Η μάχη στο Δήλιο, το 424 π.Χ., δόθηκε προς τα τέλη της πρώτης φάσης του Πελοποννησιακού Πολέμου σε μια προσπάθεια της Αθήνας να ελέγξει τη Βοιωτία, αλλά κατέληξε σε ήττα της. Στόχος της ήταν να αποκτήσει τον έλεγχο του Δηλίου (σημερινό Δήλεσι) που είχε στρατηγική σημασία στα βόρειά της, και παράλληλα να ανατρέψει τα ολιγαρχικά και φιλοσπαρτιατικά καθεστώτα των σημαντικών βοιωτικών πόλεων.
Οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοί τους σκόπευαν να επιτεθούν ταυτόχρονα σε τρία διαφορετικά σημεία της Βοιωτίας: στο Δήλιο (απέναντι από την Εύβοια), στο λιμάνι των Σιφών (στον Κορινθιακό, σημερινή Αλυκή) και στην Χαιρώνεια (στα δυτικά της λίμνης Κωπαΐδας). Με την τριπλή αναστάτωση που είχαν σκοπό να προκαλέσουν ταυτόχρονα θα διασπούσαν τις δυνάμεις του βοιωτικού στρατού, γιατί αυτός θα αναγκάζονταν να απασχοληθεί πρωτίστως με τις ανατρεπτικές κινήσεις των δημοκρατικών Βοιωτών.
Το σχέδιο κατέληξε σε αποτυχία για πολλούς λόγους. Ο βασικότερος ήταν πως ένας άνδρας από τη Φωκίδα το πρόδωσε στους Σπαρτιάτες και αυτοί ειδοποίησαν τους Βοιωτούς. Έτσι τα ολιγαρχικά καθεστώτα προετοιμάστηκαν για την ανατροπή που σχεδίαζαν οι δημοκρατικοί και έστειλαν ενισχύσεις τόσο στη Χαιρώνεια όσο και στις Σίφες.
Οι δημοκρατικοί Βοιωτοί έκριναν τότε σκόπιμο να μην κινηθούν διόλου αφού το σχέδιο είχε διαρρεύσει. Όμως ο Δημοσθένης με το στόλο του και ο Ιπποκράτης με το πεζικό προχωρούσαν βάσει αυτού του σχεδίου.
Όταν ο Δημοσθένης κατάφερε να συγκεντρώσει στόλο και άνδρες κινήθηκε προς τις Σίφες, όπου νόμιζε ότι οι δημοκρατικοί θα παρέδιδαν το λιμάνι. Επίσης έφτασε εκεί νωρίτερα από τη μέρα που είχε συμφωνηθεί, αυτό όμως το λάθος δεν ξέρουμε αν έπαιξε καθοριστικό ρόλο αφού το σχέδιο είχε ούτως ή άλλως προδοθεί.
Η ηγεσία των Βοιωτών είχε ήδη στείλει σημαντικές ενισχύσεις στις Σίφες και η πόλη όχι μόνον δεν παραδόθηκε, αλλά αντιστάθηκε σθεναρά. Ο Δημοσθένης αναγκάστηκε να πάρει το στόλο του και να υποχωρήσει. Κατευθύνθηκε στις απέναντι ακτές της Πελοποννήσου στην Σικυωνία (σημερινό Κιάτο) όπου όμως επίσης συνάντησε σημαντική αντίσταση και αναγκάσθηκε να πάρει πάλι τους άνδρες του και να αποχωρήσει.
Όλο αυτό το διάστημα δεν κατάφερε να επικοινωνήσει με τον Ιπποκράτη που είχε ήδη φτάσει στο Δήλιο και το οχύρωνε περιμένοντας από μέρα σε μέρα την εμφάνιση των ενισχύσεων του Δημοσθένη — Αθηναίων, Ακαρνάνων και άλλων.
Μετά από τρεις μέρες ο Ιπποκράτης κατάλαβε ότι κάτι δεν είχε πάει καλά και αποφάσισε να αποσυρθεί στην Αττική γιατί γνώριζε ότι είχε μεν αρκετό στρατό, αλλά δεν ήταν ιδιαίτερα αξιόμαχος — ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι είχαν επιστρατευτεί και μέτοικοι και ότι πολλοί ήταν όχι μόνον άπειροι στον πόλεμο αλλά και άοπλοι.
Οχύρωσε πάντως την περιοχή προτού ξεκινήσει και άφησε στο Δήλιο φρουρά 300 ανδρών. Στο μεταξύ ο βοιωτικός στρατός έχοντας διασφαλίσει τις Σίφες κατευθυνόταν στο Δήλιο και προσωρινά είχε στρατοπεδεύσει στην Τανάγρα.
Από εκεί αντιλήφθηκε την κίνηση υποχώρησης του Ιπποκράτη και με επιμονή του βοιωτάρχη Παγώνδα επιτέθηκε στους υποχωρούντες Αθηναίους — οι άλλοι δέκα βοιωτάρχες είχαν προτείνει να μην επιτεθούν στους Αθηναίους αφού ο στρατός τους είχε πια περάσει σε αθηναϊκό έδαφος και ήθελαν να περιοριστούν στην ανακατάληψη του Δηλίου, όπου βρίσκονταν εξάλλου μόνον 300 άνδρες.
Μάχη
Ο Παγώνδας επέμεινε ότι δεν έπρεπε να αφήσουν στους Αθηναίους το περιθώριο να αποχωρήσουν. Έπεισε τους άλλους βοιωτάρχες ότι δεν μπορούσαν να ελπίζουν σε ειρήνη με γείτονές τους τους Αθηναίους και ότι στόχος των γειτόνων τους ήταν να επανέλθουν με την πρώτη ευκαιρία και να καταλάβουν τις βοιωτικές πόλεις μία προς μία.
Ο Ιπποκράτης απευθύνθηκε τότε κι εκείνος στους άνδρες του διαβλέποντας ότι η μάχη ήταν αναπόφευκτη και είπε ότι "έχει μεγάλη σημασία να νικήσουν, γιατί η Σπάρτη θα έμενε έτσι άοπλη, δίχως το ιππικό των Βοιωτών". Όμως ουσιαστικά δεν πρόλαβε καν να τελειώσει τον ενθαρρυντικό λόγο του, γιατί οι Βοιωτοί άρχισαν πολύ γρήγορα την επίθεση.
Η μάχη με το κύριο σώμα στρατού του Ιπποκράτη δόθηκε στα νότια του Δηλίου, σε απόσταση δέκα σταδίων από αυτό (περίπου 2-3 χιλιομέτρων). Οι δύο στρατοί είχαν περίπου τον ίδιο αριθμό οπλιτών (γύρω στις 7.000), αλλά οι Βοιωτοί υπερείχαν στο ιππικό. Επίσης εφάρμοσαν καινοτομίες.
Ο Ιπποκράτης παρέταξε στο κέντρο της φάλαγγας άνδρες σε βάθος οκτώ ανδρών και στα πλάγια τους ψιλούς και τους ιππείς. Την ίδια μορφή επέλεξε και ο Παγώνδας για το στρατό του, μόνο που στα δεξιά της φάλαγγας τοποθέτησε τους Θηβαίους οπλίτες του σε βάθος 25 ανδρών.
Ενώ στην αρχή το δεξιό άκρο της φάλαγγας των Αθηναίων επικράτησε του βοιωτικού του αντιπάλου, το αριστερό άκρο ήταν αδύνατο να αντιμετωπίσει τους Θηβαίους. Το τελειωτικό χτύπημα στους Αθηναίους δόθηκε από ένα μέρος του βοιωτικού ιππικού που επιτέθηκε στα δεξιά των Αθηναίων, που δεν άντεξαν την την επίθεση και υποχώρησαν.
Αυτή η παράταξη των Βοιωτών ήταν πρωτοποριακή για την εποχή και αργότερα τελειοποιήθηκε στη λεγόμενη λοξή φάλαγγα. Επίσης ο Παγώνδας χρησιμοποίησε ένα είδος φλογοβόλου που περιγράφεται από τον Θουκυδίδη ως πρωτοποριακό τεχνολογικό όπλο της εποχής εκείνης.
Οι νεκροί ήταν περίπου 1.200 Αθηναίοι (ανάμεσα τους και ο στρατηγός Ιπποκράτης) και 500 Βοιωτοί.
Οι Βοιωτοί όταν νίκησαν τις δυνάμεις του Ιπποκράτη επιτέθηκαν στους Αθηναίους που είχαν οχυρωθεί στο Δήλιο και αφού ενισχύθηκαν από Κορίνθιους και Μεγαρείς ύστερα από είκοσι μέρες το κυρίευσαν.
Η μάχη του Δηλίου ήταν από τις λίγες μάχες οπλιτών στον Πελοποννησιακό Πόλεμο και απέδειξε την αδυναμία των Αθηναίων σε τέτοιου τύπου αναμετρήσεις, αν και εκτός από την απειρία τμήματος του στρατού τους, είχαν να αντιμετωπίσουν επιπλέον και τους στρατιωτικούς νεωτερισμούς του Παγώνδα.
Οι Βοιωτοί ως αγρότες ήταν συντηρητικοί άνθρωποι. Στην τέχνη δεν ακολουθούσαν πάντοτε τα ρεύματα της εποχής. Έτσι και τα αρχαϊκά ειδώλια με το ψηλό κάλυμμα της κεφαλής, τον πόλο, τα αποκαλούμενα παπάδες, επέζησαν έως τον 5o αι. π.Χ. Στα κλασικά χρόνια άνθησε μια τέχνη που επηρεάστηκε από την αττική, όπως δείχνουν τα αναθηματικά και επιτύμβια ανάγλυφα. Σε σύγκριση όμως με αυτή, είχε κάτι το επαρχιώτικο και το τραχύ.
Μεγαλύτερη κλίση φαίνεται ότι είχαν οι Θηβαίοι στη ζωγραφική, αν κρίνουμε από τις εγχάρακτες στήλες από μαύρο μάρμαρο, οι οποίες θα ήταν εντυπωσιακότερες, αν διασώζονταν τα χρώματά τους. Στις στήλες αυτές αναγράφονται τα ονόματα των νεκρών (Μνάσων, Ρύγχων, Σαυγένης) που έπεσαν στη μάχη του Δηλίου το 424.
Βιβλιογραφία:
- Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος Γ1, Κλασικός ελληνισμός.
- Θουκυδίδης, βιβλίο 4ο, εδάφιο 92.
- Θουκυδίδης, βιβλίο 4ο, εδάφιο 100.
Πηγή εικόνας: Ανακατασκευή του φλογοβόλου των Βοιωτών κατά τις περιγραφές του Θουκυδίδη, Τεχνολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Από Gts-tg - Έργο αυτού που το ανεβάζει, CC BY-SA 4.0
Πληροφορίες αντλήθηκαν από τις παρακάτω πηγές:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου