρημνη πλευρά του δρόμου για να σωθούν. Μετά από μεγάλη προσπάθεια, τα συνεργεία μηχανικού της μεραρχίας, επισκεύασαν πρόχειρα το ρήγμα του δρόμου και απομάκρυναν τα κατεστραμμένα οχήματα. Ωστόσο, τμήμα ανταρτών υπό τον οπλαρχηγό Ευστράτιο Ρίγανη, στη θέση «Χάνι Τολιά», κατάφερε να αρπάξει στην κυριολεξία ένα πυροβόλο των 47/32 με 220 οβίδες, καθώς κάποιοι από τους χειριστές του είχαν σκοτωθεί και άλλοι διέφυγαν. Μετά την επισκευή του δρόμου, η Brenero κινήθηκε ταχύτατα προς την Άρτα. Όμως η ενέδρα στο Μενίδι λειτούργησε άψογα.
Ένα άρμα προσέκρουσε σε νάρκη κι ένα φορτηγό με πυρομαχικά πυρπολήθηκε από τα πυρά των ανταρτών.
Η Brenero υποχρεώθηκε να ακινητοποιηθεί τη νύχτα της 16ης Ιουλίου, μπροστά στην κατεστραμμένη γέφυρα Αννίνου.
Στις 17 Ιουλίου, ο Σ. Χούτας ζήτησε βοήθεια από τους αρχηγούς Τριχωνίδος Γ. Παπαϊωάννου, Ξηρομέρου Κ. Καραμπέκιο, Ευρυτανίας Ι. Οικονόμου και τον Ταγματάρχη Μπούρο. Ο Θ. Μαρίνος, κλήθηκε στο Περτούλι, στο Γενικό Αρχηγείο της Αποστολής, από τον Έντι Μάγιερς. Ο Σ. Χούτας, ζήτησε από τον Μάγιερς, μέσω του Θ. Μαρίνου, πυρομαχικά καθώς τα αποθέματα του είχαν αρχίσει να εξαντλούνται και, αν ήταν δυνατό, ένα αεροπλάνο για να βομβαρδίσει την ιταλική φάλαγγα. Την προηγούμενη νύχτα, οι αντάρτες επιδόθηκαν σε περισυλλογή λαφύρων. Από ατομικά είδη, μέχρι μπαταρίες και λάστιχα αυτοκινήτου.
Στις 18 Ιουλίου, υπήρξε σχετική ηρεμία στο Μακρυνόρος.
Μόνο το ιταλικό πυροβολικό συνέχισε να βομβαρδίζει τα γύρω υψώματα. Όμως στις 19 Ιουλίου, οι εχθροπραξίες επαναλήφθηκαν σκληρότερες. Οι Ιταλοί ενισχύθηκαν με νέες δυνάμεις από την Αμφιλοχία, ενώ και όσοι είχαν φτάσει στη γέφυρα Αννίνου επέστρεψαν προς τον νότο για αντιπερισπασμό. Ενισχύσεις όμως είχαν έρθει και για τους αντάρτες, που και με τη χρήση του ιταλικού πυροβόλου, προκαλούσαν μεγάλες ζημιές στους Ιταλούς. Ιδιαίτερα καταστροφική για τους Ιταλούς, ήταν η σύγκρουση στη θέση «Χάνι Κατσούλη».
Τη νύχτα της 19ης προς 22η Ιουλίου, το Τάγμα Μπούρου ήρθε να ενισχύσει τους αντάρτες. Όταν ξημέρωσε, ήρθαν από τη Βόνιτσα και τη Λευκάδα μέσω Αμφιλοχίας, τμήματα της γερμανικής ορεινής ταξιαρχίας «Edelweiss».
Μια ιταλική φάλαγγα από 600 άνδρες, χτυπήθηκε από τους αντάρτες του Παπαϊωάννου κοντά στο χωριό Στράτος.
Οι απώλειες, ήταν μεγάλες. Η άφιξη των Γερμανών στο Μακρυνόρος, ενθάρρυνε τους Ιταλούς. Ιταλογερμανικές δυνάμεις έφτασαν στον αυχένα «Μαύρο Κούτσουρο», απ’ όπου επιτέθηκαν κατά του Σταθμού Διοικήσεως του Τάγματος Μπούρου, αναγκάζοντάς σε υποχώρηση από το πεδίο της μάχης, μέρος της δύναμής του. Όμως, οι αντάρτες υπό τη διοίκηση του Συνταγματάρχη Παντελίδη, επιχείρησαν και πέτυχαν την εκδίωξη του εχθρού. Έτσι, ο Μπούρος και οι άνδρες του στις 21 Ιουλίου, επέστρεψαν στη θέση τους. Όλες οι επιθέσεις των Ιταλογερμανών αποκρούστηκαν, ενώ τμήμα της φάλαγγας που έφτασε στο Μενίδι, καθηλώθηκε και είχε βαριές απώλειες μετά από ενέδρα.
Το τέλος της μάχης του Μακρυνόρους – Ο απολογισμός της
Όταν ο Θ. Μαρίνος έφτασε στο Περτούλι, ενημερώθηκε από τον Έντι Μάγιερς, ότι μετά την απόβαση των Συμμάχων στη Σικελία και τη δημιουργία προγεφυρώματος, οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα έπρεπε να σταματήσουν. Οι αντάρτικες ομάδες έπρεπε ν’ αποσυρθούν στις βάσεις τους και να στρατολογήσουν νέους άνδρες, τους οποίους και θα εκπαίδευαν για μελλοντικές επιχειρήσεις.
Τη νύχτα της 21/22 Ιουλίου, ο Σ. Χούτας εξέδωσε διαταγή για παύση του πυρός και προσεκτική αποχώρηση των ανταρτών από το Μακρυνόρος. Οι Ιταλοί το αντιλήφθηκαν μόλις το μεσημέρι της 22ας Ιουλίου, καθώς οι επιθέσεις τους με βαρέα όπλα εναντίον των γύρω υψωμάτων, έμεναν αναπάντητες. Τότε διαπίστωσαν ότι πολεμούσαν «κατά φαντασμάτων»! Σύμφωνα με έκθεση του Μ. Παντελίδη, οι Ιταλοί είχαν στο Μακρυνόρος 800-1.000 νεκρούς και τραυματίες. Ανάμεσά τους 32 αξιωματικούς. Έχασαν 2 άρματα μάχης, 47 οχήματα καταστράφηκαν, ενώ άλλα 100 υπέστησαν σοβαρές βλάβες.
Οι απώλειες των ΕΟΕΑ ήταν 5 νεκροί και 7 τραυματίες. Μεταξύ των νεκρών, ήταν κι ο γενναίος Λοχαγός Κων/νος Ζαρμακούπης. Μετά απ’ όλα αυτά, η Brenero συνέχισε ανενόχλητη την πορεία της προς την Άρτα.
Επίλογος
Πολλοί θεωρούν κορυφαία στιγμή της Εθνικής Αντίστασης, την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου. Άλλοι, ανάμεσά τους και ο Κ. Γουντχάουζ, θεωρούν κορυφαία την πολυήμερη μάχη του Μακρυνόρους. Όχι μόνο λόγω των μεγάλων απωλειών της Brenero αλλά και για το ότι αυτή δεν έφτασε έγκαιρα στη Σικελία. Στις επικίνδυνες στροφές του Μακρυνόρους, υπάρχει Μνημείο της Εθνικής Αντίστασης, που θυμίζει τον ελληνικό θρίαμβο επί των Ιταλών τον Ιούλιο του 1943 εκεί. Δυστυχώς, οι εκδηλώσεις στο Μακρυνόρος, για κάποιο χρονικό διάστημα αρκετών ετών δεν γίνονταν, λόγω έλλειψης χρημάτων (!). Ένα ακόμα δείγμα του πώς η Ελλάδα τιμά όσους αγωνίστηκαν κι έδωσαν τη ζωή τους γι’ αυτή...
Πηγή: ΘΕΜΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ, «Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ»,Τ.2,ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ 2003.
Μιχάλης Στούκας
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου