Το ΠΡΩΤΟ σου χρέος εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το ΔΕΥΤΕΡΟ, να φωτίσεις την ορμή και να συνεχίσεις το έργο τους. Το ΤΡΙΤΟ σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο σου τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει. Νίκος Καζαντζάκης «ΑΣΚΗΤΙΚΗ».

ΑΛΛΑΞΤΕ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΦΘΑΡΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΥΕΤΗ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΧΟΥΝ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΤΡΟΠΟΥΣ ΠΛΟΥΤΙΣΕΙ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ ΕΙΤΕ ΑΥΤΟΙ ΛΕΓΟΝΤΑΙ ΝΟΜΑΡΧΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΑΡΧΕΣ ΔΗΜΑΡΧΟΙ Η ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ ΑΛΛΟ.
ΤΕΡΜΑ ΣΤΑ ΤΕΡΠΙΤΙΑ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΤΟ ΠΑΙΖΟΥΝ ΑΝΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΤΟΙ ΚΑΙ ΑΛΑΖΟΝΙΚΟΙ ΚΕΝΟΔΟΞΟΙ ΚΑΙΣΑΡΙΣΚΟΙ ΚΑΙ ΥΠΟΣΧΟΝΤΑΙ ΠΡΟΟΔΟ ΕΝΩ ΤΟΣΕΣ ΤΕΤΡΑΕΤΙΕΣ ΕΦΕΡΑΝ ΚΥΡΙΩΣ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΜΟΝΟ ΣΤΗΝ ΤΣΕΠΗ ΤΟΥΣ.

Δευτέρα 10 Ιουλίου 2023

Οι Ναυτικές Δυνάμεις των Ελλήνων του 1821 και το Οθωμανικό Ναυτικό


Μέχρι το 1821 πολλά γεγονότα είχαν συμβεί, τα οποία δημιούργησαν ετοιμοπόλεμα πληρώματα. Πρώτα από όλα, σημαντική θετική απόρροια υπήρξε η συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή, γιατί επέτρεπε στα ελληνικά καράβια να πλέουν με ρωσική σημαία. Βέβαια, πρέπει να επισημανθεί ότι οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν και άλλες σημαίες, όπως της Βενετίας, της Ιονίου Πολιτείας καθώς και την «Γραικοτουρκική».

Ο Μαζαράκης-Αινιάν ( Μαζαράκης – Αινιάν, Ι.Κ. (2007), Τα Ακρόπρωρα του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα, σελ 9) γράφει χαρακτηριστικά: Με τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή το 1774 και με τις άλλες συνθήκες Ρωσίας και Πύλης που ακολούθησαν, οι ραγιάδες αποκτήσαν το δικαίωμα να υψώνουν τη ρωσική σημαία στα καράβια τους. Μετά τη συνθήκη του 1779, προς ουδετέρωσιν της ρωσικής επιρροής, ο ευφυής και μεγαλοπρεπής στόλαρχος Χουσεϊν πασάς παραχώρησε ανάλογα προνόμια στις ναυτικές νήσους, καθώς και άδεια κατασκευής μεγαλύτερων πλοίων, αλλά κυρίως τη χρήση ιδιαίτερης

σημαίας, από τα πλοία των νήσων, της Γραικοτουρκικής (τρεις οριζόντιες ζώνες, μια κυανή στο μέσον και δύο ερυθρές επάνω και κάτω). Λέγεται ότι ο Χουσεϊν πασάς κατήγετο από γονείς χριστιανούς και ότι νήπιο ακόμα είχε αρπαγεί από τους Τούρκους.

Η εύκολη μετατροπή των πολεμικών πλοίων σε εμπορικών συνετέλεσε αποφαστικά στην καλύτερη αξιοποίηση των όρων της συνθήκης, με αποτέλεσμα την εμπορική-οικονομική ωφέλεια των Ελλήνων.

Κατόπιν, ήρθαν οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι (1799-1815), κατά την διάρκεια των οποίων οι Έλληνες ναυτικοί αντιμετώπισαν με επιτυχία τον ναυτικό αποκλεισμό των Άγγλων στην ηπειρωτική Ευρώπη, με αποτέλεσμα τη βελτίωση του ελληνικού στόλου. Προς αυτήν την κατεύθυνση συνέβαλε και η πειρατεία, προερχόμενη κυρίως από την Αλγερία, την Τύνιδα και το Μαρόκο, καθώς συνετέλεσε στη δημιουργία αξιόμαχων ελληνικών πληρωμάτων για την προστασία των καραβιών.
Στις παραμονές του 1821, το Ελληνικό Ναυτικό ήταν έτοιμο να διαδραματίσει τον πολύπλευρό του ρόλο στην Επανάσταση, έχοντας κυρίως να κάνει με τα εξής:
 Πρώτον, την ταχύτατη διάδοση της Επανάστασης σε όλη την Ελλάδα. (Πρέπει να σημειωθεί ότι ο ελλαδικός χώρος είναι ιδιαίτερα εκτεταμένος με τεράστια ακτογραμμή και πολλά νησιά).
 Δεύτερον, την προστασία των εφοδιοπομπών όπως και την προσβολή του εχθρικού στόλου, ο οποίος θα προσπαθούσε με την έκρηξη της Επανάστασης να αποβιβάσει στρατό στην Πελοπόννησο. Παράλληλα, θα γινόταν η προσβολή εχθρικών νηοπομπών και ακτών, μεγαλώνοντας έτσι το πλήγμα στον εχθρό.
 Τρίτον, την προστασία των ελληνικών κέντρων ναυτικής ισχύος, δηλ. την τεράστια ελληνική ακτογραμμή και τα πολυάριθμα νησιά.


Τα σημαντικότερα νησιά που με τα πλοία τους συγκροτούσαν τη ναυτική δύναμη της επαναστατημένης Ελλάδας ήταν η Ύδρα, οι Σπέτσες και τα Ψαρά. Αν και από το 1822 είχε ιδρυθεί το Μινιστέριον των Ναυτικών, εντούτοις δεν διοικούσε πραγματικά το Ναυτικό, διότι τα πλοία δεν ανήκαν σε κάποιο ελληνικό κράτος, αλλά σε ιδιώτες, ναυτικούς των νησιών.
Πιο συγκεκριμένα, το σύστημα οργάνωσης και διοίκησης των στόλων των νησιών είχε ως ακολούθως. Κάθε νησί όριζε δικό του ναύαρχο και αντιναύαρχο. Κάθε ναύαρχος λειτουργούσε ανεξάρτητα από τους στόλους των άλλων νησιών και μόνο όταν οι στόλοι των τριών νησιών (Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά) συνεργάζονταν, αναγνωριζόταν ο ναύαρχος της Ύδρας ως γενικός αρχηγός. Πρώτοι ναύαρχοι ορίστηκαν στην Ύδρα, ο Ιάκωβος Τομπάζης, στις Σπέτσες, ο Γκίκας Τσούπης και στα Ψαρά, ο Νικόλαος Αποστόλης.

Ο κύριος τύπος των πλοίων της Επανάστασης ήταν ο πάρων, κοινώς μπρίκι. Είχε κατά μέσο όρο εκτόπισμα 250 τόνων, έφερε δύο ιστούς εξαιρετικού ύψους, με τέσσερα και ενίοτε πέντε τετράγωνα ιστία ο καθένας και ο οπλισμός του δεν ξεπερνούσε τα 20 πυροβόλα των 12 λίτρων. Χρησιμοποιήθηκαν και μεγαλύτερα πλοία, τα οποία ήταν τρίστυλα, εκτοπίσματος 500 τόνων και καλούνταν αναλόγως του είδους τους νάβες, ναβέτες, γαβάρες και πολλάκες. Ακόμη, συνηθέστερα αναφέρεται η γολέττα, αλλά και άλλοι τύποι όπως το μπριγκαντίνι, το γολεττόμπρικο και το μύστικο. Τα μεγαλύτερα πλοία της Ύδρας ήταν δύο, το τρικάταρτο του Τομπάζη με 20 πυροβόλα των 12 λίτρων και το δικάταρτο του Μιαούλη με 18 πυροβόλα των 12 λίτρων. Τα υπόλοιπα πλοία έφεραν 10 έως 14 πυροβόλα, συνήθως των 9 λίτρων.

«Το βρίκιον Άρης», στο Μουσείο Μπενάκη,
έργο του François Geoffroi Roux (1881). Στην μετεπαναστατική περίοδο, ως «Άρης» αλλά και ως «Αθηνά» χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει παραγωγικές σχολές αξιωματικών και υπαξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού. Βυθίστηκε «τιμητικά» το 1921 για τα 100 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση και ενώ το πλοίο δεν βρισκόταν σε καλή κατάσταση.

Το Οθωμανικό Ναυτικό

Οι πόλεμοι με τη Ρωσία, πέρα από τις κακές συνέπειες που είχαν για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, συνέβαλαν στο να διατηρεί πάντα ένα ποσοστό ετοιμοπόλεμων πλοίων, τα οποία είχαν τη δυνατότητα να πλήξουν άμεσα την Επανάσταση στη γέννησή της.

Ο Οθωμανικός Στόλος, ο οποίος βρισκόταν αγκυροβολημένος στην Κωνσταντινούπολη, αριθμούσε 4 τρίκροτα και 13 δίκροτα των 74 πυροβόλων, 7 φρεγάτες, 5 κορβέτες και κάποιους πάρωνες. Τα πλοία όμως αυτά ανά πάσα στιγμή πολλαπλασιάζονταν με τη ναυπήγηση σκαφών στα ναυπηγεία της Αυτοκρατορίας στη Σινώπη, την Κωνσταντινούπολη, τη Μυτιλήνη και την Αλικαρνασσό, χρησιμοποιώντας τις άφθονες πρώτες ύλες από τις περιοχές της Μικράς Ασίας και του Εύξεινου Πόντου.

Το μεγάλο πρόβλημα για το Οθωμανικό Ναυτικό με την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης ήταν τα ναυτικά πληρώματα, τα οποία στρατολογούνταν κυρίως από τα παράλια και τα νησιά του Αιγαίου. Οι Οθωμανοί Τούρκοι ήταν πολύ καλοί στη μάχη με τη σπάθη είτε πολεμούσαν στο κατάστρωμα είτε γέμιζαν τα πυροβόλα. Στα ναυτικά καθήκοντα όμως, ήταν δεν σημείωναν τις ίδιες υψηλές επιδόσεις. Από τα ανωτέρω λοιπόν, γίνεται αντιληπτό γιατί προκλήθηκε μεγάλη σύγχυση στο Οθωμανικό Ναυτικό όταν εξερράγη η Ελληνική Επανάσταση· μάλιστα, λόγω έλλειψης ελληνικών πληρωμάτων, η κατάσταση ήταν ακόμη δυσκολότερη.

Ωστόσο, όταν ο σουλτάνος ζήτησε τη βοήθεια των στόλων των υποτελών σε αυτόν κρατών της Βορείου Αφρικής (Αλγερίας, Τύνιδας και Τρίπολης), καθώς και του Πασά της Αιγύπτου Μεχμέτ-Αλή (Μοχάμετ Άλι) με αποτέλεσμα την ένωσή τους με τον σουλτανικό (1824), τα νέα έμπειρα πληρώματά τους προκάλεσαν μεγάλο πρόβλημα στον Ελληνικό Στόλο.

Τη διοίκηση του Οθωμανικού Ναυτικού την είχε ο καπουδάν / καπετάν Πασά, κάτι αντίστοιχο με τον γενικό Αρχηγό του Ναυτικού, ο οποίος διοριζόταν από τον ίδιο τον σουλτάνο και αποτελούσε από τα μεγαλύτερα αξιώματα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Εκτός της αρχηγίας του στόλου, είχε και την επικυριαρχία στα νησιά του Αιγαίου με την είσπραξη των φόρων και τη στρατολόγηση των κληρωτών ναυτικών πληρωμάτων. Είχε επίσης υπό τις διαταγές του δύο υπαρχηγούς, από τους οποίους ο ένας ονομαζόταν καπετάν μπέης και είχε τη διοίκηση κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας και τη μοίρα της εμπροσθοφυλακής, ενώ ο άλλος, ο οποίος ονομαζόταν ριαλά-μπέης, διοικούσε την οπισθοφυλακή. Ο καπουδάν πασάς επόπτευε το κέντρο.

Nasuhzade Ali Pasha ως Kapudan Pasha. Πρόκειται για τον περιβόητο ωμότατο στόλαρχο «Καρά Αλή» που κατέστρεψε την Χίο. Στην συνέχεια ο Κωνσταντίνος Κανάρης πήρε εκδίκηση για όλους τους Έλληνες, όταν με το πυρπολικό του έκαψε την ναυαρχίδα του. Ο ίδιος δεν κατάφερε να σωθεί από την εκδίκηση του Κανάρη.

Το Πυρπολικό

Από όλα όσα έχουν λεχθεί ανωτέρω, γίνεται αντιληπτό ότι ο Ελληνικός Στόλος δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τον Οθωμανικό σε μια ἐκ παρατάξεως μάχη, διότι τα οθωμανικά πλοία ήταν μεγαλύτερα και με πυροβολικό μεγαλύτερου βεληνεκούς. Ακόμη, οι Οθωμανοί μαχητές θα μπορούσαν να εκμεταλλευθούν το ύψος των πλοίων τους για να κάνουν ρεσάλτο στα ελληνικά. Η τύχη όμως της Ελληνικής Επανάστασης ήταν στην κυριολεξία θέμα του Ελληνικού Στόλου. Έπρεπε πάση θυσία να ελεγχθούν οι μεταφορές στο Αιγαίο και να εμποδιστεί η αποβίβαση εχθρικών στρατευμάτων στην Πελοπόννησο εκ μέρους του Οθωμανικού Στόλου.

Οι Έλληνες Καπεταναίοι λοιπόν, από την αρχή προσανατολίστηκαν στη χρήση ενός όπλου, το οποίο είχε ήδη χρησιμοποιηθεί από πιο αδύναμα Ναυτικά για να πλήξουν ισχυρότερα, το πυρπολικό. Η πρώτη μαρτυρημένη χρήση του απαντά μάλιστα στην αρχαιότητα, τον 5ο αι π.Χ., οπότε και οι Συρακούσιοι το χρησιμοποίησαν εναντίον του Αθηναϊκού Στόλου. Για την κατασκευή του χρησιμοποιούσαν πάρωνες ή και μικρότερα πλοία, των οποίων ο χώρος μεταξύ του καταστρώματος και του κάτω απ’ αυτού υποστρώματος γεμιζόταν με πυρίτιδα και εμπρηστικές ύλες μαζί με τεμάχια ρητινώδους πεύκης για ταχεία ανάφλεξη. Στο κατάστρωμα επίσης, τοποθετούνταν βυτία με εκρηκτικές ύλες. Ακόμη, σε διάφορα μέρη του πυρπολικού εναπόθεταν ασκούς με ρητίνη ή δοχεία με νάφθα και οινόπνευμα, ενώ παράλληλα άλειφαν με πίσσα, οινόπνευμα και θείο όλο το εσωτερικό του πλοίου.

Οι Έλληνες ναυτικοί χρησιμοποιούσαν το πυρπολικό, όχι μόνο σε αγκυροβολημένους στόλους νύχτα και μέρα, αλλά και κατά τη διάρκεια ναυμαχιών. Μόλις ο Έλληνας ναύαρχος έπαιρνε τον αέρα από τον αντίπαλο στόλο, διέταζε να επιτεθούν τα πυρπολικά, τα οποία πλησίαζαν τον εχθρό συνοδεία μοίρας σκαφών. Το τελευταίο στάδιο της επίθεσης ήταν θέμα αποκλειστικά της δεξιοτεχνίας του κυβερνήτη του πυρπολικού, καθώς έπρεπε να πλησιάσει το εχθρικό πλοίο προστατεύοντας τον ίδιο και το πλήρωμά του από τις σφαίρες του πληρώματος του εχθρικού σκάφους, να το κολλήσει και κατόπιν να ανέβει αυτός και το πλήρωμά του στη ρυμουλκούμενη βάρκα προς διαφυγή.

Μοντέλο πυρπολικού (Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου