Νίκος Φελέκης
Πατάει γκάζι, αλλά δεν...τραβάει ο ΣΥΡΙΖΑ
To άγχος του Αλέξη Τσίπρα για τις δημοσκοπήσεις που δεν εμπιστεύεται αλλά τον ανησυχούν, καθώς δείχνουν «κολλημένη» τη διαφορά με τη Ν.Δ. στις 7-8 μονάδες - H εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη, το χαρτί των υποκλοπών και η ανάγκη για ρεαλιστικό πρόγραμμα, αποτελεσματικές πολιτικές και φρέσκα και ικανά πρόσωπα στο επιτελείο του
Ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί στη ΔΕΘ να δήλωσε ότι δεν εμπιστεύεται τις
δημοσκοπήσεις, όμως τα ευρήματά τους και πρωτίστως οι 7-8 μονάδες
διαφοράς υπέρ της Ν.Δ. αποτελούν καθημερινό θέμα συζητήσεων και
προβληματισμού των βουλευτών και των στελεχών της Κουμουνδούρου. Ολοι,
περιλαμβανομένων και των στενών συνεργατών του αρχηγού της αξιωματικής
αντιπολίτευσης, σπάνε το κεφάλι τους για να βρουν τι άλλο χρειάζεται να
κάνουν για να ξεκολλήσει ο ΣΥΡΙΖΑ από το 25%-26%. Δεν θα ήταν υπερβολή
εάν υποστηρίζαμε πως το μεγαλύτερο άγχος του Αλέξη είναι να βρει την
«εκρηκτική ύλη» που θα ανατινάξει το «βουνό» του... 30+ που δίνουν όλες
οι εταιρείες δημοσκοπήσεων στη Νέα Δημοκρατία. Πίστεψε πως οι
τηλεφωνικές υποκλοπές θα ήταν το... ΤΝΤ που θα ανατίναζε την κυβέρνηση.
Φευ, ούτε οι επισυνδέσεις, μετά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση, δεν καταφέρνουν να δώσουν δημοσκοπική πρωτιά στον ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί η ΕΥΠ και το Predator να μη «σκότωσαν» τον Μητσοτάκη, δημιούργησαν όμως έναν ορκισμένο εχθρό του πρωθυπουργού, τον επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ Νίκο Ανδρουλάκη. Και αυτό είναι σίγουρα μεγάλο κέρδος για τον Αλέξη και τη στρατηγική της προοδευτικής διακυβέρνησης, στην οποία έχει παίξει όλα του τα λεφτά προκειμένου να ανακάμψει εκλογικά και να επιστρέψει ο ίδιος στο Μέγαρο Μαξίμου και το κόμμα του στα κυβερνητικά έδρανα.
Βεβαίως, η απώλεια του ΠΑΣΟΚ ως δυνάμει κυβερνητικού εταίρου της Ν.Δ. δεν σημαίνει και μετεγκατάσταση της Χαριλάου Τρικούπη στην Κουμουνδούρου. Κάθε άλλο. Ο Ανδρουλάκης το χαρτί των ίσων αποστάσεων από τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να το παίζει ακόμη και μετά την πρωτοφανή στήριξη που δέχτηκε από τον Τσίπρα στις αποκαλύψεις για την παρακολούθηση του τηλεφώνου του. Επιμένει ότι το ΠΑΣΟΚ, εφόσον δεν υπάρχει αυτοδυναμία, δεν πρόκειται να στηρίξει τον Μητσοτάκη ή τον Τσίπρα για πρωθυπουργό. Προσοχή: Η άρνηση είναι για το πρόσωπο του πρωθυπουργού και όχι για κυβερνητική συνεργασία με τη Ν.Δ. ή τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μπορεί το σύστημα στην Ελλάδα να είναι πρωθυπουργοκεντρικό και οι πολίτες στις εκλογές, εκτός από την κομματική τους προτίμηση, να εκφράζουν και τη βούλησή τους για το ποιος θέλει να τους κυβερνήσει (ο Μητσοτάκης, ο Τσίπρας ή κάποιος άλλος), ο Ανδρουλάκης επιμένει όμως ότι σε περίπτωση κυβερνητικής συνεργασίας δεν αποφασίζει ο λαός για τον πρωθυπουργό, αλλά τα κόμματα. Ή ακόμη χειρότερα: κάποιοι άλλοι παράγοντες ή κέντρα, εντός ή εκτός της χώρας. Προφανώς, δεν μπορεί να είναι αυτή η βούληση της ηγεσίας του κόμματος που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου, όμως η άποψη «τρίτο πρόσωπο για πρωθυπουργός» δίνει τροφή σε θεωρίες συνωμοσίας και στα σενάρια όσων θα ήθελαν να αποφασίζουν αυτοί (μεγαλοεπιχειρηματίες, κοινοτικοί αξιωματούχοι, πρεσβείες ισχυρών κρατών κ.ά.) για την κυβέρνηση στην Ελλάδα.
Δεν αρκεί, κατά τον Ανδρουλάκη, να είσαι ο επικεφαλής του πρώτου κόμματος για να γίνεις πρωθυπουργός. Ούτε η συμφωνία σε προγραμματική βάση είναι αρκετή. Χρειάζεται η έγκριση του Ανδρουλάκη, ακόμη κι αν αυτός είναι επικεφαλής του τρίτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος. Ο επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ δίνει την εντύπωση ότι στις προτεραιότητές του δεν είναι η διακυβέρνηση της χώρας (αν θα είναι αποτελεσματική, προοδευτική και επ’ ωφελεία του λαού και του τόπου), αλλά αν πρωθυπουργός θα είναι ο Μητσοτάκης, ο Τσίπρας ή κάποιο τρίτο πρόσωπο, κατά προτίμηση τεχνοκράτης ή πολιτικά να προσιδιάζει σε χαμαιλέοντα.
Πρωθυπουργός και πρώτο κόμμα
Σημειώνουμε ότι η πολιτική άσκηση «πρωθυπουργός και πρώτο κόμμα» μάλλον βλάπτει παρά ωφελεί το ΠΑΣΟΚ, αφού το εγκλωβίζει στο παιχνίδι των ποσοστών και της αστάθειας των δύο ή και τριών εκλογικών γύρων και όχι των αναγκών της χώρας για κυβερνητική σταθερότητα και επίλυση των σοβαρών οικονομικών, κοινωνικών και θεσμικών προβλημάτων. Αυτός είναι και ο λόγος που Μητσοτάκης και Τσίπρας συμφωνούν ότι πρωθυπουργός θα πρέπει να είναι ο επικεφαλής του κόμματος που θα κερδίσει τις εκλογές.
Τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θέλουν να εκθέσουν τον διάδοχο της Φώφης Γεννηματά στους «νοικοκυραίους» κεντρώους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που, ανάλογα με το αξιακό τους φορτίο, προτιμούν συνεργασία είτε με τη Δεξιά είτε με την Αριστερά για να μην υπάρξει ακυβερνησία σε μια περίοδο που και τα εσωτερικά και τα εξωτερικά προβλήματα της χώρας παροξύνονται. Ο Κυριάκος απευθύνεται στους δεξιόστροφους και ο Αλέξης στους αριστερόστροφους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ και ουσιαστικά τους καλούν να παρακούσουν τον Ανδρουλάκη και με την ψήφο τους να πιέσουν να σχηματιστεί κυβέρνηση από την πρώτη Κυριακή.
Αυτός είναι ο πρώτος λόγος για το παιχνίδι: πρωθυπουργός και πρώτο κόμμα. Ο δεύτερος λόγος αφορά τις συσπειρώσεις των δύο κομμάτων. Επειδή με την απλή αναλογική δεν υπάρχει αυτοδυναμία, ευνοούνται τα μικρότερα και υποψήφια για συνεργασία με τα μεγάλα κόμματα. Και πρωτίστως το ΠΑΣΟΚ, τη συνεργασία του οποίου θέλουν τόσο η Ν.Δ. όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η Ελληνική Λύση του Βελόπουλου, την οποία το δεξιό κομμάτι της Ν.Δ., όχι όμως και το φιλελεύθερο υπό τον Μητσοτάκη, καλοβλέπει.
Επιπροσθέτως, η ξεκάθαρη δήλωση του Τσίπρα ότι δεν επιθυμεί να ηγηθεί «κυβέρνησης ηττημένων» και ότι «ο πρωθυπουργός πρέπει να είναι από το πρώτο κόμμα» ορθώνει μέτωπο τόσο στον Ανδρουλάκη όσο και στον Μητσοτάκη. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στέλνει το εξής μήνυμα στους αριστερόστροφους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ: «Αν θέλετε να φύγουν ο Μητσοτάκης και η Δεξιά και να μη σας επιβάλουν οι Βρυξέλλες ή η εγχώρια διαπλοκή έναν νέο Παπαδήμο, ένας τρόπος υπάρχει, να βγει ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα». Στην αποτροπή «νέου Παπαδήμου» στοχεύει και η θέση του Μητσοτάκη ότι πρωθυπουργός πρέπει να είναι ο επικεφαλής του πρώτου κόμματος.
Το «πρωθυπουργός, ο αρχηγός του πρώτου κόμματος», εκτός από πολιτική επίθεση στον μικρομεγαλισμό του Ανδρουλάκη, στοχεύει και στο «κάψιμο» των σεναρίων που διακινούνται στο παρασκήνιο για μεταβατική πρωθυπουργία είτε του κοινοτικού επιτρόπου Μαργαρίτη Σχοινά, είτε του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, είτε ακόμη και πολιτικού προσώπου, κατά προτίμηση γυναίκας, που να αντικαταστήσει τον Μητσοτάκη ή τον Τσίπρα στην περίπτωση που υπάρξει εμπλοκή στον σχηματισμό κυβέρνησης.
Εκ παραλλήλου, ο Αλέξης Τσίπρας με την κατηγορηματική δήλωση ότι δεν πρόκειται να δεχθεί να ηγηθεί κυβέρνησης εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δεύτερο κόμμα, απαντά και στην ιοβόλο κατηγορία Μητσοτάκη περί τερατογένεσης στην περίπτωση που η Ν.Δ. είναι πρώτο κόμμα, αλλά σχηματιστεί κυβέρνηση από τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25. Στην απειλή του Μητσοτάκη «μην ψηφίσετε τα τέρατα», ο Τσίπρας απαντά ξεκάθαρα: «Το πρώτο κόμμα σχηματίζει κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός είναι από το πρώτο κόμμα». Και, όπως χαρακτηριστικά λέει ο Αλέξης σε συνομιλητές του, «το δίλημμα δεν είναι ή ο Μητσοτάκης ή εμείς τα τέρατα, αλλά αν το... τέρας ο Μητσοτάκης θα συνεχίσει, μαζί με την οικογένεια και τους φίλους του να τρώνε τις σάρκες των Ελλήνων».
Η εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη
Φευ, ούτε οι επισυνδέσεις, μετά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση, δεν καταφέρνουν να δώσουν δημοσκοπική πρωτιά στον ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί η ΕΥΠ και το Predator να μη «σκότωσαν» τον Μητσοτάκη, δημιούργησαν όμως έναν ορκισμένο εχθρό του πρωθυπουργού, τον επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ Νίκο Ανδρουλάκη. Και αυτό είναι σίγουρα μεγάλο κέρδος για τον Αλέξη και τη στρατηγική της προοδευτικής διακυβέρνησης, στην οποία έχει παίξει όλα του τα λεφτά προκειμένου να ανακάμψει εκλογικά και να επιστρέψει ο ίδιος στο Μέγαρο Μαξίμου και το κόμμα του στα κυβερνητικά έδρανα.
Βεβαίως, η απώλεια του ΠΑΣΟΚ ως δυνάμει κυβερνητικού εταίρου της Ν.Δ. δεν σημαίνει και μετεγκατάσταση της Χαριλάου Τρικούπη στην Κουμουνδούρου. Κάθε άλλο. Ο Ανδρουλάκης το χαρτί των ίσων αποστάσεων από τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να το παίζει ακόμη και μετά την πρωτοφανή στήριξη που δέχτηκε από τον Τσίπρα στις αποκαλύψεις για την παρακολούθηση του τηλεφώνου του. Επιμένει ότι το ΠΑΣΟΚ, εφόσον δεν υπάρχει αυτοδυναμία, δεν πρόκειται να στηρίξει τον Μητσοτάκη ή τον Τσίπρα για πρωθυπουργό. Προσοχή: Η άρνηση είναι για το πρόσωπο του πρωθυπουργού και όχι για κυβερνητική συνεργασία με τη Ν.Δ. ή τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μπορεί το σύστημα στην Ελλάδα να είναι πρωθυπουργοκεντρικό και οι πολίτες στις εκλογές, εκτός από την κομματική τους προτίμηση, να εκφράζουν και τη βούλησή τους για το ποιος θέλει να τους κυβερνήσει (ο Μητσοτάκης, ο Τσίπρας ή κάποιος άλλος), ο Ανδρουλάκης επιμένει όμως ότι σε περίπτωση κυβερνητικής συνεργασίας δεν αποφασίζει ο λαός για τον πρωθυπουργό, αλλά τα κόμματα. Ή ακόμη χειρότερα: κάποιοι άλλοι παράγοντες ή κέντρα, εντός ή εκτός της χώρας. Προφανώς, δεν μπορεί να είναι αυτή η βούληση της ηγεσίας του κόμματος που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου, όμως η άποψη «τρίτο πρόσωπο για πρωθυπουργός» δίνει τροφή σε θεωρίες συνωμοσίας και στα σενάρια όσων θα ήθελαν να αποφασίζουν αυτοί (μεγαλοεπιχειρηματίες, κοινοτικοί αξιωματούχοι, πρεσβείες ισχυρών κρατών κ.ά.) για την κυβέρνηση στην Ελλάδα.
Δεν αρκεί, κατά τον Ανδρουλάκη, να είσαι ο επικεφαλής του πρώτου κόμματος για να γίνεις πρωθυπουργός. Ούτε η συμφωνία σε προγραμματική βάση είναι αρκετή. Χρειάζεται η έγκριση του Ανδρουλάκη, ακόμη κι αν αυτός είναι επικεφαλής του τρίτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος. Ο επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ δίνει την εντύπωση ότι στις προτεραιότητές του δεν είναι η διακυβέρνηση της χώρας (αν θα είναι αποτελεσματική, προοδευτική και επ’ ωφελεία του λαού και του τόπου), αλλά αν πρωθυπουργός θα είναι ο Μητσοτάκης, ο Τσίπρας ή κάποιο τρίτο πρόσωπο, κατά προτίμηση τεχνοκράτης ή πολιτικά να προσιδιάζει σε χαμαιλέοντα.
Πρωθυπουργός και πρώτο κόμμα
Σημειώνουμε ότι η πολιτική άσκηση «πρωθυπουργός και πρώτο κόμμα» μάλλον βλάπτει παρά ωφελεί το ΠΑΣΟΚ, αφού το εγκλωβίζει στο παιχνίδι των ποσοστών και της αστάθειας των δύο ή και τριών εκλογικών γύρων και όχι των αναγκών της χώρας για κυβερνητική σταθερότητα και επίλυση των σοβαρών οικονομικών, κοινωνικών και θεσμικών προβλημάτων. Αυτός είναι και ο λόγος που Μητσοτάκης και Τσίπρας συμφωνούν ότι πρωθυπουργός θα πρέπει να είναι ο επικεφαλής του κόμματος που θα κερδίσει τις εκλογές.
Τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θέλουν να εκθέσουν τον διάδοχο της Φώφης Γεννηματά στους «νοικοκυραίους» κεντρώους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που, ανάλογα με το αξιακό τους φορτίο, προτιμούν συνεργασία είτε με τη Δεξιά είτε με την Αριστερά για να μην υπάρξει ακυβερνησία σε μια περίοδο που και τα εσωτερικά και τα εξωτερικά προβλήματα της χώρας παροξύνονται. Ο Κυριάκος απευθύνεται στους δεξιόστροφους και ο Αλέξης στους αριστερόστροφους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ και ουσιαστικά τους καλούν να παρακούσουν τον Ανδρουλάκη και με την ψήφο τους να πιέσουν να σχηματιστεί κυβέρνηση από την πρώτη Κυριακή.
Αυτός είναι ο πρώτος λόγος για το παιχνίδι: πρωθυπουργός και πρώτο κόμμα. Ο δεύτερος λόγος αφορά τις συσπειρώσεις των δύο κομμάτων. Επειδή με την απλή αναλογική δεν υπάρχει αυτοδυναμία, ευνοούνται τα μικρότερα και υποψήφια για συνεργασία με τα μεγάλα κόμματα. Και πρωτίστως το ΠΑΣΟΚ, τη συνεργασία του οποίου θέλουν τόσο η Ν.Δ. όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η Ελληνική Λύση του Βελόπουλου, την οποία το δεξιό κομμάτι της Ν.Δ., όχι όμως και το φιλελεύθερο υπό τον Μητσοτάκη, καλοβλέπει.
Επιπροσθέτως, η ξεκάθαρη δήλωση του Τσίπρα ότι δεν επιθυμεί να ηγηθεί «κυβέρνησης ηττημένων» και ότι «ο πρωθυπουργός πρέπει να είναι από το πρώτο κόμμα» ορθώνει μέτωπο τόσο στον Ανδρουλάκη όσο και στον Μητσοτάκη. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στέλνει το εξής μήνυμα στους αριστερόστροφους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ: «Αν θέλετε να φύγουν ο Μητσοτάκης και η Δεξιά και να μη σας επιβάλουν οι Βρυξέλλες ή η εγχώρια διαπλοκή έναν νέο Παπαδήμο, ένας τρόπος υπάρχει, να βγει ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα». Στην αποτροπή «νέου Παπαδήμου» στοχεύει και η θέση του Μητσοτάκη ότι πρωθυπουργός πρέπει να είναι ο επικεφαλής του πρώτου κόμματος.
Το «πρωθυπουργός, ο αρχηγός του πρώτου κόμματος», εκτός από πολιτική επίθεση στον μικρομεγαλισμό του Ανδρουλάκη, στοχεύει και στο «κάψιμο» των σεναρίων που διακινούνται στο παρασκήνιο για μεταβατική πρωθυπουργία είτε του κοινοτικού επιτρόπου Μαργαρίτη Σχοινά, είτε του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, είτε ακόμη και πολιτικού προσώπου, κατά προτίμηση γυναίκας, που να αντικαταστήσει τον Μητσοτάκη ή τον Τσίπρα στην περίπτωση που υπάρξει εμπλοκή στον σχηματισμό κυβέρνησης.
Εκ παραλλήλου, ο Αλέξης Τσίπρας με την κατηγορηματική δήλωση ότι δεν πρόκειται να δεχθεί να ηγηθεί κυβέρνησης εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δεύτερο κόμμα, απαντά και στην ιοβόλο κατηγορία Μητσοτάκη περί τερατογένεσης στην περίπτωση που η Ν.Δ. είναι πρώτο κόμμα, αλλά σχηματιστεί κυβέρνηση από τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25. Στην απειλή του Μητσοτάκη «μην ψηφίσετε τα τέρατα», ο Τσίπρας απαντά ξεκάθαρα: «Το πρώτο κόμμα σχηματίζει κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός είναι από το πρώτο κόμμα». Και, όπως χαρακτηριστικά λέει ο Αλέξης σε συνομιλητές του, «το δίλημμα δεν είναι ή ο Μητσοτάκης ή εμείς τα τέρατα, αλλά αν το... τέρας ο Μητσοτάκης θα συνεχίσει, μαζί με την οικογένεια και τους φίλους του να τρώνε τις σάρκες των Ελλήνων».
Η εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη
Μόνο που η ΑΔΑΕ του Τσίπρα δεν ασχολείται με υποκλοπές, μολυσμένα λογισμικά και επισυνδέσεις. Η ΑΔΑΕ του Τσίπρα δεν έχει ως αντικείμενο τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών της Κουμουνδούρου. Η ΑΔΑΕ του Τσίπρα είναι κι αυτή αρκτικόλεξο και συντίθεται από τα πρώτα γράμματα των επίσης αρκτικόλεξων ΑΤΑ, ΔΕΗ, ΑΕΙ, ΕΤΕ. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης παρουσίασε τη δική του ΑΔΑΕ στη ΔΕΘ -αρκτικόλεξο κι αυτή- και η αλήθεια είναι ότι εξέπληξε αρκετούς, ακόμη και συντρόφους του, με όσα είπε ότι προτίθεται να κάνει εάν σχηματίσει κυβέρνηση.
Ξεπατίκωσε τον Ανδρέα Παπανδρέου και ανήγγειλε Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή για όσο διαρκεί η ενεργειακή κρίση. Οχι επιδόματα και αυξήσεις 6%, που λέει ο Μητσοτάκης, αλλά θα καλύπτει ολόκληρο τον πληθωρισμό. Μέχρι και ο -μονίμως επικριτικός για τη δεξιά στροφή και το ιμπέριουμ του αρχηγού- Νίκος Φίλης ζητωκραύγασε. Και δεν ήταν μόνο η ξεχασμένη στο χρονοντούλαπο της οικονομικής ιστορίας ΑΤΑ, ήταν και η επανακρατικοποίηση της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού, αλλά και της Εθνικής Τράπεζας.
Μπορεί να μην είναι εύκολες υποθέσεις ούτε η μία ούτε η άλλη περίπτωση -και στελέχη της Κουμουνδούρου, που ασχολούνται επισταμένως με τα θέματα της οικονομίας, όπως ο Γιάννης Δραγασάκης, ο Γιώργος Χουλιαράκης και ο Δημήτρης Λιάκος, να το γνωρίζουν καλά και στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους να το παραδέχονται-, αλλά αυτό λίγη σημασία έχει μπροστά στην ανάγκη να κερδηθεί η ψήφος των λαϊκών οικογενειών, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δεν μπορούν να δανειοδοτηθούν και όσων δυσφορούν με τις πολιτικές της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Οπως, για παράδειγμα, με την αστυνομία στα πανεπιστήμια, τον περιορισμό των εισακτέων στα ΑΕΙ και την εκτόξευση των ενοικίων για τους φοιτητές. Και γενικότερα στους νέους και νεαρής ηλικίας ψηφοφόρους, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέτει σημαντικό προβάδισμα και για να κερδίσει τις εκλογές χρειάζεται να το διευρύνει και όχι απλώς να το διατηρήσει.
Τον Τσίπρα δεν τον πειράζει που η κυβέρνηση τον κατηγορεί για λαϊκισμό και τον εγκαλεί να πει «πού θα βρει τα χρήματα» για να υλοποιήσει όσα εξήγγειλε από τη Θεσσαλονίκη. Αντίθετα, μάλλον το επιδιώκει, αφού θεωρεί πως οι πολίτες και ιδιαίτερα τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, που έχουν γονατίσει από τους φουσκωμένους λογαριασμούς, τη μεγάλη ακρίβεια και τον διψήφιο πληθωρισμό, τείνουν ευήκοον ους στα λεγόμενά του. Το πρόβλημα του Τσίπρα είναι πολιτικό. Πρέπει να κερδίσει τον Μητσοτάκη.
Το αύριο και το δικό του και του ΣΥΡΙΖΑ συναρτώνται άμεσα με το εκλογικό αποτέλεσμα. Δεν τον ενδιαφέρουν λοιπόν οι χαρακτηρισμοί των αντιπάλων του. Θα κάνει οτιδήποτε χρειαστεί για να ξεκολλήσει ο ΣΥΡΙΖΑ από το 25%-26% και να φτάσει ξανά στο 31,5% των εκλογών του 2009. Και για να το πετύχει αυτό, θα πρέπει να συσπειρώσει όσο περισσότερους αντιδεξιούς/κεντροαριστερούς ψηφοφόρους μπορεί, αλλά και να επαναπατρίσει αριστερούς ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ που στις τελευταίες εκλογές είτε απείχαν, είτε σε ποσοστό σχεδόν 5% προτίμησαν τον Γιάνη Βαρουφάκη και τη Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Για να το καταφέρει δεν αρκεί να επικαλείται την «προοδευτική διακυβέρνηση», αλλά θα πρέπει και να τεκμηριώνει με συμπεριφορές και προτάσεις ότι ο ΣΥΡΙΖΑ του 2022 δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ του 2015 και σε περίπτωση που αναλάβει και πάλι κυβερνητικές ευθύνες, δεν θα έχουμε απεχθή πρόσωπα του παρελθόντος σε πρωταγωνιστικούς ρόλους, ούτε πολιτικές που δεν θα εναρμονίζονται με τα διεθνή κρατούντα και τη θέση της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια και τους θεσμούς της ελεύθερης οικονομίας.
Και το σήμα προς την κοινωνία ο Τσίπρας θα πρέπει να το στείλει από τώρα και να μην περιμένει την άνοιξη, παραμονές των εκλογών. Στην εισήγησή του στην Κεντρική Επιτροπή, η οποία θα συνέλθει στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Οκτωβρίου, θα πρέπει να καταστήσει σαφές το κεντροαριστερό κυβερνητικό στίγμα του ΣΥΡΙΖΑ. Το ρεαλιστικό Πρόγραμμα, οι αποτελεσματικές πολιτικές και τα φρέσκα και ικανά πρόσωπα είναι αυτά που χρειάζεται ο Τσίπρας για να κερδίσει τον Μητσοτάκη και να πείσει ή και να αναγκάσει τον Ανδρουλάκη να τον δεχθεί για πρωθυπουργό εάν ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει πρώτο κόμμα.
Γκρίνια για τις «Καρυάτιδες»
Βέβαια, για να τα πετύχει όλα αυτά, χρειάζεται επιτελείο που πολιτικά, οργανωτικά και επικοινωνιακά να είναι αποτελεσματικό. Προσώρας, σε αυτό υστερεί. Ενδεχομένως και δραματικά, όπως διατείνονται κάποιοι - όχι από την αριστερή μειοψηφία, αλλά από την προεδρική πλειοψηφία. Σίγουρα η συγκρότηση των τομέων που θα αποφασίσει η Κ.Ε. θα καλύψει κάπως την οργανωτική «τρύπα» της Κουμουνδούρου, αλλά χωρίς την κινητοποίηση των 150.000 μελών, που να παράξουν γεγονότα στην κοινωνία, εκλογική ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ δύσκολα θα υπάρξει.
Το «δημοσκοπικό βουνό» του Μητσοτάκη δεν πρόκειται να το ανατινάξουν οι ομιλίες του Τσίπρα και οι ανακοινώσεις του Ηλιόπουλου. Ο Αλέξης δεν μπορεί να έχει ένα Εκτελεστικό Γραφείο, όπως ο Ανδρέας με τον Σημίτη, τον Γεννηματά, τον Λαλιώτη, τον Τσοχατζόπουλο και τους άλλους κορυφαίους του ΠΑΣΟΚ, αλλά υπάρχουν ενστάσεις αν μπορεί η δύναμη κρούσης του στην κοινωνία να είναι η Σβίγγου, ο Βασιλειάδης, οι τέσσερις «Καρυάτιδες» της Κουμουνδούρου (Αχτσιόγλου, Γεροβασίλη, Δούρου, Ξενογιαννακοπούλου) και ο εκπρόσωπος Τύπου Ηλιόπουλος, ο οποίος κάποια στιγμή θα πρέπει να αντικατασταθεί αφού θα είναι υποψήφιος βουλευτής στην Α’ Αθήνας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου